Τι δεν είπε ο κ. Σημίτης και τι διατυμπανίζει ο Υπ. Άμυνας


Του Νίκου Μελέτη

Ένα άρθρο του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη και οι ειδήσεις από την Ουάσιγκτον με την προαναγγελία ερευνών και γεωτρήσεων της Τουρκίας στο Καστελόριζο, όχι από κάποιον τούρκο αξιωματούχο, αλλά από τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας δημιουργούν ένα παράξενο κλίμα στα ελληνοτουρκικά. Πολύ περισσότερο όταν η Τουρκία έχει απειλήσει με κλιμάκωση στην Ανατολική Μεσόγειο εις βάρος της Κύπρου και όταν οι ελληνικές εκλογές προκαλούν πάντοτε τον πειρασμό για παρεμβάσεις της Τουρκίας όπως στα Ίμια…

Ο κ. Σημίτης δεν απαντά στο άρθρο του γιατί δεν προχώρησε ο ίδιος στην επίλυση αυτών των «εκκρεμοτήτων» τις οποίες προτείνει να αντιμετωπίσει η νέα κυβέρνηση μετά τις εκλογές, όταν υπήρχε πολύ πιο ευνοϊκό πεδίο στην διάρκεια της θητείας του. Όταν ο Ταγίπ Ερντογάν είχε ανάγκη την Δύση και την συνηγορία της Ελλάδας στην Ε.Ε. και στους διεθνείς θεσμούς προκειμένου να εμπεδώσει την εύθραυστη εξουσία του.

Όταν ακόμη δεν είχαν υπάρξει οι ανακαλύψεις των υδρογονανθράκων στην Ανατολική Μεσόγειο, που ορθά επισημαίνει ο κ. Σημίτης ότι αλλάξαν τα δεδομένα.

Γιατί δεν προχώρησε ο ίδιος στην λύση των «εκκρεμοτήτων» όταν στην διάρκεια των Διερευνητικών Επαφών είχε τεθεί και είχε συζητηθεί η τμηματική επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων (είχαν μάλιστα προσληφθεί και εξειδικευμένα νομικά γραφεία από το εξωτερικό που είχαν καταρτίσει και τους σχετικούς χάρτες).

Βεβαίως από το αφήγημα του πρώην πρωθυπουργού απουσιάζει μια σημαντική στιγμή: η Συμφωνία της Μαδρίτης την οποία αποδέχθηκε η κυβέρνηση του και ουσιαστικά αποδέχονταν πλήρες μορατόριουμ «μονομερών ενεργειών» στο Αιγαίο και αναγνώριζε ζωτικά και νόμιμα δικαιώματα της Τουρκίας στο Αιγαίο.

Αναφέρεται στο Ελσίνκι ο κ. Σημίτης και ίσως έχει δίκιο όταν επισημαίνει ότι εγκαταλείφθηκε μετά το 2004 από την κυβέρνηση Καραμανλή, υπονοώντας ότι υπήρχε φοβική αντιμετώπιση στην προοπτική παραπομπής των ελληνοτουρκικών διαφορών στην Χάγη.

Η αλήθεια είναι ότι ουδέποτε η Τουρκία έδωσε έστω και ένα μικρό δείγμα ότι είναι έτοιμη να αποδεχθεί την Χάγη, χωρίς να προηγηθεί η προσπάθεια επίλυσης των διαφορών (στις οποίες συμπεριλάμβανε και όλες τις μονομερείς διεκδικήσεις της ) μέσω διμερούς διαλόγου και διαπραγμάτευσης.

Εξάλλου για το πόσο αποτελεσματικό αποδείχθηκε το «ευρωπαϊκό χαρτί» στην περίπτωση της Τουρκίας είναι ότι το 2005 όταν τέθηκαν συγκεκριμένοι όροι για την επέκταση του Πρωτοκόλλου Τελωνειακής Ένωσης και προς την Κύπρο ,προκειμένου να αρχίσουν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας, ο όρος αυτός ακόμη δεν έχει εκπληρωθεί.

Επίσης ο κ. Σημίτης παραβλέπει το γεγονός ότι το 2004, Αθήνα και Λευκωσία έπρεπε να διαχειριστούν την οριακή κατάσταση που διαμορφώνονταν μετά την απόρριψη του Σχεδίου Ανάν, (στην συνδιαμόρφωση του οποίου είχε συμβάλει η κυβέρνηση του), από τον κυπριακό ελληνισμό…

Ο πρώην πρωθυπουργός προειδοποιεί με νέα Ίμια, δείχνοντας να αντιλαμβάνεται πλέον έστω και μετά από 23 χρόνια τις συνέπειες του επεισοδίου εκείνου, που οδήγησε τελικά με την παρέμβαση των Αμερικανών και του Ρ.Χόλμπρουκ στο «γκριζάρισμα» για πρώτη φορά στην Ιστορία του ελληνικού κράτους, ελληνικού εδάφους.

Αυτό όμως που δεν γίνεται αντιληπτό είναι το τι ακριβώς προτείνει ο κ. Σημίτης;

Το άρθρο του αποσκοπεί στο να αναδείξει το γεγονός ότι στα ελληνοτουρκικά δεν μπορεί να υπάρξει 100% δικαίωση της μιας η της άλλης πλευράς και θα οδηγηθούμε σε win-win λύση (όπως θα έλεγε και ο Γ. Παπανδρέου;). Αυτό είναι γεγονός αλλά αυτό είναι το ερώτημα αυτή την στιγμή;

Το ερώτημα είναι εάν είμαστε έτοιμοι να αποδεχθούμε υποχωρήσεις και συμβιβασμούς ή εάν η Τουρκία είναι πρόθυμη να συζητήσει και σε ποια βάση είναι διατεθειμένη να δεχθεί να γίνει αυτή η συζήτηση;
Είναι δυνατόν αφετηρία της Ελληνικής διαπραγματευτικής θέσης να είναι ότι πρέπει να κάνουμε υποχωρήσεις, ότι κάπου δεν μας δικαιώνει και πλήρως το Δίκαιο της Θάλασσας, κάπου θα έχουμε και «όχι ευχάριστες λύσεις προς όφελος της ειρήνης»;

Το άρθρο του κ. Σημίτη ήρθε τις ίδιες ημέρες που μάλιστα εξ Αμερικής ο υπουργός εθνικής άμυνας Ευάγγελος Αποστολάκης, με ανεξήγητο πραγματικά οίστρο, διαφήμιζε σε think tank, σε συνομιλίες με δημοσιογράφους ,ότι η «Τουρκία μετά την Κύπρο έχει σχέδια και για το Καστελόριζο..».

Ο ρόλος ενός Υπουργού Άμυνας δεν είναι να κάνει σχόλια ούτε να προαναγγέλλει καταστροφές. Εάν οι ελληνικές Υπηρεσίες έχουν τέτοιες πληροφορίες οφείλουν να καταστρώσουν σχέδια αντιμετώπισης και των πιο ακραίων σεναρίων. Το να διατυμπανίζουν τις... προθέσεις της Τουρκίας οι οποίες προς το παρόν μάλιστα δεν έχουν ρητά εκδηλωθεί (για έρευνες στο Καστελόριζο), απλώς λειτουργούν ως πολλαπλασιαστής ισχύος στις επιχειρήσεις υβριδικού πολέμου της Άγκυρας, που στόχο έχουν, είτε με ενέργειες επί του πεδίου είτε με απλές «πληροφορίες για μελλοντικές κινήσεις» να επιτύχουν την διακοπή του ενεργειακού προγράμματος της Κύπρου και την εμπλοκή της Ελλάδας σε συνομιλίες για το καθεστώς της υφαλοκρηπίδας της Ανατολικής Μεσογείου αποκομμένης από εκείνη του Αιγαίου

Η απειλή της Τουρκίας είναι δεδομένη και προφανώς δεν μπορεί να υποτιμηθεί ειδικά αυτή την περίοδο με την ρευστότητα στην Άγκυρα, τον Τ.Ερντογάν να νοιώθει παγιδευμένος και τα αδιέξοδα να ορθώνονται για την χώρα του σε όλα τα μέτωπα.

Οι συμμαχίες, οι τριμερείς, η ενίσχυση της στρατηγικής σχέσης με τις ΗΠΑ είναι σημαντικές κινήσεις που ενισχύουν την θέση της χώρας μας, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν θα πρέπει να δημιουργείται η αυταπάτη ότι οι Αμερικανοί, οι Γάλλοι, οι Ισραηλινοί, θα έρθουν στην ελληνική υφαλοκρηπίδα (για την οποία δεν έχει γίνει οποιαδήποτε κίνηση ανακήρυξης της και κατάθεσης των εξωτερικών ορίων της στον ΟΗΕ) για να απωθήσουν τα τουρκικά γεωτρύπανα η πολεμικά σκάφη.

Η τελευταία εξάλλου μεσολάβηση των Αμερικανών, ήταν αυτή του Ρ. Χόλμπρουκ στην κρίση των Ιμίων που οδήγησε στην επίσημη μετατροπή ελληνικού εδάφους σε «διαφιλονικούμενη περιοχή» (no mans- no ships -no flags).

Δηλώσεις όπως αυτές του κ. Αποστολάκη κινδυνεύουν να μετατραπούν σε αυτοεκπληρούμενη προφητεία, ενώ και το άρθρο του κ. Σημίτη δεν απευθύνεται τελικά μόνο στην επόμενη κυβέρνηση της χώρας ούτε μόνο στους Έλληνες πολίτες προκειμένου με τον φόβο των νέων Ιμίων να αποδεχθούν τις «όχι ευχάριστες λύσεις».

Δυστυχώς το κλίμα αυτό, στο οποίο συμβάλει και η επιφανειακή και διαστρεβλωτική παρουσίαση των ελληνοτουρκικών από πολλά ΜΜΕ, δεν είναι τίποτε άλλο παρά ανοικτή δημόσια πρόσκληση στην Τουρκία, ακόμη κι αν δεν το είχε στο πρόγραμμα της, να το κάνει. Να έρθει στο Καστελόριζο, να περιμένει την παρέμβαση των ξένων ώστε να οδηγηθούμε υπό την απειλή και τον φόβο που καλλιεργείται όλο αυτό το διάστημα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.

Με την ελπίδα ότι θα πρέπει να είμαστε και ικανοποιημένοι αν πάρουμε αυτό που χωρίς να αναλύει ο πρώην πρωθυπουργός, αναφέρει ως «όχι ευχάριστες λύσεις»….

Πηγή: liberal.gr


Δρόμος ανοιχτός

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου