Ζητείται ελπίς - Ανακοίνωση της πρωτοβουλίας ''Δρόμος ανοιχτός''

 

Ο πολύπαθος Ελληνικός λαός καλείται για μία ακόμα φορά να εκλέξει νέα βουλή και κυβέρνηση. Συνιστά σαφή ειρωνεία και ύβρι το γεγονός ότι το πολιτικό κατεστημένο, που παρέδωσε αλυσοδεμένη την πατρίδα μας στην εχθρική για εμάς ΕΕ πριν δεκατρία ολόκληρα χρόνια καταλύοντας το Σύνταγμα και κάθε απομεινάρι εθνικής κυριαρχίας και το οποίο αγνόησε την κορυφαία πράξη αντίστασης του λαού μας, το ΟΧΙ του δημοψηφίσματος του Ιουλίου του 2015, ζητά τώρα να επιλέξουμε ποιον προτιμάμε, ώστε σαν σύγχρονος γενίτσαρος να συνεχίσει κι αυτός την καταστροφή της πατρίδας μας.

Μάλιστα μας ζητούν να ψηφίσουμε για το μέλλον, ενώ αυτά τα δεκατρία χρόνια της μνημονιακής καταστροφής μας εντείνονται όλα τα προβλήματα της πατρίδας μας, αφού η οικονομική μας αφαίμαξη συνδυάστηκε με την έμπρακτη υποταγή στις πολιτικές επιλογές όχι μόνο της ΕΕ, αλλά και των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, παρότι αυτές είναι ασύμβατες με το εθνικό συμφέρον. Έτσι, οι κυβερνήσεις, ενεργώντας ως εγχώριοι υπάλληλοι της ΕΕ και του ΝΑΤΟ στους οποίους έχει ανατεθεί η διακυβέρνηση της πατρίδας μας, φρόντισαν να καταστρέψουν τις παραδοσιακά καλές μας σχέσεις με τη Ρωσία (και δη σε επικίνδυνο βαθμό), τη Συρία, τη Σερβία και πλήθος άλλων χωρών, ενώ ταυτόχρονα επιδείνωσαν την κατάσταση της χώρας αυξάνοντας τη φτώχεια, εκδιώκοντας τη νεολαία εκτός συνόρων και ξεπουλώντας τις εγχώριες κρίσιμες υποδομές της σε ξένους. 

Είναι προφανές ότι τα κυριότερα προβλήματά μας, η ανεργία, η φτώχεια, η υπογεννητικότητα, η υποβάθμιση της παιδείας και της υγείας και η επαύξηση των λοιπών εθνικών κινδύνων έχουν χειροτερεύσει ραγδαία καθ’ όλη τη διάρκεια εφαρμογής των μνημονιακών πολιτικών. Άλλωστε, κανένας πολίτης δεν γίνεται να παραβλέψει ότι η ουδέτερη στάση της ΕΕ στο ζήτημα της παράνομης εισβολής και κατοχής της Κύπρου αλλά και στο ζήτημα των παράνομων διεκδικήσεων της Τουρκίας στο Αιγαίο βλάπτει ουσιαστικά το εθνικό συμφέρον, πολλώ δε μάλλον όταν συνδυάζεται με την οικονομική αποδυνάμωση της πατρίδας μας και με την “έκκληση” των ΗΠΑ να τα “βρούμε” με την Τουρκία, γεγονότα που δικαίως δημιουργούν φόβους για προώθηση συνεκμετάλλευσης στο Αιγαίο μετά τις εκλογές. Αν μάλιστα σε αυτά προστεθεί η άρνηση των εκάστοτε κυβερνήσεων να επεκτείνουν τα χωρικά ύδατα στα 12 ν.μ. και να οριοθετήσουν την ΑΟΖ με την Κύπρο, ευκόλως γίνεται αντιληπτό ότι οι κίνδυνοι για τη χώρα μας ενισχύονται.

Ελέγχοντας δε πλήρως το μιντιακό κατεστημένο επιδόθηκαν σε έναν διαρκή ψυχολογικό πόλεμο κατά των συμπολιτών μας επιβάλλοντας πλήθος αντισυνταγματικών μέτρων και κατά την περίοδο της υγειονομικής κρίσης, η οποία – ω του θαύματος – ευνόησε για ακόμα μία φορά τους οικονομικά ισχυρούς, μετέβαλε προς το χειρότερο τις εργασιακές σχέσεις και την προοπτική επιβίωσης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και προώθησε τη νοοτροπία ολικής υποταγής στις αποφάσεις του πρωθυπουγροκεντρικού και απάνθρωπου κράτους βυθίζοντας την κοινωνία μας σε κατάσταση μαζικής κατάθλιψης.

Δυστυχώς, παρά τις προσπάθειες που έγιναν για αποτίναξη της κατοχής της πατρίδας μας ο λαός παρασύρθηκε και εξωθήθηκε σε επιλογές που δεν καρποφόρησαν, αφού – όπως περίτρανα αποδείχθηκε – όσοι εκμεταλλεύτηκαν την ελπίδα του λαού για ανατροπή, την πρόδωσαν οικτρά. Όσα μικρά κόμματα δεν συνέπραξαν με μνημονιακά κόμματα, παραμένουν αδύναμα, το δε πολιτικό σύστημα δεν παρέχει ουσιαστικές δυνατότητες να καταστήσουν γνωστές τις θέσεις τους στην κοινωνία, ώστε να αξιολογηθούν από αυτήν. Προσωπικές ηγετικές φιλοδοξίες και έλλειψη κατανόησης της ανάγκης για σύμπραξη όσων μικρών κομμάτων όντως επιδιώκουν την ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας, δυσχεραίνουν ακόμα περισσότερο την προώθηση πολιτικής διαδικασίας ανατροπής της κατοχής που έχει επιβληθεί στην πατρίδα μας, ενώ δυστυχώς δεν λείπουν και οι επικίνδυνοι πατριδοκάπηλοι που προσπαθούν να εκμεταλλευτούν τη δικαιολογημένη αγανάκτηση των συμπατριωτών μας.

Δεν έχουμε φυσικά την αυταπάτη ότι η διεξαγωγή εκλογών σημαίνει πως έχουμε δημοκρατία. Αυτό είναι βέβαιο από τη στιγμή που ουδείς Έλληνας πολίτης μπορεί να θέσει υποψηφιότητα σε αυτές χωρίς να έχει τη δυνατότητα διεξαγωγής προεκλογικού αγώνα επί ίσοις όροις, δηλαδή χωρίς οικονομική και επικοινωνιακή δυνατότητα, ώστε να καταστήσει γνωστές τις απόψεις του.
Με αυτά τα δεδομένα είναι απολύτως κατανοητό ότι μεγάλο μέρος της κοινωνίας, αηδιασμένο από το πολιτικό κατεστημένο, θα επιλέξει πιθανότατα να απόσχει από τις προσεχείς εκλογές. Η επιλογή αυτή είναι καταρχήν κατανοητή εξαιτίας της έλλειψης επιλογών, οι οποίες ενσωματώνουν όραμα και συγκεκριμένη πρόταση αποδέσμευσης της χώρας μας από τα δεσμά που της έχουν επιβάλει η ΕΕ, οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ. Είναι, όμως, πραγματικά λύση η αποχή; Το πολιτικό κατεστημένο όχι μόνο δεν τη φοβάται, αλλά την προωθεί, ώστε να φτάσουμε στο σημείο που θα αποφασίζουν μόνον εκείνοι που έχουν όφελος από την υπερψήφιση συστημικών κομμάτων. Άλλωστε και οι προσεχείς εκλογές δεν πρόκειται να βελτιώσουν τις συνθήκες διαβίωσης μας, ούτε να μειώσουν τον υπαρξιακό κίνδυνο που απειλεί την πατρίδα και τον λαό μας, αφού όλα τα συστημικά κόμματα ακολουθούν την ίδια έξωθεν επιβαλλόμενη καταστροφική πολιτική.

Πώς, όμως, να ανατρέψουμε ένα σύστημα που είναι κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του καθεστώτος και το οποίο ουδεμία σχέση έχει με δημοκρατικές διαδικασίες; 

Οι προϋποθέσεις επιβίωσης του λαού και ανάστασης της πατρίδας μας, τις οποίες θα έπρεπε να έχουν ως στόχο πολιτικές δυνάμεις που όντως επιδιώκουν την ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας, είναι μάλλον γνωστές και πάντως αυτονόητες. Προφανώς δεν μπορούμε να επιβιώσουμε και να δούμε ανάκαμψη της χώρας, αν δεν καταγγελθούν οι δανειακές συμβάσεις με τα απάνθρωπα καταστροφικά μνημόνια και το παράνομο και επαχθές υποτιθέμενο χρέος, το οποίο εκτός από μέσο διαιώνισης της εξάρτησης επιτελεί τον ρόλο της ματαίωσης οποιασδήποτε ελπίδας ανάκαμψης της χώρας, ενώ παράλληλα θα πρέπει να τιμωρηθούν όσοι υπέγραψαν αυτές τις αντισυνταγματικές δεσμεύσεις. Δεδομένου δε ότι αυτές μας έχουν επιβληθεί από την ΕΕ, την ΕΚΤ και τον ESM, είναι προφανές ότι πρέπει να καταγγελθούν όλες οι συνθήκες που μας δεσμεύουν με τέτοιους υπερεθνικούς οργανισμούς. Προκειμένου επίσης να έχουμε τη δυνατότητα άσκησης αποτελεσματικής οικονομικής πολιτικής, επιβάλλεται να επιστρέψουμε σε εθνικό νόμισμα αυξάνοντας το εισόδημα των συμπατριωτών μας, διαγράφοντας τα χρέη των πολλών με κοινωνικά κριτήρια, χρηματοδοτώντας ευρείες δημόσιες επενδύσεις, παρέχοντας κίνητρα για την αναστροφή της υπογεννητικότητας, εξυγιαίνοντας τον τραπεζικό τομέα και κρατικοποιώντας την Τράπεζα της Ελλάδος, ώστε να απελευθερωθούν και να στηριχθούν οι εγχώριες παραγωγικές δυνάμεις που θα οδηγήσουν την οικονομία μας σε ουσιαστική ανάκαμψη. Η εθνοκεντρική εκμετάλλευση του ταχέως αναδυόμενου πολυπολικού νέου κόσμου με την καλλιέργεια διεθνών συνεργασιών είναι επίσης επιβεβλημένη, όχι μόνο για την ανάσχεση της διαδικασίας παγκοσμιοποιημένου ελέγχου κρατών και ατόμων, αλλά και για την ισχυροποίηση της χώρας και την εν γένει απεξάρτησή της. Τα παραπάνω δεν θα είχαν νόημα, αν δεν συνδυαστούν με προώθηση της δημοκρατίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης και του σεβασμού στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια, δηλαδή με μία μείζονα θεσμική μεταρρύθμιση, που θα οδηγήσει στην εμπέδωση της δημοκρατίας μέσω της λογοδοσίας και της ανακλητότητας, ώστε να είναι εφικτός ο αποτελεσματικός έλεγχος όσων διαχειρίζονται κρατική εξουσία, και στη θέσπιση Συντάγματος που να διασφαλίζει τον σεβασμό των δικαιωμάτων των πολιτών από την κρατική εξουσία. Τέλος, είναι βέβαιο ότι θα πρέπει να επενδύσουμε στην ανάπτυξη και ανάδειξη ανθρωποκεντρικού ελληνικού πολιτισμού που θα αποτελεί την κινητήρια δύναμη του λαού μας για το μέλλον.

Το ερώτημα λοιπόν που τίθεται είναι εάν υπάρχει σήμερα πολιτική οργάνωση, η οποία να σκοπεύει να υλοποιήσει τις ενέργειες αυτές και την οποία θα μπορούσε να εμπιστευτεί και να στηρίξει ο λαός μας. Κάποιες ίσως πλησιάζουν σε αυτούς τους στόχους. Ακόμα, όμως, κι αν δοθεί αρνητική απάντηση, αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να παραιτηθούμε ή ότι έχουμε την πολυτέλεια "να απέχουμε από τα εγκόσμια", τουλάχιστον εάν θέλουμε να επιβιώσουμε ως έθνος. Αντιθέτως, καταδεικνύεται ότι μέσω της ανάθεσης επίλυσης των προβλημάτων μας σε τρίτους η κατάσταση αυτή δεν πρόκειται να αλλάξει, οπότε είναι απολύτως αναγκαία η δική μας ενεργή συμμετοχή και ενασχόληση με τη διαδικασία δημιουργίας μεγάλου κοινωνικού μετώπου ανατροπής. Επομένως, είναι επιτακτικό να συσπειρωθούμε και να οργανωθούμε οι απλοί δημοκρατικοί πολίτες αυτής της χώρας, ώστε να δημιουργήσουμε τις συνθήκες ανατροπής προκαλώντας στη συνέχεια την κινητοποίηση μεγάλου μέρους της κοινωνίας. Μέχρι να το πετύχουμε, η αντίδρασή μας και σε επίπεδο εκλογών αναγκαστικά θα πρέπει να εκφραστεί ως απόρριψη των συστημικών κομμάτων και επιλογή όποιου πολιτικού σχηματισμού έχει δείξει με τις ενέργειές του ότι πλησιάζει περισσότερο στους στόχους ανατροπής της κατοχής της πατρίδας μας, βασίζει τις θέσεις του πάνω στην αναγκαιότητα μίας κυρίαρχης και δημοκρατικής χώρας και που δεσμεύεται να ενεργοποιήσει με όλες του τις δυνάμεις, μέσα από το βήμα της βουλής αλλά και έξω στους δρόμους, τον λαϊκό παράγοντα, τη μοναδική εγγύηση για ανάκτηση της ανεξαρτησίας και της δημοκρατίας.

Η λύση λοιπόν δεν μπορεί να έρθει από τις εκλογές αλλά μέσα από τη δημιουργία πολιτικού κινήματος, που θα συνδέει τα εθνικά ζητήματα με τα κοινωνικά και θα αγωνίζεται για την εθνική ανεξαρτησία και την απελευθέρωση του λαού από τα δεσμά της εγχώριας και ξένης οικονομικής και πολιτικής ολιγαρχίας.

«Ζητείται ελπίς» λοιπόν, αλλά η ελπίδα είμαστε εμείς, οι απλοί δημοκρατικοί πολίτες αυτής της πολύπαθης χώρας που οφείλουμε να γίνουμε ενεργοί, για να δημιουργήσουμε συνθήκες ανατροπής του καθεστώτος, να επιβιώσουμε και να αγωνιστούμε για ένα καλύτερο μέλλον.

Αθήνα 12/05/2023








Δρόμος ανοιχτός

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου