Η ακρίβεια και η ενεργειακή κρίση απειλούν τις ηγεσίες της Ευρώπης
Του Πέτρου Παπακωνσταντίνου
Χαστούκι… Πανωλεθρία… Ταπείνωση… Με τέτοιους όρους περιέγραφαν οι πιο σοβαρές και γενικά φιλικές έναντι του Εμανουέλ Μακρόν γαλλικές εφημερίδες τη βαρύτατη ήττα της παράταξής του στον δεύτερο και τελικό γύρο των βουλευτικών εκλογών, την περασμένη Κυριακή. Δεν είναι απλώς ότι ο Γάλλος πρόεδρος στερήθηκε την απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή. Σε σύγκριση με τις προηγούμενες εκλογές του 2017, το κόμμα του έχασε το 43% των εδρών του. Οι δύο στενότεροι συνεργάτες του Μακρόν από τη στιγμή που ξεκίνησε την αυτόνομη πολιτική του πορεία, ο πρόεδρος της απερχόμενης Βουλής Ρισάρ Φεράν και ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας της Μακρονίας, Κριστόφ Καστανέρ, απέτυχαν να εκλεγούν. Την ίδια τύχη είχαν τρεις υπουργοί, ενώ με την ψυχή στο στόμα εξελέγη η πρωθυπουργός Ελιζαμπέτ Μπορν.
Με δυο λόγια, οι εκλογές μετατράπηκαν σε δημοψήφισμα εναντίον του Γάλλου προέδρου, καταγράφοντας την οργή μεγάλου μέρους των λαϊκών στρωμάτων (και την απογοήτευση της πλειοψηφίας, που προτίμησε την αποχή) απέναντι στην πολιτική του «ακραίου Κέντρου» – ακραία νεοφιλελεύθερου στο οικονομικό πεδίο, κεντρώου σε θέματα ατομικών δικαιωμάτων. Είναι η πρώτη φορά στα χρονικά της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας που ένας πρόεδρος με νωπή την εκλογική νίκη του εισπράττει τέτοια κατακραυγή και βρίσκεται αμέσως αντιμέτωπος με το φάσμα της ακυβερνησίας. Το μόνο πολύ μακρινό ανάλογο είναι οι εκλογές του 1988, όταν, αμέσως μετά την επανεκλογή του Φρανσουά Μιτεράν, οι Σοσιαλιστές ήρθαν πρώτοι χωρίς απόλυτη πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση. Ωστόσο τότε είχαν μεγάλα περιθώρια συνεργασιών τόσο προς τα αριστερά (το Κ.Κ. Γαλλίας) όσο και προς το Κέντρο, ενώ σήμερα ο Μακρόν έχει να αντιμετωπίσει δύο απολύτως εχθρικές όσο και ασύμβατες αντιπολιτεύσεις: τον αριστερό συνασπισμό Nupes του Ζαν-Λικ Μελανσόν και τον ακροδεξιό Εθνικό Συναγερμό (RN) της Μαρίν Λεπέν.
Στη ναπολεόντειων τόνων επινίκια ομιλία του στο Λούβρο, τη βραδιά της πρώτης εκλογικής του νίκης, το 2017, ο Μακρόν είχε υποσχεθεί λίγο-πολύ ότι θα γίνει ο πολιτικός νεκροθάφτης των «δύο άκρων», του ακροδεξιού και του αριστερού «λαϊκισμού». Ακόμη και όσοι αποδέχονται αυτή την πολιτική φιλοσοφία, οφείλουν να αναγνωρίσουν ότι, πέντε χρόνια αργότερα, ο Γάλλος πρόεδρος πέτυχε το ακριβώς αντίθετο. Αφού λεηλάτησε τους κεντροαριστερούς Σοσιαλιστές και τους κεντροδεξιούς Ρεπουμπλικανούς για να εξασφαλίσει την πολιτική του επιβίωση, κατάφερε να γιγαντώσει τόσο τη ριζοσπαστική Αριστερά όσο και την εθνικιστική Ακροδεξιά, σε βαθμό χωρίς προηγούμενο για τα μεταπολεμικά χρόνια.
Με ένα πρόγραμμα που εξαγγέλλει εθνικοποιήσεις στρατηγικών επιχειρήσεων, ριζική αναδιανομή πλούτου, ανυπακοή σε πολιτικές της Ε.Ε. και έξοδο από το ΝΑΤΟ, η Nupes του Μελανσόν κέρδισε σχεδόν έναν στους τρεις ψηφοφόρους και έγινε η μεγαλύτερη δύναμη της αντιπολίτευσης με 142 έδρες. Βεβαίως ο Μελανσόν απέτυχε στον υπερφίαλο στόχο του να γίνει πρωθυπουργός και η Nupes είναι αμφίβολο αν μείνει για πολύ ενωμένη (ήδη τα πρώτα ρήγματα είναι ορατά), καθώς Σοσιαλιστές και Πράσινοι συμμάχησαν οπορτουνιστικά μαζί του μόνο και μόνο για να μη μείνουν χωρίς κοινοβουλευτικές ομάδες. Αλλά αυτό δεν μετριάζει το βασικό συμπέρασμα, που αφορά την έντονη ριζοσπαστικοποίηση μεγάλου μέρους των λαϊκών στρωμάτων και της νεολαίας. Λιγότερο αναμενόμενη ήταν η εντυπωσιακή άνοδος του RN, που κέρδισε το 17% των ψήφων και 89 έδρες (προηγουμένως είχε μόνο οκτώ) – τις περισσότερες από κάθε άλλο κόμμα, μετά το προεδρικό.
Από πολιτικός στα πρόθυρα συνταξιοδότησης, ύστερα από τις τρεις ανεπιτυχείς προσπάθειές της για την προεδρία, η Λεπέν βλέπει σε ορίζοντα πενταετίας μια καινούργια ελπίδα για το Ελιζέ, έχοντας πλήρως αποδαιμονοποιηθεί από τα μέσα ενημέρωσης, που την αντιμετωπίζουν πλέον όχι ως φασίζουσα ακροδεξιά, αλλά ως ντε φάκτο ηγέτιδα της συντηρητικής παράταξης (επί του προκειμένου, ο ιστορικός συμβιβασμός της στα θέματα του ευρώ και της Ε.Ε. ήταν καθοριστικός).
Η δυσοίωνη αυτή εξέλιξη έγινε δυνατή χάρη στην κατάρρευση του «δημοκρατικού φράγματος» απέναντι στην Ακροδεξιά, κάτι για το οποίο ο Εμανουέλ Μακρόν έχει βαρύτατες, προσωπικές ευθύνες, όπως του καταλόγισε στο κύριο άρθρο της, ήδη τη Δευτέρα το πρωί, η Le Monde. Ξεπερνώντας σε πολιτικό κυνισμό ακόμη και τον Φρανσουά Μιτεράν, ο Μακρόν επένδυσε πάνω στο ιδεολόγημα του «ισλαμο-αριστερισμού» και δεν δίστασε να αναγνωρίσει τις «αρετές» του στρατάρχη Πετέν, επικεφαλής του κατοχικού καθεστώτος του Βισί επί ναζί, προκειμένου να αλιεύσει ψήφους από το υπερσυντηρητικό ακροατήριο. Ακόμη και στενοί συνεργάτες του καυτηρίασαν την επιλογή του να κάνει σχεδόν μονομέτωπο αγώνα κατά του Μελανσόν στις βουλευτικές εκλογές.
Σύμφωνα με την εταιρεία ερευνών Ipsos, στις μονομαχίες Nupes – RN στον δεύτερο γύρο οι συντριπτικά περισσότεροι ψηφοφόροι του Μακρόν απείχαν και οι υπόλοιποι μοιράστηκαν εξίσου μεταξύ Αριστεράς και Ακροδεξιάς. Αντίθετα, οι ψηφοφόροι της Nupes απείχαν, στις αντίστοιχες περιπτώσεις, σε πολύ μικρότερο ποσοστό, ενώ δύο στους τρεις από όσους προσήλθαν στις κάλπες (τρεις στους τέσσερις κατά την εταιρεία Ifop) ψήφισαν τον προεδρικό υποψήφιο για να μη βγει ο ακροδεξιός.
Οι θύελλες του ερχόμενου χειμώνα
Αναζητώντας έξοδο από τον λαβύρινθο της ακυβερνησίας, ο Μακρόν είχε ένα γύρο συναντήσεων με τους αρχηγούς των κομμάτων, χωρίς ορατό αποτέλεσμα. Το πιο κοντινό του κόμμα, οι Ρεπουμπλικανοί, θα μπορούσαν να του προσφέρουν την ποθητή κοινοβουλευτική πλειοψηφία με τις 61 έδρες τους. Ωστόσο η ηγεσία τους θεωρεί ότι κάτι τέτοιο θα ήταν προδοσία των ψηφοφόρων του και πολιτικά αυτοχειριαστικό. Ολα δείχνουν ότι ο Μακρόν θα περιοριστεί σε μια κυβέρνηση μειοψηφίας, αναγκασμένη να διαπραγματεύεται με τα κόμματα της αντιπολίτευσης ad hoc συμφωνίες για την προώθηση του άλφα ή του βήτα νομοθετήματος. Μια θνησιγενής κατάσταση με πιθανότερες τις πρόωρες εκλογές σε ορίζοντα ενός έτους.
Στο μεταξύ, ο πολιτικός σεισμός της Γαλλίας προοιωνίζεται βαρύ χειμώνα για πολλές κυβερνήσεις της Ευρώπης, καθώς το ανεξέλεγκτο κύμα ακρίβειας και η ενεργειακή κρίση, που θα οξύνονται όσο συνεχίζεται ο πόλεμος στην Ουκρανία, ευνοούν ακραία κοινωνικά και πολιτικά φαινόμενα. Τα μεγάλα απεργιακά κύματα των ημερών σε Βρετανία και Βέλγιο στέλνουν ήδη ηχηρά μηνύματα.
Πηγή: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου