Κρίση της παγκοσμιοποίησης, αριστερά και άκρα δεξιά


Σε μια σειρά από άρθρα προτείνουμε ένα περίγραμμα των βασικών τάσεων που εκδηλώνονται σήμερα στον κόσμο μας, των αιτίων τους και των πιθανών συνεπειών τους.

Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου

Η εποχή μας χαρακτηρίζεται από χάος και εκτεταμένη σύγχυση. Όλα όσα αποτελούσαν έως πρόσφατα βεβαιότητες γκρεμίζονται με μεγάλη ταχύτητα. Ο μέσος πολίτης παρακολουθεί όλο και πιο έκπληκτος τη μία «εξωφρενική» είδηση μετά την άλλη: ένα μεγάλο πόλεμο να ξεσπάει και να συνεχίζεται στην Ευρώπη, τη γρήγορη επιστροφή της γηραιάς ηπείρου σε μεσοπολεμικές καταστάσεις, μια κλιματική κρίση που προκαλεί όλο και πιο επικίνδυνα καιρικά φαινόμενα παγκοσμίως, την ίδια ώρα που ένα τμήμα της κοινής γνώμης μοιάζει πεισμένο ότι δεν υπάρχει, μια live γενοκτονία στην Παλαιστίνη, με τη στήριξη όλης της «δημοκρατικής» Δύσης, έναν εμπορικό πόλεμο που απειλεί την παγκόσμια οικονομία, την άνοδο του αυταρχισμού διεθνώς.

Το παλιό σύστημα καταρρέει, αλλά δεν είναι καθόλου σαφές τι θα το αντικαταστήσει, καθώς διαφορετικά σχέδια, όλα μερικά επιπλέον, συγκρούονται. Η δυνατότητα των πολιτών και των κοινωνιών να επηρεάσουν εξελίξεις που τους και τις αφορούν κατά κρίσιμο τρόπο, εξασθενεί μέσα σε αυτό το περιβάλλον γενικευμένης σύγχυσης. Το πράγμα χειροτερεύει εξαιτίας της δραματικής υποχώρησης της κριτικής σκέψης και του Ορθολογισμού, σε ένα περιβάλλον όπου τα κατεστημένα ΜΜΕ έχουν μεταβληθεί σε απλούς προπαγανδιστές των εκάστοτε εξουσιών, ενώ πολλά από τα «εναλλακτικά» έχουν μετατραπεί σε κήρυκες ενός ανορθολογισμού χωρίς όρια. Ζούμε στο περιβάλλον μιας πολύ βαθειάς κρίσης του Πολιτισμού του Χρήματος, που χτίσαμε στη διάρκεια μισής χιλιετηρίδας, χωρίς να είναι σαφές τι θα μπορούσε να τον αντικαταστήσει.

Θα επιχειρήσουμε, σε μια σειρά από άρθρα, να προτείνουμε ένα περίγραμμα των βασικών τάσεων που εκδηλώνονται σήμερα στον κόσμο μας, των αιτίων τους και των πιθανών συνεπειών τους. Εκ των πραγμάτων βέβαια, μια τέτοια απόπειρα είναι και εντελώς αναγκαία για την κατανόηση του κόσμου μας, αλλά και αναγκαστικά ατελής. Ελπίζουμε να συνεισφέρει ως μία αρχή συζήτησης.


Το μοντέλο της «Παγκοσμιοποίησης»

Το μοντέλο της «παγκοσμιοποίησης», ως μοντέλο παγκόσμιας κυριαρχίας του καπιταλισμού, βασίστηκε στην επέκταση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής και διανομής και του ιδεολογικού, πολιτιστικού τους εποικοδομήματος στο μεγαλύτερο τμήμα του πλανήτη μετά την «κατάρρευση-αυτοκτονία» της ΕΣΣΔ και του «υπαρκτού σοσιαλισμού» το 1989-91 και στη διεθνή οργάνωση της επιβολής των νεοφιλελεύθερων οικονομικών δογμάτων, μέσω της συναίνεσης της Ουάσιγκτον, της συμφωνίας για το ελεύθερο εμπόριο, της άρσης σειράς περιορισμών στη δράση του χρηματιστικού κεφαλαίου, την εγκατάσταση του νεοφιλελευθερισμού και του μονεταρισμού, εμμέσως πλην σαφώς, ως συντακτικής αρχής της Ε.Ε. και του Ευρώ.

Επρόκειτο για ένα μοντέλο κυριαρχίας της Αμερικής και του Καπιταλισμού παγκοσμίως, που στηρίχτηκε σε μεγάλο βαθμό στις ιδέες των Φρίντμαν και Χάγιεκ και τις οποίες εκμεταλλεύτηκαν και «τσιμέντωσαν» κερδοσκόποι που παρίσταναν τους διανοούμενους, όπως ο Σόρος, ή φανταιζί, αλλά κακής ποιότητας και περιορισμένης κουλτούρας «θεωρητικοί» όπως ο Φουκουγιάμα του «Τέλους της Ιστορίας».

Η «παγκόσμια κοινωνία» όφειλε να γίνει το πεδίο δράσης χωρίς κανένα εμπόδιο του διεθνούς χρηματιστικού κεφαλαίου. Και αυτός είναι ο βαθύτερος λόγος που η «παγκοσμιοποίηση» είναι αντίθετη σε όλες τις ισχυρές ταυτότητες, που θα μπορούσαν να προβάλλουν αντιστάσεις στην πλήρη επικράτηση της παγκόσμιας Αυτοκρατορίας του Χρήματος: παραδοσιακές θρησκείες και ιδεολογίες, έθνη και κράτη (τουλάχιστο ως προς τις δημοκρατικές, εθνικές και κοινωνικές λειτουργίες τους), τους εθνικισμούς (*), ακόμα και τα φύλα (**). ‘Όλα έπρεπε να είναι ρευστά, εκτός ενός: της αρχής μεγιστοποίησης του κέρδους, θεμέλιου της νέας παγκόσμιας κοινωνικής οργάνωσης.

Πίσω από αυτό το μοντέλο κρυβόταν βέβαια μια σειρά από στρατηγικές υποθέσεις της δυτικής άρχουσας καπιταλιστικής τάξης:

α) ότι η Αμερική και ευρύτερα η συλλογική Δύση και μαζί οι κυριαρχούσες ελίτ του Χρηματιστικού ιδίως Κεφαλαίου θα εξασφάλιζαν την κυριαρχία τους παγκοσμίως μέσω της δύναμης του δυτικού πολιτικού και οικονομικού παραδείγματος («Δημοκρατία» με τη μορφή του δυτικού κοινοβουλευτισμού και «Αγορές», δηλαδή κυριαρχία του Χρήματος και των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής και διανομής), ιδίως με δεδομένο ότι ο Καπιταλισμός είχε μείνει, μετά την κατάρρευση των ανατολικών γραφειοκρατικών καθεστώτων, το μόνο παράδειγμα οργάνωσης της οικονομικής και πολιτικής εξουσίας εθνικά, περιφερειακά και διεθνώς.

β) ότι το σύστημα αυτό αφενός θα ήταν επαρκώς σταθερό στο εσωτερικό των αναπτυγμένων καπιταλιστικών κρατών και αφετέρου θα εξασφάλιζε την επικράτησή τους στον ανταγωνισμό με υποδεέστερους ανταγωνιστές όπως η Κίνα και οι χώρες του παγκόσμιου Νότου (Τρίτου Κόσμου). Οι χώρες αυτές θα ανελάμβαναν τον ρόλο των δευτερευόντων και τριτευόντων υπεργολάβων του σχεδιασμού των δυτικών πολυεθνικών και θα έπρεπε να μείνουν ευχαριστημένες με κάποια ψίχουλα που θα τους έμεναν ενώ ο κύριος όγκος των κερδών θα επέστρεφε στη Δύση.

γ) ότι η Ρωσία, που διατήρησε το σοβιετικό πυρηνικό οπλοστάσιο και τη «στρατηγική ισοτιμία» της με τις ΗΠΑ, έστω και με σημαντικές απώλειες, το 1991, ούσα το μόνο κράτος που μπορούσε να καταστρέψει τις ΗΠΑ, θα παρέμενε μονίμως σε κατάσταση «Μπανανίας», δυτικού προτεκτοράτου τρίτης κατηγορίας, όπως έγινε επί Γέλτσιν και ίσως και θα διαμελιζόταν, μια προοπτική που «έβλεπε» ήδη ο Μπρζεζίνσκι  στο βιβλίο του «Η Μεγάλη Σκακιέρα»

δ) ότι η Κίνα θα γνώριζε κι αυτή, υπό την επιρροή και της μαζικής εισόδου ξένου κεφαλαίου και της ανάπτυξης των Κινέζων καπιταλιστών,  τη δική της «περεστρόικα» εξελισσόμενη σε «καταστρόικα», δηλαδή την ανατροπή του πολιτικού καθεστώτος της (εξουσία του ΚΚΚ) και του οικονομικού (σχεδιασμένη οικονομία κυρίως με μεθόδους αγοράς, όπου τις στρατηγικές αποφάσεις, σε αντίθεση με τα καπιταλιστικά καθεστώτα, τις παίρνει το διευθύνον κόμμα και όχι μια κυβέρνηση που είναι ο συλλογικός εκπρόσωπος της άρχουσας αστικής, καπιταλιστικής τάξης).

Η «Παγκοσμιοποίηση» μπαίνει σε κρίση

Οι υποθέσεις αυτές όμως απεδείχθησαν εσφαλμένες:

α) Το σύστημα απεδείχθη ασταθές, προκαλώντας τεράστιες ανισότητες και χρέη, χαμηλές επενδύσεις και ανάπτυξη, εσωτερική δυσλειτουργία και απονομιμοποίηση των δυτικών ελίτ και, εν τέλει, τη μεγάλη οικονομική κρίση του 2008 στο περιβάλλον της οποίας παραμένουμε και η οποία τείνει όλο και περισσότερο να μεταβληθεί σε κρίση χρέους και των αναπτυγμένων καπιταλιστικών κρατών, πρώτα από όλα των Ηνωμένων Πολιτειών. Σε μια σειρά αναπτυγμένων καπιταλιστικών κρατών (Ελλάδα, Ισπανία, Γαλλία, Βρετανία, ΗΠΑ)  εμφανίσθηκαν ισχυρά πολιτικά κινήματα της ριζοσπαστικής ή άκρας αριστεράς, έστω και αν στην πορεία ηττήθηκαν.

β) Τα υπολείμματα του σοβιετικού καθεστώτος, δηλαδή οι ένοπλες δυνάμεις και οι υπηρεσίες ασφαλείας της Ρωσίας, βρήκαν τον τρόπο να επηρεάσουν αποφασιστικά την πολιτική του μετακομμουνιστικού καθεστώτος της χώρας και, χωρίς να το ανατρέψουν πλήρως, ιδίως στον οικονομικό τομέα όπου συνέχισε να κυριαρχεί η μετακομμουνιστική ολιγαρχία και ο δυτικός νεοφιλελευθερισμός, πάντως περιόρισαν δραστικά τον φιλοδυτικό προσανατολισμό του στην εξωτερική πολιτική, με την παθητική τουλάχιστον υποστήριξη του ρωσικού πληθυσμού, που κατέβαλε ένα τεράστιο, βαρύτατο τίμημα για τις αυταπάτες κάθε λογής που είχε για τους Αμερικανούς και τη Δύση το 1991. 

Η Μόσχα άρχισε έτσι σταδιακά να προσπαθεί κάπως να αμυνθεί στη διαρκή γεωπολιτική επέκταση της Δύσης στο εσωτερικό της πρώην ΕΣΣΔ και τη διαρκή επέκταση του ΝΑΤΟ,  όπως και τις επεμβάσεις της εναντίον σειράς συμμαχικών ή πάντως φιλικών προς τη Ρωσία καθεστώτων από τη Γιουγκοσλαβία έως τη Μέση Ανατολή. Η δυτική αυτή επέκταση έφτασε μάλιστα το 2014 να πλήξει άμεσα και τους ρωσικούς πληθυσμούς της Κριμαίας και του Ντονμπάς, ενώ την επόμενη χρονιά η Ρωσία απάντησε στις δυτικές επεμβάσεις στη Μέση Ανατολή επεμβαίνοντας κι αυτή, για πρώτη φορά, στη Συρία το 2015. Είχε προηγηθεί το 2008, με την ενθάρρυνση των ΗΠΑ και του Ισραήλ, η επίθεση της Γεωργίας κατά των ρωσικών δυνάμεων στη νότιο Οσσετία. Και φυσικά, οι διαρκείς επιθέσεις της Δύσης εναντίον της Γιουγκοσλαβίας και σειράς συμμάχων ή πάντως φιλικών καθεστώτων προς τη Ρωσία στη Μέση Ανατολή.

γ) Το κινεζικό καθεστώς, έχοντας την εμπειρία της σοβιετικής κατάρρευσης, δεν ανετράπη. Δεν προσχώρησε στη χρηματοπιστωτική παγκοσμιοποίηση, η κινεζική κεντρική τράπεζα δεν υπετάγη στο ΔΝΤ, το γουάν δεν έγινε ελεύθερα μετατρέψιμο, η κινεζική οικονομία παρέμεινε μια σχεδιασμένη οικονομία, όπου ο σχεδιασμός γίνεται κυρίως με οικονομικά εργαλεία και όχι με διοικητικά, σχεδόν στρατιωτικά, όπως γινόταν στην ΕΣΣΔ μετά την άνοδο του Στάλιν, την κατάργηση της Νέας Οικονομικής Πολιτικής (ΝΕΠ) και τη βίαιη κολεκτιβοποίηση. Το κινεζικό καθεστώς, αν και έκανε πολύ μεγάλες παραχωρήσεις στον καπιταλισμό, που δημιουργούν μακροχρόνια κάποιο κίνδυνο ανατροπής του, μπόρεσε πάντως να χρησιμοποιήσει το επενδυθέν ξένο κεφάλαιο και όχι μόνο να χρησιμοποιηθεί από αυτό, όπως κατά κανόνα συνέβη με τα περισσότερα άλλα κράτη του Τρίτου Κόσμου. Η Κίνα γνώρισε, υπό αυτές τις συνθήκες, μια θυελλώδη οικονομική ανάπτυξη, έγινε περίπου το  «εργοστάσιο της ανθρωπότητας» και ένας σπουδαίος, πολύ σημαντικός οικονομικός, τεχνολογικός και, όλο και περισσότερο, στρατιωτικός ανταγωνιστής των ΗΠΑ.

δ) Είχαμε μεγάλες αντιστάσεις στον αμερικανο-ισραηλινό ιμπεριαλισμό στη Μέση Ανατολή, αλλά και ισχυρές κινήσεις προς την Αριστερά στη Λατινική Αμερική με επίκεντρο τη Βενεζουέλα του Τσάβες και τη Βραζιλία του Λούλα. Οι προσπάθειες αυτές δεν υπήρξαν πάντα επιτυχείς, κατέδειξαν όμως τη σχετική αστάθεια και τους περιορισμούς της παγκόσμιας «μονοκρατορίας» των ΗΠΑ μετά το 1989.

ε) Μια σειρά χωρών μεγάλης ή μεσαίας ισχύος, όπως η Ινδία, η Ινδονησία κλπ. επιδίωξαν σταδιακά την αναβάθμιση της δύναμης και της ανεξαρτησίας τους και τη μείωση της πολιτικής και οικονομικής τους εξάρτησης από τη Δύση, ιδίως μέσω των BRICS.

Σε όλους τους παραπάνω παράγοντες προστίθεται και η κλιμακούμενη κλιματική κρίση, που δεν θα την εξετάσουμε όμως σε αυτή τη σειρά άρθρων, αλλά που ασφαλώς θα παίζει, είτε μας αρέσει, είτε όχι, έναν όλο και πιο σημαντικό οικονομικό και γεωπολιτικό ρόλο.
Η κρίση αυτή δεν μπορούσε παρά να παράξει και παρήγαγε τελικά σπουδαία πολιτικά αποτελέσματα. Αφενός ένα τμήμα των δυτικών αρχουσών τάξεων αναζήτησε εναλλακτική στο μοντέλο της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης, αφετέρου εμφανίστηκε μια μεγάλη ζήτηση εναλλακτικών στη δυτική κοινή γνώμη. Αυτά τα πολιτικά αποτελέσματα θα εξετάσουμε στη συνέχεια.

Σημειώσεις

 (*) Η εποχή της παγκοσμιοποίησης χαρακτηρίζεται από ενοχοποίηση κάθε μορφής εθνικισμού. Οι εθνικισμοί θεωρούνται συλλήβδην καταδικαστέα ένδειξη πολιτιστικής καθυστέρησης και βαρβαρότητας, χωρίς να εξετάζεται το κατά πόσον είναι εθνικισμοί αμυνομένων ή επιτιθέμενων και καταπιεστικών εθνών, έξω δηλαδή από τις ιστορικές συνθήκες που εκδηλώνονται. Βέβαια ο ίδιος ο Ιμπεριαλισμός δεν έχει πρόβλημα να «νομιμοποιήσει» και να χρησιμοποιήσει όσους εθνικισμούς χρειάζεται. Οι δυτικοί θα υποστηρίξουν έτσι τον κροατικό εθνικισμό, που εμπνέεται από τους Ουστάσι, τους συνεργάτες των Γερμανών Ναζί, εναντίον του σερβικού εθνικισμού που αντιδρά στη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας από τη Γερμανία, την Αυστρία, το Βατικανό και, εν συνεχεία, όλο το ΝΑΤΟ. Θα υποστηρίξουν επίσης τον ουκρανικό εθνικισμό, με σύμβολό του και σημείο αναφοράς τον σφαγέα των Ουκρανών και των Εβραίων Στεπάν Μπαντέρα, γιατί στρέφεται κατά του ρωσικού εθνικισμού που είναι την περίοδο αυτή μια δύναμη  προοδευτική, στο μέτρο που ανθίσταται στη δυτική επέλαση στην πρώην ΕΣΣΔ.

Η πορεία του ρωσικού εθνικισμού μας δείχνει πόσο μια δύναμη μπορεί να παίζει είτε προοδευτικό είτε αντιδραστικό ρόλο. Πριν τον Δεκέμβριο του 1991, ο ρωσικός εθνικισμός συνέβαλε και αυτός στη διάλυση της ΕΣΣΔ και στην καπιταλιστική παλινόρθωση στο σοβιετικό χώρο. Μετά μετατρέπεται σε μια δύναμη αντίστασης στην επέλαση της Δύσης στο εσωτερικό της Ρωσίας και όλης της πρώην ΕΣΣΔ. Το ίδιο δηλαδή ιδεολογικό ρεύμα, ανάλογα με το πεδίο, τον χρόνο και τις συνθήκες εφαρμογής του μπορεί να θεωρηθεί σχετικά αντιδραστικό ή προοδευτικό. Μόνο μια «συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης» μπορεί να μας επιτρέψει να πάρουμε θέση, να κάνουμε δηλαδή πολιτική.

(**) Ορισμένοι από αυτούς τους θεσμούς έχουν και ένα ισχυρό αντιδραστικό και καταπιεστικό περιεχόμενο. Αυτό συνέβαλε στο στρατηγικό λάθος που έκανε ένα τμήμα της δυτικής ιδίως αριστεράς, να θεωρήσει προοδευτική την αποδόμησή τους από την παγκοσμιοποίηση. Όμως η καταστροφή μιας δομής που δεν μας αρέσει δεν μπορεί να είναι από μόνη της προοδευτική. Η κατάρρευση αίφνης του σοβιετικού καθεστώτος ήταν μια πολύ κακή εξέλιξη όχι γιατί άξιζε πολλά πράγματα αυτό καθεαυτό το σοβιετικό καθεστώς, αλλά γιατί το αντικατέστησε η ζούγκλα του πιο άγριου νεοφιλελεύθερου και συχνά μαφιόζικου καπιταλισμού. Η αποδόμηση ή εξασθένιση από την παγκοσμιοποίηση θεσμών όπως τα αστικά έθνη – κράτη δεν οδήγησαν σε κάποια μορφή εθνικού ή διεθνούς σοσιαλισμού, οδήγησαν στον κόσμο του Νταβός, σε κοινωνίες αδύναμες να αντισταθούν στη δύναμη του Χρήματος. Αυτό που δεν κατανόησε σε βάθος το μεγαλύτερο μέρος της Αριστεράς είναι ότι, μετά το 1980 και, ιδίως, το 1989-91 βρισκόμαστε σε περιβάλλον παγκόσμιας αντεπανάστασης και όχι επανάστασης. Σε περιβάλλον επίθεσης του μεγάλου Κεφαλαίου εναντίον όλων των επιτευγμάτων της νεώτερης εποχής.

Πηγή: ΚΟΣΜΟΔΡΟΜΙΟ

Δρόμος ανοιχτός

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου