Ζώνη ειρήνης και ουδετερότητας σε Βαλκάνια και Μεσόγειο


Του Βασίλη Ξυδιά

Με έξι “καθαρές λέξεις” (“σταματούν οι προκλήσεις, ξεκινούν οι συζητήσεις”) ο πρωθυπουργός εξομολογήθηκε πως είναι έτοιμος να δεχθεί τον διάλογο “χωρίς όρους και προϋποθέσεις”, που όπως εξηγούσα στο προηγούμενο άρθρο μου για τα ελληνοτουρκικά, ήταν αυτό που ζητούσαν εξ αρχής οι Τούρκοι. 

Μετά την κρίση του Αυγούστου η κυβέρνηση είπε στην αρχή “ναι” σε έναν τέτοιο διάλογο, διά στόματος και πάλι του πρωθυπουργού, αλλά στη συνέχεια προσπάθησε να τον αποφύγει με διπλωματικές ακροβασίες της τελευταίας στιγμής (ΑΟΖ Ελλάδας-Αιγύπτου). Γίνεται όμως σαφές ότι τόσο η τουρκική αποφασιστικότητα όσο και η ξεκάθαρη στάση των “διαιτητών” δεν αφήνουν στο ελληνικό πολιτικό σύστημα άλλη επιλογή από το να καταπιεί το πικρό χάπι του γεωπολιτικού μνημονίου που μας ετοιμάζουν. 

Αν και φοβάμαι πως τα περιθώρια για κάτι άλλο είναι πλέον ανύπαρκτα, μια μικρή ίσως ελπίδα θα προέκυπτε από μια ριζική αλλαγή θεώρησης: (α) να μετατεθεί η διμερής ελληνοτουρκική διένεξη σε ένα ευρύτερο περιφερειακό πεδίο, βαλκανικό και μεσογειακό, και (β) αυτό να γίνει πέρα και έξω από κάθε διαιτησία τρίτων (Γερμανών, ΗΠΑ, ΝΑΤΟ, ΕΕ κλπ).

Υπάρχουν προφανώς πολλές δυσκολίες για κάτι τέτοιο, αλλά η μεγαλύτερη απ’ όλες είναι στο μυαλό μας. Θα πρέπει δηλαδή πρώτα απ’ όλα να συνειδητοποιήσουμε ότι το πρόβλημα του Ερντογάν δεν είναι πρωτίστως το οικονομικό. Δεν είναι δηλαδή τα πετρέλαια ή το φυσικό αέριο της Μεσογείου. Είναι κυρίως η γεωπολιτική επέκταση “καί” στη Ν.Α. Μεσόγειο ως έκφραση ενός μεγαλόπνοου γεωστρατηγικού σχεδίου μετατροπής της Τουρκίας σε παγκόσμια δύναμη (και όχι σε περιφερειακό απλώς τοποτηρητή των μεγάλων δυνάμεων, όπως λένε πολλοί). 

Αυτό υπερφιλόδοξο εγχείρημα δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί από τις δυτικές δυνάμεις, ούτε και από τους Γάλλους. Όσοι τρέφουν αυταπάτες περί αυτού θα διαψευστούν πολύ σύντομα. Θα μπορούσε να αποτραπεί μόνο από μια ανάλογου μεγέθους γεωπολιτική δύναμη που δεν θα προσδιοριζόταν από τα συμφέροντα και τις βλέψεις των μεγάλων δυνάμεων. Και αυτό δεν μπορεί να είναι οτιδήποτε άλλο από έναν ιδιότυπο συνασπισμό “ουδετερότητας και ειρήνης” των χωρών της βαλκανομεσογειακής ζώνης (Νοτιοανατολική Ευρώπη, Ανατολική Μεσόγειος), βασισμένο στη συνδιαχείριση των κοινών αγαθών χωρίς επιδιαιτησία τρίτων. Έναν συνασπισμό που θα αξιοποιήσει για κοινό όφελος την ενδιάμεση θέση όλης αυτής της περιοχής με όρους διαφορετικούς απ’ αυτούς που σκέφτονται για την περιοχή οι μεγάλοι στρατηγικοί παίκτες, έξω δηλαδή από τις βλέψεις τους για κατοχή ή για μοιρασιά της περιοχής. Που δεν θα έρχονταν αναγκαστικά σε σύγκρουση με τα γενικότερα συμφέροντά τους, αλλά πάντως δεν θα ταυτιζόντουσαν με τις τρέχουσες στρατηγικές επιλογές τους.

Υπάρχουν πολλά ζητήματα που θα έπρεπε να τεθούν σε μια τέτοια κατεύθυνση, αλλά νομίζω ότι θα έπρεπε κανείς να ξεκινήσει αναζητώντας τρόπους κοινής θεώρησης και συνδιαχείρισης των τριών βασικών “δρόμων” που διασχίζουν την περιοχή: των ενεργειακών, εμπορικών και προσφυγικών οδών. 

Και αυτό είναι το άλλο στο οποίο θα έπρεπε να αλλάξουμε μυαλά. Να συνειδητοποιήσουμε ότι ο κύριος “πόρος” όλης αυτής της ευρύτερης περιοχής δεν είναι ούτε τα πετρέλαια που ίσως διαθέτει, ούτε οτιδήποτε παρόμοιο, αλλά αυτή καθαυτή η “ενδιάμεση” θέση της μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Αυτή τη θέση είναι που κυρίως οφείλουμε να συνδιαχειριστούμε. Διότι χωρίς κοινή διαχείριση η κάθε χώρα γίνεται κομματάκι στο γεωπολιτικό παίγνιο κάποιου άλλου – με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για την ειρήνη, την εθνική κυριαρχία, τη δημοκρατία, και την ευημερία των λαών της περιοχής.

Αυτή η θεώρηση μοιάζει εν μέρει αλλά δεν είναι ίδια με την πρόταση για Διάσκεψη των χωρών της Αν. Μεσογείου που έχει διατυπωθεί από το Μέρα25 και τον Γιάνη Βαρουφάκη, και με διάφορες παραλλαγές και από άλλους όπως οι Χάρης Παμπούκης, Αθανάσιος Θεοδωράκης, Γιώργος Μασσαβέτας (και νομίζω ότι άκουσα και τον Γιάννη Βαληνάκη να λέει κάτι παρόμοιο στην τηλεόραση, αλλά δυστυχώς δεν βρήκα μια γραπτή πρόσφατη παραπομπή).

Αυτό που βρίσκω πολύ σημαντικό, και με το οποίο συμφωνώ απολύτως, είναι η αντίθεση του Μέρα25 σε “διμερείς διαπραγματεύσεις με επιδιαιτησία ξένων συμφερόντων”. Που όπως λέει στην ανακοίνωσή του “θα ευνοήσουν μόνο τις πολυεθνικές του πετρελαίου και των όπλων, τις μιλιταριστικές οξύνσεις και την ολιγαρχία δίχως σύνορα χωρίς καμία απολύτως ωφέλεια για τον λαό μας, για τον λαό της Τουρκίας και τους λαούς της Ανατολικής Μεσογείου”. 

Από την άλλη όμως μεριά νομίζω ότι δεν είναι σωστό να περιορίζει κανείς το ζήτημα στις ΑΟΖ της Μεσογείου. Γιατί όπως είπα και παραπάνω, στην πραγματικότητα δεν είναι αυτό το πρόβλημα. Και δεν αρκεί η καλή διάθεση για να βρεθεί σ’ αυτό κοινώς αποδεκτή λύση, διότι μέσω αυτού ο καθένας διεκδικεί άλλα πράγματα. Και στο κάτω κάτω, αν είναι να ξεκινήσει ένα τέτοιο εγχείρημα, συγκεντρώνοντας τόσες χώρες στο ίδιο τραπέζι, δεν θα το κάνει για να λειτουργήσει πυροσβεστικά στο πρόβλημα της στιγμής. 

Πρέπει λοιπόν κανείς να αναζητήσει εκείνον τον συνδυασμό συμφερόντων και ισχύος, που θα μπορούσε πραγματικά και να αποτρέψει, αλλά και από μια άλλη άποψη να δελεάσει την Τουρκία, όπως και όλες τις υπόλοιπες χώρες της περιοχής, να δουν το σύνολο των επιδιώξεών τους μέσα από μια κοινή εναλλακτική θεώρηση. Και επίσης να δελεάσει ανάλογα και τη Ρωσία να στηρίξει το εγχείρημα. Και αυτό νομίζω είναι η δημιουργία μιας ενιαίας ζώνης “ειρήνης και ουδετερότητας” στη Ν.Α. Ευρώπη και την Αν. Μεσόγειο.

Δεν νομίζω ότι η Τουρκία του Ερντογάν θα μπορούσε να αποδεχθεί αυτό το πλαίσιο. Θα μπορούσε όμως αυτό να παράσχει στην ελληνική πλευρά το ηθικό πλεονέκτημα στην προσπάθειά της να μην εγκλωβιστεί σε έναν εφ΄ όλης της ύλης διμερή διάλογο με την Τουρκία.

Και προφανώς δεν είναι κάτι που μπορεί να πάρει σάρκα και οστά “εδώ και τώρα”. Είναι όμως μια πραγματικά εναλλακτική προοπτική που μπορεί να εμπνεύσει και να ενώσει όσους αργά ή γρήγορα θα συνειδητοποιούν το καταστροφικό αδιέξοδο.

* Ο Βασίλης Ξυδιάς είναι θεολόγος, εκπαιδευτικός. Κείμενά του έχουν δημοσιευθεί σε πολλές εφημερίδες, ιστοσελίδες, περιοδικά και επιστημονικές επιθεωρήσεις. Έχει εκδοθεί το βιβλίο του Βαλκανική Κοινοπολιτεία (Δόμος,1994) και συμμετείχε στο συλλογικό τόμο Τι είναι η ψυχή; (Αρχέτυπο, 2002). Είναι πτυχιούχος της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών (1992) και της Σχολής Ηλ. Μηχανικών ΕΜΠ με ειδίκευση σε Οργάνωση-Διοίκηση (1984). Έχει παρακολουθήσει μεταπτυχιακά σεμινάρια Συμβούλου Ανάπτυξης (ΕΕΤΑΑ, 1986) και εκκρεμεί ένα διδακτορικό στην Πολιτική Φιλοσοφία (Πάντειο Πανεπιστήμιο) που … ίσως κάποτε ολοκληρωθεί.

Πηγή: ΚΟΣΜΟΔΡΟΜΙΟ

Δρόμος ανοιχτός

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου