Διαχρονική λιτότητα με ατζέντη το πολιτικό σύστημα
Του Παύλου Δερμενάκη
Η ελληνική οικονομία με έναρξη το 2009 μπήκε πλέον το 2022 στον 14ο χρόνο διαρκούς, συστημικής οικονομικής κρίσης. Το κριτήριο δεν είναι μόνο πότε άρχισε να μειώνεται το ΑΕΠ αλλά από το πότε οι εκάστοτε «κυβερνώντες», το πολιτικό σύστημα ανεξαρτήτως «χρώματος», επικαλέστηκαν αρχικά την προβλεπόμενη οικονομική κατάσταση και άρχισαν να λαμβάνουν μέτρα. Μέτρα πάντοτε σε βάρος της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού και χάιδεμα, αν όχι πλάτες, στους έχοντες και κατέχοντες.
Από τη δεκαετία του ‘70 η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε μία διαδικασία συνεχούς κρίσης η οποία άλλοτε εκδηλώνεται φανερά και άλλοτε κρατιέται, από το πολιτικό σύστημα και την ολιγαρχία, σε λανθάνουσα μορφή για να κάνουν τις δουλειές τους. Χαρακτηριστικότερη περίοδος που την κρίση την έκρυβαν «κάτω από το χαλί» και εμφάνιζαν ανάπτυξη για να κάνουν τις μπίζνες με «τρελά» κόστη σε βάρος του δημοσίου, δηλαδή του λαού, είναι η περίοδος Σημίτη με τα μεγάλα έργα, τα Ολυμπιακά Ακίνητα, τον υπερδανεισμό. Τον λογαριασμό αυτής της περιόδου ανάπτυξης τον πληρώσαμε στην πορεία. Πρώτα με την «απογραφή» και τα μέτρα Καραμανλή (νεωτέρου) και Αλογοσκούφη και αμέσως στη συνέχεια με τα μνημόνια.
Σε όλη την περίοδο της μεταπολίτευσης όταν το πολιτικό σύστημα λαμβάνει σκληρά αντιλαϊκά μέτρα επικαλείται κάποια «ανάγκη» είτε εξωτερική είτε εσωτερική. Από την πετρελαϊκή κρίση του ΄70 και τις συνέπειές της, περάσαμε στο καταναλώνουμε περισσότερα από όσα παράγουμε στη δεκαετία ’80. Στη δεκαετία του ’90 είχαμε την ανάγκη προσαρμογής στην ενιαία αγορά αρχικά και στο ευρώ στη συνέχεια. Στη δεκαετία του 2000 είχαμε αρχικά τον εκσυγχρονισμό και στην συνέχεια την «απογραφή» και τέλος από το 2010 μπήκαμε στα μνημόνια. Σε όλες τις περιόδους είχαμε ανεξέλεγκτη αύξηση του δημοσίου χρέους ενώ παράλληλα το πολιτικό σύστημα έπαιρνε μέτρα για την αντιμετώπιση, όπως έλεγε στα λόγια, των δημοσιονομικών ανισορροπιών. Η επιβολή φόρων με κάθε ευκαιρία στα πλατιά λαϊκά στρώματα και η αύξηση των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης για τους εργαζόμενους και τους ελεύθερους επαγγελματίες είναι κάτι που χαρακτηρίζει όλη την περίοδο. Η όποια ορθολογικοποίηση των συντάξεων κάποια περίοδο αντιστράφηκε από τις αρχές της δεκαετίας ’90. Την ίδια περίοδο το κεφάλαιο απολαμβάνει νέα προνόμια με μειώσεις στη φορολογία του και στις εισφορές κοινωνικής που αν και είναι εργατικός μισθός εμφανίζονται πλασματικά ως «εργοδοτικές εισφορές».
Από τη «λογική» αυτής της πολιτικής, λιτότητας και αντιλαϊκών μέτρων, διαχρονικά δεν ξέφυγε κανένας εκπρόσωπος του πολιτικού συστήματος. Πέρα από τα δύο κόμματα που κυριάρχησαν αυτή την περίοδο 1974 έως σήμερα (ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ.) και οι κατ’ όνομα εκπρόσωποι της αριστεράς κινήθηκαν στα ίδια πλαίσια. Εδώ καλό είναι να θυμηθούμε τη στάση του «Συνασπισμού» με επικεφαλής το ΚΚΕ το 1989-1990 και ειδικότερα τα μέτρα που υιοθέτησαν «ως αναγκαίο κακό» στο πλαίσιο της «οικουμενικής κυβέρνησης». Και μετά από αυτό φτάνουμε στη σύγχρονη αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ που εκλέχτηκε για να καταργήσει τα μνημόνια και μας έβαλε σε διαρκές μνημόνιο και συγκεκριμένες εθνικές δεσμεύσεις μέχρι το 2060 αλλά και μετά.
Βαδίζοντας προς το «νέο μνημόνιο»
Σήμερα βρισκόμαστε ως κοινωνία και οικονομία σε δεινή θέση. Μπήκαμε στο 14ο έτος συνεχούς κρίσης και μνημονίων και την κατάσταση επιδεινώνει η πανδημία. Με το πρόσχημα της πανδημίας έχει χαθεί κάθε έλεγχος στα δημόσια οικονομικά. Το δημόσιο χρέος, που για την Ελλάδα έχει αναγορευτεί στο βασικό δείκτη αξιολόγησης της οικονομικής της πορείας, έχει ξεπεράσει το 200%.
Η νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση της Ν.Δ., συνεχίζει και επιταχύνει τις παροχές της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ προς το κεφάλαιο (επιχειρήσεις) με μείωση του φορολογικού συντελεστή, μείωση «εργοδοτικών» εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, επιδοτήσεις στο όνομα της πανδημίας και ετοιμάζεται για επιχορηγήσεις με βάση το νέο αναπτυξιακό δόγμα της «Γερμανικής Ευρώπης» για πράσινη και ψηφιακή ανάπτυξη. Για να τηρεί δε η κυβέρνηση τα προσχήματα δίνει και κάποια «ψίχουλα» στα λαϊκά στρώματα, στο όνομα της διατήρησης της εργασίας και της κοινωνικής συνοχής.
Οι τράπεζες διαγράφουν εκατοντάδες εκατομμύρια επιχειρηματικών δανείων αλλά στρέφονται χωρίς έλεος στον «κοσμάκη» εκβιάζοντας με τη βιομηχανία δικαστικών «αποφάσεων» που οδηγούν σε κατασχέσεις των σπιτιών και πλειστηριασμούς. Το τέλος του 2021 βρήκε τράπεζες και δημόσιο να κυνηγάνε το λαό για οφειλές με κατασχέσεις λογαριασμών, καταγγελίες συμβάσεων και δικαστικές διαταγές πληρωμής.
Η κατάσταση για το λαό έχει επιδεινωθεί το τελευταίο εξάμηνο δραματικά λόγω του κύματος ακρίβειας, της αναβίωσης του πληθωρισμού και συνεπώς της υποβάθμισης από ένα ακόμα παράγοντα των ήδη κουτσουρεμένων από τα μνημόνια και την πανδημία εισοδημάτων του. Όπως αναφέρουν οι άνθρωποι της αγοράς, με την αλλαγή της χρονιάς θα δούμε ακόμα χειρότερες εξελίξεις στο μέτωπο της ακρίβειας σε βασικά είδη πλατιάς λαϊκής κατανάλωσης.
Η συνέχιση της γενικευμένης κρίσης της ελληνικής οικονομίας σε συνδυασμό με τις οικονομικές συνέπειες της πανδημίας, την αύξηση του δημοσίου χρέους, τον εκτροχιασμό των δημόσιων οικονομικών και το τέλος της δημοσιονομικής χαλάρωσης στην ΕΕ οδηγούν σε «μαύρες σκέψεις» για το μέλλον των λαϊκών εισοδημάτων. Στο προσεχές διάστημα θα δούμε να μετατοπίζεται η συζήτηση, αρχικά στα μέσα ενημέρωσης για να προετοιμάσουν το δρόμο, από τις συνέπειες της πανδημίας και τα μέτρα ελάφρυνσης των συνεπειών της στην ανάγκη επαναφοράς των δημόσιων οικονομικών σε θετικό ισοζύγιο και στον έλεγχο της πορείας του δημόσιου χρέους. Θα ακολουθήσει το πολιτικό σύστημα στο να προετοιμάζει τα αναγκαία για τη «σωτηρία της οικονομίας και της χώρας» μέτρα. Εδώ το κάθε κόμμα θα τοποθετείται ανάλογα με τον τρέχοντα ρόλο του. Η κυβέρνηση θα λέει ότι όλα τα κάνει καλά, η αντιπολίτευση θα λέει το αντίθετο και ο καθένας τους όταν θα είναι κυβέρνηση θα υπακούει-εκτελεί τις εντολές των δανειστών. Οι δικαιολογίες είναι πάντοτε έτοιμες, δεν «μπορούμε να κάνουμε διαφορετικά», «δεν υπάρχουν άλλες λύσεις», «εμείς δεν το θέλουμε αλλά μας αναγκάζουν». «Επιχειρήματα» που τα ακούσαμε κατά κόρον στην περίοδο επιβολής των τριών μνημονίων.
Το μέλλον «μυρίζει μπαρούτι» όσον αφορά τα δημόσια οικονομικά αλλά και τη γενικότερη κατάσταση εισοδημάτων και οικονομίας. Πρακτικά μας ετοιμάζουν για ένα «νέο μνημόνιο» ανεξάρτητα πως θα το ονομάσουν και πως θα το σερβίρουν. Το σκηνικό στήνεται σταδιακά καθώς ο λαός έχει συγκεντρωμένη την προσοχή του στην πανδημία και την αποφυγή των συνεπειών της πρώτα για την υγεία του και στη συνέχεια για την επιβίωσή του. Κανείς από το κυρίαρχο τμήμα του πολιτικού συστήματος δεν εκφράζει κάτι διαφορετικό από τις κατευθύνσεις των δανειστών και της «Γερμανικής Ευρώπης». Αυτές είναι μονόδρομος για όλους. Οι διαφορές τους, μεταξύ των κομματικών μηχανισμών, είναι ότι ο καθένας τους θεωρεί εαυτόν καλύτερο διαχειριστή. Ακόμα και το ΚΚΕ που χρησιμοποιεί τη «γνήσια ρητορική» της αριστεράς δεν κάνει τίποτε το ουσιαστικό για να δημιουργηθεί ένα γνήσιο λαϊκό κίνημα που θα αντιπαλέψει αυτούς τους σχεδιασμούς. Αρκείται στα ευφάνταστα συνθήματα του τύπου «ο λαός θα σώσει το λαό» αλλά ως έργο για να γίνει αυτό αρκείται μόνο στις κινητοποιήσεις υπό τη σημαία του.
Επειδή δε η κατάσταση εκτός οικονομικά θα είναι και κοινωνικά δύσκολη ήδη αναζητούνται / προετοιμάζονται οι «εφεδρείες» από το σύστημα και σε αυτό μπορεί να συμβάλει και η απλή αναλογική με την οποία θα γίνουν οι επόμενες εκλογές. Η λογική κυβέρνησης συνεργασίας κατά τα πρότυπα των κυβερνήσεων Παπαδήμου και Σαμαρά ή της οικουμενικής κατά το πρότυπο της κυβέρνησης Ζολώτα (1989-1990) είναι μέσα στα σχέδια. Μάλιστα όπως διαπιστώνεται η συνταγή αυτή αποδίδει «καρπούς» για το σύστημα στη γειτονική Ιταλία.
Δυστυχώς κάπως έτσι φαίνεται ότι θα επιδιώξουν να γραφτεί μεσοπρόθεσμα το μέλλον. Το κατά πόσον θα τους πετύχει η συνταγή θα εξαρτηθεί από τα λαϊκά αντανακλαστικά. Στο σχετικά πρόσφατο παρελθόν φάνηκαν ισχυρά αντανακλαστικά π.χ. πλατείες, δημοψήφισμα. Το κατά πόσον είναι ενεργά θα φανεί στην πορεία. Σε κάθε περίπτωση αναζητείται ο δρόμος για να μπορέσει ο λαός να ορθώσει πάλι το ανάστημά του, και ο δρόμος αυτός δεν είναι χαραγμένος. Θα φτιαχτεί από την αρχή.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου