Μετά τον Μακρόν η ιταλική κυβέρνηση στοχοποιεί την κεντρική τράπεζα


Του  Κώστα Ράπτη

Το ότι την διακυβέρνηση της Ιταλίας έχει αναλάβει από πέρσι ο συνασπισμός δύο ευρωσκεπτικιστικών, φερόμενων ως αντισυστημικών πολιτικών σχηματισμών, με σκοτεινό ή ανύπαρκτο παρελθόν (στην περίπτωση της Λέγκας και των Πέντε Αστέρων αντιστοίχως) ήταν ήδη επαρκής λόγος ανησυχίας για τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Το ότι όμως τα συγκυβερνώντα κόμματα της Ρώμης βρίσκονται πλέον σε ολοένα και εντονότερο ανταγωνισμό μεταξύ τους, ενόψει ευρωεκλογών και πιθανών πρόωρων βουλευτικών εκλογών, καθιστά την εικόνα πολύ πιο περίπλοκη.

Πόσω μάλλον που ό,τι γινόταν έως τώρα αντιληπτό ως "ιταλική ιδιαιτερότητα” μετατρέπεται σε "εξαγώγιμο προϊόν”, καθώς ο διαγκωνισμός των δύο κυβερνητικών εταίρων Λουίτζι ντι Μάιο και Ματέο Σαλβίνι, μεταφράζεται σε πλειοδοσία λόγων και έργων που προορίζονται να προκαλέσουν τις κυρίαρχες ευρωπαϊκές δυνάμεις.

Το πρωτοφανές διπλωματικό επεισόδιο της ανάκλησης του Γάλλου πρεσβευτή στη Ρώμη, λόγω της συνάντησης του Ντι Μάιο με ορισμένους (αυτοαναγορευθέντες) εκπροσώπους του κινήματος των "κίτρινων γιλέκων”, ανάμεσά τους και ένας ο οποίος έχει απευθύνει έκκληση για "πατριωτική” επέμβαση του γαλλικού στρατού, είναι χαρακτηριστικό – όπως και όλες οι προηγούμενες επιθέσεις προς το Παρίσι με κάθε δυνατή αφορμή, από το μεταναστευτικό ζήτημα μέχρι τις εκδηλώσεις για τα 500 χρόνια από τον θάνατο του Λεονάρντο ντα Βίντσι, με φόντο τον δηλητηριώδη ανταγωνισμό των δύο πλευρών στη Λιβύη.

Οι βολές των Ιταλών ιθυνόντων ένα προηγούμενο διάστημα εναντίον της Γερμανίας για τα θηριώδη πλεονάσματά της έχουν δώσει τη θέση τους στην καθημερινή στοχοποίηση του Γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν – ρόλο τον οποίο τρόπον τινά διεκδίκησε ο ίδιος, προβάλλοντας, για τις δικές του ανάγκες προετοιμασίας των ευρωεκλογών, ως το αντίπαλο δέος στην ανάδυση του "λαϊκισμού” πανευρωπαϊκά.

Όμως η σπασμωδική απόφαση Μακρόν να ανακαλέσει τον Γάλλο πρεσβευτή, σε μια ξαφνική εγκατάλειψη της προηγούμενης αφ' υψηλού γραμμής της γαλλικής κυβέρνησης να μην μπει σε "διαγωνισμό βλακείας” με τους αμετροεπείς Ιταλούς ιθύνοντες, φανερώνει ότι ο ένοικος των Ηλυσίων έχει και μεθοδολογικά συρθεί στο έδαφος που ευνοεί τους λαϊκιστές.

Η επίδειξη εθνικής πυγμής μετατρέπει τον διασυνοριακό πολιτικό ανταγωνισμό σε διακρατικό. Ίσως διότι ούτε ο Μακρόν, ούτε οι Ιταλοί κυβερνητικοί εταίροι προέρχονται από τις παραδοσιακές ευρωπαϊκές πολιτικές οικογένειες, στο πλαίσιο των οποίων η στήριξη προς "αδελφές” δυνάμεις σε άλλα κράτη-μέρη ήταν θεμιτή και συνήθης. Ίσως, πάλι, διότι η κατασταλτική πρακτική και ρητορική του Γάλλου προέδρου θέτει εν μέρει τα "κίτρινα γιλέκα” εκτός νομιμότητας.

Σε κάθε περίπτωση, το πλαίσιο διαπραγματεύσεων και συμβιβασμών, αμοιβαίων πιέσεων και διευκολύνσεων με βάση το οποίο λειτουργούσαν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις κατά την "κοινοτική μέθοδο” δείχνει να αντικαθίσταται από περισσότερο παραδοσιακές, μετωπικές αντιπαραθέσεις μεταξύ πρωτευουσών.

Όμως προτού καν περάσει ο απόηχος αυτού του επεισοδίου, Ντι Μάιο και Σαλβίνι θέτουν στο στόχαστρό τους μία ακόμη "ιερή αγελάδα” της ευρωπαϊκής τάξης πραγμάτων: την ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών – όπως ακριβώς είχε με τρόπο από πέρσι προειδοποιήσει ότι απειλείται να συμβεί κάποιος που ξέρει καλύτερα: ο Ιταλός πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι.

Η συγκυβέρνηση της Ρώμης πέτυχε ήδη να τοποθετήσει ως επικεφαλής της ιταλικής Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς (Consob) τον ευρωσκεπτικιστή οικονομολόγο και μέχρι πρότινος υπουργό Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Πάολο Σαβόνα, την τοποθέτηση του οποίου στο υπουργείο Οικονομικών είχε αποτρέψει ο Ιταλός πρόεδρος Σέρτζο Ματαρέλα. Τόσο ο Σαλβίνι όσο και ο Ντι Μάιο έχουν προαναγγείλει ότι τόσο η Consob όσο και η κεντρική τράπεζα οφείλουν να ανανεωθούν εκ βάθρων, ώστε να "τιμωρηθούν οι απατεώνες”, που ευθύνονται για τις απώλειες των Ιταλών επενδυτών και αποταμιευτών το προηγούμενο διάστημα.

Ο τεχνοκράτης υπουργός Οικονομικών Τζοβάνι Τρία υπεραμύνεται βεβαίως της ανεξαρτησίας της κεντρικής τράπεζας. Όμως και οι δικοί του υπολογισμοί για ρυθμό ανάπτυξης της τάξης του 1% του 2019 (επί των οποίων βασίστηκε ο δημοσιονομικός συμβιβασμός με τις Βρυξέλλες) βρίσκονται στον αέρα, μετά τις πρόσφατες εκτιμήσεις της κεντρικής τράπεζας για μόλις 0,6%.

Αν οι συγκυβερνώντες επιτύχουν, όπως επιθυμούν, την απομάκρυνση του υποδιοικητή της τράπεζας Φεντερίκο Σινιορίνι, αναμένεται ένας γύρος αντιπαράθεσης με τις Βρυξέλλες και τη Φραγκφούρτη σημαντικότερος από ό,τι με το Παρίσι.

Πηγή: capital.gr



Δρόμος ανοιχτός

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου