Γιατί το γενικό lockdown δεν πρέπει να είναι στις πρώτες επιλογές αντιμετώπισης της νέας φάσης της επιδημίας


Του Γρηγόρη Γεροτζιάφα *

Να δούμε την πραγματικότητα όπως είναι χωρίς φτιασίδια ή προβολές των φαντασιώσεων μας.

Α. Το παιχνίδι για τον έλεγχο της επιδημίας χάθηκε στην Ευρώπη (της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένης).

1. Τα σχέδια εργαστηριακού ελέγχου και ιχνηλάτησης οδεύουν προς μεγαλειώδες ναυάγιο τεράστιου οικονομικού κόστους (και αναφέρομαι σε οργανωμένα συστήματα και όχι στο ελληνικό τσίρκο που βαφτίζει “ήρωες COVID-19”, μοιράζει μάσκες αλεξίπτωτα κλπ).

2. Η ενεργός συμφωνία των πληθυσμών στα βασικά μέτρα προστασίας ελαττώνεται καθημερινά (το να λοιδορούμε αυτούς που δεν βάζουν μάσκα να βρίζουμε του αρνητές της ίωσης κλπ είναι χαμένος χρόνος και ενέργεια). Βέβαια θα ήταν καλό να παρατηρούμε με προσοχή το “κίνημα των συνωμοσιολόγων” και πώς χτίζεται οργανωτικά ο νέος φασισμός στο υλικό που δίνει αυτό το κίνημα (όμως αυτό είναι πολιτικό καθήκον που επίσης δεν έχει καμιά πρακτική σημασία στην αντιμετώπιση της επιδημίας).

3. Η οικονομική κρίση που προϋπήρχε της επιδημίας (τα τρένα με αντίθετη κατεύθυνση στις ίδιες ράγες περιγραφόταν από τους οικονομολόγους πριν από 3 – 4 χρόνια) μπαίνει σε φάση εκθετικής επιτάχυνσης.

4. Η καλλιέργεια ψευδών προσδοκιών στον πληθυσμό για το εμβόλιο που «είναι προ των πυλών» (έρχεται σήμερα, αύριο, τον Δεκέμβρη, την άνοιξη κλπ) το μόνο που κάνει είναι να αυξάνει την δυσπιστία και άρα να ελαττώνει την κοινωνική συναίνεση στην εφαρμογή των μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης. Οι λόγοι που καλλιεργούνται συστηματικά αυτές οι προσδοκίες είναι εύκολα αντιληπτοί (γεωπολιτικά παιχνίδια, οικονομικά συμφέροντα για άμεσα κέρδη, παιχνίδια εξουσίας και επιρροής κλπ).

5. Ο μοναδικός τρόπος περιορισμού της επιδημίας είναι τα μέτρα αποστασιοποίησης που ξεκινούν από τις μάσκες και φτάνουν μέχρι το γενικό lock down. Η μάσκα και το πλύσιμο των χεριών είναι το απλούστερο, καθώς γενικό lock down σήμερα σημαίνει πείνα. Όμως η εφαρμογή τους εξαρτάται από την εκπαίδευση και την συναίνεση του πληθυσμού.

Ας έρθουμε λοιπόν στην ταμπακιέρα. Όσοι υποστηρίξαμε το lock down τον Φλεβάρη – Μάρτη είχαμε απόλυτη γνώση και συνείδηση δύο βασικών παραμέτρων:

  1. Το παράγωγο της επιδημίας του SARS-CoV-2 είναι ένα καινούργιο θανατηφόρο νόσημα (COVID-19) για το οποίο δεν γνωρίζαμε απολύτως ΤΙΠΟΤΑ. Κάναμε (οι γιατροί και οι άλλοι επιστήμονες) διάφορες υποθέσεις (ο καθείς σύμφωνα με το background του), άλλοι επιβεβαιωθήκαμε κα άλλοι όχι.
  2. Τα συστήματα υγείας δεν ήταν προετοιμασμένα να χειριστούν έναν μεγάλο αριθμό σοβαρά ή βαρέως πασχόντων ασθενών από ένα νόσημα για το οποίο δεν υπήρχε καμία γνώση για την διάγνωση, αντιμετώπιση και θεραπεία. Προσοχή για να μην γίνουν παρεξηγήσεις: μιλώ για την ανεπάρκεια των συστημάτων υγείας να διαχειριστούν την μαζική εισαγωγή ασθενών με το συγκεκριμένο νόσημα COVID-19 και όχι για την ανεπάρκεια ή την διάλυση των συστημάτων υγείας εξαιτίας των νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων. Στην περίπτωση του COVID-19, η γενική κατάσταση που έχει φέρει ο νεοφιλελευθερισμός τις κοινωνίες έχει πολλαπλασιαστικό – αλλά όχι γενεσιουργό ρόλο – στο μέγεθος του προβλήματος.

Σήμερα, ως προς την γνώση για την διάγνωση και θεραπεία της νόσου και τις στρατηγικές συνολικής αντιμετώπισης των ασθενών με COVID-19 το τοπίο έχει αλλάξει δραματικά.

  1. Ξέρουμε πώς αρρωσταίνουν οι άνθρωποι και πώς βαραίνει η κλινική τους κατάσταση.
  2. Ξέρουμε ότι ο ιός πυροδοτεί και “απορυθμίζει” τουλάχιστον 4 αλληλοτροφοδοτούμενες φυσιολογικές διαδικασίες του ανθρώπινου σώματος και η βαριά νόσηση είναι ανεξάρτητη από την παρουσία του ιού.
  3. Ξέρουμε πώς να σταματήσουμε κάθε μία από αυτές τις 4 διαδικασίες.
  4. Έχουμε εργαλεία για να κάνουμε έγκαιρη ταυτοποίηση των ασθενών με COVID-19 που έχουν υψηλό κίνδυνο επιδείνωσης και άρα να τους χορηγήσουμε νωρίς επιθετικότερα θεραπευτικά σχήματα και εντονότερη ιατρική παρακολούθηση.
  5. Ξέρουμε επίσης ότι μέχρι να έρθει (αν έρθει) το εμβόλιο θα κινούμαστε μεταξύ ασυμπτωματικών φορέων και ελαφρού COVID-19 από την μια μεριά, και σοβαρού COVID-19 που χρειάζεται νοσηλεία ή βαρέως πασχόντων ασθενών με COVID-19 που χρειάζονται ΜΕΘ από την άλλη.
  6. Ξέρουμε ότι η κατηγοριοποίηση των πολιτών με τον όρο “ομάδες υψηλού κινδύνου” ή “ευπαθείς ομάδες” είναι λάθος και αποπροσανατολιστική. Αντιθέτως μπορούμε να εντοπίσουμε πολίτες με προδιαθετικούς παράγοντες που επιδεινώνουν την πορεία της COVID-19 σε περίπτωση επαφής με τον ιό και εκδήλωσης της νόσου. Άρα μπορούμε να πάρουμε στοχευμένα μέτρα φροντίδας των πολιτών αυτών.
  7. Το τελευταίο και σημαντικότερο: Ξέρουμε ότι η μάχη με το COVID-19 για να είναι νικηφόρα (δηλαδή να σωθούν ζωές και να μην καταστραφεί το σύμπαν) πρέπει να δοθεί στην πρώτη γραμμή. Πρώτη γραμμή δεν είναι ο περιορισμός της “κυκλοφορίας του ιού”, δεν είναι μέσα στο νοσοκομείο και πολύ περισσότερο στις ΜΕΘ.
Η πρώτη γραμμή βρίσκεται στην πρωτοβάθμια περίθαλψη. Στην πρώτη γραμμή είναι ο γενικός γιατρός – και γενικοί γιατροί είμαστε όλοι οι γιατροί ανεξαρτήτως ειδικότητας ή θέσης στην ιατρική ή κοινωνική και οικονομική ιεραρχία.

Η τακτική στην πρώτη γραμμή της μάχης με την αρρώστια έχει στόχο να ελαττώσει την ροή των ασθενών προς το νοσοκομείο, να θεραπεύονται οι ασθενείς στο σπίτι και να επιλέγονται οι ασθενείς με υψηλό κίνδυνο επιδείνωσης της νόσου ώστε να μεταφέρονται κατά προτεραιότητα στο νοσοκομείο ή να λαμβάνουν επιθετικότερες θεραπείες στο σπίτι.

Η πρώτη γραμμή απαιτεί οικοδόμηση εμπιστοσύνης των πολιτών με τους γιατρούς.

Η δεύτερη γραμμή της μάχης με την αρρώστια είναι στους συμβατικούς θαλάμους νοσοκομειακής νοσηλείας. Εκεί πάλι ο στόχος είναι να ελαττωθεί η ροή προς τις ΜΕΘ. Όταν ο ασθενής φτάσει στην ΜΕΘ, τότε είναι στα χέρια συναδέλφων που κανείς από μας δεν μπορεί να τους υποκαταστήσει ούτε στο 10% της δράσης και της αξίας τους.

Αυτοί οι στόχοι σήμερα είναι επιτεύξιμοι γιατί έχουμε γνώση, διαγνωστικές και θεραπευτικές διαδικασίες και πρωτόκολλα που δεν τα είχαμε τον Μάρτη. Για τους λόγους αυτούς το γενικό lockdown δεν πρέπει να είναι στις πρώτες επιλογές αντιμετώπισης της νέας φάσης της επιδημίας.

Το ερώτημα που προκύπτει και πρέπει να απαντηθεί άμεσα είναι πώς και από ποιόν θα γίνει η οργάνωση της πρώτης γραμμής αντιμετώπισης του COVID-19. Δεν θα μπω στην συζήτηση τι δεν έγινε και τι έπρεπε να γίνει κλπ, καθώς κρίνω πως σε αυτή την φάση μια τέτοια συζήτηση είναι αντιπαραγωγική.

Το ερώτημα είναι πώς θα οργανωθεί γρήγορα ένα δίκτυο πρωτοβάθμιας περίθαλψης με επίκεντρο την νόσο COVID-19 γνωρίζοντας ότι σήμερα διαθέτουμε ένα εξαιρετικά αποτελεσματικό εργαλείο επικοινωνίας που λέγεται διαδίκτυο και μας επιτρέπει να ασκήσουμε αποτελεσματική τηλε-ιατρική. Έχοντας επίγνωση ότι η επιδημία και η νόσος COVID-19 δεν θα τελειώσει σύντομα (ούτε τον Δεκέμβρη, ούτε την άνοιξη, ούτε σε έναν χρόνο).

Ας δούμε τι «υλικό» υπάρχει διαθέσιμο σε επίπεδο πρωτοβάθμιας περίθαλψης:
  1. Εθνικό σύστημα υγείας με κέντρα υγείας, αγροτικά ιατρεία κλπ
  2. Δίκτυα κοινωνικών ιατρείων και δίκτυα κοινωνικής αλληλεγγύης (που στήθηκαν στην αρχή της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων)
  3. Ιδιώτες γιατροί
  4. Ιδιωτικοί όμιλοι και κλινικές
  5. Εκκλησία
  6. Πανεπιστήμια
Με αυτές τις δομές και με την υπάρχουσα γνώση μπορεί να οργανωθεί η κοινωνία και την αποτελεσματική αντιμετώπιση των ασθενών με COVID-19.

Ο καθένας από αυτούς του παράγοντες πρέπει άμεσα να αναλάβει τις ευθύνες του. Δεν έχει κανένα απολύτως νόημα να περιμένουμε την κυβέρνηση να κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση. Ξέρουμε ότι δεν θα το κάνει γιατί τέτοιες στρατηγικές είναι έξω από το ιδεολογικό λογισμικό της. Ξέρουμε επίσης ότι δεν μπορεί να το κάνει. Έκανε καλά το lockdown γιατί ήταν κατασταλτικό μέτρο αλλά δημιουργική στρατηγική είναι αδύνατον να παράξει. Δυστυχώς το πολιτικό DNA της συγκεκριμένης ελληνικής δεξιάς έχει χαρακτηριστικά του 1950 και δεν μπορεί να πάει πέρα από την καταστολή και την αρπαχτή.

Ήρθε η ώρα να οργανωθεί και να κινητοποιηθεί η κοινωνία.

Αντί να μετράμε τα κρούσματα και τους νεκρούς, αντί να κάνουμε προβλέψεις ως ερασιτέχνες μετεωρολόγοι αντί να μεμψιμοιρούμε, να δράσουμε.

Υπάρχουν άνθρωποι που ξέρουν και μπορούν να βοηθήσουν, υπάρχει εμπειρία που πρέπει να χρησιμοποιηθεί και να εμπλουτιστεί.

Να έχουμε στο μυαλό μας ότι οι φτωχοί άνθρωποι, ο λαϊκός κόσμος, οι άνθρωποι που ζουν στις πιο μολυσμένες περιοχές των μεγαλουπόλεων, είναι οι πιο ευάλωτοι στο νόσημα και τις επιπλοκές του.

Να γίνουμε πρωτοπόροι σε καινούργιες μορφές οργάνωσης της αλληλεγγύης που θα βοηθήσουν να γεννηθεί η ελπίδα μέσα από την καταστροφή που φέρνει η επιδημία.

Από τη σελίδα του Γρηγόρη Γεροτζιάφα στο Facebook

* Ο Γρηγόρης Γεροτζιάφας, είναι Αναπληρωτής καθηγητής Αιματολογίας-Αιμόστασης στο Πανεπιστήμιο Pierre et Marie Curie (Paris VI), διευθυντής του τομέα Θρόμβωσης – Αιμόστασης του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Tenon.

Πηγή: antapocrisis.gr

Δρόμος ανοιχτός

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου