Πώς θα μπορούσε να διεξαχθεί ένας γενικευμένος πόλεμος;

 

Θα περίμενε κανείς ότι μέχρι σήμερα, οι προσπάθειες εκτόνωσης της παγκόσμιας κρίσης που προκαλεί ο πόλεμος στην Ουκρανία θα είχαν πάρει το «πάνω χέρι».

Του Θέμη Τζήμα

Το παρόν άρθρο περιέχει μερικές σκέψεις. Προφανώς, η διεξαγωγή ενός τυχόν γενικευμένου πολέμου δεν μπορεί να προ- περιγραφεί, καθώς οι αστάθμητοι παράγοντες που θα υπεισέλθουν είναι τόσοι ώστε μια λεπτομερής και ακριβής παράθεση είναι αδύνατον να επιτευχθεί. Ωστόσο, επειδή μέρα με τη μέρα βρισκόμαστε ολοένα εγγύτερα σε αυτήν την προοπτική οφείλουμε να την συζητήσουμε, αν μη τι άλλο προκειμένου να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να τον αποτρέψουμε.

Πρέπει να σημειώσουμε αφετηριακώς το εξής: θα περίμενε κανείς ότι μέχρι σήμερα, οι προσπάθειες εκτόνωσης της παγκόσμιας κρίσης που προκαλεί ο πόλεμος στην Ουκρανία θα είχαν πάρει το «πάνω χέρι».

Η στοιχειώδης λογική της επιβίωσης της ανθρωπότητας αυτό επιβάλλει, αντί για μια όξυνση που θέτει σε κίνδυνο την ζωή στον πλανήτη. Ωστόσο κάθε άλλο παρά αυτό συμβαίνει. Το ΝΑΤΟ λαμβάνει ήδη μέρος σε αυτήν την σύγκρουση με πολλούς τρόπους, πλην της άμεσης επίθεσης των -επισήμων- δυνάμεών του στην Ρωσία. Κατά τα λοιπά βρίσκεται μέσα στην Ουκρανία με στρατιωτικούς συμβούλους και μισθοφόρους, παρέχει οπλισμό και πληροφορίες, ενώ ενδεχομένως να έχει βάλει και το «χέρι του» σε κάποιες εντυπωσιακές ενέργειες όπως είναι η βύθιση του ρωσικού πολεμικού πλοίου «Μόσχα». Ένα λεπτό όριο -αλλά κρίσιμο- μένει να διανυθεί, το οποίο καθίσταται ολοένα λεπτότερο.

Το γεγονός ότι η Ρωσία προειδοποίησε επισήμως πριν λίγες ημέρες, για πολύ σοβαρές συνέπειες εξαιτίας της διαρκούς αποστολής όπλων από το ΝΑΤΟ στην Ουκρανία, αντιμετωπίζεται από τα δυτικά ΜΜΕ περίπου σαν μια τυπική, άνευ ουσίας διαμαρτυρία από πλευράς ενός αδυνάμου αντιπάλου. Η υποτίμηση της ρωσικής προειδοποίησης γίνεται προκειμένου να μείνουν οι λαοί μας αποκοιμισμένοι μπροστά σε υπαρξιακό κίνδυνο. Επαναλαμβάνουν τα ΜΜΕ και οι κυβερνήσεις μας, την ίδια αδιέξοδη πολιτική υποτίμησης της ρωσικής αποφασιστικότητας, του περυσινού Δεκεμβρίου, οπότε και αρνήθηκαν να αντιμετωπίσουν με την δέουσα σοβαρότητα τις προτάσεις της Μόσχας για έναν διακανονισμό ασφαλείας στην Ευρώπη. Στην πραγματικότητα, η πρόσφατη αυτή προειδοποίηση από πλευράς της Ρωσίας συνιστά ύστατη ενημέρωση, πριν από μια θερμή ή «θερμότερη» σύγκρουση με το ΝΑΤΟ.

Φαίνεται ότι η αποφυγή πάση θυσία μιας άμεσης σύγκρουσης μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων υποχωρεί. Μπορεί το Πεντάγωνο στις ΗΠΑ να κρατά ακόμα αντιστάσεις έναντι των παρανοϊκών γερακιών, όμως αυτές φθίνουν.

Η πορεία προς έναν γενικευμένο πόλεμο στρώνεται με και συνοδεύεται από παγκόσμια οικονομική σύγκρουση και το άνοιγμα πολλαπλών μετώπων περιφερειακώς. Ο μετασχηματισμός της παγκόσμιας οικονομίας προς μια διαδικασία «από- παγκοσμιοποίησης» έχει ήδη -και θα έχει ακόμα περισσότερο στο μέλλον -καταλυτικές κρισιακές συνέπειες.

Την ίδια στιγμή και επειδή οι πόλεμοι απαιτούν αμεσότητα και δράση στο πεδίο, βλέπουμε νέα πολεμικά μέτωπα να προετοιμάζονται: Ιράν, Παλαιστίνη, Καύκασος. Σταδιακώς δε και ίσως περισσότερο από κάθε άλλο προετοιμάζεται η Ταϊβάν- ενώ βλακωδώς, Σουηδία, Φινλανδία και Ιαπωνία μοιάζουν έτοιμες για το απονενοημένο διάβημα. Πρόκειται για την όξυνση του σπονδυλωτού, παγκοσμίου πολέμου, με στόχο να εξαντληθούν οι αντοχές της κάθε πλευράς- Ρωσίας και Κίνας από την μια, ΝΑΤΟ από την άλλη- κατά την διάρκειας της οποίας και εξαιτίας της οποίας, η πλευρά που θα αισθανθεί ότι απειλείται περισσότερο, θα επιτεθεί μετωπικά στον αντίπαλό της, με στόχο είτε να αποκλιμακώσει δια της κλιμάκωσης, είτε να καταστρέψει την μαχητική του βούληση και ικανότητα.

Αυτή η διαδικασία ανοίγματος ή προετοιμασίας νέων μετώπων, μοιραία επιταχύνει την διαμόρφωση των αντιτιθεμένων μπλοκ. Η Ρωσία και η Κίνα- με την τελευταία μάλιστα να δέχεται μεγάλη πίεση λόγω των πολιτικών περιορισμού της πανδημίας που ακολουθεί αλλά και μέσω Ταϊβάν- θα κληθούν να διεκδικήσουν και να σταθεροποιήσουν την επιρροή τους στους κρίσιμους ασιατικούς και μεσανατολικούς κρίκους του παιχνιδιού- το Πακιστάν για παράδειγμα αποτελεί ένα μείζον τέτοιο επίδικο-και ως εκ τούτου εμπλέκονται ήδη σε υβριδικές συγκρούσεις επιρροής με τις ΗΠΑ όπως και σταδιακώς, σε θερμές αντιπαραθέσεις.

Συνέπεια αυτών είναι ότι θα δούμε μεγάλη κινητοποίηση οικονομικών πόρων και ανθρώπων προκειμένου να διεκπεραιωθούν πολύπτυχες συγκρούσεις, «αναθέρμανση» μετώπων και παραβιάσεις της κρατικής κυριαρχίας πολλών κρατών και με πολλούς τρόπους.

Ο στόχος των ΗΠΑ είναι να διασπάσουν την οικονομική συνεργασία Ρωσίας και Κίνας και να φθείρουν την στρατιωτική τους δυναμική, ενώ της Ρωσίας και της Κίνας να αναγκάσουν τις ΗΠΑ να φύγουν από τον Ευρασιατικό χώρο και να ωθήσουν τους λαούς της δυτικής, κεντρικής και νότιας Ευρώπης να αντισταθούν στις αυτοκτονικές πολιτικές των ηγεσιών τους. 

Αυτές οι πολιτικές παρότι είναι στρατηγικώς καταλυτικές, δεν επιφέρουν άμεσα αποτελέσματα στο πεδίο και μάλιστα στο συγκεκριμένο πεδίο της Ουκρανίας. Όσο ο πόλεμος συνεχίζεται εκεί και όσο δεν έχουμε ξαφνική κατάρρευση του μετώπου, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους πείθονται όχι μόνο για την ορθότητα της απόφασής τους να πολεμήσουν μέχρι τον τελευταίο Ουκρανό αλλά και για την αναγκαιότητα της συνέχισης αυτής της πολιτικής. Αυτή η πολιτική με την σειρά της, πείθει ακόμα περισσότερο την Μόσχα, ότι ορθώς ανέγνωσε την κατάσταση στην Ουκρανία ως υπαρξιακή απειλή για την ίδια και ενδεχομένως ότι μόνο μια πλήρης κατάληψη της Ουκρανίας και ίσως διάσπασή της, μπορεί να απομακρύνει τον υπαρξιακό κίνδυνο.

Η παράταση του πολέμου, με μεγαλύτερη και φονικότερη εμπλοκή του ΝΑΤΟ, θα θέσει στην ρωσική ηγεσία το ζήτημα των εφεδρειών αλλά και της πρόκλησης σοκ στους Ουκρανούς και στους νατοϊκούς. Για την Ρωσία πρόκειται για δισεπίλυτο πρόβλημα: θέλει με τον μικρότερο δυνατό αριθμό ενόπλων, με την μικρότερη δυνατή πρόκληση θυμάτων μεταξύ αμάχων, με την μικρότερη δυνατή καταστροφή υποδομών- σοβιετικών προδιαγραφών- στο συντομότερο δυνατό χρονικό διάστημα, να πετύχει το ισχυρότερο δυνατό αποτέλεσμα, από πλευράς ψυχολογικών και υλικών επιπτώσεων, όχι μόνο στους Ουκρανούς αλλά και στους νατοϊκούς, με τους ανεξάντλητους πόρους.

Για αυτόν τον λόγο, μπορεί να επιλέξει ως απάντηση στην κλιμάκωση της νατοϊκής εμπλοκής, ένα «επεισόδιο» χρήσης τακτικών πυρηνικών όπλων έναντι κάποιας ισχυρής συγκέντρωσης αντιπάλων στρατιωτικών δυνάμεων ή μια επίθεση σε τμήμα μεταφοράς οπλισμού, ακόμα και έξω από τα ουκρανικά σύνορα.

Σε οποιαδήποτε τέτοια περίπτωση, το ΝΑΤΟ θα επιλέξει πιθανότατα μια ισοϋψή, τακτικώς απάντηση. Η λογική λέει ότι μετά από μια τέτοια ανταλλαγή μηνυμάτων στο πεδίο, οι ψυχραιμότερες φωνές θα επικρατήσουν. Πρόκειται για αμφίβολη εικασία. Εξίσου πιθανό είναι να συνεχιστούν οι συγκρούσεις μέσα στην Ουκρανία, άμεσα μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας, μέχρι εξαντλήσεως, είτε της νατοϊκής αντίστασης στην Ουκρανία, είτε της ρωσικής ικανότητας για διεξαγωγή επιχειρήσεων, με τον πλανήτη να έχει αποδεχτεί εκ των πραγμάτων την χρήση μικρών πυρηνικών όπλων και να ανησυχεί για τα στρατηγικά πυρηνικά όπλα.

Η Ρωσία θα αναγκαστεί να προβεί σε κινητοποίηση για ολοκληρωτικό πόλεμο -ακόμα και αν δεν τον διεξάγει- ενώ και η Κίνα θα κινητοποιηθεί σαφέστερα και αμεσότερα στον πόλεμο. Ίδωμεν.


Δρόμος ανοιχτός

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου