Σελίδες

Πέμπτη 16 Ιανουαρίου 2020

Μπούμερανγκ η επίθεση των ΗΠΑ στο Ιράν


Του Λεωνίδα Βατικιώτη

Φανταστείτε έναν κόσμο όπου ο καθένας θα μπορεί επικαλούμενος μια απειλή που δέχθηκε ή θα δεχθεί –για την οποία δε χρειάζεται μάλιστα να προσκομίσει αποδείξεις, ούτε καν να επιχειρήσει να πείσει για την ειλικρίνεια των ισχυρισμών του– κι επικαλούμενος επίσης το δικαίωμά του στην αυτοάμυνα να σκοτώνει όποιον, όποτε και όπως θέλει. Ο ίδιος να γίνεται δικαστής κι εκτελεστής. Αυτό τον κόσμο χτίζουν οι Ηνωμένες Πολιτείες υπό την ηγεσία του Ντόναλντ Τραμπ, όπως φάνηκε με την εκτέλεση στο αεροδρόμιο της Βαγδάτης του Ιρανού στρατηγού Κασίμ Σουλεϊμανί κι άλλων στρατιωτικών από το Ιράν και το Ιράκ.

Η δολοφονία από μη επανδρωμένο αεροσκάφος του Ιρανού στρατηγού που μεταξύ άλλων συνοδευόταν κι από τον Ιρακινό επικεφαλής των Ιρακινών Δυνάμεων Λαϊκής Κινητοποίησης, Αμπού Μαχντί αλ Μουχάντις, έφερε τα αντίθετα αποτελέσματα απ’ αυτά που εμφανίστηκε να επιζητά ο Λευκός Οίκος: ενίσχυσε το καθεστώς του Ιράν, έκανε τον κόσμο πιο ασταθή, απομόνωσε τις ΗΠΑ κι αύξησε την αβεβαιότητα στις αγορές. Στα… παράλληλα κέρδη, αύξησε τα κέρδη της αμερικανικής πολεμικής βιομηχανίας…

Ενίσχυση του Ιράν

Η μεγαλύτερη έκπληξη μετά τη δολοφονία του Κασίμ Σουλεϊμανί ήρθε από το ίδιο το Ιράν και σχετιζόταν με την επιρροή που διέθετε ο επικεφαλής των επίλεκτων δυνάμεων Κουντς της Επαναστατικής Φρουράς, όχι μόνο στο εξωτερικό της χώρας αλλά και στο Ιράν. Ο 62χρονος βετεράνος του Ιρανοϊρακινού πολέμου είχε το σπάνιο χάρισμα από τη μια να κινείται αποτελεσματικά πίσω από τις κουίντες, με την ιδιότητα του στρατηγού και του διπλωμάτη που έφερνε σε πέρας τις πιο δύσκολες αποστολές, κι από την άλλη να διαθέτει λαϊκό έρεισμα. Προς απόδειξη οι πολλές εκατοντάδες χιλιάδες Ιρανοί, ακόμη και για πάνω από ένα εκατομμύριο γράφτηκε, που συγκεντρώθηκαν για να του αποτίσουν τον ύστατο φόρο τιμής. Μπροστά σε αυτή τη λαοθάλασσα, που μπορούσε να συγκριθεί μόνο με τις συγκεντρώσεις κατά την ταφή του Αγιατολάχ Χομεϊνί τον Ιούνιο του 1989, οι διαδηλώσεις διαμαρτυρίας που είχαν ξεσπάσει μόλις πριν λίγες εβδομάδες στο Ιράν με αφορμή τις αυξήσεις στις τιμές των καυσίμων και στρέφονταν κατά του καθεστώτος μοιάζουν μακρινό παρελθόν.

Οι δηλώσεις της αμερικανικής ηγεσίας πως πρώτοι απ’ όλους οι Ιρανοί θα χαρούν από την εκτέλεση του στρατηγού αποδείχθηκαν παντελώς ανυπόστατες κι η εικόνα που διαθέτει ο Λευκός Οίκος για τα τεκταινόμενα, εκτός πραγματικότητας. Η συσπείρωση του Ιράν γύρω από την ηγεσία του απομακρύνει κάθε ενδεχόμενο ενίσχυσης των μετριοπαθών δυνάμεων στο εσωτερικό του και, ταυτόχρονα, προετοιμάζει την κοινωνία για το ενδεχόμενο ενός πολέμου με τις ΗΠΑ. Αυτή η εξέλιξη δυσκολεύει τους αμερικανικούς σχεδιασμούς στη Μέση Ανατολή, ενώ οι σύμμαχοι των ΗΠΑ (Ισραήλ, Σαουδική Αραβία, κ.α.) έρχονται σε πολύ πιο δύσκολη θέση από εκείνη που βρίσκονταν στις 2 Ιανουαρίου, πριν δηλαδή εκτελεστεί ο στρατηγός, προς μεγάλη χαρά του Ισλαμικού Κράτους μιας και όχι μόνο ειδικοί από την Μέση Ανατολή αλλά και από τη Δύση, συμφωνούν ότι η στρατηγική του Σουλεϊμανί ήταν που σήμανε την υποχώρηση και τελική ήττα των φονταμενταλιστών.

Κρύο πιάτο η εκδίκηση;

Αναμφισβήτητα, η απάντηση του Ιράν, με την εκτόξευση 22 πυραύλων στις 8 Ιανουαρίου προς δύο αμερικανικές βάσεις στο Ιράκ, απείχε πολύ απ’ όσα είχε υποσχεθεί η ηγεσία του Ιράν ως αντίποινα απέναντι στις ΗΠΑ. Δεν υπήρξε ούτε ένας νεκρός Αμερικανός στρατιώτης. Περισσότερο μια συμβολική κίνηση εσωτερικής κατανάλωσης ήταν, που έσωζε όμως τα προσχήματα, παρά η απάντηση που αναμενόταν. Μένει να δούμε αν και στο Ιράν η εκδίκηση είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο…

Παρόλα αυτά τίποτε δεν προμηνύει ότι η επίθεση των ΗΠΑ εξασφαλίζει τη σταθερότητα.

Η ίδια η δολοφονία του Σουλεϊμανί αρχικά πήγε την υπόθεση της ειρήνης στην Μέση Ανατολή πολλά βήματα πίσω. Οι ΗΠΑ επέλεξαν να δολοφονήσουν τον Σουλεϊμανί εκείνη την ημέρα για να ακυρώσουν μια διαδικασία συνομιλιών που ήταν σε εξέλιξη μεταξύ Σαουδικής Αραβίας και Ιράν, με ενδιάμεσο τον ιρακινό πρωθυπουργό, Αντέλ Αμπντούλ Μαχντί, ο οποίος μόλις είχε επιστρέψει από το Ριάντ όπου συναντήθηκε επί 3 ώρες με τον βασιλιά της Σαουδικής Αραβίας. Σχετικό ρεπορτάζ φιλοξένησε το CNN. Η διακωμώδηση αυτής της ερμηνείας από τον υπουργό Εξωτερικών Μάικ Πομπέο δεν ήταν καθόλου πειστική κι ούτε από την άλλη απάντησε στο ερώτημα γιατί να εκτελέσουν οι Αμερικάνοι τον Ιρανό στρατηγό εκείνη την ημέρα. Κατά συνέπεια, ένα μικρό ενδεχόμενο ειρήνης που υπήρχε μεταξύ των δύο μεγάλων δυνάμεων της περιοχής παραπέμφθηκε στις ελληνικές καλένδες, προς ικανοποίηση εκείνων των δυνάμεων που χτίζουν οικονομικά κέρδη και πολιτική επιρροή διαιρώντας τους λαούς. Παρεμπιπτόντως, ποιος ξεχνάει την αγορά των… αιώνων, ύψους 110 δισ. δολ. που έκανε ο πρίγκηπας Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν κατά την επίσκεψη του Ντόναλντ Τραμπ στο Ριάντ τον Μάιο του 2017; Πόσο απαραίτητα θα ήταν αυτά τα όπλα αν Ριάντ και Τεχεράνη συμφωνούσαν έστω και στο πλαίσιο της μυστικής διπλωματίας να παραμερίσουν τις διαφορές τους;

Παράλληλα, η δολοφονία του Σουλεϊμανί θα δώσει επιπλέον ώθηση στη Σαουδική Αραβία (από την οποία προέρχονταν οι περισσότεροι τρομοκράτες της 11ης Σεπτεμβρίου) και το Ισραήλ να αυξήσουν την επιθετικότητα τους εναντίον της Υεμένης, του Λιβάνου και της Παλαιστίνης. Από αυτή την ένταση δεν υπάρχει καμία περίπτωση οι Αμερικανοί στρατιώτες στη Μέση Ανατολή να μείνουν αδιάφοροι. Γι’ αυτό και το Πεντάγωνο ανακοίνωσε την αποστολή επιπλέον 3.000 στρατιωτών που θα προστεθούν στους 65.406 στρατιώτες που ήδη βρίσκονται στην περιοχή, χωρίς να προσμετρούνται οι 2.500 που υπηρετούν στην Τουρκία, σύμφωνα με την Washington Post. Επιμερίζονται δε ως εξής: 800 Συρία, 3.000 Ιορδανία, 6.000 Ιράκ, 3.000 Σαουδική Αραβία, 13.000 Κουβέιτ, 7.000 Μπαχρέιν, 13.000 Κατάρ, 5.000 Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, 606 Ομάν και 14.000 στο Αφγανιστάν.


Απομόνωση των ΗΠΑ

Ο κίνδυνος των αλυσιδωτών επιπτώσεων ήταν που προκάλεσε τις περισσότερες αντιδράσεις απέναντι στην απόφαση του Τραμπ να σηκωθεί το μη επανδρωμένο από την αμερικανική βάση του Ιράκ. Ο Λευκός Οίκος κατ’ αρχήν δεν έπεισε κανέναν ότι ο Σουλεϊμανί «είχε πράγματι βάψει τα χέρια του με αίμα Αμερικανών στρατιωτών». Ούτε πως ο Ιρανός στρατηγός ετοίμαζε μια μεγάλη επίθεση κατά των αμερικανικών δυνάμεων κι η δολοφονία του ήταν επιβεβλημένη για να αποτραπεί αυτή η εξέλιξη – όπως ήταν το δεύτερο επιχείρημα που χρησιμοποιήθηκε. Ούτε ο Αμερικανός πρόεδρος, ούτε ο υπουργός Άμυνας, ούτε ο των Εξωτερικών έκαναν τον κόπο να προσκομίσουν κάποιο στοιχείο για του λόγου τους το αληθές. Επίσης, σε αντίθεση με ό,τι έκαναν ο Ομπάμα, ακόμη κι ο Μπους –που δεν μπορεί να χαρακτηριστεί και διανοούμενος της πολιτικής– ο Τραμπ δεν έκανε καμιά προσπάθεια να εξηγήσει στον αμερικανικό λαό με ένα διάγγελμα τη σκοπιμότητα αυτής της κίνησης, που ακόμη κι η επικεφαλής των Δημοκρατικών Νάνσι Πελόσι τη χαρακτήρισε «προκλητική και δυσανάλογη, που έθετε σε κίνδυνο τη ζωή στρατιωτικών, διπλωματών, απειλώντας μια μεγαλύτερη κλιμάκωση». Αναγκαίο, ωστόσο, να πούμε ότι η αντίδραση των Δημοκρατικών υπολειπόταν της κρισιμότητας της περίστασης. Ήταν αδικαιολόγητα χλιαρή!

Ο τρόπος που χειρίστηκε ο Λευκός Οίκος τη δολοφονία του Σουλεϊμανί ήρθε να προστεθεί σε μια μακρά σειρά αντιφάσεων που διαπερνούν την αμερικανική εξωτερική πολιτική και τη στρατηγική τους στη Μέση Ανατολή, που κάνουν πολλούς στενούς τους συμμάχους να μην κοιμούνται ήσυχοι τα βράδια. Θυμίζουμε τα πλέον κορυφαία, δηλωτικά της προχειρότητας: Τη δήλωση του Αμερικανού προέδρου ότι θα βομβαρδίσει ακόμη και πολιτιστικά μνημεία του Ιράν αν επιτεθεί σε Αμερικανούς στρατιώτες που στη συνέχεια ακυρώθηκε από δήλωση του Αμερικανού υπουργού Άμυνας, Μαρκ Έσπερ, πως κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με έγκλημα πολέμου. Την ανακοίνωση των αμερικανικών δυνάμεων που εδρεύουν στο Ιράκ για συμμόρφωση στην απόφαση της ιρακινής βουλής για αποχώρησή τους και η διορθωτική ανακοίνωση του υπουργείου Άμυνας ότι η δήλωση από το Ιράκ ήταν πρόχειρη κι όχι η οριστική. Σαν να έστειλε «ορθή επανάληψη».

Ο Τραμπ μάλιστα υπενθύμισε τα χρήματα που έχουν ξοδέψει οι ΗΠΑ για να χτίζουν βάσεις στο Ιράκ ζητώντας αποζημίωση για να αποχωρήσουν, τη στιγμή που οι Αμερικάνοι θα έπρεπε να αποζημιώσουν τους Ιρακινούς για το τεράστιο και στην πράξη ανυπόλογιστο κόστος της εισβολής τους πριν 17 χρόνια, για τα περίφημα όπλα μαζικής καταστροφής του Σαντάμ: 190.000 νεκροί εκ των οποίων οι 134.000 άμαχοι, εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες, κοκ. Το παζλ του αμερικανικού χάους στη Μέση Ανατολή συμπληρώνεται από την ανακοίνωση για αποχώρηση από τη Συρία πέρυσι τέτοιες μέρες, το άδειασμα των Κούρδων, την πρόσκληση προς τους Ταλιμπάν να επισκεφθούν τις ΗΠΑ το φθινόπωρο για να επισημοποιήσουν τη συμφωνία ειρήνης μέχρι που κατάλαβαν ότι θα έρχονταν επάνω στην επέτειο της 11ης Σεπτεμβρίου και η ακύρωση στη συνέχεια της πρόσκλησης, κι άλλα πολλά. Κατά την άποψη του γράφοντα όλα αυτά τα μπρος-πίσω, πέραν της παροιμιώδους ανοησίας του Τραμπ, δεν είναι παρά η μεταβατική περίοδος μέχρι οι αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις να στρέψουν την προσοχή τους οριστικά κι αμετάκλητα στο επόμενο μεγάλο μέτωπο: την Άπω Ανατολή.

Σε κάθε περίπτωση αυτή η ασυνέχεια προκαλεί ζαλάδα και έλλειψη εμπιστοσύνης απέναντι στις ΗΠΑ. Είναι χαρακτηριστικά τα αποτελέσματα της έρευνας του κέντρου Pew. Η συγκεκριμένη έρευνα διεξήχθη μάλιστα πριν την δολοφονία του λαοπρόβλητου Ιρανού στρατηγού, μεταξύ 18 Μαΐου και 2 Οκτωβρίου, με την συμμετοχή 37.000 ανθρώπων. Η πλειοψηφία των συμμετεχόντων απάντησε ότι δεν εμπιστεύεται τον Τραμπ στην εξωτερική πολιτική. Στη Δυτική Ευρώπη μάλιστα η απόρριψη έφτανε σε ποσοστό 75% και στο Μεξικό το 89%, ενώ τα μεγαλύτερα ποσοστά αποδοχής συνάντησαν οι συνομιλίες του Τραμπ με τον Βορειοκορεάτη ηγέτη Κιμ Γιονγκ Ουν που οδήγησαν σε μια πρόσκαιρη ύφεση το μέτωπο της Άπω Ανατολής.

Η εδραιωμένη καχυποψία για τη συνέχεια και τη σοβαρότητα της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ οδήγησαν πιθανότατα τον Τραμπ να παρατάξει δίπλα του τους σημαντικότερους υπουργούς του και σύσσωμη τη στρατιωτική ηγεσία για να κάνει τις ολιγόλεπτες δηλώσεις του από τον Λευκό Οίκο. Κανείς ωστόσο δεν αμφέβαλε πως τα όσα έπραξε ο Τραμπ έχαιραν της συναίνεσης της αμερικανικής ηγεσίας. Η θεωρία άλλωστε των «εκτός ελέγχου πολιτικών» και των «παρανοϊκών ηγετών» δεν ήταν τίποτε άλλο στην ιστορία παρά άλλοθι των συλλογικών ευθυνών…

Νέα κέρδη για τους εμπόρους του πολέμου

Η τιμή του αργού πετρελαίου, μετά την αύξηση που κατέγραψε την επομένη της αμερικανικής επίθεσης, σύντομα αποκαταστάθηκε στα 65 δολάρια το βαρέλι, όσο είναι και η πρόβλεψη της JP Morgan για το νέο έτος, σε συνάρτηση φυσικά με τα αποθέματα, τη ζήτηση και την παραγωγική ικανότητα του κλάδου. Το μήνυμα του Τραμπ την επομένη της ιρακινής επίθεσης με 22 πυραύλους για επιστροφή στην κανονικότητα και το χέρι που έτεινε μάλιστα προς το Ιράν τονίζοντας τους δεσμούς που διατηρούν στο πόλεμο εναντίον του Ισλαμικού Κράτους, ενώ ανήγγειλε και νέες κυρώσεις επιβεβαίωσε ότι μετά το μαστίγιο σειρά έχει το καρότο στις ιρανο-αμερικανικές σχέσεις. Η ανησυχία για την τιμή του πετρελαίου προήλθε από τον φόβο μην τυχόν και το Ιράν κλείσει τα στενά του Χορμούζ στον Περσικό Κόλπο απ’ όπου διέρχεται το ένα τρίτο του παγκόσμιου υγροποιημένου αερίου και το ένα τέταρτο της παγκόσμιας παραγωγής πετρελαίου.

Το πάρτι ωστόσο δε λέει να κοπάσει στην πολεμική βιομηχανία. Ενώ οι περισσότεροι δείκτες κατέγραψαν πτώση, την οποία μάλιστα διατήρησαν έστω σε οριακά επίπεδα μια εβδομάδα μετά την επίθεση στο αεροδρόμιο της Βαγδάτης, οι μετοχές της πολεμικής βιομηχανίας διατήρησαν τα κέρδη τους, που αυξάνονταν σταθερά το τελευταίο εξάμηνο. Ενδεικτικά, ενώ τα κέρδη του S&P 500 στο εξάμηνο ανέρχονταν σε 3,3%, της πολεμικής βιομηχανίας έφταναν το 6,7%.

Την ώθηση στα κέρδη της πολεμικής βιομηχανίας έδωσε ο Τραμπ όταν υπέγραψε έναν πολεμικό προϋπολογισμό ύψους 738 δισ. δολ. — 21 δισ. δολ. μεγαλύτερο από πέρυσι. Τα κέρδη από τη δολοφονία του Σουλεϊμανί ήταν το κερασάκι στην τούρτα…

Αρχική δημοσίευση: Εφημερίδα Νέα Σελίδα

Πηγή: ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΒΑΤΙΚΙΩΤΗΣ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου