«Και το Κουκούτσι…Πικραμύγδαλο», από ιούς, της TUI & της «Επιτροπής Ανταγωνισμού»! (σκέτο Υδροκυάνιο, λέμε!)-Μέρος 2ο


Του Παναγιώτη Κ. Μυλωνά*

Η αβάσταχτη -πράγματι- η ελαφρότητα, του «ιού της ανοησίας της αγέλης», που εφαρμόζει η TUI, ειδικά στην Ελλάδα, είναι η ελαφροχερής συμπεριφορά της που αφορά, την άσκηση των «Αντιανταγωνιστικών Πρακτικών» της, οι οποίες νοθεύουν τον «υγιή ανταγωνισμό», στην αγορά του τουρισμού κι οδηγούν σε αφαίμαξη την οικονομία της χώρας μας. Οι επιπτώσεις αυτού του «Αθέμιτου Ανταγωνισμού», της γερμανικής TUI, σε βάρος μας, είναι τόσο κολοσσιαίες, ώστε φαίνονται «δια γυμνού οφθαλμού», από τους επιχειρούντες στον τουρισμό. Ενώ, αποκαλύπτονται κι απ’ το γεγονός ότι: η γερμανική TUI, απομυζά συστηματικά, τα τουριστικά έσοδα -λόγω των απαράδεκτα χαμηλών τιμών, που μας επιβάλλει- ώστε να καλύπτουν, μόλις τα 2/3 του κόστους παραγωγής του τουριστικού μας προϊόντος. Προκαλώντας και πολλαπλές, άλλες, παράπλευρες ζημίες στην οικονομία της χώρας.

Η αποστέρηση αυτή, στα άμεσα έσοδα του ελληνικού τουρισμού, προσεγγίζει τα 10 δισ. ευρώ, ετησίως, σύμφωνα με εκτιμήσεις μας για το 2019. Με τους ληστρικούς τρόπους που εφαρμόζει ήδη, για δεκαετίες, η TUI κι αναδείξαμε, σε γενικές γραμμές, στο «Πρώτο Μέρος» του παρόντος δημοσιεύματος. Προκειμένου δε -οι επιχειρούντες στον τουρισμό- να ρεφάρουν, εξωθούνται, σε μεγάλο βαθμό, στον υπερ-δανεισμό τους, φαινόμενο που προβάλαμε σε άρθρο μας: «Η εξάπλωση των κόκκινων ξενοδοχείων…». Ενώ, σύρονται και σε ένα ολισθηρό σπιράλ πρακτικών και λειτουργιών, για το οποίο διαμαρτύρεται ως κι η TUI, όπως αναδείξαμε στο προηγούμενο άρθρο μας: «Έχει δίκιο η TUI», θέτοντας θέματα άνισης μεταχείρισής της.

Έτσι λοιπόν, οι Έλληνες ξενοδόχοι, παγιδεύονται συχνά σε παρασιτικές ή παραβατικές συμπεριφορές, που χαμηλώνουν και την ποιότητα του προϊόντος τους στον τουρισμό, καθηλώνοντας και τις μελλοντικές του τιμές. Ζημιώνοντας, όμως, πολλαπλώς και το ευρύτερο αναπτυξιακό μας περιβάλλον. Αφού, με την αγωνιώδη αναζήτησή τους, για το -παγκοσμίως- φτηνότερο συντελεστή παραγωγής, παραγκωνίζουν τη χρησιμοποίηση των εγχώριων συντελεστών, ώστε, οι εισαγόμενοι, να αποτελούν, πλέον του 80%, στο κόστος παραγωγής του τουριστικού προϊόντος.

Και μόνο το στοιχείο, που εκθέσαμε ήδη, στο Πρώτο Μέρος, πως: η «Μέση κατά κεφαλή Δαπάνη», ανά τουρίστα, μειώθηκε κατά -30,5%, τη τελευταία δωδεκαετία -σύμφωνα με περσινό «Δελτίο Τύπου», με στοιχεία του ΙΝΣΕΤΕ- θα έφτανε να κηρύξει συναγερμό, σε όλους και να προκαλέσει -τουλάχιστον- την άμεση επέμβαση της «Επιτροπής Ανταγωνισμού», για εξέταση και αντιμετώπιση της κραυγαλέας αυτής αποκάλυψης, με τα τραγικά πειστήρια της λεηλασίας του ελληνικού τουρισμού, απ’ τον «αθέμιτο ανταγωνισμό», που εισήγαγε και μας επέβαλε -εξοντωτικά- το μοντέλο της TUI στην Ελλάδα. Μέσω της δεσπόζουσας θέσης που κατείχε και του επαυξανόμενου ρόλου που διαδραματίζει ολοένα και στις δυο όχθες της τουριστική μας αγοράς. Καθιστώντας, ως και τον «Νόμο, ζήτησης και προσφοράς», στη τουριστική μας αγορά -με τον οποίον ισορροπούν, υποτίθεται, οι τιμές- ως το πιο σύντομο ανέκδοτο, του: «Γιάννης κερνάει και Γιάννης πίνει»!

Ωστόσο, η δραματικότητα της εντυπωσιακής αυτής μείωσης, της «μέσης κατά κεφαλής δαπάνης» ανά τουρίστα, κατά -30,5%, δεν απομειώθηκε, ούτε κατ’ ελάχιστο, από την μεσολαβήσασα -πράγματι- μείωση του «μέσου αριθμού διανυκτερεύσεων» ανά τουρίστα. Αφού, η μείωση των διανυκτερεύσεων -που προκλήθηκε από στρέβλωση, του αεροπορικού ανταγωνισμού, ένεκα του υπερβάλλοντος αριθμού αεροσκαφών, των εταιρειών, που επέφερε και τη χρεοκοπία της Thomas Cook, όπως σημειώναμε και στο άρθρο: «Εξ όνυχος τον λέοντα της χρεοκοπημένης Thomas Cook»- αναπληρώθηκε πλήρως, από: (α) τη διατρέξασα -της έρευνας- τιμαριθμική αναπροσαρμογή, (β) την αύξηση της ποσόστωσης 5άστερων και της υψηλής κατηγορίας ξενοδοχείων, στο τουριστικό μας δυναμικό (που φυσικά, ανεβάζει το κόστος και τις τιμές) και από (γ) την αύξηση της κοστολογικής ποσόστωσης, στην επιβάρυνση της πρώτης υποδοχής.

Κάτω από αυτό το πρίσμα άγεται, ως απορίας άξιο, το φαινόμενο της διαχρονικής απάθειας της «Επιτροπής Ανταγωνισμού». Φαινόμενο, που την αφήνει έκθετη, ως συνυπεύθυνη, για την απαράδεκτη αυτή λαφυραγωγία της χώρας μας. Συνιστώντας -αντικειμενικά- ένα μόνιμο «παραβάν», στη συγκάλυψη των παρανομιών και του -κατ’ εξακολούθηση- σκανδάλου, του γερμανικού κολοσσού της TUI, σε βάρος μας.

Αποτελώντας, πέρα από κραυγαλέα λεηλάτηση μας κι ένα πρόσθετο σκάνδαλο, κοινωνικής κι ανθρωπιστικής αναλγησίας και κανιβαλισμού μας, τόσο στη διάρκεια των συνεχόμενων αιμοβόρων Μνημονίων, όσο και στην λαίλαπα της πανδημίας και στο Lock Down, που βιώνουμε εξουθενωτικά, έως εξοντωτικά. Όπως αποδεικνύει, άλλωστε και η νέα απαίτησή της TUI, για περαιτέρω μείωση των φετινών τιμών, κατά -40%, έναντι των περσινών!

Λέμε, χωρίς να υπερβάλλουμε καθόλου, ότι, πρέπει να γίνει κατανοητό, πως: ο επερχόμενος νέος «Μαύρος Χάρος» της πανδημίας, που απειλεί την Ελληνική Οικονομία, δεν είναι ο ίδιος ο κορωνοϊός! Αντίθετα, αποδεικνύεται πως, περισσότερο κι απ’ αυτόν, είναι το στρεβλό κι υδροκέφαλο τουριστικό μας μοντέλο, που εθελότυφλα ακολουθούμε κι εξακολουθεί να μας δηλητηριάζει, με την ατιθάσευτη εγκληματική του βαναυσότητα, απειλώντας μας, ακόμα και με την οριστική μας εξόντωση…

Η στάθμιση της τουριστικής μας βαρύτητας

Ο «Αθέμιτος Ανταγωνισμός», που ασκεί -διαχρονικά- η TUI, σε βάρος του ελληνικού τουρισμού και της χώρας, καθίσταται -αντικειμενικά- ο «Δούρειος Ίππος» ακύρωσης της προσπάθειάς μας για την παραγωγική μας ανασυγκρότηση, για έξοδο από την παρατεταμένη οικονομική κρίση και για τον απεγκλωβισμό μας απ’ το παρασιτικό οικονομικό μοντέλο που οδηγεί -υποχρεωτικά- στον «υπερτουρισμό» και τα συναφή μεγάλα προβλήματά του. Το μοντέλο της TUI, που ακολουθούμε, επιδρά κι ευρύτερα και μας στραγγαλίζει θανάσιμα, ακόμα και χωρίς την πανδημία κι όχι μόνο στις νησιωτικές μας περιφέρειες…

Εξ αιτίας του επιβαλλόμενου αυτού, «τουριστικού μοντέλου της TUI», έγινε ο κλάδος του τουρισμού, ένα -ασήκωτο πια- βαρίδι για την οικονομία. Έχοντας συμβάλει, σε σημαντικό βαθμό, στην μακρόχρονη αποστέρηση επενδύσεων, από άλλους κλάδους και τομείς, στην αποβιομηχανοποίηση της χώρας, στην εγκατάλειψη του πρωτογενούς τομέα παραγωγής, στην χρεοκοπία του οικονομικού μας μοντέλου, που συνεπέφερε και την κρίση των δίδυμων ελλειμμάτων του 2009, του μη βιώσιμου Δημόσιου Χρέους και των συνεπακόλουθών του μνημονίων, από το 2010. Επιδρώντας -καταλυτικά- και στη τρέχουσα, μεγάλη ύφεση της πανδημίας και του αχαρτογράφητου μέλλοντός μας.

Η οποιαδήποτε τουριστική μας ανάπτυξη -με τη στρεβλή πορεία που έχει λάβει στη χώρα μας- φαίνεται πως πάσχει κι από το «Σύνδρομο της Στοκχόλμης». Με κύριο απαγωγέα της, τον Κύκλωπα, του τουριστικού μοντέλου της TUI, που ακολουθούμε τυφλά, καθώς και τις κακές πρακτικές λειτουργίες του, τις οποίες επιβάλλει και ασκεί -σε βάρος μας- η Γερμανική αυτή εταιρία.

Αυτές οι πρακτικές της TUI, συγκρότησαν το αθέμιτο και επικυρίαρχο, σύστημα ενός σύγχρονου «ντάμπινγκ», το οποίο, κατέστησε το τουρισμό μας, οικονομικό βαρίδι κι ως τον πλέον αντιαναπτυξιακό κλάδο όλης της οικονομίας μας. Κι αυτό:

Όχι μόνο γιατί, έχει τις περισσότερες υπερχρεωμένες επιχειρήσεις, στο σύνολο των κλάδων της οικονομίας μας.

Όχι μόνο γιατί, με τα 34 εκατομμύρια αφίξεις εσοδεύουμε σαφώς λιγότερα από την Πορτογαλία που δέχεται τους μισούς -από εμάς- τουρίστες. Με τις χαμηλές τιμές του προϊόντος μας, παγιδευμένες απ’ τον «αθέμιτο ανταγωνισμό» της TUI.

Όχι μόνο γιατί, δεν αποτρέπει το Brain Drain των νέων. Όπου, η εποχιακή απασχόληση σε κλάδο, χαμηλής ειδίκευσης και μειωμένων αποδοχών, δεν μπορεί να στηρίξει τη ζωή νέων οικογενειών. Κι αναγκαστικά, επομένως, ο τουρισμός, απασχολεί (και προσκαλεί), πια κυρίως, ανειδίκευτους αλλοδαπούς.

Όχι μόνο γιατί, ενώ απασχολεί -ελαστικά- το 25% του εργατικού μας δυναμικού, αποφέρει, μόλις, το 9% του Α.Ε.Π., ως άμεσα έσοδά του.

Όχι μόνο γιατί, με την εποχιακή υποαπασχόληση των συντελεστών παραγωγής του, επιβαρύνει τον κλάδο με τις υπέρμετρες αποσβέσεις του.

Όχι μόνο γιατί, μας δυσχεραίνει -απίστευτα πολύ- το ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών της χώρας, όταν, οι εισροές αγαθών κι υπηρεσιών, που χτίζουν το τουριστικό μας προϊόν, είναι εισαγόμενες -και προερχόμενες, κυρίως, από χώρες προέλευσης των τουριστών- σε ποσοστό πάνω από το 80% του συνόλου τους. Ενώ στη Ιταλία είναι μόλις 25% και στην Τουρκία, οι εισαγόμενες εισροές της για τον τουρισμό, είναι μικρότερες του 10%…

Αλλά και γιατί, έφτασε, η ανισορροπία αυτή της μονομέρειας στον τουρισμό, να κατατάσσει την Ελλάδα, στη 4η θέση, παγκοσμίως, από άποψη βαρύτητας που κατέχει -ο τουρισμός- στο ΑΕΠ της, με τεράστιες τις οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές του επιπτώσεις. Ενώ, η παγκόσμια αυτή κατάταξή μας, θα μπορούσε να αξιολογηθεί και διαφορετικά. Καθώς, μια σειρά άλλων σταθμίσεων, θα μπορούσαν να μας αναβαθμίσουν κιόλας. Αν εξαιρούσαμε -για παράδειγμα- απ’ την κατάταξη της βαρύτητας του τουρισμού μας, την πορνεία και την παιδοφιλία, τότε, θα ανεβαίναμε κι άλλο, πάνω απ’ την 4η θέση, παγκοσμίως. Ιδίως όταν, οι χώρες που μας ξεπερνούν -στη βαρύτητα τουρισμού στο ΑΕΠ τους- είναι οι Φιλιππίνες, η Ταϊλάνδη και η Καμπότζη.

Αν όμως σταθμίζαμε, τη βαρύτητα αυτή του τουρισμού στη χώρα μας, με τη συνεισφορά του -ως προστιθέμενη αξία- στο ελληνικό ΑΕΠ -ιδίως όταν, το ποσοστό των εισαγόμενων συντελεστών παραγωγής του τουριστικού μας προϊόντος, ξεπερνά, ήδη, το 80% των εισροών του- τότε κι ο λεγόμενος «πολλαπλασιαστής ανάπτυξης τουρισμού», δεν θα «έπαιζε» με συντελεστή γύρω στο «τρία» -όπως ψευδώς ισχυρίζονται κάποιοι αποτυχημένοι επιχειρηματίες του ΣΕΤΕ- αλλά, θα ήταν σαφώς κατώτερος της μονάδας…

Και συνεπώς, ως καθαρά έσοδα, απ’ τον τουρισμό, θα πέφταμε σε πολύ χαμηλότερη θέση, στην παγκόσμια κατάταξη, της συνεισφοράς του τουρισμού στο ΑΕΠ. Αφού είναι προφανές ότι, το βάρος του, στο ΑΕΠ, θα είναι πολύ κάτω κι από το 9%, ως ποσοστό που αντιπροσωπεύει, στα -ακαθάριστα, μικτά πάντως, συνυπολογισμένων των εισαγωγών του- «άμεσα τουριστικά έσοδα».

Βάσει, εξάλλου, στοιχείων της Παγκόσμιας Τράπεζας, η Ελλάδα κατατάσσεται 13η, παγκοσμίως, στον αριθμό αφίξεων ξένων τουριστών. Ταυτόχρονα, βρίσκεται στην 20η θέση, σε τουριστικά έσοδα, για το 2017. Γεγονός, που μαρτυρά, επίσης, πως οι τιμές του ελληνικού τουρισμού, είναι ιδιαίτερα χαμηλές και βρίσκονται σαφώς κάτω από τον απλό μ.ο. της παγκόσμιας οικονομικής αποδοτικότητάς του.

Ενώ, την ίδια στιγμή, το «κατά κεφαλή ελληνικό ΑΕΠ», είναι διπλάσιο του παγκόσμιου. Και αυτό,, παρά την μείωση, του ΑΕΠ μας, κατά -25%, απ’ τα μνημόνια και παρά την αντίστοιχη περίοδο, άνοδο και του «παγκόσμιου κατά κεφαλή ΑΕΠ», κατά +20%…

Επομένως, η οικονομική αποδοτικότητα του τουριστικού κλάδου της οικονομίας μας, δείχνει σαφώς κατώτερη των άλλων κλάδων της οικονομίας μας και θα πρέπει να περιγράφεται πλέον, με όρους ή βαθμούς, οικονομικής ζημίας και μη βιωσιμότητάς του.

Συνεπώς, ο κλάδος του ελληνικού τουρισμού, που αποδίδει λιγότερο κι από τον απλό μ.ο., της παγκόσμιας οικονομικής του απόδοσης, είναι -σίγουρα- βαρίδι της οικονομίας. Ακόμα και σε σχέση με τους υπόλοιπους και μη ανθηρούς, πλέον, κλάδους της! Ως ο κλάδος ενός τομέα που -με το μέγεθος, το εύθραυστο της φύσης του και οι στρεβλώσεις και δυσλειτουργίες της δράσης του- μας αποκόπτει από τις προοπτικές μιας βιώσιμης ανάπτυξης.

Παρεμπιπτόντως και συγκριτικά. Με άλλο στατιστικό στοιχείο -και πάλι απ’ την Παγκόσμια Τράπεζα- έχουμε την Ισπανία, ενώ κατέχει την 4η θέση Παγκοσμίως, σε αριθμό αφίξεων τουριστών, να επιτυγχάνει να βρίσκεται, στην 2η θέση, παγκοσμίως, σε τουριστικά έσοδα…

Ο τουρισμός είναι -πράγματι- οικονομικό βαρίδι στην οικονομία της χώρας, εξ αιτίας της πολιτικής του «μοντέλου TUI». H οποία οικονομία, πάντως, αν και χειμαζόμενη, στο σύνολο των κλάδων της, μπορεί να συγκρατεί -ακόμα- ως και το διπλάσιο του μέσου κατά κεφαλήν ΑΕΠ, συγκριτικά με το αντίστοιχο παγκόσμιο. Και δεν θα πρέπει να επαληθευτεί η -πολύ απαισιόδοξη, πιθανώς και λόγω του «ειδικού βάρους», του «τουριστικού μας ελέφαντα»- πρόβλεψη του ΟΟΣΑ, πως από τον σημερινό συντελεστή 2, στο κατά κεφαλή ΑΕΠ μας, έναντι του παγκόσμιου, αυτός προβλέπεται να καταπέσει στο 0,8 του παγκόσμιου κατά κεφαλή ΑΕΠ, μετά το 2050 (εάν θα υπάρχουμε ως χώρα και τότε!).

Υπάρχει ανάγκη, λοιπόν, όσο από ποτέ άλλοτε, να στηριχτεί η ελληνική οικονομία στο σύνολό της, ολόπλευρα, ορθολογικά και δίκαια. Με την αποσαφήνιση και την αναθεώρηση του ακολουθούμενου παραγωγικού μας μοντέλου (αν ποτέ υπήρξε). Και με κατάστρωση των αναγκαίων σχεδίων στρατηγικής ανάπτυξης, των διακεκριμένων τομέων και κλάδων της οικονομίας μας, με ολοκληρωμένη την επανεκτίμηση της βιωσιμότητας των ακολουθούμενων μοντέλων ανάπτυξης και της ορθολογικής αξιοποίησης των συγκριτικών πλεονεκτημάτων, με εξισορρόπηση των διαθέσιμων μέσων, πόρων και δυνάμεων, για το σκοπό αυτό κ.α.. Και για μια, πρώτη – πρώτη, επιλογή, μιας άλλης, αλλά αναγκαίας, χάραξης τουριστικής πολιτικής, αυτονόητα προέχει, ώστε: η χώρα να διακόψει -άμεσα και δια ροπάλου- οποιαδήποτε αύξηση της δυναμικότητας κλινών του ελληνικού τουρισμού…

Μας λένε κι οι ξενοδόχοι, πως: “Άν δεν βρέξει, θα κρατήσει“. Και λένε, ακόμα -γλυκά, γλυκά- πως, τους χρωστάνε όλοι και ας οφείλουν, όλοι οι ξενοδόχους, ως κλάδος, όσο κανείς άλλος, πανελλαδικά. Ακόμα κι ο κορωνοϊός, μπορεί να γίνει ο οδοστρωτήρας των πάντων, για να βρεθούν, αυτοί μόνοι, στην -έως πρόσφατα- ασύδοτη, αδέσποτη και ασύλληπτη, παντοκρατορία της μονοκαλλιέργειας τους στον τουρισμό, που μαράζωσε τον τόπο. Άμα έχουν και την πολιτική ηγεσία, όλου του φάσματος των πολιτικών δυνάμεων, να τους ακούνε, σαν αποσβολωμένοι χάνοι, ποια άλλη ανάγκη έχουνε από την συνηγορία ή την συναίνεση οποιωνδήποτε άλλων. Αφού, ανεμπόδιστα και ασφαλώς, θα εξακολουθήσουν να μας βλάπτουν εξοντωτικά, με τις συνήθεις κακές πρακτικές λειτουργίας τους. Σαν να είναι αυτοί οι πολιτικοί μας ταγοί, οι άβουλοι κι οι μοιραίοι θύτες του επερχόμενου χαμού μας, στα αχαρτογράφητα νερά του νέου μας Τιτανικού…

Μήτε για την ανάγκη του αδήριτου τερματισμού -επί τέλους- του υδροκεφαλισμού της ανισόρροπης υπερανάπτυξης του τουρισμού μας, μας μίλησε κανείς τους. Ούτε και για την -τόσο απαραίτητη κι αναγκαία, ακόμα- στροφή του υπάρχοντος τουρισμού -στο μεγαλύτερο ποσοστό του- σε κάποιον άλλο, με το σημάδι μιας βιώσιμης ανάπτυξης και στον τουρισμό. Μήτε για τη σύννομη λειτουργία, του κλάδου τους, αναφέρθηκαν, έστω, ποτέ. Μηδέ, επίσης, για την επείγουσα ανάγκη, στροφής, σε θεματικές ενότητες, άμβλυνσης της εποχικότητάς του ή και της 12μηνης λειτουργίας του τουρισμού, έθιξαν. Και δεν τους απασχόλησαν καν, οι προϋποθέσεις υλοποίησης μιας τέτοιας άλλης πορείας του…

Συνεπώς, για τα ελάχιστα αυτά, αλλά όμως στοιχειώδη και τόσο βασικά, για το μακροπρόθεσμο μέλλον όλων μας, δεν μας είπαν ποτέ τους απολύτως τίποτα.

Όλα όσα ήδη πράττουν ή μας εξέθεσαν, οποτεδήποτε, επενδύουν, μόνο, στην αντίθετη κατεύθυνση. Στην κατεύθυνση εκείνη: Της διαιώνισης και κυριαρχίας, ενός, εντελώς παρασιτικού, μοντέλου στην λειτουργία του τουρισμού μας και στο μέλλον. Όμως, το μέλλον θα είναι χειρότερο κι από αυτό που ήδη μας χρεοκόπησε πολλές φορές μέχρι σήμερα…

*Ο Παναγιώτης Κ. Μυλωνάς είναι Οικονομολόγος

Πηγή : new-economy.gr 

Δρόμος ανοιχτός

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου