Ο λαός της Εκκλησίας, η Παναγία Σουμελά και η Μόσχα

 

Η Παναγία Σουμελά, ο Ποντιακός Ελληνισμός, η αντίδραση του Πατριαρχείου Μόσχας και η σιωπή των ελληνόφωνων.

Της Λαμπρινής Θωμά

Η είδηση καταγράφηκε σε δεκάδες ελληνικά μέσα. Παρά τη σιωπή των ελληνόφωνων Εκκλησιών και τις λίστες Πέτσα, τα δημοσιογραφικά αντανακλαστικά εδώ λειτούργησαν: η παραχώρηση από τις τουρκικές αρχές και η χρήση της Παναγίας Σουμελά, Ιερού και σημείου αναφοράς του Ποντιακού Ελληνισμού, για το γύρισμα βίντεο κλιπ σύγχρονου μουσικού συγκροτήματος ήταν αρκετά προκλητική ως είδηση, αυτή καθ’ αυτή, ειδικά μετά τα προ μηνών με την Αγία Σοφία. 

Μαζί, χώρεσε στην είδηση και η αντίδραση του Πατριαρχείου της Μόσχας, και μάλιστα δια χειλέων του επικεφαλής του Τμήματος Εξωτερικών Εκκλησιαστικών Σχέσεων, μητροπολίτη Ιλαρίωνα. «Περιστατικό, που προκαλεί αγανάκτηση», είπε, πως «στο κύριο ιστορικό προσκύνημα των Ελλήνων του Πόντου, στη μονή της Παναγίας Σουμελά στην Τραπεζούντα, οι τοπικές Αρχές επέτρεψαν τη διοργάνωση μουσικοχορευτικής εκδήλωσης». Μάλιστα, έφτανε να απειλεί εμμέσως και με οικονομικές συνέπειες, αναφέροντας: «Λέγεται ότι αυτό έγινε για την προσέλκυση τουριστών. Είμαι πεπεισμένος, ότι οι Ρώσοι τουρίστες, οι οποίοι στην Τουρκία είναι πλειονότητα, ποτέ δεν θα ενέκριναν μια τόσο κυνική ιεροσυλία ενός χριστιανικού ιερού. Στη Ρωσία αυτή η αντιμετώπιση ενός ναού ή τζαμιού οδηγεί στην τιμωρία των ενόχων. Είναι χαροποιό να βλέπουμε, ότι τουλάχιστον εκπρόσωποι του τοπικού πληθυσμού και των τουριστικών επιχειρήσεων διαμαρτύρονται εναντίον του συμβάντος». 

Η αντίδραση του Πατριαρχείου της Μόσχας χώρεσε, επίσης, στα δεκάδες ελληνικά δημοσιεύματα, όχι γιατί τους έπιασε ο πόνος για τη Μόσχα, αλλά γιατί δεν υπήρξε καμμία άλλη αντίδραση, που να έδινε επίσημο τόνο στην καταγγελία. Τόσο οι ελλαδικές αρχές, όσο και οι ελληνόφωνες εκκλησίες τήρησαν σιγήν ιχθύος, τουλάχιστον ως την ώρα που γραφονται αυτές οι γραμμές. *

Οι λόγοι που οδήγησαν στη σιωπή αυτή μου είναι άγνωστοι, και οι όποιες υποψίες δεν έχουν λόγο να μας απασχολήσουν – είναι, άλλωστε, κατά τη γνώμη μου από τις σιωπές που μιλάνε μόνες τους. Η πρόσληψη όμως των γεγονότων, και της παρέμβασης της Μόσχας, από τον Ποντιακό Ελληνισμό πρέπει να απασχολήσει όχι μόνον εμάς αλλά και αυτούς που σιωπούν, και μάλιστα σε βάθος χρόνου. 

Ο Ποντιακός Ελληνισμός δεν ζει και δεν αναπνέει μόνον εντός ελληνικών συνόρων. Ένα πολύ μεγάλο κομμάτι του ζει, δημιουργεί, έχει χτίσει τη νέα του πατρίδα, εδώ και έναν αιώνα ή και παραπάνω, σε εδάφη της πρώην ΕΣΣΔ, που θεωρήθηκαν και τότε, και συνεχίζουν να θεωρούνται, αδελφοί Ορθόδοξοι τόποι. Η διάσωση της ταυτότητας και του Ποντιακού Ελληνισμού από την Ορθοδοξία περνούσε. Παράλληλα, ένα κομμάτι αυτού του Ελληνισμού, που ήρθε στην Ελλάδα μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ έχει πολύ στενές σχέσεις με την ρωσική ορθοδοξία, στενότερες από αυτές που έχει με την ελληνόφωνη. Ήρθε εδώ κουβαλώντας τα ιερά του και την πίστη του, ακόμη μια φορά, έχοντας περάσει δια πυρός και σιδήρου και έχοντας σημείο αναφοράς την πολύπαθη ρωσική Ορθοδοξία, ειδικά όταν αντιμετώπισε εδώ το ρατσισμό ντόπιων, εντός και εκτός Εκκλησίας, σε όσες περιοχές της χώρας δεν είχαν επαφή με την ιστορική του πραγματικότητα. 

Ας μου επιτραπεί εδώ να αναφερθώ σε μια προσωπική εμπειρία: όταν το 1993 επισκέφθηκα τα ποντιακά χωριά της Τσάλκας, στη Γεωργία, κάποια από τα οποία ήταν ρωσόφωνα και τουρκόφωνα, ένα παράπονο που μου εκφράστηκε από στελέχη της εκεί ομογένειας ήταν πως η Ορθόδοξη ταυτότητά τους, που κράτησαν με θυσίες, χύνοντας αίμα, δεν θεωρούνταν αρκετή για να τους αγκαλιάσει ως έλληνες η ελλαδική πολιτεία. «Όταν οι Τούρκοι μας είπαν ή τη γλώσσα μας ή την πίστη μας, κρατήσαμε την πίστη μας», μου είπε πόντιος προερχόμενος από την περιοχή του Καρς, όπου οι Οθωμανοί είχαν κόψει σε μια μέρα τις γλώσσες των μητέρων, για να μη μπορούν να μάθουν ελληνικά στα παιδιά τους. Κράτησαν την πίστη τους ως το κατεξοχήν ταυτοτικά σημαίνον. Ήταν αυτή η πίστη τους που τους οδήγησε και στη σημερινή Γεωργία, στην πιο κοντινή Ορθόδοξη περιοχή, πριν και κατά τη διάρκεια της γενοκτονίας – εκεί που μπορούσαν να αναπνεύσουν πιο ελεύθερα. Και έχτισαν ευρύτατους δεσμούς με τη ρωσική Ορθοδοξία, τη μία Ορθοδοξία με τις πολλές φωνές, τους οποίους διατήρησαν και με την επιστροφή τους εδώ, ειδικά όσο ήταν αντιμέτωποι με ρατσιστικά φαινόμενα. Χωρίς να ξεχνούν, επίσης, πως στην πολυεθνική ΕΣΣΔ/Ρωσία η πίστη τους συνέχισε να δρα ως ενωτικό στοιχείο. Με διώξεις ή χωρίς, οι εκκλησιές και οι λειτουργίες ήταν οι ίδιες, τα προσκυνήματα, οι εικόνες, οι γιορτές, οι τρόποι εορτασμού, η αναστάσιμη παράδοση ήταν όλα ίδια. 

Ας μη παρεξηγηθώ. Πνευματικός ηγέτης και των Ποντίων είναι ο Οικουμενικός μας Πατριάρχης, όμως η καταφυγή που βρήκαν στη Ρωσία έχει δημιουργήσει ισχυρούς δεσμούς και με το Πατριαρχείο της Μόσχας – κι ίσως γι’ αυτό όταν συζητεί κανείς μαζί τους ανακαλύπτει πως θλίβονται διπλά, όταν βλέπουν το Φανάρι  να προχωρά σε σχίσμα, υπάκουο στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ, και παράλληλα να μην αντιδρά όταν θίγονται τα ιερά και τα όσια τους.

Σε κάθε ιστορική πρόκληση που αντιμετώπισε ο Ποντιακός Ελληνισμός, η Παναγία Σουμελά ήταν και παραμένει σημείο αναφοράς, αποκούμπι και προσευχή. Η ελπίδα να αποκατασταθεί η πρώτη εκείνη ιστορική Παναγία είναι πάντα παρούσα. Και, για ένα μεγάλο κομμάτι του Ποντιακού Ελληνισμού, το Πατριαρχείο Μόσχας είναι επίσης σημείο αναφοράς, ακριβώς λόγω των ιστορικών συνθηκών, όσων έγιναν και γίνονται. Η σχέση αυτή υπάρχει και είναι ουσιαστική. Όταν, λοιπόν, το Πατριαρχείο Μόσχας υπεραμύνεται των Ιερών του Ποντιακού Ελληνισμού το πράττει γιατί είναι Οίκος το ίδιο μεγάλου τμήματος αυτού του Ελληνισμού – αγωνιζόμενου και ανθούντος πάντα – και τον υπερασπίζεται, αυτόν και τα ιερά του, εκεί που δεν μπορεί να τον υπερασπιστεί κανείς άλλος, όπως φαίνεται. Και βεβαίως πρέπει εδώ να θυμίσουμε πως ήταν αυτός, ο εν Ρωσία Ποντιακός Ελληνισμός, που κατόρθωσε (με τη μεσολάβηση του Ιβάν Σαββίδη και άλλων στελεχών της Ομογένειας) την επαναλειτουργία της Μονής της Παναγίας Σουμελά κάθε χρόνο το Δεκαπενταύγουστο. Εκείνοι ζήτησαν από τον Πατριάρχη Μόσχας να μεσολαβήσει στον Πούτιν, ώστε να μεσολαβήσει κι αυτός με τη σειρά του στον Ερντογάν και να γίνει κατορθωτή η επαναλειτουργία. 

Βεβαίως, δεν περιμένει κανείς πολλά, ειδικά ευρεία αντίληψη, από αυτούς που έχουν εγκαταλείψει την όντως Εκκλησία εν ονόματι κοσμικών συμφερόντων. Όμως, αν κάποιοι δεν συνέλθουν γρήγορα, οι προεκτάσεις της εγκατάλειψης των Ποντίων από το ελληνικό κρατίδιο και τις ελληνόφωνες εκκλησίες είναι βέβαιο πως θα είναι πολύ πιο ευρείες από την πλήρη εγκατάλειψη των χριστιανικών πληθυσμών της εγγύς Ανατολής από τους ίδιους, που έχει προηγηθεί. Το Πατριαρχείο της Μόσχας, δια των δηλώσεών του, φαίνεται πως δεν ξεχνά το ποντιακό εκκλησίασμά του και τιμά την ιστορία και τα ιερά του. Αν συνεχίσει να το πράττει, και δεν έχει κανέναν λόγο να μη συνεχίσει να το πράττει, αν συνεχίσει να υπεραμύνεται ιερών, από την Αγία Σοφία ως την Παναγία Σουμελά, το σχίσμα που ξεκίνησε ελέω CIA θα έρθει πολύ κοντύτερα από ό,τι θεώρησαν πολλοί. Όταν ανοίγεις την πόρτα στο διάβολο, οφείλεις να θυμάσαι ότι έχει πολλά ποδάρια – όταν δημιουργείς σχίσμα αγνοώντας την πραγματικότητα του Ορθόδοξου λαού (που είναι ένας) ο ίδιος ο Ορθόδοξος λαός θα στραφεί στον εκφραστή της αλήθειάς του. 

Όσο για τις ανοησίες ορισμένων περί παρέμβασης της Μόσχας με στόχο να πλήξει την Ελλαδική εκκλησία, είναι αντιστροφή της πραγματικότητας. Και η Ελλαδική Εκκλησία και το Οικουμενικό Πατριαρχείο, είναι αυτοί που σιωπούν, τα τελευταία χρόνια και μετά την υποταγή στους αμερικανικούς σχεδιασμούς, δεν χρειάζονται καμμία βοήθεια, τα καταφέρνουν μια χαρά και μόνοι τους να οδηγήσουν στα τάρταρα αργά και σταθερά τη σχέση τους με το λαό της Εκκλησίας, που σέβεται και εκτιμά πρώτα και πάνω από όλα την σωτήρια παράδοσή του. Αν η Μόσχα καλύπτει κενά ποιμαντικά και κενά θεολογικά, είναι γιατί τα κενά αυτά υπάρχουν. Και οι αγωνιζόμενοι πολιτισμοί, όπως και η φύση, μισούν τα κενά. 

*Τελικά σήμερα το υπουργείο Εξωτερικών εξέδωσε ανακοίνωση για τη βεβήλωση της ιστορικής Μονής της Παναγίας Σουμελά (07.02.2022). Η ανακοίνωση του ΥΠΕΞ αναφέρει: «Οι πρόσφατες εικόνες που προβλήθηκαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στις οποίες ξένο συγκρότημα φαίνεται να χορεύει ντίσκο στον χώρο της Ιστορικής Μονής Παναγίας Σουμελά, αποτελούν βεβήλωση του Μνημείου αυτού, υποψήφιου για την ανακήρυξη του σε Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO. Έκπληξη προκαλεί το γεγονός ότι δόθηκε η άδεια στο εν λόγω συγκρότημα, καθώς η Μονή της Παναγίας Σουμελά ανοίγει μόνο για Προσκυνηματικούς λόγους. Οι εικόνες αυτές είναι προσβλητικές και έρχονται να προστεθούν σε σειρά ενεργειών των τουρκικών αρχών εις βάρος Μνημείων της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς. Καλούμε τις αρμόδιες τουρκικές αρχές να πράξουν τα δέοντα για να μην επαναληφθούν τέτοιες πράξεις και να γίνει σεβαστός ο ιερός χώρος της Μονής».

Πηγή: ΚΟΣΜΟΔΡΟΜΙΟ

Δρόμος ανοιχτός

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου