Όπλα στην Τουρκία από Ισπανία-Ιταλία

 

Του Δημήτρη Μηλάκα

Πολλοί είναι αυτοί που «πέσανε απ’ τα σύννεφα» στην Αθήνα με την πρόσφατη συμφωνία για συμμετοχή της ισπανικής πολεμικής βιομηχανίας στα εξοπλιστικά προγράμματα της Τουρκίας που υπέγραψε η (φίλη, εταίρος στην Ε.Ε. και σύμμαχος) Μαδρίτη με την Άγκυρα.
Πρόκειται για γνωστούς «πεφτω-συννεφάκηδες» που επιμένουν να επενδύουν στο νεφέλωμα της κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής, το οποίο απλώς δεν υπάρχει.

Δεν είναι μυστικό ότι οι χώρες δεν έχουν μόνιμες «φιλίες», αλλά συγκεκριμένα συμφέροντα, τα οποία επιδιώκουν να εξυπηρετήσουν με κάθε τρόπο μέσα σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο διεθνές περιβάλλον. Και το περιβάλλον στην ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Μεσογείου αυτήν την περίοδο δεν είναι απλώς μεταβαλλόμενο, αλλά κινούμενη άμμος, πάνω στην οποία οι ισχυρές χώρες κάνουν τις κινήσεις τους προκειμένου να εδραιώσουν θέσεις προνομιακές σε ένα «παιχνίδι» το οποίο έχει να κάνει με τον ενεργειακό εφοδιασμό της Ευρώπης.

«Προστασία» στα λόγια

Στην Αθήνα η ελληνική κυβέρνηση προβάλλει την «πολυδιάστατη» εξωτερική της πολιτική με τις τριμερείς και τετραμερείς διαβουλεύσεις με τις οποίες φιλοδοξεί να περιορίσει την τουρκική επιθετικότητα, υπογραμμίζοντας την αξία της ελληνικής συμμετοχής στην Ε.Ε. και τις συμμαχίες που οικοδομεί η χώρα.

Στο πλαίσιο αυτής της ελληνικής επιχειρηματολογίας (και προσπάθειας) εντάσσονται, εκτός των άλλων, οι πρόσφατες διμερείς – στρατιωτικής φύσεως – συμφωνίες που υπέγραψε η χώρα με τις ΗΠΑ (βάσεις παντού, όπου απαιτούν οι αμερικανικές ανάγκες) και τη Γαλλία (εξοπλιστικά του Ναυτικού και της Αεροπορίας, «περιτυλιγμένα» με μια ρήτρα συνδρομής των γαλλικών Ενόπλων Δυνάμεων, αν η Ελλάδα δεχτεί επίθεση στο έδαφός της).

Στο ευρύτερο πλαίσιο αυτών των κινήσεων η ελληνική κυβέρνηση τοποθετεί και τη συμφωνία για τη διευθέτηση της ΑΟΖ στο Ιόνιο με την Ιταλία (με τρόπο που προσφέρει δικαιώματα αλιείας στους Ιταλούς σε ελληνικά νερά).

Οι εν λόγω διπλωματικές κινήσεις, ωστόσο, όχι μόνο δεν επαρκούν για τη διασφάλιση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, αλλά προκαλούν κινήσεις αντίρροπων δυνάμεων, οι οποίες αναζητούν «θέσεις» στην περιοχή, έστω κι αν αυτό σημαίνει παραβίαση της επονομαζόμενης ευρωπαϊκής αλληλεγγύης. Οι «μεγάλες» αλλά περιορισμένης σημασίας ευρωπαϊκές δυνάμεις, όπως είναι η Ισπανία και η Ιταλία, δεν κάθονται απλώς να παρακολουθούν την επέκταση της γαλλικής ισχύος στη Μεσόγειο, η οποία οικοδομείται με προγεφύρωμα τα ελληνικά εξοπλιστικά προγράμματα που έχει αναλάβει η γαλλική πολεμική βιομηχανία. Μαδρίτη και Ρώμη, παρά τις διαπιστώσεις της Ε.Ε. για την επιθετική συμπεριφορά της Τουρκίας στο Αιγαίο και την Κύπρο, προχωρούν συστηματικά τα τελευταία χρόνια σε συμμετοχές στα εξοπλιστικά προγράμματα της Άγκυρας.

Ο καλός πελάτης…

Σύμφωνα με το ανεξάρτητο και απόλυτα αξιόπιστο διεθνές ινστιτούτο για την παρακολούθηση των εξοπλιστικών δαπανών παγκοσμίως (SIPRI), δύο χώρες της Ε.Ε. (και οι ΗΠΑ) είναι οι μεγαλύτεροι εξαγωγείς όπλων προς την Τουρκία.

Σύμφωνα, λοιπόν, με τα στοιχεία του SIPRI, μέχρι την πενταετία 2015-2019 οι τουρκικές εξοπλιστικές δαπάνες μοιράστηκαν:

-στις ΗΠΑ (38%)

-στην Ιταλία (24%)

-και στην Ισπανία (19%).

Είναι, έχουμε την εντύπωση, προφανές ότι τα οικονομικά οφέλη έχουν πολύ μεγαλύτερο βάρος από γενικές αρχές περί δικαίου, δημοκρατίας και δικαιωμάτων, τα οποία διαπιστωμένα παραβιάζει η Τουρκία.

Είναι επίσης προφανές γιατί Ιταλία και Ισπανία όλο αυτό το διάστημα μπλοκάρουν επίσημα την επιβολή ευρωπαϊκών κυρώσεων κατά της Τουρκίας, πλάι στη Γερμανία, η οποία επίσης έχει λάβει και διεκδικεί τεράστιο κομμάτι της τουρκικής (μεγάλης) εξοπλιστικής πίτας.

Κάτι που επίσης είναι αξιοσημείωτο και αξίζει να υπογραμμιστεί είναι ότι η αμερικανική πολεμική βιομηχανία την πενταετία 2015-19 εξακολουθεί να καρπώνεται τη μερίδα του λέοντος από τα τουρκικά εξοπλιστικά προγράμματα, παρά το γεγονός ότι οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις έχουν βρεθεί στο ναδίρ τους.

…έχει πάντα δίκιο

Αυτό, δηλαδή το απτό οικονομικό συμφέρον, εξηγεί και την απροθυμία της αμερικανικής κυβέρνησης να τοποθετηθεί με σαφήνεια στο θέμα των τουρκικών προκλήσεων κατά της Ελλάδας και της Κύπρου, επιλέγοντας μια πολιτική Πόντιου Πιλάτου και ίσων αποστάσεων μεταξύ θύτη και θύματος.

Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, οδηγείται κάποιος στη διαπίστωση/συμπέρασμα ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει επιδοθεί σε έναν δαπανηρό και ατελέσφορο φαύλο κύκλο «αγοράς» προστασίας, προσφέροντας δισεκατομμύρια, μαζί με γη και ύδωρ, προκειμένου να εξασφαλίσει πως οι «μεγάλοι» θα βοηθήσουν να αποτραπεί κάποια τουρκική επιθετική ενέργεια σε βάρος της χώρας.

Σε αυτό το παιχνίδι της «αγοράς» προστασίας, ωστόσο, η Ελλάδα είναι ήδη χαμένη, καθώς, παρά τις δαπάνες (οικονομικές και πολιτικές) που προκαταβάλλει, οι δεσμεύσεις που αναλαμβάνουν οι προστάτες είναι στην καλύτερη των περιπτώσεων απλές λέξεις, διπλωματικά διατυπωμένες, που αφήνουν μεγάλα παράθυρα ερμηνειών.

Εξάλλου, η Τουρκία παραμένει για τους ισχυρούς πόλος μεγάλου (οικονομικού – πολιτικού) ενδιαφέροντος, με τον οποίο πάση θυσία επιδιώκουν να κρατήσουν επαφή αναμένοντας το νέο πολιτικό σκηνικό που ενδεχομένως ανατείλει μετά την έξοδο του Ερντογάν από τη σκηνή.

Έτσι, λοιπόν, την ίδια στιγμή που η Αθήνα εμφανίζεται διατεθειμένη να δώσει τα πάντα εισπράττοντας υποσχέσεις, η Τουρκία εδώ και καιρό με όχημα τα εξοπλιστικά της προγράμματα έχει αναπτύξει την πολεμική της βιομηχανία διεκδικώντας έμπρακτα την αυτονομία κινήσεων ως περιφερειακή δύναμη, ακόμη και ενάντια στη θέληση της πανίσχυρης Ουάσιγκτον. Άλλωστε, ούτε οι ΗΠΑ, ούτε η Ευρωπαϊκή Ένωση ως σύνολο, ούτε καν η όψιμη προστάτιδα Γαλλία, πόσω μάλλον χώρες όπως η Ισπανία, η Ιταλία και η Γερμανία, ψελλίζουν μια λέξη για τις συνεχείς καθημερινές παράνομες τουρκικές δραστηριότητες σε Αιγαίο και Κύπρο.

Οι… πεφτω-συννεφάκηδες στην Αθήνα μπορεί να απορούν για την απουσία ουσιαστικής υποστήριξης των ελληνικών δικαίων, παρά τις (πολιτικές και οικονομικές) δαπάνες που καταβάλλει η χώρα υπέρ των προστατών της, ωστόσο από πολύ παλιά είναι γνωστό ότι κανείς δεν πρόκειται να προστατεύσει αυτά που δεν είσαι σε θέση να υπερασπιστείς μόνος…


Δρόμος ανοιχτός

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου