Του Γιάννη Νικολόπουλου
Πάνω από την καλντέρα του ενεργού, οικονομικού και κοινωνικού ηφαιστείου της Ελλάδας, έχουν ανατείλει οι κάλπες των πρόωρων βουλευτικών εκλογών. Η οικονομική επιβράδυνση, που είχε προηγηθεί της πανδημίας του κορονοϊού, αλλά επιδεινώθηκε ραγδαία λόγω του lockdown και της αναστολής σχεδόν κάθε παραγωγικής και καταναλωτικής δραστηριότητας, ώστε να ανασχεθεί προσωρινά η εξάπλωση του ιού, έχει ήδη δείξει τα δόντια της – το έλλειμμα ξεπερνά τα 9 δισ. ευρώ από τον Ιανουάριο έως τον Μάιο, ο κρατικός προϋπολογισμός και τα δημόσια έσοδα έχουν τιναχθεί στον αέρα, η καθίζηση στον τουρισμό αναμένεται να “εξαφανίσει” το 10-12% του ΑΕΠ του τρέχοντος έτους, η εξανέμιση των εισοδημάτων και η ελεύθερη πτώση στους μισθούς και την κατανάλωση εκτροχιάζουν την όποια “κανονικότητα”.
Η στάση των “σκληρών” της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο ζήτημα του πολυδιαφημισμένου Ταμείου Ανάκαμψης δεν αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας ή αμφιβολιών – όλα τα μέτρα (“ανακουφιστικά”) που θα ανακοινωθούν ή θα παρθούν θα συνοδεύονται από κάποιας μορφής “αόρατο” μνημόνιο (και) για την Ελλάδα και για τον λεγόμενο ευρωπαϊκό Νότο, συνολικά.
Σε αυτό το πλαίσιο, η κυβέρνηση της ΝΔ και το Μέγαρο Μαξίμου του Κυριάκου Μητσοτάκη γνωρίζουν ότι δεν μπορούν να σταθούν όρθιοι και να “Μείνουν (για πολύ ακόμη) Εξουσία” μπροστά στις κοινωνικές και ταξικές αντιδράσεις.
Γι’ αυτό και το κλίμα έχει ήδη αρχίσει να πολώνεται και να οξύνεται, με τη χρήση της πιο παλιάς συνταγής, που αλιεύεται από τον τσελεμεντέ της πολιτικής, αφενός για να πλήξει τον προφανέστερο αντίπαλο, εν προκειμένω τον ΣΥΡΙΖΑ και αφετέρου, για να προκαλέσει “καταστάσεις” και διχόνοιες στα υπόλοιπα κόμματα ή σχηματισμούς – η συνταγή είναι εκείνη της υπαρκτής ή ανύπαρκτης σκανδαλολογίας.
Αφορμή, φυσικά, στάθηκε ο εξωδικαστικός συμβιβασμός της Novartis με το αμερικανικό δημόσιο και την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς σχετικά με ποινικά αδικήματα διαφθοράς, δωροδοκιών και αθέμιτου ανταγωνισμού, τα οποία τελέστηκαν κυρίως αν και όχι αποκλειστικά, στην Ελλάδα, την τριετία 2012-2015. Η αποτυχημένη απόπειρα της κυβέρνησης και των φιλικών προς αυτή μέσων ενημέρωσης να πείσουν πως ο συμβιβασμός αφορά αποκλειστικά και μόνο αδικήματα του δικτύου γιατρών της εταιρείας, που είχε συσταθεί με διάφορες διευκολύνσεις και “δωράκια”, δεν άντεξε ούτε μερικά εικοσιτετράωρα, ειδικά μετά τη δημοσίευση της επίσημης μετάφρασης των θεωρημένων εγγράφων από το υπουργείο Εξωτερικών.
Και από εκείνη τη στιγμή και έπειτα, άνοιξαν οι πύλες της κολάσεως. Πρώτα ήταν οι ηχογραφημένες και “πειραγμένες” συνομιλίες του πρώην υπουργού Νίκου Παππά με τον ελληνο-ισραηλινό πολυπράγμονα επιχειρηματία, Σάμπυ Μιωνή, οι αποκαλύψεις (ή “αποκαλύψεις”) του Χρήστου Καλογρίτσα, τα πόθεν έσχες των πολιτευτών του ΣΥΡΙΖΑ, με αιχμή την ακίνητη περιουσία του ευρωβουλευτή Δημήτρη Παπαδημούλη, κατόπιν ακολούθησε το πόρισμα της προανακριτικής επιτροπής για τον αναπληρωτή υπουργό Δημήτρη Παπαγγελόπουλο και η ποινική δίωξη εναντίον της εισαγγελέως Διαφθοράς Ελένης Τουλουπάκη, ενώ εδώ και λίγες μέρες στο κάδρο των αλληλοκατηγοριών και των συμψηφισμών, που προσπαθούν να επιβάλουν στη δημόσια συζήτηση η ΝΔ και τα φίλα προσκείμενα μέσα, προστέθηκαν τα “ντοκουμέντα” της “Καθημερινής της Κυριακής” για την πύρινη και φονική τραγωδία στο Μάτι πριν από δύο χρόνια.
Δεν θα εξετάσουμε εδώ και διεξοδικά, πόσα από τα παραπάνω ευσταθούν, πόσα συνιστούν πολιτική απρέπεια ή αφέλεια, πόσα εφευρίσκονται στα παρασκήνια ενός δραστήριου παρακράτους ή είναι όντως τεκμήρια για “μαγαζιά”, “παραμάγαζα”, “υποκαταστήματα” ή παραδικαστικά κυκλώματα, πόσα είναι βάσιμα και πόσα κατασκευασμένα, πόσα εκθέτουν πρωτοκλασάτα στελέχη της προηγούμενης κυβέρνησης και της σημερινής αξιωματικής αντιπολίτευσης, πόσα ανοίγουν τις πόρτες μιας δικαστικής και ποινικής διερεύνησης σε βάρος του ΣΥΡΙΖΑ και μελών των κυβερνήσεων του ή πόσα συνιστούν απλώς την επικοινωνιακή ρεβάνς για τη Novartis και τον ασκό του Αιόλου, που οι ποινικές έρευνες σχετικά με αυτή άνοιξαν. Δεν είναι αυτό το θέμα μας.
Το ζήτημα είναι πως η συγκυρία που βγήκαν όλα αυτά στην επιφάνεια, είναι τουλάχιστον “ύποπτη”. Και ότι οι μεγαλύτερες και αποδείξιμες αλήθειες σε σχέση με τα υπαρκτά και τα ζέοντα σκάνδαλα, που κανονικά θα έπρεπε να απασχολούν την κοινή γνώμη και να καθορίζουν τη στάση της δικαιοσύνης και να επιταχύνουν τις διαδικασίες της, προέκυψαν από τις ΗΠΑ, αφορούν ξεκάθαρα τον σχεδόν ολιγοπωλιακό ρόλο της Novartis στην ελληνική αγορά φαρμάκου και τον τρόπο που απέκτησε αυτή την ηγεμονία, μέσω της επιρροής, την οποία άσκησε η γερμανοελβετική εταιρεία, σε “κυβερνητικούς αξιωματούχους” στα υπουργικά συμβούλια της περιόδου 2012-2015.
Με άλλα λόγια, πάλι από τους ξένους, πάλι από τους άλλους, μαθαίνουμε το τι τρέχει πραγματικά, στην Ελλάδα – και στην αγορά του φαρμάκου, που από μόνη της, αποτελεί ένα διαχρονικό σκάνδαλο τιμολογήσεων, εισαγωγών, “παράλληλων εξαγωγών”, υπερσυνταγογράφησης και πολυφαρμακίας στην αθρόα και ανεξέλεγκτη κατανάλωση, που έχει επιβληθεί σε συμπαιγνία κυβερνήσεων, εταιρειών και γιατρών.
Από εκεί και έπειτα, στην εσωτερική, πολιτική και όχι μόνο, σκηνή της Ελλάδας, αναζωπυρώθηκε ένας “πολυπόλεμος” στα διάφορα υποσυστήματα εξουσίας, ο οποίος, μετά την ολοκληρωτική προσχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ στο αστικό και μνημονιακό πολιτικό στρατόπεδο, το καλοκαίρι του 2015, σοβεί και διχοτομεί σχεδόν κάθετα τα πάντα – στο κοινοβούλιο, τη δικαιοσύνη, τα μέσα ενημέρωσης, την ολιγαρχία του πλούτου στη χώρα, τους θεσμούς, τις ανεξάρτητες αρχές, τα πανεπιστήμια. Και όπως σε κάθε πόλεμο, έτσι και στον “πολυπόλεμο” που έχει αποκτήσει νέο πεδίο μάχης, την υπόθεση και το σκάνδαλο της Novartis, το πρώτο θύμα είναι η αλήθεια.
Για τους εμπλεκόμενους στον “πόλεμο”, δεν έχει σημασία η αλήθεια. Δεν έχει σημασία η πραγματικότητα. Δεν έχουν σημασία τα γεγονότα ή τα στοιχεία. Έχει σημασία το καλύτερο storytelling. Δεν έχει σημασία ποιος προσκομίζει ποια έγγραφα, ποιες κασέτες, ποια cd ή ποιες αποδείξεις. Σημασία έχει ο συντονισμός και ο ορυμαγδός μιας συστοιχίας “πυροβολικού”, που αρθρογραφεί, φωνασκεί, κραυγάζει, επιχειρηματολογεί, ασχημονεί και τρομοκρατεί διά του μικροφώνου ή του πληκτρολογίου και τις πλείστες όσες φορές, οι ομοβροντίες του, ελάχιστη σχέση με την αλήθεια, έχουν.
Στο σκάνδαλο της Novartis η μεγαλύτερη αλήθεια από όλες είναι ότι τη διαφθορά στον χώρο της υγείας και της αγοράς του φαρμάκου πληρώνουν οι ασφαλισμένοι, τα ασφαλιστικά ταμεία, οι ασθενείς. Πληρώνουν, ματώνουν, καταστρέφονται οικονομικά. Σταθερά, μόνιμα και για όσο διάστημα τα δελτία τιμών φαρμάκου και γενικά η φαρμακευτική πολιτική στη χώρα, καθορίζονται από ένα αλισβερίσι μεταξύ των ίδιων των φαρμακευτικών εταιρειών, με άλλοτε κερδισμένους και άλλοτε, χαμένους, σε λεπτές διαπραγματευτικές ισορροπίες και μία υψηλή “εποπτεία” από το υπουργείο Υγείας και τον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκου.
Αν υπάρχει ένα πεδίο οικονομικής και επιχειρηματικής δραστηριότητας, πέρα από τα μέσα ενημέρωσης και τις τράπεζες, όπου οι κυβερνήσεις στην Ελλάδα έχουν παραδώσει ολοκληρωτικά, γη και ύδωρ στην εταιρειοκρατία, αυτό το πεδίο είναι η αγορά του φαρμάκου στη χώρα. Οι ασθενείς, οι ασφαλισμένοι, οι πολίτες, οι καταναλωτές, όλοι εμείς, είμαστε τα αόρατα “θύματα” στον σφιχτό εναγκαλισμό και το γαϊτανάκι αλληλοεξυπηρετήσεων της εταιρειοκρατίας του φαρμάκου με τις κυβερνήσεις, που λεηλάτησαν τα προηγούμενα χρόνια και συνεχίζουν να υφαρπάζουν σήμερα, ακόμη και με τις υπερεκτιμημένες τιμές στα γενόσημα φάρμακα, τα αποθεματικά των ασφαλιστικών ταμείων και τα χρήματα από το πορτοφόλι των ασθενών.
Στην πυρκαγιά στο Μάτι και την Ανατολική Αττική, αλλά και νωρίτερα και σταθερά, σε όλες τις καταστροφικές και πολύνεκρες πυρκαγιές των τελευταίων τουλάχιστον είκοσι ετών, η μεγαλύτερη αλήθεια από όλες είναι ότι ο κρατικός μηχανισμός, εν προκειμένω στην αστυνομία και την πυροσβεστική, και τα διάφορα επίπεδα διοίκησης, στην τοπική αυτοδιοίκηση και τις κυβερνήσεις, στελεχώνονται κατά τεκμήριο, από ανίκανους, ανεύθυνους και φοβικούς ανθρώπους του εκάστοτε κομματικού σωλήνα – άλλοτε της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, κατά πλειοψηφία, πρόσφατα και των “είδαν φως και μπήκαν” του ΣΥΡΙΖΑ.
Ανθρώπους, “στελέχη” και παράγοντες, που αφενός, είναι εξαιρετικά “πετυχημένοι” στα κάθε είδους και διαβάθμισης ρουσφέτια (ακόμη και για τα… αυθαίρετα) και στις πάσης φύσεως δολοπλοκίες με έπαθλο τις προαγωγές ή τις υπηρεσιακές εξυπηρετήσεις και αφετέρου, είναι εκνευριστικά “αποτυχημένοι” στις κάθε φορά “στραβές στη βάρδια” που προκύπτουν. Τότε που οφείλουν να δείξουν, από τη θέση, τον ρόλο και την υπηρεσιακή τους εξέλιξη, την αξία τους, τότε, που οφείλουν να αποδείξουν γιατί και πώς βρέθηκαν διοικητές, αρχηγοί, υπουργοί ή περιφερειάρχες και δήμαρχοι. Όταν δοκιμάζονται σε πραγματικές συνθήκες και όχι σε αποστειρωμένες συνθήκες κομματικού ή κρατικού γραφείου, η συγκρότηση, η παιδεία, οι ικανότητες και η διοικητική πυγμή του κατά περίπτωση, “υπεύθυνου” πολιτικού και γραφειοκρατικού παράγοντα. Και εκ του αποτελέσματος, τα κάνουν θάλασσα – ή στάχτη, συμπαρασύροντας στον θάνατο και την απόγνωση δεκάδες ή εκατοντάδες πολίτες.
Όπως και αν έχει, η ελληνική κυβέρνηση και συνολικά, το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα, σύντομα, δεν θα μπορούν να προσφέρουν άρτο – όσα “πανηγύρια” και αν προκαλεί εντεταλμένα η απόφαση του Ταμείου Ανάκαμψης για μια “γενναία” όσο και υπό όρους χορηγία 70 δισ. ευρώ σε βάθος επταετίας. Και επειδή ο άρτος συρρικνώνεται και εξαφανίζεται, καταφεύγουν στο θέαμα. Θέαμα δυσώδες, αποκρουστικό, βρώμικο, “στημένο”.
Είναι και αυτός ένας τρόπος για να προσελκυστούν ψηφοφόροι και “πελάτες” στις προσεχείς, εθνικές και βουλευτικές, εκλογές, όποτε και αν αυτές προκηρυχθούν.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου