«Ψίχουλα» τα έσοδα από τις εξορύξεις – 150 εκ. ευρώ ετησίως όταν από φόρους συγκεντρώνονται 40 δις ευρώ


Στη χώρα μας έχουν παραχωρηθεί αυτή τη στιγμή σε ξένες και ελληνικές πετρελαϊκές επιχειρήσεις για έρευνα και εξόρυξη πετρελαίου και φυσικού αερίου 60.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα θάλασσας στο Ιόνιο και στην Κρήτη και 17.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα γης σε Ηπειρο, δυτική Στερεά Ελλάδα και δυτική Πελοπόννησο. Ο αριθμός αυτός, μάλιστα, αναμένεται να αυξηθεί στο μέλλον. Θα είχε ενδιαφέρον, λοιπόν, να δούμε ποιο ακριβώς θα είναι το κέρδος για το ελληνικό κράτος και την Αυτοδιοίκηση από όλη αυτή τη γιγάντια παραχώρηση της μισής χώρας μας.

Πρώτα απ’ όλα, με βάση το ισχύον καθεστώς και εφόσον βρεθούν κοιτάσματα, οι εταιρίες έχουν δύο κύριες οικονομικές υποχρεώσεις κατά τη φάση της εξόρυξης:

Να καταβάλλουν δικαιώματα επί της παραγωγής (royalties), που υπολογίζονται με βάση το μέγεθος της εξόρυξης και την τιμή των υδρογονανθράκων και σε συνάρτηση με το κόστος που επωμίζεται η εταιρία για την εξόρυξη ανά κοίτασμα.

Να καταβάλλουν τον φόρο εισοδήματος επιχειρήσεων στο κράτος στην περίπτωση που δηλώνουν κέρδη.

Και ας αρχίσουμε από τη φορολογία. Οπως αναφέραμε και στην αρχή της έρευνάς μας, με τον ανασχηματισμό που έγινε τον Ιούνιο του 2011 από τον Γιώργο Παπανδρέου την ηγεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος ανέλαβε ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου. Οι δύο κινήσεις που έκανε άμεσα ο Παπακωνσταντίνου ήταν να δώσει περιβαλλοντική αδειοδότηση για την εξόρυξη χρυσού στη Χαλκιδική και να προχωρήσει στην τροποποίηση του νόμου 2289 του 1995 περί υδρογονανθράκων με την κύρωση του νόμου 4001/2011.

Ενώ μέχρι εκείνη τη στιγμή, λοιπόν, ο φόρος εισοδήματος για την εξορυκτική δραστηριότητα έφτανε στο 40%, και πολύ σωστά, εφόσον μιλάμε για τον ορυκτό πλούτο της χώρας, τα πράγματα άλλαξαν. Σύμφωνα με το άρθρο 8 του σχετικού νόμου, «ο ανάδοχος υπόκειται σε ειδικό φόρο εισοδήματος με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%), καθώς και σε περιφερειακό φόρο με συντελεστή πέντε τοις εκατό (5%), χωρίς καμία πρόσθετη τακτική ή έκτακτη εισφορά, τέλος ή άλλη επιβάρυνση οποιασδήποτε φύσεως υπέρ του Δημοσίου ή οποιουδήποτε τρίτου», ενώ ο «ανάδοχος απαλλάσσεται της προκαταβολής φόρου εισοδήματος». Μάλιστα, στη σύμβαση μίσθωσης ο λογαριασμός εξόδων κάθε περιοχής εκμετάλλευσης χρεώνεται, μεταξύ άλλων:

Με τις δαπάνες που γίνονται για τις έρευνες, για τις εγκαταστάσεις εκμετάλλευσης και τα λοιπά πάγια περιουσιακά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών που έγιναν πριν από την έναρξη της εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων, καθώς και των δαπανών πρώτης εγκατάστασης. Με τα γενικά έξοδα που έγιναν στη χώρα για τις κατά τη σύμβαση εργασίες του αναδόχου, που περιλαμβάνουν ιδιαίτερα τις δαπάνες για μισθούς, για μισθώματα κινητών και ακινήτων και για ασφάλιστρα.

Με άλλα λόγια, και για να ξεκαθαρίσουμε τα πράγματα, ό,τι έξοδα κάνουν αυτές οι εταιρίες, ακόμη και τα πολυδιαφημισμένα έξοδα έρευνας, στην πραγματικότητα θα περνούν ως έξοδα για τον υπολογισμό του φόρου εισοδήματος, ο οποίος για τις υπόλοιπες επιχειρήσεις στην Ελλάδα δεν είναι 25% αλλά 29%.

Οι περιπέτειές μας, όμως, δεν σταματούν εδώ σε σχέση με τον φόρο εισοδήματος. Οι πολυεθνικές εταιρίες που θα δραστηριοποιηθούν στη χώρα μας, όπως, για παράδειγμα, η Total και η Respol, αλλά και η Exxon Mobil, έχουν μακρά ιστορία σε σκοτεινές μεθόδους, όπως είναι οι τριγωνικές συναλλαγές και η ιδιοκτησία offshore εταιριών, ο συνδυασμός των οποίων τις βοηθά να διαφεύγουν τις φορολογικές υποχρεώσεις σε κάθε χώρα όπου πατούν το πόδι τους.

Σύμφωνα με έκθεση που συνέταξε το Παρατηρητήριο Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης το 2017 με τίτλο «Φορολογικές πληροφορίες στις ετήσιες εκθέσεις των εταιριών Ibex 35», η εισηγμένη στο ισπανικό χρηματιστήριο Respol διατηρεί 120 θυγατρικές εταιρίες σε φορολογικούς παραδείσους, αριθμός που τη φέρνει στην τέταρτη θέση της σχετικής λίστας, η δε Total μετρά ήδη καταδίκες για φοροαποφυγή και χρηματισμό.

Περιμένουμε, αλήθεια, να εισπράξουμε από αυτές τις εταιρίες υπολογίσιμο φόρο για το Ελληνικό Δημόσιο;

Ο μύθος με τον (υποτιθέμενο) «πακτωλό» των δικαιωμάτων

Πονεμένη είναι και η ιστορία των δικαιωμάτων (royalties), για τα οποία έχει αναπτυχθεί η ρητορική ότι θα αποφέρουν τα περισσότερα κέρδη.

Τα royalties μετριούνται με τον δείκτη R, ο οποίος υπολογίζεται με βάση το μέγεθος της εξόρυξης και την τιμή των υδρογονανθράκων και σε συνάρτηση με το κόστος που επωμίζεται η εταιρία για την εξόρυξη ανά κοίτασμα.

Στις συμβάσεις που έχουμε υπογράψει φαίνεται πως το ποσοστό που μπορεί να λάβει η χώρα μας αρχίζει από το 2%-3% και μπορεί να φτάσει ακόμη και το 20%. Η πραγματικότητα όμως είναι άλλη, καθώς αυτά τα ποσοστά έχουν υπολογιστεί με βάση ένα σενάριο επιστημονικής φαντασίας, που περιλαμβάνει τεράστια παραγωγή πετρελαίου, η οποία ξεπερνάει κατά πολύ την πραγματικότητα. Εάν σε αυτό συνυπολογίσουμε και τα αυξημένα κόστη τα οποία θα προκύψουν από τις πολυδάπανες εξορύξεις που θα απαιτηθούν στη χώρα μας λόγω του μεγάλου θαλάσσιου βάθους, τότε τα ποσοστά που θα προκύψουν θα είναι εξαιρετικά χαμηλά.

Φυσικά, εδώ θα πρέπει να συνυπολογίσουμε πως τα royalties αφαιρούνται από τον φόρο εισοδήματος. Επομένως, όσο περισσότερα royalties πληρώσει μία εταιρία τόσο λιγότερος θα είναι ο εταιρικός φόρος της.

Για να γίνει κατανοητή η διάσταση της κατάστασης, αρκεί να πούμε πως σε προσομοιώσεις που έχουν δουλέψει ειδικοί τα τελευταία χρόνια, βασιζόμενοι σε εκτιμήσεις μελλοντικών τιμών υδρογονανθράκων και κόστους εξόρυξης του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (ΙΕΑ), το αποτέλεσμα δείχνει πως από το σύνολο των Οικοπέδων για τα οποία υπάρχει έστω και μικρή βεβαιότητα ύπαρξης ανακτήσιμων κοιτασμάτων δεν θα αποδίδονται στο κράτος πάνω από 100.000.000 με 150.000.000 ευρώ ετησίως, συνυπολογίζοντας τα μερίσματα και τον φόρο εταιρικού εισοδήματος.

Και για να γίνει ακόμη πιο κατανοητή η τάξη μεγέθους, αρκεί να πούμε πως τα συνολικά φορολογικά έσοδα του Ελληνικού Δημοσίου είναι 40 με 45 δισ. ευρώ τον χρόνο, ενώ η φορολογική συνεισφορά του τουριστικού κλάδου είναι, σύμφωνα με τον ΣΕΤΕ, περίπου 7 δισ. ευρώ τον χρόνο.
Είμαστε σίγουροι πως πρόκειται για την πιο έξυπνη διαχείριση του οικονομικού μας μέλλοντος;

Χαρακτηριστικό είναι ότι τα κοιτάσματα της Ρουμανίας, που αποτελεί την τέταρτη χώρα στην Ευρώπη με τα περισσότερα κοιτάσματα που εκμεταλλεύονται πολυεθνικές εταιρίες φτάνει μόλις το 1,1%-1,5% επί του ΑΕΠ της χώρας.

Πρώτη δημοσίευση: dimokratianews.gr

Πηγή: agonaskritis.gr


Δρόμος ανοιχτός

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου