... Έχοντας διαβεί τον Ρουβικώνα


Του Γιάννη Χουβαρδά

Η επίθεση του Ισραήλ στο Ιράν είναι κανονική κήρυξη πολέμου. Η προηγούμενη κατάσταση των μεταξύ τους χτυπημάτων εντυπωσιασμού, µε στόχο την ψυχολογία και τη διερεύνηση της ισχύος κάθε µέρους, την οποία εγκαινίασε το Ισραήλ πλήττοντας την πρεσβεία του Ιράν στη Δαμασκό τον Απρίλιο του 2024, έκλεισε τον κύκλο της. Αυτή ήταν ενταγμένη στη διαπραγμάτευση ΗΠΑ και Ιράν για το βαθμό επιρροής, τη στρατιωτική ισχύ και τη συμπεριφορά του δεύτερου στη Μέση Ανατολή, αλλά και τον ευρύτερο διεθνοπολιτικό προσανατολισμό του, ενώ εντάθηκε μετά την 7η Οκτωβρίου 2023 και είχε μόνο ως μέρος και αφορμή το πυρηνικό του πρόγραμμα. 

Η αποτυχία της ενεργοποίησε την πολεμική επιλογή από μέρους των ΗΠΑ με στόχο να επιτύχει την παράδοση ή την ανατροπή του Ιρανικού καθεστώς. Οι επόμενες ώρες ή μέρες θα δείξουν τη διάθεση και την ικανότητα του τελευταίου να απαντήσει, αν θα επιλέξει την πλήρη πολεμική του κινητοποίηση ή την οπισθοχώρηση. Σε κάθε περίπτωση, οι εξελίξεις θα είναι προϊόν ενεργειών που αντιστοιχούν σε κανονικές πολεμικές επιχειρήσεις. 

Οι ΗΠΑ είναι ο ιθύνον νους της Ισραηλινής επίθεσης. Ζητούμενο τους είναι η επίτευξη ενός ισοζυγίου ισχύος στη Μέση Ανατολή, το όποιο θα υποστηρίζει την πρωτοκαθεδρία τους στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα, και το οποίο αφορά των έλεγχο και την εκμετάλλευση των ροών ενέργειας και υδάτων, των στρατηγικών περασμάτων, αλλά και των εμπορικών οδών μεταξύ Ευρώπης, Κεντρικής Ασίας και Ινδίας. Η προώθηση του “Μεγάλου Ισραήλ” και η επέκταση του Ισραήλ πολύ πέραν των συνόρων του 1967 είναι το κύριο σκέλος του σχεδίου τους, το οποίο προβλέπει την ανάδειξη αυτού σε περιφερειακό τοποτηρητή τους αναφορικά με τις εμπορικές και ενεργειακές συνδέσεις και τις ισορροπίες ισχύος. Η αντιμετώπιση του Ιράν είναι ένα άλλο σημαντικό μέρος του. 

Γενικώς, το σχέδιο τους υλοποιείται στα πλαίσια της πολεμικής ετοιμασίας, αλλά και της έμμεσης πολεμικής διαμάχης και της κρίσιμης διαπραγμάτευσης των ΗΠΑ με Κίνα, Ρωσία και ΕΕ για ένα νέο μοίρασμα του κόσμου.

Σε αυτό το κάδρο, οι ΗΠΑ κινητοποιούν τη συμμαχία τους με ΕΕ και ΗΒ προς την κοινή δράση με το Ισραήλ για την αναμόρφωση του χάρτη της Μέσης Ανατολής. Η συντριβή της αντίστασης των Παλαιστινίων και κάθε σκέψης για ίδρυση πραγματικά ανεξάρτητου και βιώσιμου Παλαιστινιακού κράτους είναι κρίσιμος στόχος, καθώς αποτελεί πρωταρχική αναγκαία συνθήκη για την υλοποίηση του “Μεγάλου Ισραήλ”. Σε αυτή την κατεύθυνση μετά την 7η Οκτωβρίου 2023, ιεράρχησαν την εκδίωξη των Παλαιστινίων από τη Γάζα και έσφιξαν περεταίρω τον κλοιό σε αυτούς της Δυτικής Όχθης, ενώ ενεπλάκησαν σε πολεμικές επιχειρήσεις σε Λίβανο, Συρία και Υεμένη και ζητήσαν με πολύ πιο επιτακτικό, βίαιο και απειλητικό τρόπο τον περιορισμό των δεσμών του Ιράν με αυτούς τους δρώντες ή/και την άσκηση από μέρους του επιρροής για την υποταγή τους στο Αμερικανικό σχέδιο. Το αποτέλεσμα ήταν η εν εξελίξει γενοκτονία του Παλαιστινιακού λαού και η ανατροπή της κυβέρνησης της Συρίας, με την πολύτιμη συμβολή της Τουρκίας και εμπροσθοφυλακή Τζιχαντιστικές ομάδες, γεγονός που μετέβαλλε τις ισορροπίες στο Λίβανο εις βάρος της Χεσμπολά και άνοιξε το δρόμο για τη διεύρυνση του Ισραηλινού αποτυπώματος στις νότιες περιοχές των δύο χωρών. 

Παρόλα αυτά όμως, η αντίσταση των Παλαιστινίων συνέχισε σε Γάζα και Δυτική Όχθη, οι Χούθι αποδείχθηκαν ανθεκτικοί και ικανοί να επιτυγχάνουν πυραυλικά χτυπήματα στο Ισραήλ, το κύμα έκφρασης αλληλεγγύης στον Παλαιστινιακό λαό ενισχύθηκε στις Δυτικές κοινωνίες, ενώ η κόπωση της Ισραηλινής κοινωνίας από τον παρατεταμένο πόλεμο έδειχνε να δοκιμάζει πιο ουσιαστικά τη συνοχή της Ισραηλινής κυβέρνησης. Την ίδια ώρα το Ιράν αρνιόταν τις θέσεις των ΗΠΑ στις μεταξύ τους διαπραγματεύσεις. Σε αυτό το φόντο, η επίθεση που δέχθηκε από το Ισραήλ δείχνει την απόφαση των ΗΠΑ να κινητοποιήσουν τους συμμάχους τους και για τη στρατιωτική ήττα του Ιρανικού καθεστώτος, επιδιώκοντας άμεσα μία ραγδαία πρόοδο στην υλοποίηση του όλου Μεσανατολικού σχεδιασμού τους.
Επόμενα, η Ιρανική ηγεσία είναι αντιμέτωπη με το δίλλημα παράδοση (ευθυγράμμιση με τις Αμερικανικές θέσεις) ή ολοκληρωτικός πόλεμος. 

Η συγκρατημένη ή/και ανύπαρκτη απάντηση της στα εναντίον της χτυπήματα από Ισραήλ και ΗΠΑ από το 2020, η απροθυμία μεγαλύτερης εμπλοκής της στους πολέμους του Λιβάνου και της Συρίας για την υπεράσπιση της Χεσμπολά και της κυβέρνησης Άσσαντ, η περιορισμένη αντίδραση της στη γενοκτονία των Παλαιστινίων και τελικά η ίδια η διαπραγμάτευση της με τις ΗΠΑ δεν κατέληξαν σε μία συμφωνία με τις ΗΠΑ, η οποία θα αναγνώριζε το Ιράν ως μία «μεγάλη και ανεξάρτητη περιφερειακή δύναμη», κάτι που αποτελεί και στρατηγικό της στόχο. Η συγκεκριμένη τακτική μόνο μερικώς μπορεί να εξηγηθεί ως αποτέλεσμα αναγνώρισης από μέρους της των ορίων της ισχύος της και μίας ενδεχόμενης αδυναμίας της να αναμετρηθεί με την ισχύ του Ευρωατλαντισμού και του Ισραήλ. Αν ήταν μόνο αυτή η αιτία, τότε το Ισλαμικό καθεστώς θα έπρεπε να δεχθεί τις Αμερικανικές απαιτήσεις πρώτου κάτι τέτοιο καταστεί συνώνυμο της διεθνούς του ταπείνωσης και αποδυνάμωσης, αλλά και παράγοντας εσωτερικής απονομιμοποίησης του. Καλύτερα εξηγείται ως προϊόν των ταξικών συμφερόντων που υπηρετεί πολιτικά. 

Η «Ισλαμική Δημοκρατία» ως μορφή συλλογικής έκφρασης των γενικών συμφερόντων του Ιρανικού κεφαλαίου προτίμησε τον αυτοπεριορισμό από το ρίσκο της κλιμάκωσης της σύγκρουσης της με τις ΗΠΑ, εστιάζοντας στη διασφάλιση των ευμενέστερων όρων αναπαραγωγής του. Θυσίασε συντελεστές ισχύος και περιφερειακής επιρροής της χώρας για να διαπραγματευτεί με τις ΗΠΑ την επάνοδο της σε διεθνή πάροχο ενέργειας και σε Ευρασιατικό διαμετακομιστικό κόμβο, επιμένοντας στη διατήρηση μόνο του αναγκαίου γι’ αυτό το σκοπό περιφερειακού αποτυπώματος (αφήνοντας τις αντιιμπεριαλιστικές και εθνικιστικές κορόνες στην άκρη). 

Μένει να δούμε τι θα πράξει τώρα, καθώς οι ΗΠΑ ξεκαθάρισαν ότι της αρνούνται το στρατηγικό της στόχο. Ο πειρασμός της συνθηκολόγησης είναι υπαρκτός, εφόσον είναι δυσδιάκριτο, αναφορικά με τους όρους αναπαραγωγής του κεφαλαίου, αν το κόστος της υποβάθμισης της χώρας είναι μικρότερο από το ρίσκο της ολοκληρωτικής πολεμικής αναμέτρησης με το Ισραήλ (ΗΠΑ). Σε κάθε περίπτωση, η ισχύς που διαθέτει το Ιράν είναι σημαντική και δεν ακυρώνεται από τις σημαντικές επιτυχίες που κατέγραψε εναντίον του το Ισραήλ κατά την πρώτη νύχτα των επιχειρήσεων, ενώ σημαντικό ρόλο στην όποια απόφαση της Ιρανικής ηγεσίας θα έχει η αντίδραση της Κίνας και της Ρωσίας.

Το Ιράν έχει κομβική θέση στα σχέδια των δύο αυτών δυνάμεων. Είναι μία χώρα με πολύ μεγάλα αποθέματα υδρογονανθράκων και άλλων κρίσιμων πρώτων υλών, η οποία χάριν των ακτογραμμών του ελέγχει τη Θαλάσσια επικοινωνία μεταξύ Ινδίας και Περσικού Κόλπου (Στενά Ορμούζ) και μεταξύ Καυκάσου και Κεντρικής Ασίας (Κασπία Θάλασσα), ενώ βρίσκεται πάνω στη μοναδική χερσαία οδό που ενώνει την Ευρώπη με τον Ινδοειρηνικό και παρακάμπτει τη Ρωσία. Κίνα και Ρωσία έχουν μαζί του σημαντικές ενεργειακές, οικονομικές και στρατιωτικές συμφωνίες, ενώ ένα από τα χερσαία σκέλη της ζώνης BRI που προωθεί η πρώτη για την εμπορική σύνδεση της με την Ευρώπη, αλλά και ο INSTC που προωθεί η δεύτερη για την εμπορική σύνδεση της με την Ινδία περνούν από την επικράτεια του. 

Τυχόν πτώση λοιπόν του Ιράν, σημαίνει μεγάλο πλήγμα στα σχέδια «ολοκλήρωσης» της Ευρασίας που προωθούν οι δύο δυνάμεις, αλλά και επέκταση των διαδρόμων επιρροής του  Ευρωατλαντισμού εγγύτερα σε κρίσιμες ζώνες επιρροής τους. Το γεγονός αυτό μπορεί να θρέψει τη διάθεση της Τεχεράνης για μία σκληρή απάντηση έναντι του Ισραήλ, προσδοκώντας σε μία δυναμική ανάμειξη Κίνας και Ρωσίας υπέρ του. Από την άλλη μεριά Μόσχα και Πεκίνο βρίσκονται η κάθε μία σε ξεχωριστή πολεμική προπαρασκευή, αλλά και σε ξεχωριστή διαπραγμάτευση και έμμεση πολεμική σύγκρουση με την Ουάσιγκτον. 

Δεν αποκλείεται να έλθουν σε πρόσκαιρο συμβιβασμό μαζί τους, στα πλαίσια του οποίου θα «πουλήσουν» το Ιράν προς όφελος ζωτικότερων ανταλλαγμάτων για την ευνοϊκότερη αναπαραγωγή του κεφαλαίου τους (Π.χ. Ουκρανία, Ταϊβάν). Σε αυτή την περίπτωση η μεταξύ τους σύγκρουση θα αναβληθεί, όμως μόνο για το εγγύς μέλλον. Τυχόν απώλεια του Ιράν από τη λίστα των στρατηγικών εταίρων Κίνας και Ρωσίας θα επιταχύνει και θα βαθύνει τις ανισοκατανομές ισχύος στην Ευρασία, υπονομεύοντας την επιρροή τους και σε ζωτικές για την αναπαραγωγή του κεφαλαίου τους ζώνες/πεδία. 

Αντίθετα, σε περίπτωση αδυναμίας των ΗΠΑ να πετύχουν κάποια άμεση εκεχειρία σε ζωτικές γι’ αυτές τις δύο δυνάμεις ζώνες/πεδία, τότε μία αναμέτρηση μαζί τους στο φόντο του Ιράν είναι η πιθανότερη εξέλιξη. Συνεπώς, η επίθεση του Ισραήλ στο Ιράν φαίνεται να κλειδώνει τον πλανήτη σε ένα δρόμο, που παρά τα όποια ζικ-ζακ, στο τέλος οδηγεί σε έναν μεγάλο πόλεμο μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων.

Η Ελληνική κυβέρνηση και όσα κόμματα και δυνάμεις εμμένουν στο ιδεολόγημα περί «δικαιώματος του Ισραήλ στην αυτοάμυνα» και στη στρατηγική συνεργασία μαζί του ωθούν τον Ελληνικό λαό σε πολύ μεγάλες περιπέτειες. Η Αθήνα γίνεται συνένοχη στο βαθμό που της αναλογεί στη γενοκτονία του Παλαιστινιακού λαού, στις εγκληματικές ενέργειες κατά άλλων λαών που από κοινού πράττουν  Ευρωατλαντιμσός και Ισραήλ, καθώς δέχεται να λειτουργεί ως στρατηγικό τους βάθος, κόμβος εφοδιασμού τους, προμηθευτής και αγοραστής πολεμικού υλικού τους. 

Ο λαός φορτώνεται το οικονομικό και πολιτικό βάρος αυτών των επιλογών, πληρώνοντας τες με το οικονομικό του υστέρημα, με την απουσία ζωτικών για τη ζωή του υποδομών, με την υποχώρηση των κοινωνικών και δημοκρατικών του δικαιωμάτων. Κατά τη διαδικασία εξέλιξης του μοιράσματος του κόσμου, αργά ή γρήγορα θα τον καλέσουν να πληρώσει και με το αίμα του. Είναι αυτό το δικό του συμφέρον;


Δρόμος ανοιχτός

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου