Άνθρακες ο ''θησαυρός'' της επιστολής Μπλίνκεν

 

Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου

“Από την Κέρκυρα μέχρι το Καστελόριζο και από την Κρήτη μέχρι τη Θράκη, σας παραδίδουμε την Ελλάδα σήμερα στα χέρια σας. Και είμαστε βέβαιοι ότι είναι σε καλά χέρια”. Πρόεδρος της Βουλής Κώστας Τασούλας προς γερουσιαστή Μπομπ Μενέντεζ.

H κυβέρνηση και οι προπαγανδιστές των Αμερικανών επιχαίρουν επειδή, έχοντας δώσει στις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις διευκολύνσεις και ελευθερία δράσης που καμία άλλη χώρα στο ΝΑΤΟ – ίσως και στον κόσμο – δεν έχει προσφέρει στις ΗΠΑ και τον ουσιαστικό έλεγχο πάνω στον ελληνικό στρατό, αναλαμβάνοντας τεράστιους κινδύνους και περιορίζοντας δραστικά τους “βαθμούς ελευθερίας” της Ελλάδας, πήρε σε αντάλλαγμα τις εξής δύο φράσεις που περιέχονται στην επιστολή Μπλίνκεν στον Μητσοτάκη:

 1) “Πιστεύουμε ακράδαντα στον σεβασμό της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας, καθώς και των κυριαρχικών δικαιωμάτων και της δικαιοδοσίας σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο της θάλασσας”.

 2) “Επεκτείνει (η συμφωνία) τη στρατηγική αμυντική εταιρική σχέση και εμφανώς δείχνει τη σταθερή μας αποφασιστικότητα να διαφυλάξουμε και να προστατεύσουμε αμοιβαία την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα των χωρών μας έναντι ενεργειών που απειλούν την ειρήνη, συμπεριλαμβανομένης της ένοπλης επίθεσης ή της απειλής αυτής”.

Κανένα κράτος που σέβεται την κυριαρχία του δεν κάνει τις παραχωρήσεις που έκανε η κυβέρνηση στους Αμερικανούς ανεξαρτήτως ανταλλαγμάτων. Αλλά υπάρχει έστω το αντάλλαγμα που ισχυρίζεται η κυβέρνηση ότι πήρε;

 Η αξία των λόγων

Αφήνουμε κατά μέρος εδώ το εντελώς βασικό ερώτημα της αξίας οποιωνδήποτε λόγων από μια δύναμη που έχει παίξει ολέθριο ρόλο στην νεώτερη ελληνική ιστορία και ήταν πίσω από την τουρκική επιθετικότητα συνεχώς μετά το 1955 και ιδιαίτερα πίσω από το πραξικόπημα εναντίον του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και την τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Αφήνουμε κατά μέρος το ότι οι προηγούμενες και ισχυρότερες διαβεβαιώσεις Κίσσινγκερ, αλλά και αυτές της επιστολής Πομπέο, απεδείχθησαν άνευ πρακτικής αξίας. Ας γίνουμε προς στιγμή Λωτοφάγοι και ας εξετάσουμε την αξία των λόγων όπως διατυπώνονται – λόγων που σημειωτέον δεν συνιστούν νομικές, αλλά πολιτικές “δεσμεύσεις” και, όπως θα δείξουμε, ούτε καν δεσμεύσεις.

Τα “πιστεύουμε” δεν σημαίνουν τίποτα, αφού δεν συνοδεύονται από μια εγγύηση του τι θα πράξουν οι Ηνωμένες Πολιτείες αν δεν γίνουν αυτά σεβαστά.

“Διαφυλάσσουμε” και “προστατεύουμε” πρέπει, για να έχουν νόημα, να συνοδεύονται και από το πως το κάνουμε.

Για παράδειγμα το κάνουμε με “ένοπλη συνδρομή”, όπως προβλέπει τουλάχιστον, η άκρως προβληματική κατά τα άλλα συμφωνία με τη Γαλλία, ή με έκδοση ανακοινώσεων;

Γιατί η ελληνική διπλωματία δεν ζήτησε να περιληφθεί ο όρος που περιέχεται στην συμφωνία με τη Γαλλία, για «ένοπλη συνδρομή» σε περίπτωση επιβουλής κατά της ελληνικής επικράτειας;

Ή μήπως το ζήτησε και δεν το δέχθηκαν οι Αμερικανοί; Αν συνέβη όμως αυτό τι σημαίνει για τις αμερικανικές προθέσεις;

Ή μήπως, ο ρόλος της ελληνικής διπλωματίας ήταν τελικά εντελώς δευτερεύων στη σύνταξη και συνομολόγηση των κειμένων, όπως, δυστυχώς, είναι πιθανότατο;

Ελλάδα και ΗΠΑ διαφωνούν ως προς το ποια είναι η επικράτεια

Το πράγμα είναι στην πραγματικότητα ακόμα χειρότερο. ‘Όπως έχουμε ξαναγράψει τις διατυπώσεις περί σεβασμού της κυριαρχίας μπορεί άνετα να τις προσυπογράψει και ο κ. Ερντογάν. Η διαφορά μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας δεν αφορά το αν ισχύει ή όχι το διεθνές δίκαιο, αφορά το πως ερμηνεύουν οι δύο πλευρές το διεθνές δίκαιο. 

Η Τουρκία ισχυρίζεται κατά καιρούς ότι της ανήκουν δεκάδες νησιά, νησίδες και βραχονησίδες του Αιγαίου, όπως και το ότι η Ελλάδα δεν έχει δικαίωμα να εγκαθιστά στρατό σε αυτά. Θέλει διαπραγματεύσεις εφ’ όλης της ύλης, δηλαδή επί του συνόλου των διεκδικήσεων αυτών. Οι ΗΠΑ ποτέ, ούτε και τώρα, ούτε καν μετά τη συμφωνία, δεν εναντιώνονται στην απαίτηση να συζητηθεί το σύνολο των τουρκικών διεκδικήσεων, τις οποίες άλλωστε υπέθαλψαν στο παρελθόν οι ίδιες, προκειμένου να κρατάνε υπό διαρκή έλεγχο την Ελλάδα. Αντίθετα ζητούσαν και ζητάνε να συζητηθούν μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας.  

Οι ΗΠΑ δεν ζήτησαν ποτέ ούτε και τώρα ζητούν από την Άγκυρα να αποσύρει αυτές τις διεκδικήσεις. Για να πούμε βέβαια και του στραβού το δίκιο, ούτε καν οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν ζητάνε καθαρά κάτι τέτοιο. Επαναλαμβάνουν κάθε τόσο ότι θέλουν να πάνε στη Χάγη για την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών – υφαλοκρηπίδας ή και ΑΟΖ – με την Τουρκία, χωρίς να θέτουν ως ρητή προϋπόθεση την προγενέστερη άρση των τουρκικών εδαφικών διεκδικήσεων επί της Ελλάδας. Αν όμως δεν αρθούν αυτές οι διεκδικήσεις είτε καθίσταται αδύνατη η οριοθέτηση, διότι δεν θα γνωρίζει το Δικαστήριο που τελειώνει η μία χώρα και που αρχίζει η άλλη, είτε θα πρέπει να ερωτηθεί για το αν οι Οινούσσες ανήκουν στην Ελλάδα και αν καλώς διατηρούμε στρατό στη Χίο.   

Όχι μόνο δεν δικαιούμεθα να υποθέσουμε ότι η αντίληψη των Αμερικανών για το ποια είναι η ελληνική επικράτεια είναι η ίδια με την αντίληψη των Ελλήνων, έχουμε και την απόδειξη ότι δεν είναι. Το 1996 η Ουάσιγκτον επενέβη για να καταστήσει επισήμως τα ελληνικά Ίμια έδαφος αμφισβητούμενης κυριαρχίας, όπως και τα κατέστησε με τη συμφωνία Χόλμπρουκ – Σημίτη (“‘Όχι άνδρες, όχι σημαίες, όχι πλοία”).

 Έκτοτε, κάθε φορά που ανακύπτει τέτοιο ζήτημα η Ουάσιγκτον στέλνει τις δύο πλευρές να πάνε να λύσουν τα προβλήματά τους με διάλογο, εμμέσως πλην σαφώς δηλαδή αναγνωρίζει το θεμιτό έστω της έγερσης των τουρκικών αξιώσεων.

Συμπέρασμα. ‘Όταν μιλάνε οι Αμερικανοί για σεβασμό της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας, έστω και με τον ατελή τρόπο που το κάνουν και χωρίς τη συνοδεία κάποιας πρακτικής εγγύησης, δεν εννοούν την επικράτεια της Ελλάδας όπως την ορίζει η ίδια.

Και μετά τη συμφωνία τα ίδια λένε!

Μάλιστα, η Ουάσιγκτον έσπευσε και μετά την συμφωνία και την επιστολή να ξεκαθαρίσει ότι δεν έχει αλλάξει ούτε κατά ένα γιώτα τη θέση της ως προς τα ζητήματα κυριαρχίας στο Αιγαίο. Σε μια προσπάθεια να καθησυχάσει την Άγκυρα, και γελοιοποιώντας ακόμα περισσότερο τα επιχειρήματα της κυβέρνησης και του ολοκληρωτικού μηχανισμού δήθεν “ενημέρωσης”, που βομβαρδίζει καθημερινά, συστηματικά και μαζικά τον εγκέφαλο των Ελλήνων πολιτών με ψευδείς και παραπλανητικές πληροφορίες και εκτιμήσεις, ο ίδιος ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ κάλεσε την Ελλάδα και την Τουρκία να λύσουν ειρηνικά τις διαφορές τους και, απαντώντας σε ερώτηση για την ελληνοαμερικανική συμφωνία, είπε χαρακτηριστικά:

“Συμπεριλαμβανομένης της συνέχισης των διερευνητικών διαπραγματεύσεων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, υποστηρίζουμε τις προσπάθειες για αποκλιμάκωση των εντάσεων στην Ανατολική Μεσόγειο. Καταρχήν, ενθαρρύνουμε όλα τα κράτη να επιλύσουν τα προβλήματά τους ειρηνικά μέσω διαλόγου και σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο. Όπως γνωρίζετε, οι Ηνωμένες Πολιτείες συχνά δεν λαμβάνουν θέση σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο τα άλλα κράτη πρέπει να επιλύσουν τις διαφορές τους στα θαλάσσια σύνορα”. (https://iskra.gr/%cf%86%ce%b9%ce%bb%cf%8c%cf%84%ce%bf%cf%85%cf%81%ce%ba%ce%bf-%cf%84%ce%bf-%cf%83%cf%84%ce%ad%ce%b9%cf%84-%ce%bd%cf%84%ce%b9%cf%80%ce%ac%cf%81%cf%84%ce%bc%ce%b5%ce%bd%cf%84-%ce%bd%ce%b1-%cf%84%ce%b1/).

 Σημειωτέον ότι, στην ίδια συνέντευξη τύπου, ο κ. Price είπε ότι οι ΗΠΑ καταδικάζουν τις διασυνοριακές επιθέσεις κατά της Τουρκίας από τη Συρία και πρόσθεσε: “Έχουμε πολλά κοινά συμφέροντα με τη σύμμαχό μας στο ΝΑΤΟ, την Τουρκία”.  

Πώς είναι δυνατόν αυτές οι θέσεις να εμφανίζονται ως ελληνική επιτυχία; Τι είχα Παντελάκη μου, τι είχα Παντελή μου. Οι Αμερικανοί έχουν μια σταθερή θέση που δεν αλλάζει και οι Έλληνες ιθύνοντες προσπαθούν να την ερμηνεύσουν κατά τρόπο που να τους επιτρέπει να ξεγελάσουν τους υπηκόους τους.

Λήμνος και Σκύρος

Σημειωτέον ότι μονίμως άλλωστε το ΝΑΤΟ, δηλαδή οι Αμερικανοί, δεν δέχονται να συμπεριληφθεί η Λήμνος στις ασκήσεις της “Συμμαχίας”, αποδεχόμενοι, εμμέσως πλην σαφώς, την τουρκική απαίτηση περί αποστρατιωτικοποίησης του νησιού.

Μήπως άλλαξε κάτι σε αυτή τη θέση και δεν το γνωρίζουμε;

Η κυβέρνηση, στην παγκόσμια πρωτότυπη – για να μη χρησιμοποιήσουμε την έκφραση που ταιριάζει – προσπάθειά της να βάλουν κι άλλες βάσεις οι Αμερικανοί στην Ελλάδα (μια ιδέα που προφανώς υπέβαλαν με τον τρόπο τους οι ίδιοι οι Αμερικανοί στην Αθήνα, βάζοντάς την να ζητάει αυτή όσα ήθελαν να μας πάρουν!), ζήτησε να βάλουν βάσεις και στο Αιγαίο, τουλάχιστο στην Σκύρο, φαίνεται μάλιστα ότι και ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης είχε ενθαρρυνθεί να το πράξει, σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες. Οι Αμερικανοί πιθανώς άλλαξαν γνώμη επ’ αυτού και το αρνήθηκαν τελικά.

Αν η τοποθέτηση βάσεων, συνιστά “ασπίδα προστασίας”, όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση, όχι εμείς, γιατί οι Αμερικανοί αρνήθηκαν να τοποθετήσουν την “ασπίδα” στο Αιγαίο, δηλαδή στο πιο τρωτό και δύσκολα υπερασπίσιμο σημείο της ελληνικής αμυντικής διάταξης;

Σε μια προσπάθεια να παρακάμψει αυτό το εύλογο ερώτημα, το Υπουργείο Εξωτερικών κυκλοφόρησε ένα  non paper, που δημοσίευσαν άνευ οιασδήποτε κριτικής οι περισσότερες εφημερίδες. Το non paper, αφού επαναλαμβάνει την εξευτελιστική θεωρία ότι οι βάσεις χρειάζονται στην άμυνα της χώρας από την Τουρκία, δίνει και το παράδειγμα της Κρήτης. Πρώτη φορά ακούμε εμείς ότι υπάρχει κίνδυνος τουρκικής απόβασης στην Κρήτη. Μήπως κάποιοι έχουν μπερδέψει τους αιώνες;

Πάντως, η υπόθεση της Σκύρου δεν έχει κλείσει οριστικά, αναφέρουν πληροφορίες μας. Οι Αμερικανοί την κρατάνε ανοιχτή. Από τη μια, η βάση στη Σκύρο τους είναι πολύ χρήσιμη για να ελέγξουν τα Στενά εμποδίζοντας την κάθοδο του ρωσικού στόλου που είναι η βασική “εξωτερική” λειτουργία των βάσεων και αυτή που μπορεί να μας εμπλέξει σε περιορισμένο πυρηνικό πόλεμο (https://kosmodromio.gr/2021/10/14/%cf%84%ce%b9-%ce%b8%ce%b1-%cf%83%cf%85%ce%bc%ce%b2%ce%b5%ce%af-%cf%83%cf%84%ce%b7%ce%bd-%ce%b1%ce%b8%ce%ae%ce%bd%ce%b1-%ce%b1%ce%bd-%cf%80%ce%bb%ce%b7%ce%b3%ce%b5%ce%af-%ce%b7-%ce%b1%ce%bb%ce%b5%ce%be/) (η “εσωτερική” είναι ο ασφυκτικός έλεγχος της ίδιας της Ελλάδας και των ενόπλων δυνάμεών της).

Από την άλλη όμως η Ουάσιγκτον θέλει να μην κάνει ενέργειες που μπορεί η Τουρκία να θεωρήσει προκλητικές, καθώς βρίσκεται εν τω μέσω μιας μεγάλης και περίπλοκης διαπραγμάτευσης με την Άγκυρα. Πιθανώς θέλει να διατηρήσει το θέμα του Αιγαίου στη μέγιστη δυνατή αβεβαιότητα, ώστε να ελέγχει δι’ αυτού και την Ελλάδα και την Τουρκία.

Αυξάνοντας κατακόρυφα την εξάρτηση από τις ΗΠΑ με τη συμφωνία που υπέγραψε, η κυβέρνηση όχι μόνο δεν προστατεύει την Ελλάδα από τουρκικές αξιώσεις, καθιστά πολύ πιο δύσκολο στην Αθήνα να αντισταθεί σε τυχόν πιέσεις για παραχωρήσεις προς την Τουρκία στο Αιγαίο, αν η Ουάσιγκτον συμφωνήσει σε τέτοιες παραχωρήσεις με την Άγκυρα.

Το Casus Belli και τα χωρικά ύδατα

Η κυβέρνηση, δια του non paper που μοίρασε στα ΜΜΕ και αυτά αναπαράγουν άνευ σχολίων, ερμηνεύει την συμπερίληψη μιας λέξης για την απειλή επίθεσης στην επιστολή Μπλίνκεν, ως δήθεν αποδοκιμασία της τουρκικής απειλής πολέμου κατά της Ελλάδας σε περίπτωση που επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα.

Ακόμα κι αν δεχτούμε ως ορθή μια τέτοια ερμηνεία, μια τόσο γενικόλογη διατύπωση δεν σημαίνει πολλά πράγματα, για την ακρίβεια δεν σημαίνει τίποτα. Αν η επιστολή σήμαινε όντως αυτό το πράγμα, αν δηλαδή η Ουάσιγκτον αποδοκίμαζε όντως το τουρκικό casus belli για τα χωρικά ύδατα και ζητούσε να αρθεί, αυτό θα ήταν μια μείζων εξέλιξη, θα το είχε καταλάβει όλος ο κόσμος και πρώτη και καλύτερη η ίδια η Τουρκία που δεν θα άφηνε κάτι τέτοιο να πέσει κάτω χωρίς να αντιδράσει.

Η πραγματική θέση της Ουάσιγκτον είναι αυτή που αναφέρει σε κάθε περίπτωση, ότι και αυτό το θέμα, όπως και όλα τα άλλα, πρέπει να λυθεί με ελληνοτουρκικές διαπραγματεύσεις. Με δική της άλλωστε πρωτοβουλία υπογράψαμε τη Δήλωση της Μαδρίτης, με την οποία η Ελλάδα αποποιείται «μονομερών ενεργειών» στο Αιγαίο, όπως είναι η ανακήρυξη των 12 μιλίων, αλλά και αναλαμβάνει την υποχρέωση να σέβεται τα “ζωτικά συμφέροντα” της Τουρκίας. Με άλλα λόγια εμείς οι ίδιοι αναλάβαμε την υποχρέωση να μην κάνουμε αυτά που αν τα κάναμε η Τουρκία θα έθετε σε εφαρμογή το casus belli.

Γιατί άλλωστε οι Ηνωμένες Πολιτείες να ζητήσουν την άρση του casus belli, όταν δεν τη ζήτησε η ίδια η Ελλάδα, όταν αποδεχόταν την ανακήρυξη της τουρκικής υποψηφιότητας για ένταξη στην ΕΕ και, αργότερα, όταν δέχτηκε την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Τουρκία.

Δυστυχώς, είναι η ίδια η ελληνική εξωτερική πολιτική που συνιστά κλαυσίγελο επί δεκαετίες, αντανακλώντας τη γενικότερη παρακμή και ξένη εξάρτηση της χώρας, και το τελευταίο “κερασάκι” στην υπόθεση αυτή είναι ο ισχυρισμός ότι ξαφνικά η Αμερική μετατόπισε τις θέσεις της και αποφάσισε τάχα μου να μας προστατεύσει.  

Όλοι οι Αμερικανοί αξιωματούχοι, από το 1995 έως σήμερα, εξήγησαν άλλωστε στους Έλληνες ομολόγους τους ότι είναι αντίθετοι με την ανακήρυξη των 12 μιλίων, κάτι που στην πραγματικότητα συμβαίνει με όλες τις μεγάλες δυνάμεις (*).   

Το συμπέρασμα είναι ότι δεν κερδίσαμε απολύτως τίποτα από την επιστολή Μπάιντεν. Δώσαμε τα πάντα, αναλάβαμε τεράστιους κινδύνους και δεν πήραμε τίποτα.

Σημείωση:

(*) Ο μόνος διεθνής παράγων που ενδεχομένως μπορεί να έσπρωχνε παρασκηνιακά και υπόγεια για επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων, αλλά δεν θα το πει ποτέ δημόσια, είναι ο πρώην Πρωθυπουργός του Ισραήλ, ο κ. Νετανιάχου και η διεθνής τάση στην οποία συμμετέχει (Μπόλτον, Πομπέο, Νεοσυντηρητικοί, Νούλαντ, Μόντι, Τζόνσον κτλ.), κι αυτοί όμως, αν την ήθελαν, δεν θα ήταν ασφαλώς γιατί ξαφνικά αγάπησαν τους Έλληνες, αλλά γιατί θα εκτιμούσαν ότι θα τους βόλευε, στις δικές τους, εξτρεμιστικές στρατηγικές, μια ελληνοτουρκική κρίση.

Σημειωτέον ότι αυτή η διεθνής τάση, αν οι συνθήκες το επέτρεπαν, θα πριμοδοτούσε πιθανώς μια διάλυση της Ε.Ε. σε λιγότερο ισχυρά υποσύνολα, μεταξύ των οποίων μια Μεσογειακή ‘Ενωση στην οποία θα εντάσσονταν οι νοτιοευρωπαϊκές και οι βορειοαφρικανικές χώρες, υπό την αιγίδα της Γαλλίας και, αφανώς, των ΗΠΑ και ιδίως του Ισραήλ. 


Δρόμος ανοιχτός

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου