Του Θέμη Τζήμα
Η χθεσινή μέρα ήταν μέρα πανηγυρισμών για τον Ντόναλντ Τραμπ, για πρώτη φορά μετά από αρκετές εβδομάδες και ενώ χωλαίνει δημοσκοπικά απέναντι στον ανύπαρκτο υποψήφιο των Δημοκρατικών Τζό Μπάιντεν: η ανεργία στις ΗΠΑ για το μήνα Μάιο έπεσε στο 13,3% , από 14,7% τον Απρίλιο, ενώ οι οικονομολόγοι προέβλεπαν ότι θα ανερχόταν σε ένα εύρος από 17% έως πάνω από 20%.
Καταρχάς θα πρέπει να δώσουμε προκαταβολικώς τα συγχαρητήριά μας στη συμπαθή τάξη των οικονομολόγων, η οποία θα μας παρουσιάσει (κατά το γνωστό ρητό) εξαιρετικές θεωρίες ως προς το γιατί οι εκτιμήσεις της έπεσαν έξω.
Δεύτερον, η πραγματική ανεργία υπολογίζεται ότι είναι τουλάχιστον 3 έως 6 ποσοστιαίες μονάδες μεγαλύτερη. Ωστόσο, χάρη στη δημιουργική στατιστική του υπουργείου Εργασίας των ΗΠΑ, μέρος των εργαζομένων που δεν δουλεύουν λόγω της παύσης εργασιών που προκλήθηκε από τον κορονοϊό δεν καταγράφονται ως άνεργοι, όπως και εκείνοι που πλέον δεν αναζητούν εργασία, παρότι θα ήθελαν, διότι δεν μπορούν να βρουν.
Τρίτον, τον μήνα Μάιο, η οικονομία των ΗΠΑ άνοιξε κατά το μεγαλύτερο μέρος. Πέραν ωστόσο του ότι οι απώλειες θέσεων εργασίας συνεχίστηκαν, η επίσημη ανεργία αποκλιμακώθηκε σε βαθμό μικρότερο από όσο είχε κλιμακωθεί τον Μάρτιο, μέσα σε δύο εβδομάδες καραντίνας μόνο.
Τέταρτο και σημαντικότερο ωστόσο είναι ότι η μείωση της ανεργίας προέκυψε όχι τόσο από τα “θεμελιώδη” στοιχεία της αμερικανικής οικονομίας και την εσωτερική δυναμική της, αλλά από την παλιά, καλή (ή και όχι τόσο καλή με τον τρόπο που ασκείται) κρατική παρέμβαση.
Έχει σημασία να σταθεί κανείς εδώ: κατά τη διάρκεια της παρούσας κρίσης λαμβάνουν χώρα δύο εξελίξεις που συνθέτουν την μερική κρατικοποίηση των οικονομιών, χωρίς να θίγεται ο εφαρμοσμένα νεοφιλελεύθερος χαρακτήρας τους: οι μεγάλες τράπεζες και κατόπιν οι μεγάλες ιδιωτικές εταιρείες λαμβάνουν αφειδώς βοήθεια από τους κεντρικούς τραπεζίτες, χωρίς καμία δέσμευση ως προς την αξιοποίησή της. Κατά βάση οι μεγάλοι μέτοχοι γίνονται πλουσιότεροι ενθυλακώνοντάς τεράστια ποσά με διαφόρους τρόπους. Επιπλέον, κυρίως στις ΗΠΑ και σε κάποιες χώρες της Ε.Ε., γίνεται μια προσπάθεια συντήρησης της επιβίωσης των μεσαίων και φτωχών στρωμάτων, δια του κρατικού προϋπολογισμού.
Στις ΗΠΑ ήταν τα προγράμματα κρατικής ενίσχυσης του ιδιωτικού τομέα, που κατέστησαν πιο επικερδές για κάποιους μεσαίους και μικρούς επιχειρηματίες να κρατήσουν τους εργαζομένους τους ακόμα και αν στην πράξη δεν δούλευαν, ούτως ώστε να λάβουν την κρατική στήριξη. Πρόκειται για μια νεοφιλελεύθερη, Τραμπ-ική, εκδοχή του “αυτοί κάνουν ότι δουλεύουν κι εμείς κάνουμε ότι τους πληρώνουμε”.
Βεβαίως δεν υπάρχει επί της αρχής τίποτα το αρνητικό σε κάποια εκδοχή κρατικής βοήθειας, ενώ επίσης είναι γνωστό ότι το κράτος προσέτρεχε πάντα προς υποστήριξη των απωλειών του ιδιωτικού τομέα – βλ. τη “σοσιαλμανία” της κυβέρνησης Καραμανλή μετά τη μεταπολίτευση στα καθ’ ημάς.
Σήμερα, είναι οι πλέον επιθετικές, νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις, οι οποίες κρατικοποιούν το μεγαλύτερο δυνατόν μέρος των οικονομιών τους, ακριβώς γιατί ο νεοφιλελευθερισμός δεν “δουλεύει” σε καιρό κρίσης, υπό την έννοια της αδιατάρακτης εξακολούθησης της κυριαρχίας του. Αυτή ακριβώς η συνθήκη καταδεικνύει πόσο απέχουμε από το σχήμα “V” της νεοφιλελεύθερης ρητορικής.
Όσο απέχουμε, τόσο θα βλέπουμε επιδόματα και καταστολή, καταστολή και επιδόματα για τους πολλούς. Μια γιγαντιαία αναδιανομή υπέρ του πολύ μεγάλου κεφαλαίου, για δεύτερη φορά σε μια δεκαετία λαμβάνει χώρα παγκοσμίως, μέσα σε ένα περιβάλλον εντεινόμενης αστάθειας και συγκρούσεων, τόσο μεταξύ, όσο και στο εσωτερικό κρατών.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου