Του Δημήτρη Μηλάκα
Το ερώτημα αν οι ΗΠΑ μπορούν να παρέμβουν στη δομή και τον σχεδιασμό των ελληνικών εξοπλισμών είναι, προφανώς, ρητορικό. Οι ΗΠΑ έχουν και αξιοποιούν τις δυνατότητες παρέμβασης όπως συμβαίνει ακριβώς αυτήν την περίοδο με την απαίτησή τους -σύμφωνα με τα όσα πληροφορείται το «Π»- για απόσυρση αμερικανικών πυραυλικών συστημάτων τα οποία έχουν εδώ και χρόνια εγκατασταθεί στα ελληνικά νησιά του ανατολικού Αιγαίου.
Σύμφωνα με πληροφορίες η «επιχειρηματολογία» της αμερικανικής διπλωματικής γραφειοκρατίας λέει ότι: Αφού η Ελλάδα προχωρά την αγορά των γαλλικών αεροσκαφών Rafale με το εξελιγμένο μέσου βεληνεκούς οπλοστάσιό τους, τότε η απόσυρση των αμερικανικών πυραυλικών συστημάτων από τα ελληνικά νησιά είναι μια κίνηση με την οποία η Αθήνα θα αποδείξει την καλή πίστη της για τη μείωση του «στρατιωτικού αποτυπώματος» στην περιοχή ώστε να εξελιχθούν επί της ουσίας οι ελληνοτουρκικές συνομιλίες.
Όπως παρατηρούν έμπειροι διπλωμάτες, η σύνδεση που κάνουν οι Αμερικανοί, της αγοράς των Rafale με την «ανάγκη» μείωσης των αμυντικών δυνατοτήτων των ελληνικών νησιών, υποκρύπτει:
● Δυσφορία και τιμωρία για την επιλογή των Rafale από την Ελλάδα.
● Εκβιασμό (αν δεν αποσυρθούν από τα νησιά τα αμερικανικά οπλικά συστήματα, οι ΗΠΑ έχουν τη δυνατότητα να υπονομεύσουν τη συμφωνία για την αγορά των Rafale).
● Εξυπηρέτηση στην Τουρκία, για την οποία με κανέναν τρόπο δεν επιθυμούν να απομακρυνθεί οριστικά και τελεσίδικα από την αυτοκρατορική σφαίρα επιρροής τους.
Αφοπλισμός στο παρασκήνιο
Δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει ότι οι ανακοινώσεις για την έναρξη των ελληνοτουρκικών συνομιλιών συμπίπτουν με την κορύφωση των διαβουλεύσεων που εξελίσσονται στο ΝΑΤΟ υπό την άγρυπνη αμερικανική εποπτεία για την αποφόρτιση της στρατιωτικής έντασης ανάμεσα στους δύο συμμάχους, Ελλάδα και Τουρκία. Στο πλαίσιο αυτής της τεχνοκρατικής συζήτησης μπορεί να ληφθούν αποφάσεις (οι οποίες θα γίνουν αντιληπτές κάποια στιγμή στο μέλλον) οι οποίες μπορεί να έχουν καίριο πολιτικό αντίκρισμα, όπως για παράδειγμα:
● Διάταξη οπλικών συστημάτων (τι όπλα, δηλαδή, μπορεί να αναπτύσσει η Ελλάδα στα νησιά της).
● Απόσταση προσέγγισης πλοίων.
● «Κανόνες» στις πτήσεις αεροσκαφών της πολεμικής αεροπορίας κ.λπ.
Μέσα από μια τέτοια συζήτηση οι συμφωνίες που θα προκύψουν τελικά διαμορφώνουν καθοριστικά τις στρατιωτικές δυνατότητες, καθώς οι ρυθμίσεις μπορούν για αχρηστέψουν πανάκριβα και αποτελεσματικά όπλα και οπλικά συστήματα.
Το θέμα της «μερικής αποστρατιωτικοποίησης» των ελληνικών νησιών -όπως και άλλα θέματα- βρίσκεται ήδη στο «πακέτο» των επικείμενων ελληνοτουρκικών «διερευνητικών» συνομιλιών παρά το γεγονός ότι η ελληνική κυβέρνηση προβάλλει την πάγια θέση πως «μόνο αντικείμενο διαλόγου με την Τουρκία είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας».
Η Άγκυρα ήδη με δύο Navtex (αναμένονται και άλλες προσεχώς) υπογραμμίζει τη θέση της ότι για τη Χίο (14 Σεπτεμβρίου) και τη Λήμνο (22 Σεπτεμβρίου) «το καθεστώς αποστρατιωτικοποίησης όπως ορίζεται από τη Συνθήκη της Λωζάννης το 1923 έχει παραβιαστεί».
Ένα δεύτερο ζήτημα που βρίσκεται στο πακέτο του ελληνοτουρκικού διαλόγου έχει να κάνει με τις λεγόμενες «αμφισβητούμενες θαλάσσιες περιοχές». Και σ’ αυτό το θέμα η αμερικανική στάση είναι επίσης αποκαλυπτική:
Με κείμενο που ανάρτησε στο Twitter, η αμερικανική πρεσβεία στην Τουρκία ξεκαθαρίζει ότι ο Χάρτης της Σεβίλλης δεν συνιστά νομικό έγγραφο και συνεπώς δεν έχει δεσμευτική νομική ισχύ για τον καθορισμό των θαλασσίων συνόρων μεταξύ κρατών.
Ο εν λόγω χάρτης δημιουργήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 2000 από το Πανεπιστήμιο της Σεβίλλης, όταν η Ευρωπαϊκή Ένωση ζήτησε την απεικόνιση των ΑΟΖ των ευρωπαϊκών κρατών με βάση το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982. Σ’ αυτόν τον χάρτη καταγράφεται η σύνδεση ελληνικής και κυπριακής ΑΟΖ.
Θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η αμερικανική στάση σχετικά με την ύπαρξη αμφισβητούμενων θαλασσίων περιοχών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας είναι απόλυτα συνεπής.
Απόρρητο έγγραφο
Τα όσα διαβάζουμε στο παρακάτω απόρρητο έγγραφο (27 Δεκεμβρίου 2001) της Διεύθυνσης – Τμήμα Αεροναυτιλιακό του ελληνικού ΥΠΕΞ με θέμα «Απάλειψη θαλασσίων συνόρων Ελλάδας – Τουρκίας σε νατοϊκούς χάρτες» είναι αποκαλυπτικά και εξηγούν έως έναν βαθμό γιατί έχουμε φτάσει σήμερα σ’ αυτό το σημείο:
«Όπως μας γνώρισε το ΓΕΕΘΑ, η χώρα μας, μετά την υπογραφή σχετικής συμφωνίας 1996, με τη Γεωγραφική Υπηρεσία των ΗΠΑ (National Imagery and Mapping Agency / NIMA/USA) συμμετέχει στο πρόγραμμα κατάρτισης ψηφιακών / διανυσματικών χαρτών (VMAP) κλίμακας 1:250.000. Στο εν λόγω πρόγραμμα συμμετέχει και η Τουρκία.
Στους χάρτες αυτούς έχει συμφωνηθεί να απεικονίζονται τα στοιχεία που περιέχονται στους ισχύοντες στα πλαίσια του ΝΑΤΟ αναλογικούς (χάρτινους) χάρτες, πολλοί εκ των οποίων έχουν καταρτιστεί το 1973 από τη ΝΙΜΑ. Πέντε (5) από τους εν λόγω χάρτες (δύο εκδόσεων 1973 και τρίτης έκδοσης 1983) αποτυπώνουν το ελληνικό και τουρκικό έδαφος, απεικονίζουν δε τη γραμμή των θαλασσίων συνόρων Ελλάδας – Τουρκίας.
Κατά τη σύνοδο της Διευθύνουσας Επιτροπής VMAP, τον Μάιο 2001, η αμερικανική προεδρία πρότεινε στην ελληνική πλευρά να μην εμφανίσει τα θαλάσσια σύνορα Ελλάδας – Τουρκίας στον ψηφιακό χάρτη που έχει αναλάβει να καταρτίσει. Ανέφερε, δε, ότι προσανατολίζεται στην αναθεώρηση των κοινών χαρτών, ώστε να μην απεικονίζονται τα εν λόγω θαλάσσια σύνορα, μετά από σχετική υπόδειξη του State Department.
Μετά την αντίδραση της ελληνικής πλευράς (σύμφωνα και με οδηγίες από πλευράς ΥΠΕΞ), η ΝΙΜΑ προχώρησε, τον Ιούνιο 2001, μονομερώς και χωρίς την τήρηση των προβλεπομένων διαδικασιών από την Γεωγραφική Πολιτική του ΝΑΤΟ, χωρίς δηλαδή προηγούμενη ενημέρωση του ΝΑΤΟ, ούτε και προηγούμενη συνεργασία με τις χώρες που έδαφός τους απεικονίζεται, σε αναθεώρηση, στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, τεσσάρων αναλογικών (χάρτινων) χαρτών Συνδυασμένων Επιχειρήσεων Αέρος, (Joint Operations Graphic-Air/JOG-A), απαλείφοντας τα θαλάσσια σύνορα Ελλάδας-Τουρκίας, όπως αυτά απεικονίζονται στους χάρτες του 1973.
Σύμφωνα με την επιχειρηματολογία της αμερικανικής πλευράς, η αναθεώρηση των χαρτών αυτών έγινε κατόπιν εντολής του State Department, το οποίο δεν γνωρίζει δήθεν την ύπαρξη συνθηκών που καθορίζουν τα θαλάσσια σύνορα Ελλάδος-Τουρκίας αποδεκτές και από τις δύο χώρες. Επιπλέον, ως αμερόληπτος τρίτος δεν επιθυμεί να λάβει θέση επί των διισταμένων εν προκειμένω απόψεων Ελλάδας και Τουρκίας. Τέλος, η προαναφερθείσα αναθεώρηση οφείλεται σε απόφαση των ΗΠΑ να μην απεικονίζουν στους χάρτες του είδους αυτού θαλάσσια σύνορα γενικώς.
Σύμφωνα με όσα μας εγνώρισε προφορικώς το ΓΕΕΘΑ, η διαδικασία που ακολουθείται προκειμένου να γίνει χρήση χαρτών στα πλαίσια του ΝΑΤΟ, είναι η επίσημη κυκλοφορία τους από τη ΝΙΜΑ στις χώρες του Οργανισμού. Παράλληλα, οι ΗΠΑ τους περιλαμβάνουν σε ετήσια έκδοσή τους την «Geostar A», την οποία αποστέλλουν σε όλες τις νατοϊκές αρχές. Αφ’ ης στιγμής οι χάρτες κυκλοφορήσουν και δημοσιευθούν ως ανωτέρω, ενδεχόμενες αντιρρήσεις μιας χώρας είναι δυνατόν να προβληθούν στην Geographic Conference του ΝΑΤΟ, η οποία συνεδριάζει άπαξ του έτους (Ιούνιος), και στην οποία μετέχουν όλες οι χώρες μέλη, ενώ οι αποφάσεις λαμβάνονται με ομοφωνία.
Ως εκ τούτου, η εκ των υστέρων διαμαρτυρία μας στην Geographic Conference του ΝΑΤΟ, όχι μόνον θα είναι χωρίς αποτέλεσμα (λόγω της αρχής της ομοφωνίας) αλλά επιπλέον, θα αποτελέσει και ευκαιρία για την Τουρκία να θέσει θέμα “ελληνοτουρκικών συνοριακών διαφορών”, στα πλαίσια νατοϊκού οργάνου. Πιθανότατα δε, το ζήτημα θα παραπεμφθεί προς επίλυση σε διμερές επίπεδο, μεταξύ ελληνικής και τουρκικής πλευράς.
Από τα ανωτέρω καθίσταται προφανές ότι η καθιέρωση των εν λόγω χαρτών στα πλαίσια του ΝΑΤΟ θα πλήξει καίρια τα εθνικά μας συμφέροντα και θα δημιουργήσει ζήτημα «συνοριακών διαφορών μας», με την Τουρκία και προηγούμενο αμφισβήτησης για άλλες παρόμοιες ή συναφείς ενέργειες στο μέλλον.
Από πλευράς μας έχουμε προβεί σε διαβήματα προς Αμερικανική πλευρά στην Αθήνα, Ουάσιγκτον και Βρυξέλλες.
Αθήνα, 27 Δεκεμβρίου 2001»
Σύμφωνα, λοιπόν, με όσα διαβάσαμε στο παραπάνω «απόρρητο» κείμενο του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών, από το 2001 μέχρι -όπως αποδεικνύεται- και σήμερα:
● Για τις ΗΠΑ υπάρχει αμφισβήτηση των συνόρων καθώς δεν υπάρχουν συνθήκες τις οποίες να αποδέχονται και τα δύο μέρη (Ελλάδα – Τουρκία).
● Ο «αμερόληπτος τρίτος» Αμερικανός επιδιαιτητής δεν λαμβάνει θέση επί της διαφοράς και ως εκ τούτου εξαφανίζει τα όρια, μια που έτσι κι αλλιώς το Αιγαίο το αντιλαμβάνεται πρώτα και κύρια ως δικό του γήπεδο!
● Οι ΗΠΑ, ως παγκόσμια αυτοκρατορία, προφανώς «μισεί» τους φραγμούς των συνόρων και (όπου την παίρνει) τα καταργεί γενικώς!
Οι μαριονέτες των Αθηνών
Όλα αυτά εξηγούν, ως ένα βαθμό και τη σημερινή αμερικανική πίεση για την μερική αποστρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών, καθώς για τους επιτελείς της αυτοκρατορίας είναι μείζονος σημασίας ο «ελληνοτουρκικός χώρος» να παραμείνει ενιαίος και αδιαίρετος κάτω από τη ΝΑΤΟϊκή ομπρέλα.
Στο πλαίσιο αυτό οι Αμερικανοί είναι διατεθειμένοι να κάνουν πολλά και διάφορα χατίρια στον Ερντογάν προκειμένου να μην απομακρυνθεί (περισσότερο) από τη δυτική – αμερικανική σφαίρα επιρροής. Από τη στιγμή μάλιστα που τα παπούτσια του Ερντογάν μπορεί να γυαλιστούν από ελληνικές πρόθυμες γλώσσες οι Αμερικανοί ζητούν από το ελληνικό σύστημα να κάνει αυτή τη θυσία, για το καλό της συμμαχίας…
Αν και όλα τα παραπάνω προσφέρουν μια εξήγηση για τη στάση των Αμερικανών και των Τούρκων, δεν είναι αρκετά για να επεξηγήσουν τη στάση των ελληνικών κυβερνήσεων των τελευταίων δεκαετιών, ειδικά από την εποχή της κρίσης των Ιμίων, μέχρι και σήμερα.
Πράγματι δυσκολεύεται να κατανοήσει κανείς με πoιο σκεπτικό οι δύο τελευταίες κυβερνήσεις της χώρας (για να περιοριστούμε μόνο στα τελευταία γεγονότα) ο ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ. διαπραγματεύτηκαν (Τσίπρας) και υπέγραψαν (Μητσοτάκης) την νέα αναβαθμισμένη ελληνοαμερικανική συμφωνία στρατιωτικής συνεργασίας.
Με την εν λόγω συμφωνία, όπως είναι γνωστό πια, οι Αμερικανοί κατέχουν ως βάσεις στρατηγικά (για τα συμφέροντά τους) σημεία της ελληνικής επικράτειας και έχουν το δικαίωμα να δημιουργήσουν κι άλλες όποτε αυτό οι ανάγκες (τους) το απαιτήσουν!
Παρ’ όλα αυτά, ή μάλλον εξ αιτίας όλων αυτών, η Ουάσιγκτον αντιμετωπίζει την χώρα ως αποικία της παζαρεύοντας κυριαρχικά της δικαιώματα και τις κυβερνήσεις της γλώσσες για να γυαλίζουν παπούτσια, στην προκειμένη περίπτωση του Ερντογάν.
Το παρελθόν διδάσκει
Τέλος, μια ιστορία του παρελθόντος έχει τη σημασία της: Τα ταραγμένα χρόνια του 1947, στον εμφύλιο, από το αεροδρόμιο της Λέρου σηκώνονταν αμερικανικά και αγγλικά αεροπλάνα για να ρίξουν τις ναπάλμ κατά των θέσεων του Δημοκρατικού Στρατού. Τότε η Σοβιετική Ένωση διαμαρτυρήθηκε υπογραμμίζοντας ότι με βάση τις Συνθήκες (Παρισιού του 1947) παραχώρησης των νησιών στην Ελλάδα, αυτά θα έπρεπε να είναι αποστρατιωτικοποιημένα.
Στα απαντητικά τους υπομνήματα, τότε, οι Αμερικανοί υποστήριξαν ότι η Ελλάδα έχει δυνατότητα και δικαίωμα να χρησιμοποιεί και να επεκτείνει στρατιωτικά μέσα και εγκαταστάσεις προκειμένου να αντιμετωπίσει εξωτερική επιβουλή.
Για τους Αμερικανούς και λοιπούς προστάτες, προφανώς, οι κομμουνιστές ήταν «εξωτερική επιβουλή» τότε, ενώ σήμερα η Τουρκία προφανώς είναι ο γαλατάς που χτυπάει την πόρτα…
Το ερώτημα αν οι ΗΠΑ μπορούν να παρέμβουν στη δομή και τον σχεδιασμό των ελληνικών εξοπλισμών είναι, προφανώς, ρητορικό. Οι ΗΠΑ έχουν και αξιοποιούν τις δυνατότητες παρέμβασης όπως συμβαίνει ακριβώς αυτήν την περίοδο με την απαίτησή τους -σύμφωνα με τα όσα πληροφορείται το «Π»- για απόσυρση αμερικανικών πυραυλικών συστημάτων τα οποία έχουν εδώ και χρόνια εγκατασταθεί στα ελληνικά νησιά του ανατολικού Αιγαίου.
Σύμφωνα με πληροφορίες η «επιχειρηματολογία» της αμερικανικής διπλωματικής γραφειοκρατίας λέει ότι: Αφού η Ελλάδα προχωρά την αγορά των γαλλικών αεροσκαφών Rafale με το εξελιγμένο μέσου βεληνεκούς οπλοστάσιό τους, τότε η απόσυρση των αμερικανικών πυραυλικών συστημάτων από τα ελληνικά νησιά είναι μια κίνηση με την οποία η Αθήνα θα αποδείξει την καλή πίστη της για τη μείωση του «στρατιωτικού αποτυπώματος» στην περιοχή ώστε να εξελιχθούν επί της ουσίας οι ελληνοτουρκικές συνομιλίες.
Όπως παρατηρούν έμπειροι διπλωμάτες, η σύνδεση που κάνουν οι Αμερικανοί, της αγοράς των Rafale με την «ανάγκη» μείωσης των αμυντικών δυνατοτήτων των ελληνικών νησιών, υποκρύπτει:
● Δυσφορία και τιμωρία για την επιλογή των Rafale από την Ελλάδα.
● Εκβιασμό (αν δεν αποσυρθούν από τα νησιά τα αμερικανικά οπλικά συστήματα, οι ΗΠΑ έχουν τη δυνατότητα να υπονομεύσουν τη συμφωνία για την αγορά των Rafale).
● Εξυπηρέτηση στην Τουρκία, για την οποία με κανέναν τρόπο δεν επιθυμούν να απομακρυνθεί οριστικά και τελεσίδικα από την αυτοκρατορική σφαίρα επιρροής τους.
Αφοπλισμός στο παρασκήνιο
Δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει ότι οι ανακοινώσεις για την έναρξη των ελληνοτουρκικών συνομιλιών συμπίπτουν με την κορύφωση των διαβουλεύσεων που εξελίσσονται στο ΝΑΤΟ υπό την άγρυπνη αμερικανική εποπτεία για την αποφόρτιση της στρατιωτικής έντασης ανάμεσα στους δύο συμμάχους, Ελλάδα και Τουρκία. Στο πλαίσιο αυτής της τεχνοκρατικής συζήτησης μπορεί να ληφθούν αποφάσεις (οι οποίες θα γίνουν αντιληπτές κάποια στιγμή στο μέλλον) οι οποίες μπορεί να έχουν καίριο πολιτικό αντίκρισμα, όπως για παράδειγμα:
● Διάταξη οπλικών συστημάτων (τι όπλα, δηλαδή, μπορεί να αναπτύσσει η Ελλάδα στα νησιά της).
● Απόσταση προσέγγισης πλοίων.
● «Κανόνες» στις πτήσεις αεροσκαφών της πολεμικής αεροπορίας κ.λπ.
Μέσα από μια τέτοια συζήτηση οι συμφωνίες που θα προκύψουν τελικά διαμορφώνουν καθοριστικά τις στρατιωτικές δυνατότητες, καθώς οι ρυθμίσεις μπορούν για αχρηστέψουν πανάκριβα και αποτελεσματικά όπλα και οπλικά συστήματα.
Το θέμα της «μερικής αποστρατιωτικοποίησης» των ελληνικών νησιών -όπως και άλλα θέματα- βρίσκεται ήδη στο «πακέτο» των επικείμενων ελληνοτουρκικών «διερευνητικών» συνομιλιών παρά το γεγονός ότι η ελληνική κυβέρνηση προβάλλει την πάγια θέση πως «μόνο αντικείμενο διαλόγου με την Τουρκία είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας».
Η Άγκυρα ήδη με δύο Navtex (αναμένονται και άλλες προσεχώς) υπογραμμίζει τη θέση της ότι για τη Χίο (14 Σεπτεμβρίου) και τη Λήμνο (22 Σεπτεμβρίου) «το καθεστώς αποστρατιωτικοποίησης όπως ορίζεται από τη Συνθήκη της Λωζάννης το 1923 έχει παραβιαστεί».
Ένα δεύτερο ζήτημα που βρίσκεται στο πακέτο του ελληνοτουρκικού διαλόγου έχει να κάνει με τις λεγόμενες «αμφισβητούμενες θαλάσσιες περιοχές». Και σ’ αυτό το θέμα η αμερικανική στάση είναι επίσης αποκαλυπτική:
Με κείμενο που ανάρτησε στο Twitter, η αμερικανική πρεσβεία στην Τουρκία ξεκαθαρίζει ότι ο Χάρτης της Σεβίλλης δεν συνιστά νομικό έγγραφο και συνεπώς δεν έχει δεσμευτική νομική ισχύ για τον καθορισμό των θαλασσίων συνόρων μεταξύ κρατών.
Ο εν λόγω χάρτης δημιουργήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 2000 από το Πανεπιστήμιο της Σεβίλλης, όταν η Ευρωπαϊκή Ένωση ζήτησε την απεικόνιση των ΑΟΖ των ευρωπαϊκών κρατών με βάση το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982. Σ’ αυτόν τον χάρτη καταγράφεται η σύνδεση ελληνικής και κυπριακής ΑΟΖ.
Θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η αμερικανική στάση σχετικά με την ύπαρξη αμφισβητούμενων θαλασσίων περιοχών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας είναι απόλυτα συνεπής.
Απόρρητο έγγραφο
Τα όσα διαβάζουμε στο παρακάτω απόρρητο έγγραφο (27 Δεκεμβρίου 2001) της Διεύθυνσης – Τμήμα Αεροναυτιλιακό του ελληνικού ΥΠΕΞ με θέμα «Απάλειψη θαλασσίων συνόρων Ελλάδας – Τουρκίας σε νατοϊκούς χάρτες» είναι αποκαλυπτικά και εξηγούν έως έναν βαθμό γιατί έχουμε φτάσει σήμερα σ’ αυτό το σημείο:
«Όπως μας γνώρισε το ΓΕΕΘΑ, η χώρα μας, μετά την υπογραφή σχετικής συμφωνίας 1996, με τη Γεωγραφική Υπηρεσία των ΗΠΑ (National Imagery and Mapping Agency / NIMA/USA) συμμετέχει στο πρόγραμμα κατάρτισης ψηφιακών / διανυσματικών χαρτών (VMAP) κλίμακας 1:250.000. Στο εν λόγω πρόγραμμα συμμετέχει και η Τουρκία.
Στους χάρτες αυτούς έχει συμφωνηθεί να απεικονίζονται τα στοιχεία που περιέχονται στους ισχύοντες στα πλαίσια του ΝΑΤΟ αναλογικούς (χάρτινους) χάρτες, πολλοί εκ των οποίων έχουν καταρτιστεί το 1973 από τη ΝΙΜΑ. Πέντε (5) από τους εν λόγω χάρτες (δύο εκδόσεων 1973 και τρίτης έκδοσης 1983) αποτυπώνουν το ελληνικό και τουρκικό έδαφος, απεικονίζουν δε τη γραμμή των θαλασσίων συνόρων Ελλάδας – Τουρκίας.
Κατά τη σύνοδο της Διευθύνουσας Επιτροπής VMAP, τον Μάιο 2001, η αμερικανική προεδρία πρότεινε στην ελληνική πλευρά να μην εμφανίσει τα θαλάσσια σύνορα Ελλάδας – Τουρκίας στον ψηφιακό χάρτη που έχει αναλάβει να καταρτίσει. Ανέφερε, δε, ότι προσανατολίζεται στην αναθεώρηση των κοινών χαρτών, ώστε να μην απεικονίζονται τα εν λόγω θαλάσσια σύνορα, μετά από σχετική υπόδειξη του State Department.
Μετά την αντίδραση της ελληνικής πλευράς (σύμφωνα και με οδηγίες από πλευράς ΥΠΕΞ), η ΝΙΜΑ προχώρησε, τον Ιούνιο 2001, μονομερώς και χωρίς την τήρηση των προβλεπομένων διαδικασιών από την Γεωγραφική Πολιτική του ΝΑΤΟ, χωρίς δηλαδή προηγούμενη ενημέρωση του ΝΑΤΟ, ούτε και προηγούμενη συνεργασία με τις χώρες που έδαφός τους απεικονίζεται, σε αναθεώρηση, στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, τεσσάρων αναλογικών (χάρτινων) χαρτών Συνδυασμένων Επιχειρήσεων Αέρος, (Joint Operations Graphic-Air/JOG-A), απαλείφοντας τα θαλάσσια σύνορα Ελλάδας-Τουρκίας, όπως αυτά απεικονίζονται στους χάρτες του 1973.
Σύμφωνα με την επιχειρηματολογία της αμερικανικής πλευράς, η αναθεώρηση των χαρτών αυτών έγινε κατόπιν εντολής του State Department, το οποίο δεν γνωρίζει δήθεν την ύπαρξη συνθηκών που καθορίζουν τα θαλάσσια σύνορα Ελλάδος-Τουρκίας αποδεκτές και από τις δύο χώρες. Επιπλέον, ως αμερόληπτος τρίτος δεν επιθυμεί να λάβει θέση επί των διισταμένων εν προκειμένω απόψεων Ελλάδας και Τουρκίας. Τέλος, η προαναφερθείσα αναθεώρηση οφείλεται σε απόφαση των ΗΠΑ να μην απεικονίζουν στους χάρτες του είδους αυτού θαλάσσια σύνορα γενικώς.
Σύμφωνα με όσα μας εγνώρισε προφορικώς το ΓΕΕΘΑ, η διαδικασία που ακολουθείται προκειμένου να γίνει χρήση χαρτών στα πλαίσια του ΝΑΤΟ, είναι η επίσημη κυκλοφορία τους από τη ΝΙΜΑ στις χώρες του Οργανισμού. Παράλληλα, οι ΗΠΑ τους περιλαμβάνουν σε ετήσια έκδοσή τους την «Geostar A», την οποία αποστέλλουν σε όλες τις νατοϊκές αρχές. Αφ’ ης στιγμής οι χάρτες κυκλοφορήσουν και δημοσιευθούν ως ανωτέρω, ενδεχόμενες αντιρρήσεις μιας χώρας είναι δυνατόν να προβληθούν στην Geographic Conference του ΝΑΤΟ, η οποία συνεδριάζει άπαξ του έτους (Ιούνιος), και στην οποία μετέχουν όλες οι χώρες μέλη, ενώ οι αποφάσεις λαμβάνονται με ομοφωνία.
Ως εκ τούτου, η εκ των υστέρων διαμαρτυρία μας στην Geographic Conference του ΝΑΤΟ, όχι μόνον θα είναι χωρίς αποτέλεσμα (λόγω της αρχής της ομοφωνίας) αλλά επιπλέον, θα αποτελέσει και ευκαιρία για την Τουρκία να θέσει θέμα “ελληνοτουρκικών συνοριακών διαφορών”, στα πλαίσια νατοϊκού οργάνου. Πιθανότατα δε, το ζήτημα θα παραπεμφθεί προς επίλυση σε διμερές επίπεδο, μεταξύ ελληνικής και τουρκικής πλευράς.
Από τα ανωτέρω καθίσταται προφανές ότι η καθιέρωση των εν λόγω χαρτών στα πλαίσια του ΝΑΤΟ θα πλήξει καίρια τα εθνικά μας συμφέροντα και θα δημιουργήσει ζήτημα «συνοριακών διαφορών μας», με την Τουρκία και προηγούμενο αμφισβήτησης για άλλες παρόμοιες ή συναφείς ενέργειες στο μέλλον.
Από πλευράς μας έχουμε προβεί σε διαβήματα προς Αμερικανική πλευρά στην Αθήνα, Ουάσιγκτον και Βρυξέλλες.
Αθήνα, 27 Δεκεμβρίου 2001»
Σύμφωνα, λοιπόν, με όσα διαβάσαμε στο παραπάνω «απόρρητο» κείμενο του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών, από το 2001 μέχρι -όπως αποδεικνύεται- και σήμερα:
● Για τις ΗΠΑ υπάρχει αμφισβήτηση των συνόρων καθώς δεν υπάρχουν συνθήκες τις οποίες να αποδέχονται και τα δύο μέρη (Ελλάδα – Τουρκία).
● Ο «αμερόληπτος τρίτος» Αμερικανός επιδιαιτητής δεν λαμβάνει θέση επί της διαφοράς και ως εκ τούτου εξαφανίζει τα όρια, μια που έτσι κι αλλιώς το Αιγαίο το αντιλαμβάνεται πρώτα και κύρια ως δικό του γήπεδο!
● Οι ΗΠΑ, ως παγκόσμια αυτοκρατορία, προφανώς «μισεί» τους φραγμούς των συνόρων και (όπου την παίρνει) τα καταργεί γενικώς!
Οι μαριονέτες των Αθηνών
Όλα αυτά εξηγούν, ως ένα βαθμό και τη σημερινή αμερικανική πίεση για την μερική αποστρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών, καθώς για τους επιτελείς της αυτοκρατορίας είναι μείζονος σημασίας ο «ελληνοτουρκικός χώρος» να παραμείνει ενιαίος και αδιαίρετος κάτω από τη ΝΑΤΟϊκή ομπρέλα.
Στο πλαίσιο αυτό οι Αμερικανοί είναι διατεθειμένοι να κάνουν πολλά και διάφορα χατίρια στον Ερντογάν προκειμένου να μην απομακρυνθεί (περισσότερο) από τη δυτική – αμερικανική σφαίρα επιρροής. Από τη στιγμή μάλιστα που τα παπούτσια του Ερντογάν μπορεί να γυαλιστούν από ελληνικές πρόθυμες γλώσσες οι Αμερικανοί ζητούν από το ελληνικό σύστημα να κάνει αυτή τη θυσία, για το καλό της συμμαχίας…
Αν και όλα τα παραπάνω προσφέρουν μια εξήγηση για τη στάση των Αμερικανών και των Τούρκων, δεν είναι αρκετά για να επεξηγήσουν τη στάση των ελληνικών κυβερνήσεων των τελευταίων δεκαετιών, ειδικά από την εποχή της κρίσης των Ιμίων, μέχρι και σήμερα.
Πράγματι δυσκολεύεται να κατανοήσει κανείς με πoιο σκεπτικό οι δύο τελευταίες κυβερνήσεις της χώρας (για να περιοριστούμε μόνο στα τελευταία γεγονότα) ο ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ. διαπραγματεύτηκαν (Τσίπρας) και υπέγραψαν (Μητσοτάκης) την νέα αναβαθμισμένη ελληνοαμερικανική συμφωνία στρατιωτικής συνεργασίας.
Με την εν λόγω συμφωνία, όπως είναι γνωστό πια, οι Αμερικανοί κατέχουν ως βάσεις στρατηγικά (για τα συμφέροντά τους) σημεία της ελληνικής επικράτειας και έχουν το δικαίωμα να δημιουργήσουν κι άλλες όποτε αυτό οι ανάγκες (τους) το απαιτήσουν!
Παρ’ όλα αυτά, ή μάλλον εξ αιτίας όλων αυτών, η Ουάσιγκτον αντιμετωπίζει την χώρα ως αποικία της παζαρεύοντας κυριαρχικά της δικαιώματα και τις κυβερνήσεις της γλώσσες για να γυαλίζουν παπούτσια, στην προκειμένη περίπτωση του Ερντογάν.
Το παρελθόν διδάσκει
Τέλος, μια ιστορία του παρελθόντος έχει τη σημασία της: Τα ταραγμένα χρόνια του 1947, στον εμφύλιο, από το αεροδρόμιο της Λέρου σηκώνονταν αμερικανικά και αγγλικά αεροπλάνα για να ρίξουν τις ναπάλμ κατά των θέσεων του Δημοκρατικού Στρατού. Τότε η Σοβιετική Ένωση διαμαρτυρήθηκε υπογραμμίζοντας ότι με βάση τις Συνθήκες (Παρισιού του 1947) παραχώρησης των νησιών στην Ελλάδα, αυτά θα έπρεπε να είναι αποστρατιωτικοποιημένα.
Στα απαντητικά τους υπομνήματα, τότε, οι Αμερικανοί υποστήριξαν ότι η Ελλάδα έχει δυνατότητα και δικαίωμα να χρησιμοποιεί και να επεκτείνει στρατιωτικά μέσα και εγκαταστάσεις προκειμένου να αντιμετωπίσει εξωτερική επιβουλή.
Για τους Αμερικανούς και λοιπούς προστάτες, προφανώς, οι κομμουνιστές ήταν «εξωτερική επιβουλή» τότε, ενώ σήμερα η Τουρκία προφανώς είναι ο γαλατάς που χτυπάει την πόρτα…
Πηγή : ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου