Όσα συμβαίνουν στον ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να τα δει κανείς με πολλούς τρόπους. Θα σταθούμε στη δομική γελοιότητα ενός κόμματος χωρίς αξιοπρέπεια πια.
Του Θέμη Τζήμα
Χωρίς Γιώργο Παπανδρέου και Αλέκο Αλαβάνο δεν θα υπήρχε Αλέξης Τσίπρας. Χωρίς Αλέξη Τσίπρα δεν θα υπήρχε Στέφανος Κασσελάκης – και πάει λέγοντας. Τα όσα συμβαίνουν στον ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να τα δει κανείς με πολλούς τρόπους: ως κωμωδία, ως τραγωδία, από ανθρωπολογική σκοπιά, από ιδεολογική σκοπιά κ.ο.κ. Εμείς θα σταθούμε στη δομική γελοιότητα που διαχέεται σε ένα κόμμα μόλις κόψει τα σκοινιά που το δένουν με τη θεωρία, με τη λαϊκότητα και με την ευθύνη να εκπονεί εθνικές πολιτικές (τελικώς και με την αξιοπρέπεια).
Ο Στέφανος Κασσελάκης εμφανίστηκε σαν τηλεπάστορας στο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ εκπέμποντας ένα απλοϊκό, εύληπτο και στον πυρήνα του απολύτως επικίνδυνο μήνυμα: από τη μια εκείνος, από την άλλη ο «λαός», η «βάση» ή οτιδήποτε άλλο απροσδιόριστο και στο ενδιάμεσο οι διεφθαρμένοι συνωμότες (πολλοί εξ αυτών σύμμαχοί του μέχρι πρότινος). Διεφθαρμένοι και αλλοτριωμένοι είναι πράγματι πολλοί εξ αυτών που κατηγορεί, όπως και συνωμότες. Η αλήθεια αυτού του στοιχείου του μηνύματός του δεν αναιρεί ωστόσο ότι το μήνυμα είναι επικίνδυνο.
Η τρίπλα με τις νέες εκλογές προέδρου δεν είναι παρά η διενέργεια άλλης μιας απολιτικής διαδικασίας με όρους επικοινωνίας και μαύρου χρήματος. Συμπληρωματικώς προς το πρώτο του μήνυμα είπε ότι δεν φταίει αυτός για την κακοδαιμονία του ΣΥΡΙΖΑ. Κατά βάση έχει δίκιο. Φταίει πολύ λιγότερο από εκείνους που προηγήθηκαν, με βασικότερους τον Αλέξη Τσίπρα και την τότε ηγετική ομάδα (που σήμερα μοιράζεται μεταξύ Νέας Αριστεράς και ΣΥΡΙΖΑ). Αυτοί είναι που πρόδωσαν τον ελληνικό λαό και την ετυμηγορία του. Αυτοί είναι που ήθελαν να «αλλάξουν τα πάντα», εκτός από την προδοσία και τους εαυτούς τους. Αυτοί είναι που κάθισαν στην αγκαλιά των ΗΠΑ, του Ισραήλ και της ολιγαρχίας (ασχέτως αν τελικώς τους ξεφορτώθηκαν όλοι μαζί οι πάτρωνές τους). Αυτοί δίδαξαν στην κομματική βάση ότι σπουδαίος ηγέτης είναι εκείνος που νικάει σε εκλογές, χωρίς να ενδιαφέρει οτιδήποτε άλλο (συγκρότηση θεωρητική, πολιτικές, προσωπικότητα κλπ.). Αυτοί μιμήθηκαν το αίσχος του Γιώργου Παπανδρέου με τα μέλη των 2 ευρώ και τις εκλογές προέδρων από όσους βλέπουν φως και μπαίνουν, δηλαδή από στρατούς μεγαλοεπιχειρηματιών και άλλων κομμάτων. Αυτοί έδιναν ρεσιτάλ τεμπελιάς και παραγοντισμού με ατελείωτες παρασκηνιακές διαπραγματεύσεις για τις μικρές και μεγάλες εξουσίες τους. Αυτοί ανέδειξαν τον κυνισμό σε προτέρημα, με τη βεβαιότητα του φανατικού ηλιθίου ότι δεν θα στραφεί εναντίον τους ποτέ.
Τώρα, είτε βρίσκονται στον ΣΥΡΙΖΑ είτε εκτός αυτού, αναμετρώνται με την κομματική βάση την οποία ο Αλέξης Τσίπρας και οι τότε «φίλοι» του πάσχισαν να διαπλάσουν έτσι ώστε να τους ανέχεται και να τους υποστηρίζει, παρότι είχαν προδώσει και αλλοτριωθεί. Αυτή η κομματική βάση έχει μάθει να μη σκέφτεται ιδεολογικώς, αλλά ψηφοθηρικώς. Να μη δρα, αλλά να αναθέτει. Να λατρεύει πρόσωπα. Να παραδίδεται σε οτιδήποτε έρχεται από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Αυτή η βάση είναι εκείνη η οποία στην πραγματικότητα καθίζει τον Αλέξη Τσίπρα στο εδώλιο του συνωμότη. Άλλωστε, για άλλη μια φορά ο τελευταίος με την πρόσφατη παρέμβασή του απέτυχε να πει έστω μια καθαρή κουβέντα. Ποια μάχη ιδεών δίνει; Ποιες είναι οι ιδέες από τις οποίες πρέπει να εμφορείται ο ΣΥΡΙΖΑ; Και βάσει αυτών υποστηρίζει ή όχι την αλλαγή ηγεσίας στον ΣΥΡΙΖΑ;
Τέλος πάντων, ο Αλέξης Τσίπρας δεν έχει πολύ μεγάλη σημασία πια (ευτυχώς και ελπίζουμε). Προφανώς τα εσωκομματικά ζητήματα του ΣΥΡΙΖΑ θα δώσουν ορισμένες ειδήσεις τις οποίες θα μεγεθύνουν τα μέσα ενημέρωσης και επίσης θα δώσουν πόντους (μάλλον) στον ΣΥΡΙΖΑ σε σχέση με το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, το οποίο βυθίζεται σε ένα τέλμα βαρεμάρας. Η μεγάλη εικόνα ωστόσο είναι άλλη: τα κόμματα της πρώην «(κεντρο)αριστεράς» έχουν αποκοπεί από τις κοινωνικές, λαϊκές δυνάμεις που κάποτε εξέφραζαν, βρίσκονται σε σημείο ιδεολογικής ανυπαρξίας, έχουν πλήρως προσχωρήσει στη δεξιά πολιτική και απαρτίζονται από καριερίστες της κακιάς ώρας, ως επί το πλείστον. Όσο δε διαχειρίζονται εξουσία, αυτή τους η κατάσταση εκφράζεται είτε ως βαρεμάρα, είτε ως γελοιότητα (αν διαχειριστούν εξουσία θα εκφραστεί ως τραγωδία). Σήμερα που μιλάμε, η βαρεμάρα διαπερνά το ΚΙΝΑΛ και η γελοιότητα τον ΣΥΡΙΖΑ. Πρόκειται εδώ που τα λέμε για μια δίκαιη μοιρασιά του κοινού αδιεξόδου.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου