Όλα παίζονται στο Βερολίνο


Του Σταύρου Χριστακόπουλου

Αξιοπιστία, έξοδος από την κρίση, μεταρρυθμίσεις, επενδύσεις, ανάπτυξη για όλους, μειώσεις φόρων. Αυτοί οι όροι κυριάρχησαν στην προεκλογική περίοδο από την πλευρά της Ν.Δ., με αυτούς πορεύεται και μετεκλογικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Φυσικά, κάθε νέα κυβέρνηση δικαιούται – όσο είναι νέα, δηλαδή για μερικές εβδομάδες – να πανηγυρίζει και να υπόσχεται ότι επί των ημερών της όλα θα μεταμορφωθούν προς το καλύτερο. Ωστόσο πάντα έρχεται η ώρα της προσγείωσης.

Ο πρωθυπουργός ήδη φαίνεται πως έχει πάρει μια πρώτη γεύση πραγματικότητας στα ευρωπαϊκά του ταξίδια στο Παρίσι, το Βερολίνο και τη Χάγη, όπου – κυρίως στη γερμανική πρωτεύουσα – πήρε την πρώτη «κρυάδα» καθώς διαπίστωσε (κατά κάποιες αξιόπιστες πληροφορίες του διαμηνύθηκε) πως είναι μηδαμινές, αν όχι ανύπαρκτες, οι πιθανότητες να αλλάξει κάτι στη διάθεση των ευρωπαϊκών χωρών να υποδεχθούν πρόσφυγες.

Συνεπώς η Ελλάδα θα πρέπει να τα βγάλει πέρα μόνη της στη θύελλα, η οποία τα επόμενα χρόνια θα έχει πολλές εξάρσεις. Και, κυρίως, θα πρέπει να αρκεστεί στα ψίχουλα υλικοτεχνικής βοήθειας και σε όσα ανταλλάγματα ευαρεστηθούν να της προσφέρουν οι Ευρωπαίοι εταίροι της. Άλλωστε δεν μπορεί καν να εκβιάσει με προώθηση προσφύγων και μεταναστών προς την Ευρώπη, διότι και ο βαλκανικός διάδρομος είναι από χρόνια κλειστός και η Ελλάδα εξαρτάται από τις ευρωπαϊκές αποφάσεις για το χρέος της και το ύψος των πλεονασμάτων, τα οποία συνδέονται ευθέως με τον τρόπο αποπληρωμής του χρέους.

Κατά τα λοιπά, πολλοί είναι αυτοί που εξετάζουν διάφορες πολιτικές και οικονομικές μεταβλητές επιχειρώντας να διαβλέψουν τις πιθανότητες να ελαφρυνθούν οι πλάτες των φορολογικών υποζυγίων. Χαίρονται για παράδειγμα με τις χθεσινές δηλώσεις της Κριστίν Λαγκάρντ ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να εμφανίζει μικρότερα από τα σημερινά (3,5% του ΑΕΠ) πρωτογενή πλεονάσματα (δηλαδή της τάξεως του 1,5% έως 2%), χαμηλότερα ακόμη και από τον στόχο της σημερινής κυβέρνησης για 2,5%.

Ωστόσο, πρώτον, η Λαγκάρντ μετέφερε την άποψη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και όχι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της οποίας την προεδρία θα αναλάβει προσεχώς. Ακόμη όμως και αν μιλούσε ως πρόεδρος της ΕΚΤ, θα γνώριζε η ίδια ότι οι απόψεις της επί του συγκεκριμένου θέματος μικρή σημασία θα είχαν εάν δεν συμφωνούσαν μαζί της η Γερμανία και οι χώρες - δορυφόροι της, ιδίως εκείνες που θα έπρεπε να περάσουν από τα Κοινοβούλιά τους την όποια αλλαγή στις συμφωνίες με την Ελλάδα.

Όσα λοιπόν και αν εύχονται οι αισιόδοξοι, τους επόμενους λίγους μήνες η κυβέρνηση θα βρεθεί ενώπιον δύσκολων πολιτικών αποφάσεων – και πιθανώς θα κάνει πολλά από όσα «χρέωνε» στους προηγούμενους.
Πηγή: ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ


Δρόμος ανοιχτός

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου