Ρωσο-ουκρανικός πόλεμος: Εθνικοί στόχοι, προσαρμοστικότητα, εφεδρείες, φτηνά μέσα


Όπως κάθε μεγάλος πόλεμος, έτσι και αυτός μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας προσφέρει κομβικά διδάγματα, που χώρες σαν τη δική μας οφείλουν να λάβουν υπόψη.

Του Θέμη Τζήμα

Όπως κάθε μεγάλος πόλεμος, έτσι και αυτός μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας προσφέρει κομβικά διδάγματα, τα οποία ιδίως χώρες σαν τη δική μας οφείλουν να λάβουν υπόψη. Φοβόμαστε, βεβαίως, ότι δυστυχώς αυτό δεν θα συμβεί εύκολα, μιας και οι ηγεσίες κρατών που μετατρέπονται σε προτεκτοράτα δύσκολα δέχονται οποιοδήποτε μάθημα ταράζει την κυρίαρχη προπαγάνδα.

Το πρώτο μάθημα είναι το πλέον κλασικό: ο πόλεμος αποτελεί τη συνέχιση της πολιτικής και με άλλα μέσα. Η νίκη ή η ήττα δεν έρχεται ως άθροισμα επιμέρους μαχών, αλλά ως αποτέλεσμα της ικανότητας εκπλήρωσης της στρατηγικής, την οποία ο πόλεμος υπηρετεί. Εκείνη η πλευρά η οποία διαθέτει συγκροτημένη στρατηγική κατακτά από την αρχή και επί της αρχής το πλεονέκτημα, έναντι εκείνης η οποία πελαγοδρομεί. Εκείνη η οποία έχει στέρεους εθνικούς στόχους υπερτερεί της πλευράς με πολιτικές ετεροκαθοριζόμενες από ξένες δυνάμεις. Η Ρωσία στο πλαίσιο του πολέμου με την Ουκρανία διαθέτει μια καθαρή και εθνικώς προσδιοριζόμενη στρατηγική: ανάκτηση στρατηγικού, ζωτικού χώρου στα σύνορά της, αναίρεση της περίσφιξής της από τις ΗΠΑ και έλεγχο της Ουκρανίας. Πρόκειται για στρατηγική η οποία είναι κατανοητή (ασχέτως του αν συμφωνεί κανείς ή όχι) και εθνική. Η Ουκρανία αντιθέτως, ιδίως από το 2014 και έπειτα, κινείται στο πλαίσιο ενός έξαλλου αντιρωσισμού χωρίς καμία ρεαλιστική και εξηγήσιμη εθνική στρατηγική. Ποιον εξυπηρετούσε το πραξικόπημα εναντίον του Γιανουκόβιτς και η εσωτερική σύγκρουση στα ανατολικά; Ποιον εξυπηρετούσε το να καταστεί η Ουκρανία το κομβικό πιόνι στην πολιτική περιορισμού της Ρωσίας και της απόπειρας αποκλεισμού της μέχρι του σημείου πρόκλησης μιας αλλαγής καθεστώτος στο εσωτερικό της; Τις ΗΠΑ. Μπορεί τελικώς να αποδεικνύεται κάκιστη και για τις ΗΠΑ ως στρατηγική, αλλά είναι εξηγήσιμη. Από ουκρανική εθνική οπτική πρόκειται για στρατηγική καθαρά αυτοκτονική.

Λάθη λαμβάνουν χώρα στο πλαίσιο της όποιας στρατηγικής. Η κρίσιμη διαφορά συνίσταται στο αν μπορεί κανείς να ορίζει τη δική του στρατηγική και άρα να την τροποποιεί αντιστοίχως ή αν απλώς την εσωτερικεύει από τους «απ’ έξω», καθιστάμενος έρμαιο ξένων συμφερόντων. Αυτού του είδους οι διαφοροποιήσεις αποτυπώνονται και στο πολεμικό πεδίο. Η Ρωσία των αρκετών λαθών και αστοχιών στο πλαίσιο της ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης επιλέγει σε εθνικό επίπεδο τους στόχους της στο πεδίο, όπως και τα μέσα. Μπορεί να προσαρμόζει τη χρήση τακτικών και μέσων, με τρόπο τέτοιο που να κάνει το χρόνο να δουλεύει υπέρ της. Η Ουκρανία προσπαθεί να συγχρονίσει τις κινήσεις της στο πεδίο με τις πολιτικές εξελίξεις μέσα στις ΗΠΑ (αντεπιθέσεις πριν από τις ενδιάμεσες εκλογές) και με τα πολεμικά μέσα τα οποία παραχωρεί η Ουάσιγκτον στο Κίεβο, με βάση τους υπολογισμούς της πρώτης. Ο χρόνος για τη Ρωσία είναι φίλος, ενώ για την Ουκρανία, εχθρός.

Δεύτερον, ο πόλεμος απαιτεί προσαρμοστικότητα και ικανότητα να μαθαίνεις, κυρίως από τα λάθη σου, αντί να καθίστασαι έρμαιο της προπαγάνδας σου. Η Ρωσία υπέφερε από τον ελλιπή αριθμό στρατευμάτων σε ένα τόσο εκτεταμένο μέτωπο. Η υποκατάσταση στρατιωτών από το πυροβολικό δεν απέδωσε επαρκώς σε μια σειρά σημείων του μετώπου. Τα ζητήματα επιμελητείας, διοίκησης και αντιμετώπισης του νέου ΝΑΤΟ-ουκρανικού στρατού μέχρι ενός σημείου υποτιμήθηκαν. Όλα αυτά ξεκίνησαν να αλλάζουν με τη μερική επιστράτευση και την εντατικοποίηση των χτυπημάτων από πλευράς της Μόσχας ενάντια στις ουκρανικές υποδομές. Η διάσωση των Ρώσων στρατιωτών από τους αντεπιτιθέμενους Ουκρανούς και η πρόταξη άμυνας βάθους φθείρει τους Ουκρανούς, ενώ έδωσε χρόνο στους Ρώσους, ώστε να αρχίσουν σταδιακώς να ανακτούν το πάνω χέρι στην περιοχή του Ντονμπάς. Την ίδια στιγμή, η συγκέντρωση δυνάμεων στη Λευκορωσία, ακόμα και αν δε χρησιμοποιηθούν ποτέ, αναγκάζει την ουκρανική πλευρά να μεταφέρει δυνάμεις στα μετόπισθεν. Αυτή αποτελεί ίσως και την πλέον χαρακτηριστική εκδήλωση προσαρμοστικότητας. Η αρχική ρωσική επίθεση είχε εξαπολυθεί και δια της Λευκορωσίας. Η πρώτη εκείνη επίθεση στο Κίεβο θεωρήθηκε από τη Δύση ως αποτυχημένη. Ασχέτως του αν ήταν ή όχι ο στόχος της η επιβολή μιας άλλης ουκρανικής κυβέρνησης και παρότι οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις υποχώρησαν σύντομα από την περιοχή του Κιέβου, η πρώτη αυτή ρωσική κίνηση κατέδειξε τη σημασία του αντιπερισπασμού. Αυτό ακριβώς κάνει και πάλι η Ρωσία. Σε αντίθεση με τα σχεδόν υστερικά σχόλια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο πόλεμος απαιτεί αντοχή, υπομονή και προσαρμοστικότητα.

Οι Ουκρανοί επίσης έχουν επιδείξει τέτοια χαρακτηριστικά σε τακτικό επίπεδο, σε ορισμένες περιπτώσεις. Κατόρθωσαν να συγκεντρώσουν επαρκείς δυνάμεις, ώστε να διαρρήξουν μέχρι ενός σημείου τις ρωσικές αμυντικές γραμμές στην περιοχή του Χαρκόβου, όπως και να χρησιμοποιήσουν αποτελεσματικώς τις πληροφορίες από το Starlink σε συνδυασμό με τον εξοπλισμό τον οποίο τους έχουν στείλει οι ΗΠΑ. Αφενός όμως τους λείπει το πρώτο στοιχείο, η καθαρή εθνική στρατηγική, η οποία θα συνθέτει και θα κεφαλαιοποιεί τις όποιες τακτικές επιτυχίες, αφετέρου, οι τακτικές τους επιτυχίες έρχονται με πολύ μεγάλο κόστος σε ανθρώπινο δυναμικό και σε υλικό. Αν δεν μπορέσουν να μάθουν από τις μέχρι σήμερα αποτυχίες τους και να προσαρμοστούν, αλλά αντιθέτως εμείνουν στο κυνήγι εντυπώσεων προς όφελος της προπαγανδιστικής μηχανής του προέδρου Μπάιντεν, είναι βέβαιο, όπως ήδη διαφαίνεται, ότι η αντεπίθεσή τους θα χάσει την ορμή της και θα αναστραφεί. 

Τρίτον, ο πόλεμος είναι «υπερ-καταναλωτικός». Η υπόθεση με τα ιρανικά drones είναι χαρακτηριστική. Παρότι οι Ιρανοί πετυχαίνουν μεγάλες τεχνολογικές προόδους, τα μη επανδρωμένα οχήματά τους, τα οποία χρησιμοποιούν και οι Ρώσοι, είναι εν πολλοίς «πρωτόγονα» τεχνολογικώς ή σε κάθε περίπτωση όχι ιδιαιτέρως εξελιγμένα. Ωστόσο, είναι πολλά και φτηνά, πετούν σε χαμηλό ύψος και έτσι αφενός υπερφορτώνουν την ουκρανική αεράμυνα, αφετέρου διαφεύγουν από τις επιχειρησιακές της δυνατότητες, αναγκάζοντας τους Ουκρανούς να προσπαθούν να τα αντιμετωπίσουν με πανάκριβα και όχι αναλώσιμα, στρατιωτικά αεροπλάνα. Δεν είναι τα θαυματουργά όπλα εκείνα που κερδίζουν τους πολέμους: είναι οι πολλοί, καλά εκπαιδευμένοι πεζικάριοι και εν γένει άνθρωποι των ενόπλων δυνάμεων, όπως και τα μέσα τα οποία βρίσκονται σε αφθονία και με χαμηλό κόστος.

Σε ό,τι αφορά δε τις εφεδρείες πρέπει να είναι όσο το δυνατό περισσότερες, καλά εκπαιδευμένες και εύκολα διαθέσιμες. Οι εντυπωσιακές δυνάμεις κομάντος μπορεί να κερδίζουν το πλεονέκτημα, αλλά δεν αρκούν. Η κοινωνία επομένως, η οποία έχει αφενός τους αναγκαίους ανθρωπίνους πόρους και αφετέρου τη διάθεση στράτευσης σε ένα σκοπό, κατακτά το πάνω χέρι και στο πλαίσιο του πολέμου. Η εξέλιξη του πολέμου επιφυλάσσει πολλές εκπλήξεις, ωστόσο τα δομικά στοιχεία στέλνουν καθαρά μηνύματα με πρώτο και κύριο ότι η ξενόδουλη πολιτική πάντα πληρώνεται ακριβά.


Δρόμος ανοιχτός

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου