Οι τρεις μνηστήρες της Μέρκελ και στο βάθος ο Βαυαρός…Οδυσσέας

 

Του Μιχάλη Ψύλου

από την εφημερίδα Δημοκρατία

Οκτώ μήνες πριν τις γερμανικές εκλογές του Σεπτεμβρίου ,σήμερα ενδεχομένως να μάθουμε τον διάδοχο της Ανγκελα Μέρκελ στην καγκελαρία και κυρίως την πορεία που θα ακολουθήσει η Ευρώπη!

Μετά από δύο αναβολές ,λόγω της πανδημίας, το κυβερνών Χριστιανοδημοκρατικό κόμμα (CDU) πραγματοποιεί διαδικτυακά το συνέδριό του για την εκλογή του νέου προέδρου του κόμματος. Όπως γράφει το Der Spiegel , η σημερινή ψηφοφορία είναι «μια τεχνολογική πρόκληση λόγω της διαδικτυακής διοργάνωσης, αλλά κυρίως μια πολιτική πρόκληση: Η Άνγκελα Μέρκελ αποχωρεί μετά από 16 χρόνια από την Καγκελαρία το φθινόπωρο, και ο άνθρωπος που θα κερδίσει σήμερα στην ψηφοφορία μεταξύ των 1001 κομματικών αντιπροσώπων, δεν θα γίνει μόνο πρόεδρος του μεγαλύτερου κόμματος της Γερμανίας. Θα καθίσει ενδεχομένως και στην καρέκλα του Καγκελάριου». Μια «καρέκλα» που έγραψε ιστορία με την Μέρκελ, όπως λέει ο Αντζελο Μπολάφι, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο La Sapienza της Ρώμης και συγγραφέας του βιβλίου “German Heart” : «Μεταπολεμικά,όλοι οι Γερμανοί καγκελάριοι έφυγαν από το προσκήνιο ηττημένοι: Ο Κόνραντ Αντενάουερ ,ο Βίλι Μπραντ,ο Χέλμουτ Σμιτ, ο Χέλμουτ Κολ, ο Γκέρχαρντ Σρέντερ ,είτε ηττήθηκαν στις εκλογές ή αντικαταστάθηκαν από το δικό τους κόμμα. Η έξοδος από τη σκηνή ως νικητής-κάτι καθόλου προφανές στην πολιτική- μαζί με άλλα στοιχεία, από τις δεξιότητες έως τη διάρκεια της θητείας της, θα καταστήσουν την Μέρκελ ιστορική φυσιογνωμία .Το γεγονός αυτό, πρέπει να σημειωθεί, καθώς παραμένει μοναδικό» λέει ο Ιταλός καθηγητής.

Τρείς είναι οι υποψήφιοι που αγωνίζονται για την προεδρία του βασικού κυβερνώντος κόμματος της Γερμανίας: Ο πρωθυπουργός της Βόρειας Ρηνανίας -Βεστφαλίας, Αρμιν Λάσετ, ο εκατομμυριούχος δικηγόρος και πρώην βουλευτής Φρίντριχ Μερτζ και ο βουλευτής Νόρμπερτ Ρέτγκεν . «Οι τρεις υποψήφιοι έχουν πολλά κοινά – αλλά δεν είναι τόσο ίδιοι όσο φαίνεται» γράφει το Spiegel.«Είναι όλοι λευκοί, μεσήλικες, κατάγονται από το ίδιο κρατίδιο -τη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία-αλλά είναι σαφώς διαφορετικό το πρόγραμμά τους ,αναφορικά με την πορεία της κεντροδεξιάς» προσθέτει το γερμανικό περιοδικό.

Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις ,ο Μέρτζ προηγείται με 29 % και ακολουθούν ο Λάσετ με 27% και ο Ρέτγκεν με 25%. Εάν ένας από τους υποψηφίους δεν υπερβεί το 50% των ψήφων, θα υπάρξει και δεύτερος γύρος.

Ποιοι είναι οι τρείς μνηστήρες

Ο 60χρονος Αρμιν Λάσετ είναι πρωθυπουργός του πολυπληθέστερου κρατιδίου της Γερμανίας, από το 2017 και θεωρείται συνεχιστής της μετριοπαθούς κεντροδεξιάς πολιτικής της Μέρκελ. Όταν ρωτήθηκε τι έχει να προσφέρει ως καγκελάριος της Γερμανίας ,είπε: «Εχω εμπειρία στην κυβέρνηση, στην καθοδήγηση ενός μεγάλου κρατιδίου , στην εξισορρόπηση διαφορετικών συμφερόντων και έχω ήδη κερδίσει εκλογές, κάτι που χρειάζεται να έχει κάνει ο ηγέτης του CDU, δεδομένου ότι οι φετινές γενικές εκλογές του Σεπτεμβρίου είναι καθοριστικές για το μέλλον της χώρας μας». Ο Λάσετ έγινε πάντως πρωτοσέλιδο σε δύο περιπτώσεις: Οταν οι βιογράφοι του ισχυρίστηκαν ότι η οικογένειά του είναι πεπεισμένη πώς είναι άμεσοι απόγονοι του Καρλομάγνου, ο οποίος στέφθηκε αυτοκράτορας στο Άαχεν. Αλλά και όταν κατηγορήθηκε από τους Σοσιαλδημοκράτες για σκάνδαλο διαφθοράς με αφορμή σύμβαση για την αγορά προστατευτικών μασκών κατά το πρώτο κύμα της πανδημίας

Ο 65χρονος Φρίντριχ Μερτζ είναι εταιρικός δικηγόρος ,πρώην βουλευτής και θεωρείται o βασικός εσωκομματικός αντίπαλος της Μέρκελ, εκφράζοντας την ακροδεξιά πτέρυγα του κόμματος και τις πλέον συντηρητικές θέσεις, ειδικά στο ζήτημα της μετανάστευσης . «Είναι ο Γερμανός…Τραμπ» ,όπως έγραψε η ιστοσελίδα Politico.«Την πιθανή εκλογή του Μερτζ φοβούνται πολύ οι ηγέτες άλλων ευρωπαϊκών χωρών» γράφει το Politico και προσθέτει: «Είναι επιθετικός, μιλά για τους ομοφυλόφιλους και τους παιδεραστές σαν να ήταν το ίδιο πράγμα, αποκαλεί χάσιμο χρόνου τις συζητήσεις για ζητήματα φύλου και δεν αντέχει την Άνγκελα Μέρκελ. Δεν θα μπορούσε να είναι πιο μακριά από το πνεύμα της εποχής », έγραψε το Politico .

Ο Μερτζ διετέλεσε επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του CDU στην Bundestag από το 2000 ως το 2002. Αναγκάστηκε να παραδώσει το 2002 την ηγεσία της κεντροδεξιάς κοινοβουλευτικής ομάδας στην Ανγκελα Μέρκελ με την οποία είχε μια πολύ κακή σχέση . Παρέμεινε μέλος του κοινοβουλίου έως το 2009, για να εργαστεί στη συνέχεια σε πολυεθνικούς κολοσσούς ,όπως η BlackRock. Ο Μερτζ έκανε μια αιφνιδιαστική επιστροφή το 2018, όταν έθεσε και πάλι υποψηφιότητα για την προεδρία του CDU,έχοντας μάλιστα την στήριξη του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, αλλά ηττήθηκε από την Ανεγκρέτ Κραμπ-Καρενμπάουερ .Και τώρα επέστρεψε στο ριγκ με στόχο -όπως λέει- να ανακτήσει τις Χριστιανοδημοκρατικές ψήφους που κατέληξαν στο ακροδεξιό AFD λόγω των υπερβολικά «αριστερών» πολιτικών που εφάρμοσε η Καγκελάριος Μέρκελ, τα τελευταία χρόνια. «Ο Μερτζ θα ήταν όμως μια μεγάλη αναστάτωση – όχι μόνο για το CDU, αλλά και για το ολόκληρο το πολιτικό σύστημα» λέει ο οικονομικός αναλυτής, Ντάνιελ Μπαγιάζ. Γιατί ,σε περίπτωση που κερδίσει ο Μερτζ στο συνέδριο ,κάποιοι στοιχηματίζουν ότι πολλοί ψηφοφόροι της Μέρκελ θα απομακρυνθούν από τους Χριστιανοδημοκράτες και θα κατευθυνθούν σε άλλα κόμματα ,όπως οι Πράσινοι και οι Ελεύθεροι Δημοκράτες.

Ο τρίτος υποψήφιος είναι ο 55χρονος Νόρμπερτ Ρέτγκεν , πρώην Υπουργός Περιβάλλοντος και νυν πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερμανικής Βουλής. Είναι ένας από τους κορυφαίους εμπειρογνώμονες του κόμματος στη διεθνή πολιτική. Ο Ρέτγκεν θεωρείται «Μερκελιστής» και πιθανότατα θα συνέχιζε το έργο της Γερμανίδας καγκελαρίου σε περίπτωση νίκης του. Φαίνεται πάντως να έχει τις λιγότερες πιθανότητες να εκλεγεί στην προεδρία του CDU ,παρά την εξαιρετική εκστρατεία του στα social media

Αλήθεια, ποιόν υποψήφιο θα προτιμούσαν τα άλλα γερμανικά κόμματα να έχουν ως αντίπαλο στις ομοσπονδιακές εκλογές του Σεπτεμβρίου;

Οι Σοσιαλδημοκράτες(SPD) που έχουν υποστεί καθίζηση λόγω της κυβερνητικής συνεργασίας με τους Χριστιανοδημοκράτες, θα προτιμούσαν τον ακραίο Μερτζ για να κάνουν αντεπίθεση από τα αριστερά, μήπως και ανακάμψουν. «Το SPD λαχταρά την πόλωση» γράφει το Der Spiegel

Τον Μέρτζ φαίνεται να προτιμούν και οι Πράσινοι αλλά για άλλους λόγους: Κυρίως γιατί οι δημοσκοπήσεις τους δείχνουν δεύτερο κόμμα με πιθανή συμμετοχή στην νέα κυβέρνηση συνασπισμού της Γερμανίας.

Οι Πράσινοι πιστεύουν ότι με τον Μερτζ στην ηγεσία του CDU, θα εγκαταλείψουν το κόμμα πολλοί μετριοπαθείς Χριστιανοδημοκράτες και θα ψηφίσουν τους Πράσινους. Σύμφωνα με το Der Spiegel πάντως , «οι Πράσινοι δεν αποκλείουν έναν κυβερνητικό συνασπισμό υπό τον Μερτζ. Θέλουν να συγκυβερνήσουν και είναι δευτερεύουσας σημασίας ποιος θα είναι ο επικεφαλής του νέου κυβερνητικού συνασπισμού. ΟΙ τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η συμμαχία Χριστιανοδημοκρατών-Χριστιανοκοινωνιστών ( CDU και CSU) προηγείται σήμερα με 36% και ακολουθούν οι Πράσινοι με 18,4% και το SPD με 16,3%

Ο πολιτικός επιστήμονας Ρόμπερτ Φέρκαμπ του ιδρύματος Bertelsmann, λέει ότι οι Χριστιανοδημοκράτες δεν έχουν αντιμετωπίσει μέχρι σήμερα το βασικό πρόβλημα :Τι κόμμα θέλουν και ποια πολιτική θα ακολουθήσει , μετά την εποχή Μέρκελ.

Μέχρι στιγμής ουδείς από τους τρεις υποψηφίους κατάφερε να περιγράψει ένα σαφές και πειστικό σχέδιο για το μέλλον του κόμματος. Αρα ,με ποιο κριτήριο θα ψηφίσουν οι 1001 σύνεδροι; «Πολλοί από αυτούς κατέχουν θέσεις σε Διοικήσεις δημόσιων οργανισμών τις οποίες θέλουν να διατηρήσουν» γράφει η ισπανική El Pais. Μεταξύ των συνέδρων είναι επίσης και 300 γυναίκες τις οποίες δεν φαίνεται να πείθει ο υπερ-συντηρητικός Μερτζ, καθώς ενδιαφέρθηκε λιγότερο για θέματα όπως η ποσόστωση φύλου στο Χριστιανοδημοκρατικό κόμμα.

Η πρόεδρος της Γυναικείας Επιτροπής του CDU, Ανέτ Βάιντμαν-Μάουτς κάνει λόγο για «σαφή προτίμηση» της ομάδας της υπέρ του Λάσετ ή του Ρέτγκεν. Η Υπουργός Παιδείας, Ανια Κάρλιτσεκ δεν δίστασε μάλιστα να προειδοποιήσει ότι πιθανή εκλογή του Μερτζ θα οδηγούσε σε “μια εκλογική εκστρατεία αντιπαράθεσης».

Ο Βαυαρός …Οδυσσέας Μάρκους Σέντερ

Σύμφωνα πάντως με διάφορους πολιτικούς παρατηρητές, οι τρεις υποψήφιοι δεν έχουν το επαρκές χάρισμα για να αναλάβουν την κληρονομιά της Άνγκελα Μέρκελ , η οποία ήταν από τους πιο σημαντικούς πολιτικούς τα πρώτα 20 χρόνια του 21ου αιώνα. Αλλωστε, οι δημοσκοπήσεις είναι σαφείς: Εάν οι Γερμανοί ψήφιζαν απευθείας τον καγκελάριο τους, δεν θα επέλεγαν κανέναν από αυτούς τους τρεις υποψήφιους .αλλά τον 53χρονο Βαυαρό πρωθυπουργό Μάρκους Σέντερ ,που προέρχεται από το Χριστιανοκοινωνικό κόμμα CSU- το αδελφό κόμμα του CDU στη Βαυαρία που κερδίζει συνεχώς από το 1957 τις εκλογές στο γερμανικό αυτό κρατίδιο. 

Ο Σέντερ θεωρείται ιδιαίτερα δημοφιλής σε όλη τη Γερμανία καθώς κέρδισε πολλούς πόντους λόγω της επιτυχημένης αντιμετώπισης της πανδημίας στη Βαυαρία. Δημοσκόπηση του γερμανικού τηλεοπτικού καναλιού ZDF έδειξε ότι το 58% των Γερμανών θα ήθελε τον Σέντερ ως καγκελάριο. Ιστορικά, άλλες δύο φορές πολιτικός από το Βαυαρικό αδελφό κόμμα ήταν κοινός υποψήφιος και του CDU στις ομοσπονδιακές εκλογές -το 1980 με τον Φραντς Γιόζεφ Στράους και το 2002 με τον Εντμουντ Στόιμπερ -οι οποίοι ηττήθηκαν από τους Σοσιαλδημοκράτες Χελμουτ Σμιτ και Γκέρχαρντ Σρέντερ, αντίστοιχα.

Τα πράγματα είναι διαφορετικά πάντως σήμερα. Ο Σέντερ ως πρωθυπουργός της Βαυαρίας – από το 2018 – και ηγέτης της CSU – από το 2019 – επέλεξε να υιοθετήσει μια μετριοπαθή πολιτική γραμμή ,πιο κοντά στη Μέρκελ και το CDU από ό, τι οι προκάτοχοί του, όπως ο διαβόητος Φραντς Γιόζεφ Στράους, που ως πρωθυπουργός της Βαυαρίας στη δεκαετία του `70 επί 10 χρόνια, διακήρυττε ότι «πιο δεξιά του ήταν μόνο ο …τοίχος».

Ο καθηγητής Μπολάφι λέει ότι «ο Σέντερ κοιτάζει πολύ προς τους Πράσινους , ακολουθώντας μια κάπως παλαιά διπλή παράδοση, που διέκρινε το CSU :τον αναγκαστικό εκσυγχρονισμό και την προστασία του περιβάλλοντος». Εκτιμά μάλιστα ότι ο Βαυαρός πρωθυπουργός «αντιπροσωπεύει ,με αυτές τις θέσεις, μια νέα προοπτική σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ακολουθώντας το μοντέλο του Εμμανουέλ Μακρόν».

Οι καταστάσεις θα μπορούσαν φυσικά να αλλάξουν από σήμερα έως τις 26 Σεπτεμβρίου που προγραμματίζονται οι ομοσπονδιακές εκλογές, αλλά σε κάθε περίπτωση οι Χριστιανοδημοκράτες σε συνεργασία με τους Χριστιανοκοινωνιστές έχουν ένα σαφέστατο προβάδισμα .Το ειδικό τους βάρος δεν είναι άλλωστε καθοριστικό μόνο στη γερμανική πολιτική ζωή, αλλά και στην εξέλιξη της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Πηγή: militaire.gr

Δρόμος ανοιχτός

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου