Ο Τζέφρι μιλάει πολύ. Μήπως ανησυχεί;


Του Θέμη Τζήμα

Η πρόσφατη αντιπαράθεση πρεσβειών στην Ελλάδα είναι ασυνήθιστη ακόμα και για τα δεδομένα της ευρισκομένης σε καθεστώς περιορισμένης κυριαρχίας πατρίδας μας. Προέκυψε στο πλαίσιο εξίσου ασυνήθιστων καιρών και ενός ομιλητικότατου πρεσβευτή των ΗΠΑ, ο οποίος με τις πρόσφατες δηλώσεις ξεπέρασε μάλλον και τα δικά του χαλαρά μέτρα περί διπλωματικού λόγου.

Ο Τζέφρι Πάιατ μιλά γενικώς πολύ, έχοντας πίσω του ένα “βαρύ” βιογραφικό με βασικό σταθμό προφανώς τα γεγονότα στην Ουκρανία και την απόπειρα αλλαγής καθεστώτος, η οποία οδήγησε βεβαίως το δύστυχο αυτό κράτος σε ακόμα μεγαλύτερη φτωχοποίηση και σε εδαφικό ακρωτηριασμό.

Παρεμπιπτόντως, βέβαια, του έδωσε και μια αμφιλεγόμενη και μη αναγνωρισμένη από τις περισσότερες ορθόδοξες εκκλησίες ουκρανική αυτοκεφαλία, την οποία μερίδα μόνο των ελληνόφωνων εκκλησιών, κατόπιν εντατικών ενεργειών του ίδιου του Πάιατ, αγκάλιασε, αποδεικνύοντας ότι η “δεξιά του Κυρίου” αρέσκεται να λοξοκοιτά προς τους “Καίσαρες” λησμονώντας ακόμα και την καταδίκη του “εθνοφυλετισμού”. Φτωχό αντίτιμο για την απώλεια της Κριμαίας και κατ’ ουσίαν και του Ντονμπάς, αλλά ένα αντίτιμο οπωσδήποτε. 

 Στην Αθήνα, ο Αμερικανός πρεσβευτής βρήκε κυβερνήσεις απολύτως πεισμένες ότι ο νεοφιλελευθερισμός και η απόλυτη παράδοση στις ΗΠΑ πρέπει να αποτελούν τις δύο ορίζουσες για την Ελλάδα. Επίσης και μέσα ενημέρωσης τα οποία στην αμερικανική πρεσβεία βρίσκουν το “αποκούμπι” τους και τη βασική πηγή πληροφόρησης. 

 Δεν είναι παράξενο, λοιπόν, που ο κ. Πάιατ μιλάει τόσο πολύ και τόσο συχνά. Η πρόσφατη ωστόσο αναφορά του ότι η Ρωσία θα ωφεληθεί στην περίπτωση περαιτέρω κλιμάκωσης της έντασης μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας, συνιστά σύμφυρση των ελληνοτουρκικών με την αντιπαράθεση μέρους του κατεστημένου της Ουάσινγκτον με τη Μόσχα και υπ’ αυτήν την έννοια προδίδει τόσο το άγχος πέραν του Ατλαντικού για όσα συμβαίνουν στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά τις εσωτερικές διαφοροποιήσεις στις ΗΠΑ. 

Πρόκειται για στάση η οποία θα μπορούσε να θεωρηθεί ιταμή από ένα κυρίαρχο κράτος, αλλά αντίστοιχες ευαισθησίες η ελληνική ολιγαρχία ουδέποτε διέθετε. Κυρίως, όμως, η δήλωση Πάιατ εξηγεί (για πολλοστή φορά) την αμερικανική στάση ως προς τα ελληνοτουρκικά. Ο ανταγωνισμός ή και η αντιπαράθεση μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας μέχρι ενός σημείου αποτελεί εργαλείο επιβολής των συμφερόντων των ΗΠΑ και άρα είναι ευπρόσδεκτος από το αμερικανικό κατεστημένο. Από την πώληση αμυντικού εξοπλισμού έως την πατρωνία επί των δύο χωρών, τα οφέλη είναι μακρόχρονα και σταθερά. 

 Πέραν ενός σημείου ωστόσο, στον βαθμό που προσεγγίζει την πιθανότητα ευκρινώς αντιληπτής αλλαγής συνόρων, εκθέτει τη Ουάσιγκτον και άρα καθίσταται επικίνδυνη, γιατί ένα από τα δύο κράτη καλείται να προσανατολιστεί προς άλλες συμμαχίες. 

Μια τέτοια εξέλιξη καθίσταται όλο και πιο πιθανή, δεδομένης της ταχείας υποχώρηση της ισχύος των ΗΠΑ στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, αλλά και της ευρύτερης Μέσης Ανατολής. Ο Τζέφρι Πάιατ γνωρίζει φυσικά ότι η ελληνική ολιγαρχία είναι απολύτως εξαρτημένη από την πατρίδα του. Η “ηγεσία” μας θα προτιμούσε να εκχωρήσει ακόμα και μέρος της ελληνικής επικράτειας, παρά να διαρρήξει τους δεσμούς με την Ουάσινγκτον. 

Όμως η διαφαινόμενη αδυναμία της τελευταίας να εγγυηθεί ακόμα και τα ελάχιστα στον πλέον πειθήνιο κηδεμονευόμενό της στην περιοχή, δηλαδή τη μη κατάληψη ελληνικού εδάφους από την Τουρκία, αφενός αποδυναμώνει περαιτέρω το κύρος των ΗΠΑ γενικώς και αφετέρου ενδέχεται να προκαλέσει ανατροπές σε Τουρκία ή και σε Ελλάδα, οι οποίες σήμερα φαντάζουν απίθανες. Τέτοιες ανατροπές θα έπλητταν τόσο τις ίδιες τις ΗΠΑ όσο και το Ισραήλ. Οι κερδισμένοι θα ήταν πράγματι σε πρώτο χρόνο η Ρωσία (αν και υπό τον όρο της μη υπερβολικής για τα ρωσικά δεδομένα ενίσχυσης της Τουρκίας) και σε κατοπινό στάδιο η Κίνα. 

Επομένως, ο Αμερικανός πρεσβευτής δεν είναι υποκειμενικά ανειλικρινής, όταν μιλά για ενίσχυση της Ρωσίας από τυχόν περαιτέρω κλιμάκωση των ελληνοτουρκικών διαφορών. Είναι ανειλικρινής, όταν αποδίδει την τυχόν ενίσχυση σε κάποια ρωσική δολιότητα, αντί της αδυναμίας των ΗΠΑ και της εργαλειοποίησης των λαών της περιοχής από πλευράς τους. Είναι οι ΗΠΑ που εδώ και 20 χρόνια με τις επιλογές τους στην ευρύτερη Μέση Ανατολή άνοιξαν διάπλατα το δρόμο για την ενδυνάμωση άλλων δρώντων, μεταξύ άλλων και της Ρωσίας. Ο Τζέφρι Πάιατ μας είπε ουσιαστικά τι φοβάται και έτσι περιέγραψε τα όρια της αμερικανικής ισχύος. 

Λανθάνει (ή ψεύδεται) όταν δεν διαβλέπει ότι η Ρωσία, παρά τη συνεργασία της με την Τουρκία, προφανώς διατηρεί στρατηγικά καχύποπτες σχέσεις με την τελευταία και προσπαθεί να την περιορίσει πέραν ενός σημείου, ενώ οι ΗΠΑ απλώς προσπαθούν να περιορίσουν πέραν ενός σημείου τον Ερντογάν. 

Η απάντηση της συνήθως σιωπηλής (καθότι γνωρίζει ότι βρίσκεται στο έδαφος χώρας που έχει ασπασθεί ανοήτως τον αντιρωσισμό στην επίσημη πολιτική της) πρεσβείας της Ρωσίας επίσης εκπλήσσει σε πρώτη ανάγνωση αλλά και περιγράφει την ένταση, εν μέσω τεκτονικών αλλαγών. 

Η φθορά της επιρροής των ΗΠΑ ανοίγει το πεδίο δράσης και δημιουργεί νέους κινδύνους. Ο Τζέφρι Πάιατ με τον τρόπο του, ίσως και άθελά του, μας προειδοποίησε. Η ανάγκη της Ρωσίας να διεκδικήσει έστω και τα ελάχιστα και από την Ελλάδα, μας προειδοποιεί επίσης. Όποιος έχει μυαλό και διαβάζει πίσω από τις γραμμές προετοιμάζεται. Οι υπόλοιποι απλώς επιλέγουν να αιφνιδιαστούν, άλλη μια φορά.

Πηγή : ΚΟΣΜΟΔΡΟΜΙΟ

Δρόμος ανοιχτός

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου