Του Γιάννη Χουβαρδά *
Σε καταλύτη εξελίξεων αναδεικνύεται η δολοφονία του Γάλλου δασκάλου S. Paty από Τσετσένο εξτρεμιστή Ισλαμιστή στο Παρίσι στις 16/10, με αφορμή την προβολή από τον ίδιο, στα πλαίσια μαθήματος για την ελευθερία της έκφραση, των σατυρικών σκίτσων του Προφήτη Μωάμεθ, τα οποία είχαν δημοσιευθεί παλαιότερα στο Γαλλικό περιοδικό Charlie Hebdo. Η απόφαση της Γαλλικής κυβέρνησης και του Γάλλου Προέδρου Ε. Μακρόν να υπερασπιστούν τα σκίτσα και να υποστηρίξουν δράσεις-διαμαρτυρίες υπέρ του συγκεκριμένου τρόπου έκφρασης, όπως η φωταγώγηση δημόσιων κτηρίων με αυτά, οι οποίες εκδηλώνονται σε πολλές Γαλλικές πόλεις, προκάλεσε νέα αντιπαράθεση με την Τουρκική κυβέρνηση. Στα πλαίσια αυτής ο Τούρκος Πρόεδρος Ρ. Τ. Ερντογάν χαρακτήρισε ψυχικά άρρωστο τον Ε. Μακρόν και κάλεσε τους Τούρκους πολίτες να μην αγοράζουν Γαλλικά προϊόντα, ενώ η Γαλλική κυβέρνηση ανακάλεσε τον Πρεσβευτή της από την Τουρκία.
Η νέα γαλλοτουρκική αντιπαράθεση προέκυψε σε μία περίοδο όπου η Τουρκική κυβέρνηση αποπειράται να εδραιωθεί στη θέση του περιφερειακού ηγεμόνα στην Αν. Μεσόγειο και να αναδειχθεί σε παγκόσμια δύναμη, εξυπηρετώντας τις νέες ανάγκες του Τουρκικού κεφαλαίου για εκμετάλλευση αγορών και πλουτοπαραγωγικών πηγών, οι οποίες γεννήθηκαν ως αποτέλεσμα της καπιταλιστικής ανάπτυξης στη χώρα τα προηγούμενα χρόνια. Για την εξυπηρέτηση αυτής της στρατηγικής η Άγκυρα διεκδικεί στρατιωτικά ή/και διπλωματικά επιρροή και ζώνες κυριαρχίας σε Καύκασο-Ιράκ-Υεμένη-Σομαλία-Σουδάν-Συρία-Λίβανο-Λιβύη-Αιγαίο-Αν. Μεσόγειο, ενώ διεισδύει στο Σάχελ και τη Δυτ. Αφρική. Επίσης αξιοποιεί τους πολιτιστικούς δεσμούς της με τις περιοχές της Κεντρικής-Ανατολικής Ασίας αλλά και της πρώην Οθωμανικής Αυτοκρατορίας για την απόκτηση επιρροής ευρύτερα σε Ευρασία-Αφρική. Τέλος εργαλειοποιεί το Ισλάμ για να προσκαλέσει άλλα ισχυρά Ισλαμικά κράτη στη συγκρότηση μίας συμμαχίας με δυνατότητα προβολής παγκόσμιας ισχύος, στην οποία θα έχει πρωταγωνιστικό ρόλο, αλλά και για στοιχήσει πίσω από τους σχεδιασμούς της Ισλαμικές οργανώσεις που δρούνε στην Ευρώπη ή σε Ισλαμικές χώρες που τοποθετούνται αρνητικά απέναντι στο πολιτικό Ισλάμ. Σε αυτά τα πλαίσια επιχειρεί να επανασυστηθεί σε ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ ως ισότιμος πλέον εταίρος-μέλος, ο οποίος μπορεί να προσφέρει υπηρεσίες στη συμμαχία αλλά με τρόπο που δε θα υπονομεύονται τα δικά του συμφέροντα.
Την ίδια στιγμή ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ αλλά και μεμονωμένα ισχυρές χώρες της τελευταίας, όπως η Γερμανία, η Ιταλία, η Ισπανία και η Ολλανδία βρίσκονται σε ένα παζάρι με την Άγκυρα, στα πλαίσια του οποίου ανέχονται ή αποδέχονται σημαντικό μέρος των αξιώσεων της και των επιθετικών της κινήσεων, προκειμένου να διατηρήσουν συμμαχικές σχέσεις μαζί της. Οι τελευταίες κρίνονται απαραίτητες για την ανάσχεση της επιρροής των Ρωσία-Κίνα-Ιράν και την προώθηση της συνεκμετάλλευσης υπό τη δική τους καθοδήγηση-εποπτεία του πλούτου της Αν. Μεσογείου, αλλά και για την επιτυχή διαχείριση μίας σειράς κρίσιμων ζητημάτων, όπως είναι για την ΕΕ το προσφυγικό και η διαφοροποίηση των ενεργειακών της εισαγωγών από τη Ρωσία. Σε αυτό το παζάρι μετέχει και η Γαλλία, στο βαθμό που τα παραπάνω ζητούμενα των εταίρων-συμμάχων της συμβαδίζουν με το στόχο της να διατηρήσει ηγετικό ρόλο στην ΕΕ και να επιτύχει τη σταθεροποίηση της τελευταίας ως παγκόσμιας δύναμης με αναβαθμισμένο ρόλο στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα.
Ωστόσο στο βαθμό που οι ενέργειες της Άγκυρας δυσχεραίνουν τη διείσδυση του Γαλλικού κεφαλαίου και μειώνουν την επιρροή του Παρισιού στην παραδοσιακά προνομιακή γι’ αυτά περιοχή της Αν. Μεσογείου-Μ. Ανατολής, αλλά και περιορίζουν την επιρροή τους στη Δυτ. Αφρική, περιοχή κρίσιμη για την ανάπτυξη του Γαλλικού καπιταλισμού και τη θέση του στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα, αντιμετωπίζονται με οργή από τη Γαλλική κυβέρνηση. Συνακόλουθα το Παρίσι υιοθετεί περισσότερο επιθετική πολιτική έναντι της Τουρκίας, ώστε να επιβάλλει τους δικούς του όρους στη διεξαγωγή του ευρωτουρκικού-γαλλοτουρκικού παζαριού, δεδομένου ότι και οι «δουλείες» του Γαλλικού κεφαλαίου στην Τουρκία δε βρίσκονται σε επίπεδα που να του δημιουργούν σημαντικούς περιορισμούς, όπως συμβαίνει με άλλες χώρες τις ΕΕ.
Σε αυτά τα πλαίσια η απόφαση του Γάλλου Προέδρου να διαχειριστεί τη δολοφονία Paty με το συγκεκριμένο τρόπο δηλώνει στον Τούρκο Πρόεδρο και τους διεθνείς υποστηρικτές του ότι η Γαλλία είναι διατεθειμένη να «σηκώσει μεγαλύτερο βάρος», προκειμένου να «κοντύνει» τις αξιώσεις της Τουρκίας. Παράλληλα έρχεται να εργαλειοποιήσει την κοσμοπολιτική κουλτούρα και το «νομικό πολιτισμό» της Δύσης για να «σύρει» τους συμμάχους της Γαλλίας σε ΝΑΤΟ-ΕΕ σε μια πιο σκληρή στάση έναντι της Άγκυρας, εξαναγκάζοντας τους να πάρουν θέση στο θέμα, αλλά και για να στοιχήσει πίσω από τις στοχεύσεις της σε Αφρική-Μ. Ανατολή τα δημοκρατικά κινήματα της Ευρώπης και των χωρών της περιοχής.
Ήδη η ΕΕ, η κυβέρνηση της Γερμανίας και το ΝΑΤΟ τοποθετήθηκαν υπέρ των Γαλλικών θέσεων. Ωστόσο το μέγεθος της σύμπλευσης που τελικά θα επιτύχει η Γαλλία ίσως να μην είναι αυτό που επιθυμεί. Η καθυστέρηση με την οποία αντέδρασε το Βερολίνο, η αξιοσημείωτη σιγή των ΗΠΑ και η προτροπή «βρείτε τα» με την οποία αντιμετωπίζουν τις διενέξεις γενικώς μεταξύ των συμμάχων τους, η διστακτικότητα της Ουάσιγκτον να επιβάλλει κυρώσεις στην Τουρκία ακόμη και μετά τη δοκιμή από την τελευταία των s-400, αλλά και η δήλωση του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ότι η ΕΕ θα εξετάσει τη συμπεριφορά της Άγκυρας στο τέλος του χρόνου, κάθε άλλο παρά προεξοφλούν την επιτυχία της Γαλλικής κίνησης. Συνεπώς αναμένεται με ενδιαφέρον η αντιμετώπιση από την ΕΕ της πρόθεσης του Παρισιού να επιβληθούν κυρώσεις στην Τουρκία. Συνακόλουθα οι εξελίξεις θα μπορούσαν να επιτείνουν τις ρωγμές στο γαλλογερμανικό άξονα, στο εσωτερικό της ΕΕ και στις σχέσεις ΗΠΑ-ΕΕ και ΗΠΑ-Γαλλίας, δεδομένων και των υπαρκτών και κλιμακούμενων αντιθέσεων μεταξύ αυτών των παραγόντων.
Παράλληλα τις ισορροπίες εντός του ευρωατλαντικού συνασπισμού επηρεάζει και η στάση των υπόλοιπων, συμμαχικών προς τη Δύση, Ισλαμικών χωρών, ιδίως των Αραβικών Μοναρχιών και Καθεστώτων που βρίσκονται σε διαδικασία προσέγγισης με το Ισραήλ και αντιπαράθεσης με την Τουρκία. Για την ώρα τη διαχείριση της δολοφονίας Paty από τη Γαλλική κυβέρνηση αποδοκίμασαν οι κυβερνήσεις της Μαλαισίας, του Κατάρ, του Πακιστάν, του Μαρόκο, του Κουβέιτ, της Ιορδανίας, κ.α, αλλά και οι ανταγωνιστικές προς την Άγκυρα κυβερνήσεις της Σαουδικής Αραβίας και της Αιγύπτου, ενώ σημαντικές κινητοποιήσεις θρησκευτικών, πολιτικών και κοινωνικών ομάδων λαμβάνουν χώρα σε όλες σχεδόν τις Μουσουλμανικές χώρες, ακόμη και στο Λίβανο όπου η Γαλλία επιχειρεί να διαδραματίσει ενεργότερο ρόλο, καθιστώντας περεταίρω δύσκολη τη συσπείρωση των Δυτικών εταίρων-συμμάχων της τελευταίας γύρω από τις θέσεις της.
Απεναντίας η Γαλλική κίνηση φαίνεται να υποβοηθά τη συσπείρωση δυνάμεων γύρω από την Τουρκία, η οποία πρόθυμα ανέλαβε να ηγηθεί της κριτικής απέναντι στη Γαλλία, επιχειρώντας να παρουσιαστεί στα «μάτια» των απανταχού Μουσουλμάνων ως προστάτης τους απέναντι στη νέα «Σταυροφορία» της Δύσης. Αυτή η κίνηση της Άγκυρας δείχνει να ασκεί πίεση και προς τις ανταγωνιστικές Αραβικές κυβερνήσεις, καθώς η σταθερότητα τους εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την υποστήριξη που τις προσφέρουν τμήματα της αστικής τάξης και μηχανισμοί του κράτους, που αντλούν την κοινωνική τους νομιμοποίηση κυρίως από τη Μουσουλμανική θρησκεία.
Την ίδια ώρα η όξυνση της γαλλοτουρκικής διαμάχης βοηθά τις κυβερνήσεις και των δύο χωρών να διαχειριστούν ευκολότερα την έκρηξη των κοινωνικών αντιθέσεων και των λαϊκών προβλημάτων, η οποία συνεχίζεται στο έδαφος της εξέλιξης της πανδημίας και της καπιταλιστικής κρίσης, καθώς μεταφέρει το επίπεδο της λαϊκής προσοχής από τις ευθύνες του κράτους στον εξωτερικό «εχθρό», διευκολύνοντας παράλληλα τη στοχοποίηση κοινωνικών ομάδων και την περιστολή των δημοκρατικών ελευθεριών προς όφελος της καπιταλιστικής ανάπτυξης.
* PhD© Διεθνολόγος-Πολιτικός Επιστήμονας
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου