Καλήν εσπέραν άρχοντες

Χιλιάδες είναι τα έθιμα που αναβιώνουν την περίοδο των γιορτών, το αποκαλούμενο Δωδεκαήμερο, αρχής γενομένης από τα κάλαντα της παραμονής των Χριστουγέννων. Με ρίζες στην αρχαιότητα, οι τελετουργικές αυτές συνήθειες γεμίζουν χαρές μικρούς και μεγάλους, τις προσμένουν όλοι με λαχτάρα και ίσως είναι οι μοναδικές επαναλαμβανόμενες πολιτισμικές αναφορές που δεν κουράζουν.
Ο λόγος είναι ότι κρατούν από πολύ παλιά και αγγίζουν αρχετυπικές ανάγκες. Κοινό χαρακτηριστικό όλων αυτών των εθίμων η σηματοδότηση της γιορτής, της έναρξης του καινούργιου και ο ευχετικός εξευμενισμός του άγνωστου «αύριο».

Συνυφασμένα με την Άνοιξη, ανάγονται άλλωστε στα αρχαία «χελιδονίσματα» που ψάλλονταν τον Μάρτιο, τα κάλαντα φέρνουν μαζί τους την νίκη τους φωτός επί του σκότους, της ημέρας επί της νύχτας, συνοδεύοντας την αναγέννηση της φύσης.

Με ένα κλαδί «απού κρανιά»

«Αν και ήταν ταυτισμένα με την αρχή της άνοιξης εμπεριέχουν επίσης όπως και στις μέρες μας ευχετικούς στίχους για την καλοχρονιά, έχουν σχέση για τον νοικοκύρη, τα μέλη της οικογένειας», κατά την λαογράφο του Μουσείου Λαϊκής Τέχνης και Παράδοσης «Αγγελική Χατζημιχάλη», Σταυρούλα Πισιμίση.

Εξηγώντας την προέλευση, τον χρονολογικό προσδιορισμό και την μορφή που έχουν πάρει σήμερα ανά την Ελλάδα τα κάλαντα του Δωδεκαημέρου η κ. Πισιμίση σημειώνει: «Τα πράγματα αλλάζουν για πρώτη φορά το 153 πΧ, όταν οι ανώτατοι άρχοντες του ρωμαϊκού κράτους άρχισαν να αναλαμβάνουν το αξίωμά τους την 1η Ιανουαρίου. Από τότε η ημέρα αυτή άρχισε να θεωρείται ως αρχή του έτους. Οι Χριστιανοί όμως δεν γιόρταζαν την 1η αλλά την 6η Ιανουαρίου, που ήταν η βάπτιση του Χριστού. Το 354 πΧ στα μέσα του 4ου αιώνα διαχωρίστηκε στη Ρώμη η γιορτή γεννήσεως του Χριστού κι έγινε στις 25 Δεκεμβρίου. Έτσι καθιερώθηκε ως ημερομηνία γέννησης του Χριστού η 25η Δεκεμβρίου και η 1η Ιανουαρίου ως η πρώτη μέρας της νέας χρονιάς».

Γέννημα της εναλλαγής των εποχών και του καθοριστικού ρόλου αυτής της εναλλαγής στην αγροτική ζωή, τα κάλαντα, γνωστά και ως «καλιάντασμα», αν και διατηρούν παντού έναν βασικό ευχετικό κορμό για το νοικοκυριό, διαφοροποιούνται από περιοχή σε περιοχή. Και δεν θα μπορούσε να είναι να είναι διαφορετικά, αφού σε αυτό το διαχρονικό πολιτισμικό δρώμενο, ενσωματώνονται οι ιδιαιτερότητες κάθε τόπου.

Παντού ωστόσο είναι έντονη η παρουσία της φύσης, αφού η παράδοση ήθελε για αιώνες τα παιδιά της υπαίθρου να κρατούν ένα χλωρό κλαδί από κρανιά ή άλλο δένδρο με το οποίο χτυπούσαν τις πόρτες των σπιτιών όπου πήγαιναν να τραγουδήσουν τα κάλαντα.

Τα Χριστόξυλα και το πάντρεμα της φωτιάς

Το ξύλο, όπως και η φωτιά, συνδέεται όμως και με πολλά έθιμα των Χριστουγέννων σε όλη την Ελλάδα. Στα χωριά της Μακεδονίας, μέρες πριν, ο νοικοκύρης κάθε σπιτιού έπρεπε να φέρει από τα χωράφια έναν μεγάλο ξύλο, το οποίο καιγόταν στο τζάκι από τα Χριστούγεννα μέχρι τα Φώτα.

Το άναμμα του Χριστόξυλου γίνονταν την παραμονή, αφού προηγουμένως η νοικοκυρά είχε καθαρίσει καλά το τζάκι από την παλιά στάχτη. Κι αυτό γιατί πίστευαν ότι η στάχτη του Χριστόξυλου προστάτευε το σπίτι και τα χωράφια από κάθε κακό.

Στα χωριά της Έδεσσας, με το έθιμο του «παντρέματος της φωτιάς» οι κάτοικοι μάντευαν τα μελλούμενα, την παραμονή των Χριστουγέννων. Έπαιρναν ένα ξύλο από δέντρο με θηλυκό όνομα, όπως η κερασιά, και ένα με αρσενικό και συνήθως με αγκάθια, όπως ο βάτος και τα έκαιγαν μαζί στο τζάκι. Από τον κρότο και την φλόγα τους οι κάτοικοι έκαναν τις προβλέψεις τους για τον καιρό και την σοδειά τους, τις δύο σημαντικότερες παραμέτρου για την επιβίωσή τους στην ύπαιθρο.

Το αναμμένο πουρνάρι

Στην Θεσσαλία πάλι, όταν τα κορίτσια επέστρεφαν από την εκκλησία την ημέρα των Χριστουγέννων, έβαζαν δίπλα στο τζάκι κλαδιά από κέδρο. Αντίθετα τα αγόρια έβαζαν κλασιά αγριοκερασιάς. Και τα δύο όμως συμβόλιζαν τις επιθυμίες τους και αυτό που θα καίγονταν πρώτο έδειχνε και ποιος θα παντρευτεί πρώτος.

Αναμμένο πουρνάρι κρατούσαν όμως και στα χωριά της Άρτας όσοι πήγαιναν το βράδυ των Χριστουγέννων να ευχηθούν στους γείτονές τους. Το πουρνάρι αυτό το άναβαν στον δρόμο, συμβολίζοντας τα πρώτα πουρνάρια που άναψαν οι βοσκοί το βράδυ της Γέννησης, όταν πήγαν να προσκυνήσουν τον Χριστό.

Το ίδιο έθιμο επιβιώνει και στα χωριά των Ιωαννίνων, όπου όμως αντί για κλαδιά κρατούν μια χούφτα δαφνόφυλλα ή φύλλα από πουρνάρι, που τα πετούν στο τζάκι μόλις μπουν στο σπίτι που επισκέπτονται. Την ώρα δε που αυτά καίγονται δίνουν τις ευχές τους για «πολλά αρνιά, κατσίκια, νύφες και γαμπρούς».

Σε άλλα μέρη πάλι, κρεμάνε στους τοίχους και τις εξώπορτες χριστουγεννιάτικα στεφάνια, που κατά την παράδοση φέρνουν τύχη στο σπιτικό. Καλού-κακού σε κάποια μέρη βάζουν και μια πλεξούδα από σκόρδα, πάνω στην οποία καρφώνουν γαριφαλάκια για να διώξουν την κακογλωσσιά που επιβουλεύεται την ευτυχία των ενοίκων.

Πηγή: SLpress


Δρόμος ανοιχτός

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου