Καμία άλλη χώρα του ΝΑΤΟ δεν έχει διαθέσει στους Αμερικανούς τόσο πολλές στρατιωτικές βάσεις, όσες ετοιμάζεται τώρα να εκχωρήσει η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας
Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Δεν υπάρχει ούτε μία (αρ. 1) χώρα του ΝΑΤΟ που να έχει διαθέσει στους Αμερικανούς τόσο πολλές στρατιωτικές βάσεις, να τους έχει εκχωρήσει πρακτικά όλο το έδαφος της χώρας, όσες ετοιμάζεται τώρα να εκχωρήσει η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, των κ.κ. Μητσοτάκη και Δένδια.
Τη στιγμή που γράφεται αυτό το άρθρο, οι εφημερίδες αναφέρουν, κατόπιν διαρροών από το υπουργείο Εξωτερικών, ότι οι Αμερικανοί θα μας δώσουν σε αντάλλαγμα της αυτοκατάργησης του ελληνικού κράτους μια ακόμα επιστολή, όπως αυτές του Κίσσινγκερ και του Πομπέο, που απεδείχθησαν άνευ οποιασδήποτε αξίας, ότι μας εγγυώνται τα κυριαρχικά μας δικαιώματα.
Αν τα πράγματα έχουν έτσι, και πιθανότατα έχουν, πρέπει να σημειώσουμε ότι και η Τουρκία ακόμα μπορεί να υπογράψει τέτοιες επιστολές. Δεν αμφισβητεί την ύπαρξη της Ελληνικής Δημοκρατίας και των κυριαρχικών της δικαιωμάτων. Η διαφορά Αθήνας και Άγκυρας δεν συνίσταται στο αν υπάρχουν κυριαρχικά δικαιώματα, συνίσταται στο ποια είναι αυτά. Αν δηλαδή καλώς ασκούμε κυριαρχία στα νησιά του Αιγαίου και στη Γαύδο και αν έχουμε δικαίωμα να τα εξοπλίζουμε. Μάλιστα, αυτές οι τουρκικές διεκδικήσεις έχουν τεθεί όχι μόνο με την ανοχή, αλλά με την υποκίνηση των ίδιων των Ηνωμένων Πολιτειών (!). Επ΄αυτών των διαφορών η Ουάσιγκτον έχει μονίμως τηρήσει στάση ουδετερότητας, παρεμβαίνοντας μάλιστα στα Ίμια το 1996, τα κατέστησε επισήμως, με τη σύμφωνη γνώμη της κυβέρνησης Σημίτη και Πάγκαλου, ζώνη αμφισβητούμενης κυριαρχίας.
Το μόνο κράτος στην περιοχή του οποίου όντως αμφισβητείται ακόμα και η νομιμότητα της ύπαρξής του και κατ’ επέκτασιν η ύπαρξη κυριαρχικών δικαιωμάτων είναι η Κυπριακή Δημοκρατία. Και αυτή φρόντισαν να την αποκλείσουν οι κ.κ. Μητσοτάκης και Δένδιας από την ελληνογαλλική συμφωνία, όχι μόνο υπονομεύοντας την αρχικά καλή ιδέα μιας στρατηγικής προσέγγισης με τη Γαλλία, αλλά προκαλώντας και νέους σοβαρούς και μακροχρόνιους κινδύνους για τον ελληνισμό και στην Ελλάδα και στην Κύπρο.
Η στρατηγική λειτουργία των αμερικανικών βάσεων
Στο προηγούμενο άρθρο μας, εξετάσαμε τη στρατηγική λειτουργία των νέων βάσεων που εγκαθιστούν οι Αμερικανοί στην Ελλάδα και που είναι διπλή:
- Η προετοιμασία πολέμου κατά της Ρωσίας
- Ο νέο-αποικιακός έλεγχος της Ελλάδας, των ενόπλων δυνάμεων και των υπηρεσιών της και η σταδιακή ολοκλήρωση της μετατροπής τους από όργανο υπεράσπισης της Ελλάδας σε εργαλείο των “Προστατών” της.
Εξετάσαμε επίσης τη στρατηγική σημασία που έχει η Αλεξανδρούπολη σε αυτή τη διαδικασία λόγω της εγγύτητάς της προς την Κριμαία και του μικρού χρόνου πτήσης των πυραύλων μεταξύ της Θράκης και της χερσονήσου αυτής, που καθιστούν τη βάση αυτή αντικειμενικά στόχο πρώτης προτεραιότητας σε περίπτωση σύρραξης στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας και των Βαλκανίων.
Αυτή η στρατηγική σημασία πολλαπλασιάζεται από δύο ακόμα παράγοντες. Ο πρώτος είναι η εγγύτητα της Αλεξανδρούπολης προς τα Στενά, που καθιστά την εκεί αμερικανική βάση κεντρικής σημασίας για τον έλεγχό τους και πολλαπλασιάζει τους λόγους κατά προτεραιότητα στοχοποίησής της. Ο δεύτερος είναι ότι, όπως φάνηκε από τις πρόσφατες χερσαίες ασκήσεις του ΝΑΤΟ, στην Ανατολική Ευρώπη (που κινητοποίησαν τις μεγαλύτερες δυνάμεις στην ιστορία του οργανισμού), η Αλεξανδρούπολη γίνεται το κύριο λιμάνι ανεφοδιασμού για τις ΝΑΤΟϊκές δυνάμεις στα Βαλκάνια και επέκεινα.
Εξετάσαμε επίσης το διεθνές περιβάλλον μέσα στο οποίο γίνονται όλα αυτά, ένα απολύτως απρόβλεπτο περιβάλλον ιστορικά πρωτοφανούς αστάθειας, όπου Αμερική και Ρωσία έχουν κατεβάσει κατά τρόπο πολύ επικίνδυνο το κατώφλι χρήσης των πυρηνικών όπλων θεάτρου και μέσου βεληνεκούς, ακόμα και σε μια αρχικά καθαρά συμβατική σύρραξη, ενώ έχει διαλυθεί σχεδόν όλο το σύστημα ελέγχου των εξοπλισμών που συνομολογήθηκε μεταξύ ΗΠΑ και ΕΣΣΔ πριν από τριάντα χρόνια. Αναφέραμε επίσης τις σοβαρές ενδείξεις ότι στον αμερικανικό στρατηγικό σχεδιασμό περιλαμβάνεται το σενάριο μιας τοπικής, περιορισμένης σύρραξης στο χώρο των Βαλκανίων και της Μαύρης Θάλασσας, ενώ υπενθυμίσαμε και το προηγούμενο της παρ’ ολίγον κρίσης με το βρετανικό πολεμικό στην Κριμαία το περασμένο καλοκαίρι.
Αντιλαμβάνομαι ότι αναγνώστες, μη εξοικειωμένοι με αυτά τα ζητήματα, θα τα εξορκίσουν όλα αυτά ως σενάρια μικρής πιθανότητας. Δεν μπορώ (και κανείς δεν μπορεί) να υπολογίσει τις πιθανότητες να υλοποιηθούν. Αλλά και το σενάριο ενός ελληνοτουρκικού πολέμου είναι “μικρής πιθανότητας”. Αυτό δεν μας εμπόδισε επί σαράντα χρόνια να ξοδεύουμε τα μαλλιά της κεφαλής μας για να το αντιμετωπίσουμε. Γιατί πρέπει να αδιαφορήσουμε για το πού μπορεί να εμπλακούμε με όλες αυτές τις βάσεις που τοποθετούμε;
Τι θα συμβεί αν…
Ας υποθέσουμε τώρα ότι ένα μικρό τακτικό πυρηνικό βλήμα πλήττει την Αλεξανδρούπολη, για τους λόγους που εξηγήσαμε. Στην πραγματικότητα είναι απίθανο να είναι μόνο ένα, γιατί αυτός που θα το εκτοξεύσει θέλει να είναι σίγουρος για το αποτέλεσμα.
Δεν έχει πολύ νόημα να εξετάσουμε το τι θα συμβεί στη Θράκη σε μια τέτοια περίπτωση. Η καταστροφή θα είναι ανυπολόγιστη. Όμως στο Αιγαίο επικρατούν κατά το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου, βορειοανατολικοί άνεμοι, τα γνωστά μας μελτέμια. Αν η επίθεση λάβει χώρα μια τέτοια μέρα, η ραδιενεργός τέφρα θα μεταφερθεί εντός ελαχίστου χρόνου στο λεκανοπέδιο της Αττικής όπου κατοικεί ο μισός ελληνικός πληθυσμός.
Τι θα γίνει σε μια τέτοια περίπτωση; Δεν θα υπάρχει ασφαλώς κανένας Χαρδαλιάς να πραγματοποιήσει την εκκένωση του λεκανοπεδίου, ούτε και θα είναι εφικτή. Αυτό που θα συμβεί είναι ότι αυτοί που λαμβάνουν σήμερα αυτές τις τυχοδιωκτικές, εγκληματικές και, τολμώ να πω, βαθειά αντεθνικές, ανθελληνικές αποφάσεις, θα πάρουν τα Φάλκον τους, αν είναι ακόμα στην εξουσία, και θα πετάξουν στη Γενεύη, το Λονδίνο και το Παρίσι, όπου διαθέτουν τα εναλλακτικά σπίτια και τις εναλλακτικές πατρίδες τους. Ο ελληνικός λαός όμως που θα πάει;
Ας δεχτούμε προς στιγμήν το επιχείρημα ότι όλα αυτά είναι “μικρής” ή “πολύ μικρής” πιθανότητας σενάρια. Αν ερχόμουν να σας προτείνω να μου νοικιάσετε το υπόγειο του σπιτιού σας για να αποθηκεύσω πυρίτιδα, με ένα πολύ υψηλό τίμημα, διαβεβαιώνοντάς σας ότι είναι εντελώς ακίνδυνο και ότι θα λάβουμε όλα τα δυνατά μέτρα ασφαλείας, θα συμφωνούσατε;
Εκατομμύρια Έλληνες βάζουν ζώνη ασφαλείας κάθε μέρα μπαίνοντας στο αυτοκίνητό τους, παρόλο που η πιθανότητα να πάνε να πέσουνε σε κάποιο φορτηγό είναι απειροελάχιστη. Βάζουμε ζώνη ασφαλείας στα αεροπλάνα, παρόλο που η πιθανότητα να πέσει ένα αεροπλάνο είναι μία στα πέντε εκατομμύρια και η πιθανότητα να μας σώσει η ζώνη απειροελάχιστη.
Γιατί θεωρούμε ορθολογικό να πάρουμε τέτοια μέτρα για να προφυλάξουμε ένα άτομο από εντελώς απίθανους κινδύνους και δεν τα παίρνουμε για μια ολόκληρη χώρα, ένα λαό, ένα έθνος, απέναντι σε έναν κίνδυνο που δεν μπορούμε να σταθμίσουμε ποσοτικά πόσο μεγάλος είναι αλλά που, αν εμφανισθεί, θα σημαίνει την εξαΰλωση του; Γιατί αρμόδιοι και αναρμόδιοι παραδίδονται σε αυτό το θέμα, όπως και σε όλα τα άλλα, στην βολική για τα συμφέροντά τους “κουλτούρα του σορολόπ”, που κατέστρεψε τη χώρα (“έλα μωρέ και τι έγινε;”).
Προφανώς τους αρμόδιους δεν τους απασχολούν αυτά όλα, το ενδεχόμενο δηλαδή να τερματίσουν, με τις πράξεις τους, μια ιστορία χιλιάδων χρόνων. Αν γίνει το κακό δεν θα ασχολείται κανείς μαζί τους. Αν δεν γίνει θα λένε “τα είδατε, κακώς φωνάζατε!”.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ρωσία, η Κίνα, η Ινδία μπορούν να αντιμετωπίσουν και αντιμετωπίζουν το ενδεχόμενο ενός τακτικού, “περιορισμένου” πυρηνικού πολέμου, γιατί μπορούν να το αντέξουν, να επιβιώσουν έστω και με μεγάλες καταστροφές, ακόμα και αν αυτός διεξαχθεί στο έδαφός τους. Έχουν, αν μη τι άλλο, τεράστιο γεωγραφικό βάθος. Η Ελλάδα είναι μια μικρή και πολύ ανοργάνωτη χώρα που δεν μπορεί να επιβιώσει ενός τακτικού “περιορισμένου” πυρηνικού πολέμου, όπως δεν μπορεί να επιβιώσει και μιας καταστροφής ενός πυρηνικού εργοστασίου, όπως αυτές που συνέβησαν στο Θρη Μάιλς Άιλαντ, το Τσέρνομπιλ και τη Φουκουσίμα, για αυτό και δεν πρέπει ποτέ να δώσει το έδαφός της για την κατασκευή τέτοιου εργοστασίου.
Τι λέει ο στρατός;
Αλήθεια, προτού παρθούν αυτές οι αποφάσεις ζητήθηκε άραγε η γνώμη της Διεύθυνσης Ραδιολογικού, Χημικού και Βιολογικού Πολέμου που, αν δεν κάνουμε λάθος, υφίσταται στο ΓΕΕΘΑ (υποθέτουμε γιατί υπάρχει, όχι γιατί δεν υπάρχει πιθανότητα να γίνει τέτοιος πόλεμος) ή της Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας, για το ποιες θα είναι οι συνέπειες από την εμπλοκή της χώρας σε σενάρια περιορισμένου πυρηνικού πολέμου εξαιτίας της εγκατάστασης των νέων βάσεων στη Βόρειο Ελλάδα;
Οι Έλληνες αξιωματικοί, που έχουν ορκιστεί πίστη στην Ελλάδα, όχι στις Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ, αυτοί που φέρουν ακόμα στις στολές τους τα ελληνικά εθνόσημα, όχι την αστερόεσσα ή δεν ξέρω ποιο άλλο σύμβολο, είναι χαρούμενοι και ικανοποιημένοι με όλα αυτά; Ζητήθηκε άραγε η γνώμη τους και αν ζητήθηκε συμφώνησαν;
Το δεύτερο έγκλημα: η χρονική διάρκεια
Σημειωτέον ότι η συμφωνία για τις βάσεις περιέχει και δεύτερο έγκλημα. Δεσμεύει τη χώρα για μια επταετία, τα πέντε πρώτα χρόνια συν μια διορία δύο ετών και μάλιστα τη στιγμή που δεν μπορούμε να προβλέψουμε αξιόπιστα τη διεθνή κατάσταση όχι σε επτά χρόνια, αλλά ούτε σε επτά μήνες. Αναιρεί έτσι μια κύρια ασφαλιστική δικλείδα, που προσέθεσε ο Ανδρέας Παπανδρέου, όταν υποχρεώθηκε να αποδεχθεί την ύπαρξη της Σούδας, παρά τους φόβους του για τη δράση τέτοιων βάσεων και το γεγονός ότι από το 1947 και εντεύθεν, οι ΗΠΑ έχουν αποδειχθεί ο κυριότερος εχθρός της Ελλάδας, έχοντας όχι απλώς ανεχθεί, αλλά υποκινήσει και οργανώσει την τουρκική επιθετικότητα κατά των Ελλήνων της Πόλης, της Κύπρου και της Ελλάδας.
Με άλλα λόγια καθιστά πολύ δύσκολο σε μια οποιαδήποτε αυριανή κυβέρνηση να απειλήσει έστω τους Αμερικανούς με κλείσιμο των βάσεων, αν τυχόν λόγοι εθνικού συμφέροντος, μεταβαλλόμενων διεθνών συνθηκών ή και μείζονος προβλήματος εθνικής ασφαλείας το απαιτεί.
Και δίνουμε αυτό το χαρτί σε ποιόν ακριβώς; Στη δύναμη που οργάνωσε την τουρκική εισβολή στην Κύπρο και την κρίση στα Ίμια, στη δύναμη που άσκησε ασφυκτικές πιέσεις για να διαλυθεί η Κυπριακή Δημοκρατία (σχέδιο Ανάν και Πενταμερής), στη δύναμη που συγκατατέθηκε στο ΔΝΤ (όπου διαθέτει βέτο) στα προγράμματα οικονομικής καταστροφής της Ελλάδας (2010) και της Κύπρου (2013).
Ακριβώς επειδή οι διεθνείς συνθήκες είναι εντελώς απρόβλεπτες είναι, και από την άποψη των πυρηνικών κινδύνων που εξετάζουμε και από την άποψη των εξελίξεων στα ελληνοτουρκικά, εντελώς ανεύθυνη και εγκληματική η απόφαση εγκατάστασης αυτών των βάσεων.
Στην πραγματικότητα, η ελληνοαμερικανική συμφωνία είναι ένας ακόμα σημαντικός σταθμός στην πορεία έκπτωσης, αρπαγής και τελικά τερματισμού του σχεδίου του ελληνικού δημοκρατικού έθνους-κράτους, που ξεκίνησε με την Επανάσταση του 1821. Είναι το ίδιο σχέδιο, ένα πανευρωπαϊκής και παγκόσμιας σημασίας πείραμα, με κρυφές αλλά βαθιές, όχι μόνο οικονομικές, αλλά επίσης πολιτικές, γεωπολιτικές, πολιτιστικές και ιδεολογικές στοχεύσεις, που άρχισε με την αρπαγή της ελληνικής κυριαρχίας στους τομείς της οικονομικής πολιτικής και της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας των Ελλήνων (2010 και μετά) και τώρα περνάει στο δεύτερο κεφάλαιο, της γεωπολιτικής, στην αρπαγή της στρατηγικής υπεραξίας της χώρας, της εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής της, των ενόπλων δυνάμεων και των υπηρεσιών της.
Υ.Γ.: Η εμφάνιση της ηγεσίας Μπάιντεν στις ΗΠΑ, που καταβάλλει προσπάθεια για τη μείωση των εντάσεων στο αμερικανο-ρωσικό μέτωπο θα ήταν μια ευκαιρία και για την κυβέρνηση να ξαναδιαπραγματευθεί το θέμα των παραχωρήσεων προς τους Αμερικανούς, από πιο άνετη θέση. Αλλά βέβαια αυτό προϋποθέτει πολιτικούς που ενδιαφέρονται για τη χώρα τους. Όπως έχουμε ξαναπεί οι δικοί μας δεν είναι μόνο εξαρτημένοι, είναι και καθυστερημένοι. Δεν τους απασχολεί η διεθνής κατάσταση, γιατί ο ρόλος που έχουν επιφυλάξει στον εαυτό τους δεν είναι ηγετών της χώρας τους, αλλά ιμάντων μεταβίβασης των εντολών των Προστατών. Όπως έγραψε ο Γάλλος Ζακ Μεϊνώ στην κλασική μελέτη του για τις ελληνικές πολιτικές δυνάμεις, “δεν τους ενδιαφέρει απλώς να κάνουν αυτά που τους ζητάνε οι Αμερικανοί, σπάνε όλη τη μέρα το κεφάλι τους να βρουν τι άλλο μπορούν να κάνουν για να τους ευχαριστήσουν”. Ούτε επί Πιουριφόι δεν είχε βρεθεί η Ελλάδα και η Κύπρος από κοντά σε τέτοια κατάσταση.
Πηγή: ΚΟΣΜΟΔΡΟΜΙΟ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου