Ποιος θυμάται τις «Πλατείες»;



Του Παναγιώτη Σωτήρη

Λίγες ιστορικές ακολουθίες συμπύκνωσαν την έννοια της πολιτικής κρίσης και της κοινωνικής έκρηξης όσο ο κύκλος κινητοποιήσεων που έμειναν έκτοτε γνωστές ως οι «Πλατείες». Μία από τις μεγαλύτερες ως προς τον όγκο λαϊκές κινητοποιήσεις της νεώτερης ιστορίας, με πανελλαδική διάσταση, εντυπωσιακή διάρκεια και χαρακτηριστική αντοχή απέναντι στην καταστολή που υπέστησαν, που αποτύπωσε την απόρριψη των πολιτικών των Μνημονίων, όξυνε πολιτικά ρήγματα και επιτάχυνε ραγδαίες αλλαγές στις σχέσεις πολιτικής εκπροσώπησης.

Οι «Πλατείες» αποτέλεσαν τμήμα ενός παγκόσμιου, πολύμορφου και αντιφατικού κύκλου μαζικών κινητοποιήσεων που ξεκίνησε με τις κινητοποιήσεις στην Τυνησία και λίγο αργότερα στην Πλατεία Ταχρίρ στο Κάιρο, συνεχίστηκε με το κίνημα των Indignados στην Ισπανία, που με έναν τρόπο έδωσε και ένα απτό παράδειγμα για το ελληνικό κίνημα και λίγο αργότερα πήρε τη μορφή του Occupy! στη Νέα Υόρκη και πολλές άλλες αμερικανικές πόλεις.

Κοινά χαρακτηριστικά όλων αυτών των κινητοποιήσεων η μαζική συμμετοχή, η επανοικειοποίηση του δημόσιου χώρου (εξού και η σημασία της πλατείας ως χώρου συνάντησης αλλά και συζήτησης), η σχετική δυσανεξία απέναντι στις οργανωμένες πολιτικές δυνάμεις, η καθολική απόρριψη των παραδοσιακών κομμάτων εξουσίας (αλλά και η εκ νέου ανάγκη για πολιτική συζήτηση) και ένα αίτημα αυθεντικής δημοκρατίας απέναντι σε συνθήκες μεγάλης κοινωνικής και τελικά πολιτικής ανισότητας.

Ομως στην Ελλάδα ένα μεγάλο μέρος της σχετικής συζήτησης αντιμετώπισε τις «Πλατείες» ως την έκφραση μιας πολιτικής και κοινωνικής παθολογίας. Στην πιο σοβαρή εκδοχή αυτή η κριτική απέναντι στις «Πλατείες» έγινε υπό το πρίσμα των διαφόρων σχημάτων περί «εθνολαϊκισμού». Η έννοια αυτή, που κουβαλάει όλα τα προβλήματα εννοιών που αποπειρώνται να είναι μαζί αναλυτικές και αξιολογικές, χρησιμοποιήθηκε για να καταδειχτεί ότι ένα τοξικό μείγμα εθνικισμού και λαϊκισμού, δημιούργημα των δυναμικών της μεταπολίτευσης διαμόρφωσε σε ευρύτερα κοινωνικά κομμάτια αντανακλαστικά αντιπολιτικά και αντιευρωπαϊκά, συνδυασμένα με αδυναμία κατανόησης ότι η λογική των παροχών οδηγεί στην υπερχρέωση.

Η Χρυσή Αυγή

Στις λιγότερο σοβαρές εκδοχές αυτής της συζήτησης οι «Πλατείες» θεωρήθηκαν ως η αφετηρία φαινομένων όπως η άνοδος της Χρυσής Αυγής, παραβλέποντας το γεγονός ότι η νεοναζιστική οργάνωση ήταν επικριτική για τις «Πλατείες», δεν είχε παρουσία εκεί και κυρίως άρχισε να καταγράφει εκλογική άνοδο μετά τη συγκρότηση της κυβέρνησης Παπαδήμου και την προσχώρηση της ΝΔ και του ΛΑΟΣ σε μια «μνημονιακή» κυβέρνηση, στοιχείο που σήμαινε ότι η κρίση εκπροσώπησης οξύνθηκε και στον χώρο της ευρύτερης Δεξιάς. Οσο για την υπερπροβαλλόμενη έκτοτε παρουσία «πατριωτικών» ομάδων στην «επάνω Πλατεία», ας υπογραμμίσουμε ότι ο μικρός όγκος τους σίγουρα δεν χρωμάτισε τις κινητοποιήσεις, με τον ίδιο τρόπο που η παρουσία γαλλικών σημαιών στα «κίτρινα γιλέκα» δεν σηματοδότησε τελικά κάποια ηγεμονία της γαλλικής άκρας Δεξιάς.

Προδρομικές εκδοχές αυτής της αρνητικής αντιμετώπισης κινημάτων είχαμε και παλαιότερα. Στη δεκαετία του 1990 είχε υπάρξει η παρέμβαση του Νικηφόρου Διαμαντούρου, με το σχήμα περί πολιτιστικού δυϊσμού που είχε αντιμετωπίσει ως προβληματικές τις μαζικές αναδιανεμητικές διεκδικήσεις της Μεταπολίτευσης, θεωρώντας τις ουσιαστικά εμπόδιο στον εκσυγχρονισμό της ελληνικής κοινωνίας. Και βέβαια τον Δεκέμβριο του 2008 και μία από τις μεγαλύτερες κινητοποιήσεις της νεολαίας σε ευρωπαϊκή χώρα, είχαμε πάλι μια εντυπωσιακή σειρά τοποθετήσεων που αντιμετώπισαν αυτή την κοινωνική έκρηξη ως απλή έκφραση πολιτικής παραβατικότητας.

Αυτό που χάνεται σε όλη αυτή την αντιμετώπιση των «Πλατειών», όπως και άλλων κινητοποιήσεων του πρώτου μισού της περασμένης δεκαετίας, είναι ότι δεν είχαμε κάποια έκρηξη ανορθολογισμού αλλά μια κοινωνική αντίδραση απέναντι σε μια βίαιη ανατροπή των κοινωνικών όρων μεγάλων τμημάτων της κοινωνίας που βρέθηκαν απειλούμενα με προοπτική αποπτώχευσης σε συνδυασμό με την επιβολή μιας συνθήκης μειωμένης κυριαρχίας εντός της οποίας οι απαιτήσεις των δανειστών (και η προτίμησή τους για μια ακραία νεοφιλελεύθερη «κοινωνική μηχανική») αναγορεύτηκαν σε υπέρτατο κανόνα παραγωγής θεσμικών ρυθμίσεων. 

Το αποτέλεσμα ήταν μια πρωτοφανής ύφεση, ο περιορισμός του διαθέσιμου εισοδήματος, η έκρηξη της ανεργίας, η μαζική μετανάστευση των νέων. Θα ήταν αφελής κάποιος εάν πίστευε ότι αυτό δεν θα οδηγούσε σε κοινωνικές εκρήξεις ή ότι δεν θα απαξίωνε στα μάτια σημαντικού μέρους του εκλογικού σώματος τα κόμματα και τους πολιτικούς που έδειχναν συνυπεύθυνοι για την κατάσταση.

Ωστόσο, η υπαρκτή αντιφατικότητα των «Πλατειών», όπως και κάθε αυθεντικού λαϊκού κινήματος, ιδίως σε εποχές υποχώρησης ιδεολογικών και πολιτιστικών στοιχείων που επέτρεπαν πιο δομημένα προτάγματα χειραφέτησης, δεν αναιρεί το γεγονός ότι στον πυρήνα της πρακτικής τους αλλά και στα ίχνη που άφησαν στην ελληνική κοινωνία ήταν μια μεγάλη κραυγή δημοκρατίας και δικαιοσύνης που παραμένει ουσιωδώς αδικαίωτη.

Μια τεράστια κινητοποίηση

Τον Ιούλιο του 2011 η έρευνα «Πολιτικό Βαρόμετρο» της εταιρείας Public Issue και με επιστημονικό υπεύθυνο τον Γιάννη Μαυρή κατέγραψε ένα εντυπωσιακό δεδομένο. Το 29% των ερωτηθέντων είχε συμμετάσχει σε κάποιου είδους απεργία, συγκέντρωση, διαδήλωση, πορεία ή κάποια άλλη κινητοποίηση τον περασμένο μήνα. Σε προβολή στον συνολικό πληθυσμό 18 ετών και άνω αυτό σήμαινε 2.601.000 άτομα. Και στην προηγούμενη έρευνα, στις αρχές Ιουνίου 2011, το ποσοστό ήταν υψηλό, 25% ή 2.214.000 άτομα.

Πηγή: in.gr

Δρόμος ανοιχτός

1 σχόλιο :

  1. Αστείος είναι σε κάθε περίπτωση ο ισχυρισμός,ότι οι "παροχές",δλδ το υποτυπώδες κοινωνικό κράτος της μεταπολίτευσης σε σύγκριση με το κοινωνικό κράτος στις προηγμένες χώρες της Ευρώπης (Δ. Γερμανία,Σκανδιναυΐα κ.α.),έφταιγε για την υπερχρέωση.

    ΑπάντησηΔιαγραφή