Της Κρινιώς Καλογερίδου *
Δεν ξέρω τι γίνεται στις ξένες χώρες, αλλά στην Ελλάδα τουλάχιστον αυτό που έμενε αμετάβλητο μέσα στον χρόνο ήταν η ξαναζεσταμένη ελπίδα στις καρδιές των Ελλήνων (παραμονές των εκάστοτε εκλογών) ότι η επόμενη κυβέρνηση την οποία θα ψήφιζαν θα τους έδινε ό,τι δεν μπόρεσαν να τους δώσουν οι άλλες.
Έτσι περνούσαν οι δεκαετίες, ολοκληρώνονταν οι κύκλοι ζωής και άρχιζαν νέοι, με τους Έλληνες να περιμένουν καρτερικά από γενιά σε γενιά να αλλάξουν τα πολιτικά πράγματα στην Ελλάδα και να έρθει η ευλογημένη στιγμή για να τους κυβερνήσει ένας σπουδαίος ηγέτης.
Ένας ηγέτης που θα είχε την ικανότητα να βελτιώσει τις συνθήκες ζωής τους και να κάνει την παραμελημένη πατρίδα τους να προχωρήσει ένα βήμα μπροστά. Και ήταν τέτοια η λαχτάρα και η προσμονή τους, που γιόρταζαν πρόωρα το ξεκίνημα του κάθε πρωθυπουργού, για να διαπιστώσουν στη συνέχεια ότι ίσχυε αυτό που έλεγε ο Ουίνστον Τσώρτσιλ:
– Πολιτική είναι η ικανότητα να παρουσιάζεις σήμερα τι θα γίνει αύριο και να εξηγείς αύριο γιατί δεν έγινε.
Για να διαπιστώσουν, δηλαδή, ότι ο φέρελπις πρωθυπουργός που περίμεναν αποδείχθηκε είτε μετρίων ικανοτήτων εκπρόσωπος τους λαϊκισμού και της υποκρισίας, με ψαλιδισμένη εθνική συνείδηση, είτε ”τέρας” ευρυμάθειας και γνώσης με λανθάνοντα όμως αρνητικά δείγματα συναισθηματικής νοημοσύνης και γνήσιας φιλοπατρίας.
Και σαν τέτοια εννοώ όχι αυτήν που την ”ντύνουν” οι πολιτικοί με αριστεροδεξιές περικοκλάδες στην προσπάθεια σύζευξης του πατριωτισμού πότε με την αριστερά (”προοδευτικός πατριωτισμός”) και πότε με τη δεξιά (”πατριωτισμός της αλήθειας και της ευθύνης”), αλλά την ”αποποινικοποιημένη” φιλοπατρία, τον ”αποποινικοποιημένο” ιδεολογικά και πολιτικά πατριωτισμό.
Τον πατριωτισμό που δεν μένει στα λόγια, αλλά προχωράει σε έργα. Δεν επιλέγει να προσαρμοστεί στο κομματικό όραμα κανενός Τσίπρα ή Μητσοτάκη για να πείσει για τις ανιδιοτελείς, πατριωτικές του προθέσεις. Δεν τσιγκουνεύεται να ομολογήσει την αγάπη του για την πατρίδα από φόβο μήπως την ταυτίσουν με τον εθνικισμό της φασιστικής όψης και των θηριωδιών του ναζισμού.
Αυτές οι διαπιστώσεις, φυσικά – για τον υπαρκτό ή ανύπαρκτο πατριωτισμό των πρωθυπουργών – δεν γίνονται στην αρχή της πορείας κάθε κυβέρνησης (η οποία ξεγελάει, συνήθως, με το ψευδεπίγραφο των προθέσεών της), αλλά στην πορεία της θητείας της όπου αποκαλύπτονται οι αδυναμίες ή οι λάθος επιλογές του επικεφαλής της. Αδυναμίες που τον αναγκάζουν να προβαίνει περιοδικά σε ανασχηματισμούς.
Ανασχηματισμούς οι οποίοι φιλοδοξούν να θεραπεύσουν προβλήματα, όπως η αδυναμία αντιμετώπισης των προβλημάτων της καθημερινότητας των πολιτών, η σχέση διαπλοκής μελών της κυβέρνησης με τα ΜΜΕ, η προσκόλλησή της σε παλαιοκομματικές ιδεοληψίες και η σχέση εξάρτησης που έχει (στην Εσωτερική και Εξωτερική της πολιτική) από τα ντόπια συμφέροντα και τους ”Μεγάλους” της ΝΑΤΟϊκής Συμμαχίας.
Τους Μεγάλους ”φίλους” και ”συμμάχους” μας με τους οποίους συμπλέουν συχνά οι ελίτ του τόπου που βγάζουν ενίοτε… κυβερνήσεις. Οι ελίτ οι οποίες τις επηρεάζουν, όπως επηρεάζουν και την κρίσιμη μάζα των ψηφοφόρων στην εξελισσόμενη κοινωνία μας.
Εστιάζοντας στον τελευταίο ανασχηματισμό (δεύτερο επί διακυβέρνησης Κυριάκου Μητσοτάκη) θα λέγαμε ότι αυτός έγινε βασικά για να αλλάξει τα αρνητικά δεδομένα των κυβερνητικών επιδόσεων σε δύο κυρίως τομείς: στην Υγεία (λόγω πανδημίας) και την Πολιτική Προστασία (λόγω πυρκαγιών).
Στον απόηχο του διαχωρισμού εμβολιασμένων-ανεμβολίαστων (που ξεσήκωσε θύελλα κοινωνικών αντιδράσεων) και υπό τις αναθυμιάσεις της τέφρας στην πυρπολημένη ως χθες Ελλάδα, επόμενο ήταν να υπήρχαν προσδοκίες στον πρωθυπουργό ότι το νέο υπουργικό σχήμα (στον τομέα ειδικά της Πολιτικής Προστασίας) θα απέδιδε χάρη στον διακομματικό χαρακτήρα που επέλεξε να του δώσει στο πρόσωπο του Ευ. Αποστολάκη.
Φευ!.. Η… επιχείρηση συναινετικής διάθεσης του Κ. Μητσοτάκη, ως προανάκρουσμα – ίσως – μελλοντικής συγκυβέρνησης με τον Α. Τσίπρα, στέφθηκε από αποτυχία λόγω ετεροχρονισμένης απόρριψης από τον ε.α Ναύαρχο της πρότασης του πρωθυπουργού για υπουργοποίησή του.
Με αφορμή μάλιστα την… ”κίνηση ματ” του τελευταίου που εξελίχθηκε σε παρωδία, δημιουργήθηκε το ”Υπουργείο της Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας”, επικεφαλής του οποίου τέθηκε ο θαυμαστής του Σημίτη Κύπριος πολιτικός Χρήστος Στυλιανίδης (αφού πήρε προηγουμένως την ελληνική υπηκοότητα πριν ορκιστεί), με υφυπουργό τον ε.α. πτέραρχο Ευάγγελο Τουρνά.
Τα δεδομένα αυτά, όπως και το γεγονός ότι δεν ”πειράχτηκαν” οι τομείς της Οικονομίας (Σταϊκούρας) και της Παιδείας (Κεραμέως), όπου – δημοσκοπικά – οι υπουργοί τα πήγαν καλά (αν και η ”εκπαιδευτική μεταρρύθμιση” της τελευταίας προκάλεσε πολλά προβλήματα σε χιλιάδες νέους, γιατί – αν και έγραψαν καλά – αποκλείστηκαν απ’ τις Σχολές επιλογής τους λόγω του νέου συστήματος), επιβεβαιώνουν τις εκτιμήσεις μου ότι οι επιδόσεις των εν λόγω υπουργών θα προβληθούν προσεχώς στη ΔΕΘ ως επιτυχές παράδειγμα μεταρρυθμίσεων.
Ειδικά μάλιστα όταν – σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η ΕΛΣΤΑΤ – καταγράφηκε εκρηκτική αύξηση του ΑΕΠ της τάξης του 16,2% στο β’ τρίμηνο του 2021. Κάτι ιδιαίτερα ευοίωνο για την εθνική Οικονομία, αν και την πορεία ανάκαμψής της σκιάζουν η πανδημία και οι κομματικές αντιπαραθέσεις οι οποίες ξεπερνούν σε θέρμη τον εμβολιαστικό ”πυρετό”.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως – όσο δε λέει να κοπάσει αυτή, αλλά αντίθετα έχει την τάση να εκδηλώνει εξάρσεις κατά τόπους – ο πρωθυπουργός δεν θα μπορεί να ελπίζει σε βελτίωση του γενικότερου κλίματος που το επιβαρύνουν οι εξωθεσμικές παρεμβάσεις και οι πιέσεις που ασκούνται στο ΕΣΥ.
Πιέσεις που θα εντείνονται συνεχώς οδηγώντας εκτός ορίων το συγκρουσιακό κλίμα εμβολιασμένων-ανεμβολίαστων και την υπομονή των Ελλήνων που δοκιμάζεται μετά τα σκληρά κυβερνητικά μέτρα κατά των τελευταίων και τα συνεχιζόμενα lockdowns στην αγορά κατά τόπους.
Έτσι ο πρωθυπουργός θα συνεχίσει να παραμένει εγκλωβισμένος στο υπάρχον ασταθές περιβάλλον πολιτικής, ενώ θα έπρεπε ήδη να έχει επανέλθει στον βηματισμό της πραγματικής εξουσίας και να σχεδιάζει στρατηγικά την αντιμετώπιση του κυρίως εχθρού στο πεδίο της Εξωτερικής πολιτικής μας.
Κι αυτό γιατί ο Τούρκος έχει αποδείξει ιστορικά ότι δεν ξέρει από ”fair play”, αλλά αντίθετα ψάχνει να βρει ευκαιρία να χτυπήσει τον αντίπαλο (τον Έλληνα, εν προκειμένω, Ελλαδίτη ή Ελληνοκύπριο) την ώρα της μεγάλης ανάγκης και αδυναμίας του.
Ηχούν ακόμα στ’ αυτιά μας, άλλωστε, οι καλοκαιρινές δηλώσεις του ΥΠΑΜ της Τουρκίας Χουλουσί Ακάρ περί ”Γαλάζιας Πατρίδας”, νησιών και προσφυγικού, έτσι που να μην υπάρχει αμφιβολία για τις φθινοπωρινές προθέσεις του επιθετικού γείτονα σε βάρος των ελληνικών και κυπριακών κεκτημένων.
Αυτά καλούνται να αντιμετωπίσουν ως τρέχοντα εθνικά ζητήματα οι Μητσοτάκης και Δένδιας, χωρίς να ξεχνούν το μεταξύ σφύρας και άκμονος Κυπριακό, την επιτακτική ανάγκη για ΜΗ υπογραφή των σκοπιανών Πρωτοκόλλων (ώστε να μην αποκτήσει ισχύ Διεθνούς Συνθήκης η ”συμφωνία των Πρεσπών”) και τον Αλβανικό μεγαλοϊδεατισμό.
Τον Αλβανικό μεγαλοϊδεατισμό που πάει χέρι χέρι με τον αναθεωρητισμό της Τουρκίας στη Θράκη και το Αιγαίο) και επιδιώκει να λειτουργήσει – μετά την από κοινού προσφυγή στη Χάγη για διευθέτηση της υφαλοκρηπίδας μας – ως το μακρύ χέρι της Τουρκίας κατά των ελληνικών συμφερόντων στο Ιόνιο και των συμφερόντων της ελληνικής Μειονότητας της Βορείου Ηπείρου.
Κοντά σ’ αυτά ή αλληλένδετα με αυτά είναι τα των συμμαχιών μας, που έχουν αποδείξει δυστυχώς ότι η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη ασκεί χειραγωγίσιμη από τους ξένους Εξωτερική πολιτική.
Κι αυτό δε φάνηκε μόνο απ’ την ημιτελή ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία που υπέγραψε ο Ν. Δένδιας αφήνοντας ”αδιάθετη” (προς άγραν των Τούρκων) την μεγάλης γεωπολιτικής σημασίας θαλάσσια ζώνη μεταξύ 28ου-32ου Μεσημβρινού (η οποία περιλαμβάνει το Καστελόριζο και την μισή Ρόδο).
Δε φάνηκε μόνο απ’ την ανοχή μας απέναντι στα τουρκικά αλιευτικά που αλώνιζαν μέχρι χθες απρόσκοπτα στο Αιγαίο και την επί τρίμηνο παραβίαση των ελληνικών χωρικών υδάτων έξω απ’ το Καστελόριζο από το τουρκικό ερευνητικό Oruc Reis.
Δε φάνηκε μόνο απ’ την υπαναχώρηση του πρωθυπουργού στο θέμα της δικαιωματικής επέκτασης των ΕΧΥ στα 12 νμ ούτε στο θέμα της μη αντίδρασης εκ μέρους του (η εκκωφαντική σιωπή ισοδυναμεί με ένοχη, σιωπηρή αποδοχή ενίοτε) στην προτροπή-πρόκληση Γερμανών και Αμερικανών για αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του Αιγαίου (κυρίαρχο αίτημα της Τουρκίας τα τελευταία χρόνια).
Φάνηκε, προπάντων, απ’ την αιφνιδιαστική υπαναχώρησής μας στο θέμα της έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων (παρά τις σχετικές συμφωνίες που υπογράψαμε με ξένες εταιρείας και την ΕΛ.ΠΕ το ’19), όταν – κατά τη διάρκεια επίσκεψής του στη Σαουδική Αραβία – ο κ. Δένδιας δήλωσε (σε συνέντευξή του στο Arab News) ότι η Ελλάδα δε θα γίνει χώρα παραγωγής υδρογονανθράκων.
Για να ακολουθήσει αμέσως μετά η συμπληρωματική δήλωσή του – απόλυτα ταυτισμένη με εκείνην του πρωθυπουργού – ότι δε θα γίνουν εξορύξεις στο Αιγαίο. Και, ω του θαύματος – μετά την ”αποκατάσταση της τάξης” – ακολούθησε η φωτογραφία του χαμογελαστού ΥΠΕΞ με τον επίσης χαμογελαστό Αμερικανό πρέσβη (Τζέφρι Πάιατ) προς δόξαν της εξαρτημένης απ’ το διεθνές κατεστημένο πορείας μας που καγχάζει στο άκουσμα περί ”ανεξάρτητης” Εξωτερικής πολιτικής μας.
Κάπως έτσι, σκέφτομαι, λειτουργεί και η Εσωτερική πολιτική μας, μόνο που σε αυτήν – αντί των εξωτερικών παρεμβάσεων – έχουμε ντόπιες παρεμβάσεις ακόμα και σε κυβερνητικούς ανασχηματισμούς (βλ. ικανοποίηση Βαρδή Βαρδινογιάννη για την επάνοδο Θεοδωρικάκου στην κυβέρνηση, πράγμα που μας κάνει να αναρωτιόμαστε αν ο διορισμός του στο πρώτο κυβερνητικό σχήμα ως υπουργού Εσωτερικών έγινε κατά… παραγγελία, χωρίς αυτό να αμφισβητεί τις ικανότητές του).
Γι’ αυτού του τύπου τις παρεμβάσεις της ”αθηναϊκής ελίτ” είχαν μιλήσει πολλοί, βέβαια – άμεσα ή έμμεσα – από χρόνια, με κορυφαίο τον ”αντι-ελιτιστή” υπουργό Οικονομικών της κυβέρνησης Σαμαρά (2014-’15) Γκίκα Χαρδούβελη ο οποίος μίλησε τον Οκτώβριο του ’19 για τις δέκα οικογένειες που κυβερνούν την Ελλάδα και χρηματοδοτούν πολιτικούς και ΜΜΕ.
Ωστόσο, ως όμηροι του Μιθριδατισμού, το ακούσαμε και αυτό χωρίς να ξαφνιαστούμε και – έχοντας αποκτήσει… ανοσία σε φαινόμενα ηθικής, εθνικής, κοινωνικής και αξιακής κατάπτωσης – σκύψαμε το κεφάλι υποτακτικά και συνεχίσαμε να αποδεχόμαστε μοιρολατρικά την πορεία εξάρτησης της χώρας μας από συμφέροντα στην Εσωτερική και Εξωτερική πολιτική μας…
* Κρινιώ Καλογερίδου (Βούλα Ηλιάδου - συγγραφέας)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου