Σε όσους είχαν ερωτήματα για το πως θα ξεπεράσει η κυβέρνηση της ΝΔ τον “σκόπελο” της υποχρεωτικής ενίσχυσης σε κλαδικές διαπραγματεύσεις και την υπογραφή Συλλογικών συμβάσεων εργασίας, όπως ρητά προβλέπει η Ευρωπαϊκή Οδηγία, η απάντηση δόθηκε. Με έναν αλγόριθμο που θα ρυθμίσει τον κατώτατο μισθό και που τον ανακάλυψε μια “ανεξάρτητη” επιτροπή η οποία πολύ τυχαία, κατέθεσε το πόρισμα της λίγες ημέρες πριν δοθεί σε δημόσια διαβούλευση στο σχέδιο νόμου για τον κατώτατο μισθό.
Έχουμε λοιπόν τα εξής διόλου παράδοξα για την ελληνική πολιτική σκηνή.
- Ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης να επαναλαμβάνεται μονότονα χωρίς κάποιον ισχυρό αντίλογο, ότι ο κατώτατος μισθός έως το 2030 θα ανέλθει στα 1.500 ευρώ.
- Την πιστοποίηση από την Eurostat πως η Ελλάδα μαζί με την Ουγγαρία και τη Βουλγαρία είναι οι “πρωταθλητές”-χάλκινο-αργυρό-χρυσό βραβείο αντίστοιχα, στους χαμηλότερους κατώτατους μισθούς ανάμεσα στις 27 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Ελλάδα με μέσο ετήσιο μισθό πλήρους απασχόλησης 17.000 ευρώ, η Ουγγαρία 16.900 ευρώ, η Βουλγαρία 13.600 όταν ο μέσος όρος στην Ε.Ε είναι 37.900 ευρώ.
- Την Οδηγία της Ε.Ε για επαρκείς κατώτατους μισθούς που ευνοεί τις κλαδικές διαπραγματεύσεις και ορίζει πως το 80% της εργασίας οφείλει να είναι με Συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Η Οδηγία πρέπει να ενσωματωθεί στις εθνικές νομοθεσίες έως τα μέσα Νοέμβρη.
- Την κατάθεση του πορίσματος μιας τάχα μου ανεξάρτητης “επιστημονικής επιτροπής” για την ενσωμάτωση της παραπάνω Οδηγίας η οποία μέσα σε 75 σελίδες καταφέρνει να αντικαταστήσει τις Συλλογικές συμβάσεις εργασίας με ένα αλγόριθμο.
- Την έναρξη δημόσιας διαβούλευσης του σχεδίου νόμου για τον κατώτατο μισθό στο πλαίσιο της ενσωμάτωσης της ευρωπαϊκής Οδηγίας, το οποίο αποτυπώνει καρμπόν τις προτάσεις της παραπάνω επιτροπής.
Το σχέδιο νόμου που κατέθεσε η κυβέρνηση ουσιαστικά μονιμοποιεί τα μνημονιακά μέτρα για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού χωρίς συλλογικές διαπραγματεύσεις. Προβλέπει ότι από το 2028 και μετά ο καθορισμός του κατώτατο μισθού θα γίνεται μέσω ενός “μαθηματικού τύπου”, ενός αλγόριθμου. Μέχρι το 2028 ο κατώτατος μισθός θα συνεχίσει να καθορίζεται από τις διαβουλεύσεις του αρμόδιου υπουργείου και τις ανακοινώσεις της κυβέρνησης.
Ο καθορισμός του κατώτατου μισθού μέσω του προτεινόμενου αλγόριθμου στην πραγματικότητα εξασφαλίζει την “απαγόρευση” αύξησης του! Αυτό επιτυγχάνεται μέσω της διασύνδεσης του με την παραγωγικότητα, την ανταγωνιστικότητα και άλλους δείκτες. Για την ετήσια αναπροσαρμογή του λαμβάνεται υπόψη το ετήσιο ποσοστό μεταβολής του δείκτη τιμών καταναλωτή για τα νοικοκυριά που βρίσκονται στο χαμηλότερο 20% της εισοδηματικής κλίμακας και του μισού ποσοστού μεταβολής της αγοραστικής δύναμης του γενικού δείκτη μισθών κατά την ίδια χρονική περίοδο (δηλαδή κατά την περίοδο από 1η Ιούλη του προηγούμενου έτους μέχρι 30 Ιούνη του τρέχοντος έτους). Οι δύο αυτοί δείκτες θα καθορίζονται από την ΕΛΣΤΑΤ.
Έτσι με διάφορα τεχνοκρατικά κόλπα ακόμη κι αν θέλει κάποιος για κοινωνικούς ή οικονομικούς λόγους να αυξήσει τον κατώτατο μισθό, ο αλγόριθμος θα το απαγορεύει. Ακόμη και σε αυτόν το νομοσχέδιο προβλέπει εξαιρέσεις. Μια (πάλι) “επιστημονική επιτροπή” που θα λειτουργεί στο πλαίσιο του νέου μηχανισμού θα μπορεί να προτείνει να μη γίνεται αύξηση του κατώτατου μισθού για το επόμενο έτος «αν συντρέχουν λόγοι».
Ποιοί είναι αυτοί οι λόγοι; Αναφέρονται συγκεκριμένα. Αν η οικονομία βρίσκεται σε σημαντική ύφεση ή αν υπάρχει σημαντική απόκλιση του εθνικού πληθωρισμού (Δείκτη Τιμών Καταναλωτή) από τον στόχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ή αν υπάρχει σημαντική ανισορροπία στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών ή αν δεν δικαιολογείται από τα επίπεδα και τις μακροπρόθεσμες εξελίξεις στην παραγωγικότητα και τη δυναμική της ή την απόκλιση του κατώτατου μισθού από το εξήντα τοις εκατό (60%) του ακαθάριστου διάμεσου μισθού ή αν υπερβαίνει τις δημοσιονομικές δυνατότητες της χώρας ή αν δεν δικαιολογείται από έκτακτες περιστάσεις. Με άλλα λόγια, όποτε θελήσει η κυβέρνηση να μην αυξήσει τον κατώτατο μισθό θα μπορεί νομίμως να το πράττει.
Το “Όχι” από τη ΓΣΕΕ
Το σχέδιο νόμου βρίσκει αντίθετη έως και αυτή τη ΓΣΕΕ η οποία τα τελευταία χρόνια στέκεται σταθερά στο πλευρό της κυβέρνησης για τη διάλυση κάθε μορφής προστασίας των εργασιακών σχέσεων και των Συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Αυτή η ΓΣΕΕ λοιπόν σε επιστολή της στην υπουργός Εργασίας Νίκη Κεραμέως σημειώνει ότι με τις ρυθμίσεις που προωθούνται ουσιαστικά προβλέπεται το «πάγωμα» του κατώτατου μισθού και των κλαδικών συμβάσεων εργασίας. Υπογραμμίζει ακόμη ότι η νομοθετική πρωτοβουλία που προωθείται είναι αντίθετη προς την Κοινοτική Οδηγία για επαρκείς μισθούς, τις ευρωπαϊκές προβλέψεις αλλά και τις κατευθυντήριες του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας. Δεν λαμβάνονται υπόψη ούτε τα ελάχιστα υποχρεωτικά κριτήρια που ορίζει η Οδηγία, δεν προβλέπεται ουσιαστική διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους, ενώ αγνοούνται κριτήρια που αφορούν στο μέγεθος της οικονομικής υστέρησης και στη διαβίωση μεγάλης μερίδας των Ελλήνων, κάτω από το όριο της φτώχειας και τα όρια αξιοπρεπούς διαβίωσης.
Είναι ενδεικτικό ότι στο σχέδιο νόμου γίνεται απλή αναφορά για “ενθάρρυνση” των επιχειρήσεων να διαπραγματεύονται Συλλογικές συμβάσεις εργασίας με τα συνδικάτα.
Εδώ φαίνεται πως η κυβέρνηση κοροϊδεύει ανοιχτά τον κόσμο της εργασίας. Η πραγματικότητα είναι ότι η χώρα μας έχει το χαμηλότερο ποσοστό κάλυψης στη μισθωτή εργασία με Συλλογικές συμβάσεις εργασίας, μόλις 20%, περίπου 17 ανάμεσα σε όλους τους κλάδους. Οι ατομικές και επιχειρησιακές συμβάσεις αντικατέστησαν με πολύ χειρότερους όρους τις συλλογικές συμβάσεις που είχαν παγώσει την περίοδο των μνημονίων.
Το “Όχι” από τη ΓΣΕΕ
Το σχέδιο νόμου βρίσκει αντίθετη έως και αυτή τη ΓΣΕΕ η οποία τα τελευταία χρόνια στέκεται σταθερά στο πλευρό της κυβέρνησης για τη διάλυση κάθε μορφής προστασίας των εργασιακών σχέσεων και των Συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Αυτή η ΓΣΕΕ λοιπόν σε επιστολή της στην υπουργός Εργασίας Νίκη Κεραμέως σημειώνει ότι με τις ρυθμίσεις που προωθούνται ουσιαστικά προβλέπεται το «πάγωμα» του κατώτατου μισθού και των κλαδικών συμβάσεων εργασίας. Υπογραμμίζει ακόμη ότι η νομοθετική πρωτοβουλία που προωθείται είναι αντίθετη προς την Κοινοτική Οδηγία για επαρκείς μισθούς, τις ευρωπαϊκές προβλέψεις αλλά και τις κατευθυντήριες του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας. Δεν λαμβάνονται υπόψη ούτε τα ελάχιστα υποχρεωτικά κριτήρια που ορίζει η Οδηγία, δεν προβλέπεται ουσιαστική διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους, ενώ αγνοούνται κριτήρια που αφορούν στο μέγεθος της οικονομικής υστέρησης και στη διαβίωση μεγάλης μερίδας των Ελλήνων, κάτω από το όριο της φτώχειας και τα όρια αξιοπρεπούς διαβίωσης.
Είναι ενδεικτικό ότι στο σχέδιο νόμου γίνεται απλή αναφορά για “ενθάρρυνση” των επιχειρήσεων να διαπραγματεύονται Συλλογικές συμβάσεις εργασίας με τα συνδικάτα.
Εδώ φαίνεται πως η κυβέρνηση κοροϊδεύει ανοιχτά τον κόσμο της εργασίας. Η πραγματικότητα είναι ότι η χώρα μας έχει το χαμηλότερο ποσοστό κάλυψης στη μισθωτή εργασία με Συλλογικές συμβάσεις εργασίας, μόλις 20%, περίπου 17 ανάμεσα σε όλους τους κλάδους. Οι ατομικές και επιχειρησιακές συμβάσεις αντικατέστησαν με πολύ χειρότερους όρους τις συλλογικές συμβάσεις που είχαν παγώσει την περίοδο των μνημονίων.
Πηγή: neostrategy.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου