Του Δημήτρη Μηλάκα
Οι ελληνικές κυβερνήσεις ύστερα από κάθε ελληνοτουρκική κρίση προχωρούσαν σε θηριώδεις αλλά κατά κανόνα «συγκυριακούς» εξοπλισμούς των ενόπλων δυνάμεων της χώρας.
Ο συγκυριακός χαρακτήρας αυτών των εξοπλιστικών προγραμμάτων συνάγεται από τρία δεδομένα:
- Αποφασίστηκαν κάτω από την πίεση των (ελληνοτουρκικών κρίσεων) γεγονότων.
- Δεν έγιναν στη βάση ενός επεξεργασμένου σχεδίου που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες / δυνατότητες / στόχους των ενόπλων δυνάμεων.
- Η επιλογή των προμηθευτών έγινε με βάση πολιτικά κριτήρια, δηλαδή την προσδοκώμενη υποστήριξη της χώρας προέλευσης της εκάστοτε πολεμικής βιομηχανίας που «κέρδιζε» τη δουλειά.
Τα αποτελέσματα αυτών των επιλογών (στις οποίες κινήθηκαν όλες οι κυβερνήσεις) ήταν και είναι ορατά. Κάποιες στιγμές μάλιστα διαπιστώθηκαν με οδυνηρό τρόπο, όταν για παράδειγμα στην περίπτωση των υπερσύγχρονων γερμανικών αρμάτων μάχης Leopard για χρόνια δεν υπήρχαν τα ανάλογα πυρομαχικά!
Συναφές με τον ανύπαρκτο σχεδιασμό αποτέλεσμα ήταν η προμήθεια αντιαεροπορικών συστημάτων (αυτά που τώρα στέλνουμε στην Ουκρανία) από την πρώην Σοβιετική Ένωση. Αυτές οι αγορές προέκυψαν εξ ανάγκης μετά την κρίση των Ιμίων, όπου διαπιστώθηκε ότι τα δυτικά / αμερικανικά συστήματα δεν ήταν απόλυτα ελεύθερα ως προς τη χρήση τους.
Σε γενικές γραμμές οι ελληνικές κυβερνήσεις ξόδευαν τεράστια ποσά για αμυντικές δαπάνες στο πλαίσιο των αναγκών του ΝΑΤΟ, γεγονός που άφηνε ακάλυπτη τη χώρα από τη (συμμαχική) τουρκική απειλή. Κάπως έτσι και παρά τα τεράστια ποσά που έχουν ξοδευτεί η Ελλάδα δεν έχει αναπτύξει αμυντική βιομηχανία, η οποία θα της πρόσφερε ένα ελάχιστο περιθώριο αυτονομίας χρήσης των αμυντικών της δυνάμεων.
Σ’ αυτήν δυστυχώς την πεπατημένη κινούνται και οι νέες θηριώδεις «διακρατικές» εξοπλιστικές συμφωνίες που έχει συνάψει η κυβέρνηση Μητσοτάκη με τους Γάλλους (Rafale – Belharra) και Αμερικανούς (F-35 κ.λπ.).
Το αποτέλεσμα αυτής της επιλογής είναι η χώρα να πληρώνει πανάκριβα για να αγοράσει εξοπλισμούς με εκ των πραγμάτων περιορισμένη χρήση, καθώς οι κατασκευαστές μπορούν να επιβάλλουν το είδος και το όριο του οπλισμού (για να μην μιλήσουμε για τις δυνατότητες απενεργοποίησής του) και να έχουν τον έλεγχο του εφοδιασμού με πυρομαχικά.
Τέτοιου είδους συμφωνίες, οι οποίες δεν συνοδεύονται από την ανάπτυξη εγχώριας πολεμικής βιομηχανίας, κάνουν τα τρομακτικά ποσά που δαπανώνται να μοιάζουν περισσότερο με τίμημα προστασίας σε έτσι κι αλλιώς αποδεδειγμένα αναξιόπιστους προστάτες.
Πηγή: ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου