Όχι! Δεν τα φάγαμε όλοι μαζί…

Του Νίκου Μέντζα (με την ευγενική συνεισφορά του Κάρολου Μαρξ)

Πώς η υπερχρέωση του κράτους, το διαρκές δημόσιο έλλειμμα, η ελεγχόμενη χρεωκοπία και ο δανεισμός βολεύουν την κομματική τάξη, ισχυροποιούν τον κομματικό μηχανισμό του κράτους, παγιώνουν την κοινωνική διάρθρωση και οδηγούν στον εκφυλισμό, προωθώντας παράλληλα την απαξίωση κάθε έννοιας κοινωνικής ανασυγκρότησης με πολιτικούς όρους, προς όφελος φυσικά του τραπεζικού καρτέλ… Πώς η ολιγαρχία αυτή βαφτίζει την φαυλοκρατία, την αναξιοκρατία και την αυθαιρεσία των «ισχυρών» δημοκρατία, κηλιδώνοντας την έννοια. Ο Καρλ Μαρξ μέσα από το έργο του «Οι ταξικοί αγώνες στην Γαλλία από το 1848 ως το 1850» μας δίνει μια εικόνα της διακυβέρνησης της χώρας από το σώμα της βουλής προς τα τέλη του πρώτου μισού του 19ου αιώνα, που οδηγεί συνειρμικά σε αναγωγές των πολιτικά διαμορφωμένων καταστάσεων. Οι ιστορικές συνθήκες διαφορετικές και οι υποκειμενικοί παράγοντες ανάλογοι με το κοινωνιολογικό μοντέλο της εξέλιξης, τα συμφέροντα όμως παραμένουν ίδια: οικονομικά, εξουσιαστικά και δεσποτικά, κατά των πολλών και υπέρ των λίγων.

«Αντίθετα, η ομάδα της αστικής τάξης που κυβερνούσε και νομοθετούσε με τις βουλές, είχε άμεσο συμφέρον στην καταχρέωση του κράτους. Το κρατικό έλλειμμα, αυτό ήταν ίσα-ίσα το καθαυτό αντικείμενο της κερδοσκοπίας της και η κύρια πηγή του πλουτισμού της. Κάθε χρόνο κι από ένα νέο έλλειμμα. Ύστερα από κάθε τέσσερα - πέντε χρόνια κι από ένα νέο δάνειο. Και κάθε νέο δάνειο πρόσφερε στη χρηματική αριστοκρατία μια καινούργια ευκαιρία να κατακλέβει το κράτος, που κρατιόταν τεχνικά στο χείλος της χρεωκοπίας - και που ήταν υποχρεωμένο να διαπραγματεύεται με τους τραπεζίτες κάτω από τους πιο δυσμενείς όρους. Κάθε νέο δάνειο της πρόσφερε μιαν ακόμη ευκαιρία να καταληστεύσει με χρηματιστηριακές επιχειρήσεις το κοινό που τοποθετούσε τα κεφάλαια του σε κρατικά ομόλογα και που στα μυστικά τους ήταν μπασμένες η κυβέρνηση και η πλειοψηφία της βουλής. Γενικά, η αστάθεια στην κατάσταση της κρατικής πίστης και η γνώση των μυστικών, έδινε στους τραπεζίτες και στους συνεταίρους τους στις βουλές και στον θρόνο την δυνατότητα να προκαλούν εξαιρετικές, απότομες διακυμάνσεις στην τρέχουσα τιμή των κρατικών τίτλων, που δεν μπορούσαν να χουν κάθε φορά άλλο αποτέλεσμα, παρά την καταστροφή μιας μάζας μικρότερων κεφαλαιούχων και τον μυθικά γρήγορο πλουτισμό των μεγάλων παιχτών. Τα τεράστια ποσά που κυλούσαν έτσι μέσα από τα χέρια του κράτους, έδιναν επιπλέον ευκαιρίες για δόλια συμβόλαια προμηθειών, για δωροδοκίες, καταχρήσεις και κάθε λογής μπαγαμποντιές. Η εξαπάτηση του κράτους, όπως γινόταν χοντρικά με τα δάνεια, επαναλαμβανόταν και λιανικά στα δημόσια έργα.

Η άρχουσα τάξη εκμεταλλευόταν την κατασκευή των σιδηροδρομικών γραμμών με τον ίδιο τρόπο που εκμεταλλευόταν τις κρατικές δαπάνες γενικά και τα κρατικά δάνεια. Οι βουλές φορτώνανε στο κράτος τα κύρια βάρη και εξασφάλιζαν στην κερδοσκοπική αριστοκρατία του χρήματος τους χρυσούς καρπούς. Όλοι θυμούνται τα σκάνδαλα στη βουλή, όταν τυχαία ήρθε στο φως ότι στις ίδιες τις επιχειρήσεις των σιδηροδρομικών γραμμών ήταν μέτοχοι όλα τα μέλη της πλειοψηφίας, μαζί κι ένα μέρος από τους υπουργούς, που φρόντισαν ύστερα σα νομοθέτες, να εκτελεστούν οι γραμμές αυτές με έξοδα του κράτους.

Αντίθετα, και η πιο παραμικρή δημοσιονομική μεταρρύθμιση ναυαγούσε μπροστά στην επιρροή των τραπεζιτών. Είχε το κράτος το δικαίωμα να περιορίζει πηγές εισοδήματος από τις οποίες έπρεπε να πληρώνει τους τόκους του ολοένα αυξανόμενου χρέους του;
Η μοναρχία του Ιούλη δεν ήταν τίποτα άλλο από μια μετοχική εταιρία για την εκμετάλλευση του γαλλικού εθνικού πλούτου, που τα μερίσματά της μοιράζονταν ανάμεσα στους υπουργούς, τις βουλές, τους 240.000 εκλογείς και τα τσιράκια τους.

Ενώ η αριστοκρατία του χρήματος έκανε τους νόμους, διεύθυνε το κράτος, είχε στην διάθεση της όλες τις οργανωμένες δημόσιες εξουσίες, και με βάση αυτά τα ίδια τα γεγονότα και με τον τύπο εξουσίαζε την κοινή γνώμη, και ενώ σ’ όλες τις σφαίρες, από την αυλή ως το Cafe Borgne* συνεχιζόταν η ίδια πορνεία, η ίδια ξετσίπωτη απάτη, η ίδια μανία πλουτισμού, όχι με την παραγωγή, αλλά με το επιτήδειο τσέπωμα του έτοιμου πλούτου των άλλων, ξέσπασαν, ιδιαίτερα στις κορυφές της αστικής κοινωνίας, και επικράτησαν αχαλίνωτα νοσηρές και έκλυτες ορέξεις, που κάθε στιγμή έρχονταν σε σύγκρουση με τους ίδιους τους αστικούς νόμους - ορέξεις όπου ο πλούτος που προερχόταν απ’ το παιχνίδι γύρευε φυσικά την ικανοποίηση του εκεί που η απόλαυση γίνεται ακολασία, εκεί που γίνονται ένα το χρήμα, η βρωμιά και το αίμα. Η χρηματική αριστοκρατία, με τον τρόπο πλουτισμού της, όπως και με τις απολαύσεις της δεν είναι τίποτα άλλο παρά η αναγέννηση του κουρελοπρολεταριάτου στα ανώτατα στρώματα της αστικής κοινωνίας».

Με άλλα λόγια, όπως τότε στην Γαλλία, έτσι και τώρα στην Ελλάδα, όχι: ούτε τα φάγαμε - ούτε τα τρώμε όλοι μαζί! Ο μόνος που έφαγε ήταν το κομματικό κατεστημένο σε αγαστή συνεργασία με το τραπεζικό σύστημα και τους κερδοσκόπους, «μέσα στα πλαίσια μιας σχέσης κομματικής πελατείας, διαφθοράς, εξαγοράς και εξευτελισμού της έννοιας της ίδιας της πολιτικής», που επιβλήθηκε από την κομματική φάρα των ολιγαρχών (εντολοδόχος) με τους τοκογλυφικούς όρους των τραπεζών (εντολέας). Ταυτόχρονα, η κομματική τάξη, καπηλευόμενη την ιδέα της δημοκρατίας, προετοίμασε το έδαφος για την ενδυνάμωση των μεγαλοσυμφερόντων της διεθνούς σκηνής, «εξαγνίζοντας» παράλληλα το δόγμα του νεοφιλελευθερισμού, με απώτερο στόχο την θεμελίωση του οικονομικού μοντέλου της παγκοσμιοποίησης.

* Cafe Borgne (Μονόφθαλμο καφενείο) - Έτσι ονόμαζαν στο Παρίσι τα κακόφημα καφενεία και καπηλειά.

Αγρεύων εξ Αγριάς

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου