Ελληνοτουρκικά: Γιατί «πυροβολεί» την Αθήνα ο Ερντογάν

 

Του Δημήτρη Μηλάκα

Οι δηλώσεις περί «αποστρατιωτικοποίησης ή αμφισβήτησης της ελληνικής κυριαρχίας των νησιών» του Τούρκου ΥΠΕΞ (Τσαβούσογλου), όπως και αυτές περί νομοτελειακής ενσωμάτωσης στην Τουρκία των Δωδεκανήσων από τον γκριζολυκοφασίστα (Μπαχτσελί) κυβερνητικό εταίρο του Ερντογάν, περιγράφουν σαφέστατα τους στρατηγικούς στόχους της Άγκυρας στο Αιγαίο. Ταυτόχρονα οι εν λόγω δηλώσεις, όπως και η εν γένει κλιμάκωση της έντασης στα ελληνοτουρκικά που έχει επιλέξει η Άγκυρα, προκαλούν το ερώτημα: Γιατί τώρα;

Οι απαντήσεις στο ερώτημα μπορούν επιγραμματικά να συνοψιστούν ως εξής:

  • Ο Ερντογάν αντιλαμβάνεται ότι είμαστε σε μια συγκυρία έντονων γεωπολιτικών ανακατατάξεων και πιστεύει ότι ήρθε η ώρα για την Τουρκία να διεκδικήσει τον ρόλο της περιφερειακής δύναμης.
  • Ο Τούρκος Πρόεδρος, οδηγώντας τα ελληνοτουρκικά σε τροχιά κρίσης, στέλνει μήνυμα στην Ουάσιγκτον ότι η αμερικανική προστασία στην Ελλάδα έχει όρια εκεί που ξεκινούν τα τουρκικά συμφέροντα.
  • Ο Ερντογάν και γενικότερα το πολιτικό / διπλωματικό / στρατιωτικό σύμπλεγμα στην Άγκυρα υποτιμούν τις ελληνικές αμυντικές δυνατότητες και το σθένος της ελληνικής ηγεσίας (και ενδεχομένως του ελληνικού λαού) να αντιμετωπίσει την τουρκική ισχύ.
  • Τον επόμενο χρόνο (2023) ο Ερντογάν θα δώσει μια εκλογική μάχη ζωής και θανάτου για την επανεκλογή του. Ο Τούρκος Πρόεδρος γνωρίζει ότι σε περίπτωση που χάσει τις εκλογές δεν πρόκειται αυτός και το σύστημα που έχει δημιουργήσει την τελευταία εικοσαετία να περάσουν απλώς στην αντιπολίτευση. Το σύστημα Ερντογάν (και ο ίδιος) θα βρεθούν αντιμέτωποι με συστηματικές διώξεις από τους ανθρώπους που όλα αυτά τα χρόνια διώχθηκαν ανηλεώς από το ερντογανικό καθεστώς. Η υπόδειξη ενός εξωτερικού εχθρού είναι δοκιμασμένη τακτική συσπείρωσης και αντιμετώπισης εσωτερικών προβλημάτων, ειδικά αν ο εχθρός είναι του χεριού σου, όπως πιστεύει ο Ερντογάν για την Ελλάδα.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο μπορούν να ερμηνευτούν οι τελευταίες άκρως επιθετικές τουρκικές κινήσεις σε βάρος της Ελλάδας καθώς με αυτόν τον τρόπο ο Ερντογάν πετυχαίνει:

  1. Συσπείρωση του τουρκικού λαού υπό την ηγεσία του.
  2. Προώθηση πάγιων θέσεων της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής σε βάρος της Ελλάδας.
  3. Ενίσχυση της διαπραγματευτικής του θέσης στο παζάρι με τους Αμερικανούς απλώνοντας στο τραπέζι τη δυνατότητά του να αποσταθεροποιήσει τη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ (με μια ελληνοτουρκική κρίση), τις διαφωνίες του για ένταξη Φινλανδίας και Σουηδίας στη συμμαχία και την απειλή για επέμβαση κα κατάληψη της βόρειας Συρίας.
Η επιχειρηματολογία για τις δηλώσεις / απειλές του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου σύμφωνα με τις οποίες η Τουρκία θα αμφισβητήσει την ελληνική κυριαρχία επί των νησιών του ανατολικού Αιγαίου και των Δωδεκανήσων αν η Αθήνα δεν τα αποστρατιωτικοποιήσει ανασύρθηκε από επίσημα τουρκικά έγγραφα που από το 1998 – αμέσως μετά την κρίση των Ιμίων και τη Συμφωνία της Μαδρίτης (Σημίτης, Ντεμιρέλ, Ολμπράιτ) – θεμελίωσαν και οικοδόμησαν τη σημερινή αναθεωρητική πολιτική της Άγκυρας, η οποία συνοψίζεται από την τουρκική ηγεσία με τον όρο «Γαλάζια Πατρίδα».

Με τις σαφέστατες δηλώσεις του ο Τσαβούσογλου περιγράφει την απόφαση της Τουρκίας να «εμπλουτίσει» το περιεχόμενο της απειλής πολέμου (casus belli) σε βάρος της Ελλάδας. Μέχρι τώρα η Άγκυρα έχει διακηρύξει με απόφαση της Βουλής της ότι αν η Ελλάδα ασκήσει το νόμιμο δικαίωμά της και επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 ν.μ., τότε η Τουρκία θα της κηρύξει πόλεμο. Μετά τις δηλώσεις Τσαβούσογλου η τουρκική απειλεί πολέμου τείνει να περιλαμβάνει και το θέμα της αποστρατιωτικοποίησης των ελληνικών νησιών.

Στην Αθήνα πολλοί είναι αυτοί – κατά κύριο λόγο αυτοί που κυβέρνησαν και κυβερνούν από την κρίση των Ιμίων και έπειτα – που θα ισχυριστούν ότι πέφτουν από τα σύννεφα με την αναβάθμιση των τουρκικών πολεμικών απειλών και θα σπεύσουν να τις αποδώσουν στην «απομόνωση» και τις εσωτερικές πολιτικές ανάγκες του Ερντογάν. Πίσω, ωστόσο, από αυτήν τη σαθρή επιχειρηματολογία προσπαθούν να κρύψουν τις ευθύνες τους καθώς όλα αυτά τα χρόνια, υποκύπτοντας σε πιέσεις και υποσχέσεις «προστασίας» από συμμάχους και εταίρους, μετέτρεψαν τον κατευνασμό της Τουρκίας σε δόγμα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής ενώ γνώριζαν με κάθε λεπτομέρεια τις τουρκικές διαθέσεις και μεθοδεύσεις.

Το θεμελιώδες πρόβλημα

Το 2001 ο αντιστράτηγος Αττίλα Ατές, διοικητής των τουρκικών πολεμικών ακαδημιών, γράφει: «Το έγγραφο αυτό που προετοιμάστηκε από την Ακαδημία του Πολεμικού Ναυτικού έχει διατεθεί για χρήση με στόχο οι εργασίες που θα γίνουν σχετικά με τα νησιά, νησίδες και βραχονησίδες του Αιγαίου στο άμεσο μέλλον να θεμελιωθούν πάνω σε επιστημονικές βάσεις και αλήθειες».

Το εν λόγω έγγραφο (για την ακρίβεια είναι μια εμπεριστατωμένη παρουσίαση σε 150 σελίδες των τουρκικών απόψεων για το πρόβλημα του Αιγαίου), καθώς και το βιβλίο που εκδόθηκε το 1998 από το Ανώτατο Ίδρυμα Κουλτούρας Γλώσσας και Ιστορίας Ατατούρκ με τίτλο «Το θεμελιώδες πρόβλημα στο Αιγαίο, τα νησιά αμφισβητούμενης κυριαρχίας», αποτελούν από τότε (2001) επίσημα εγχειρίδια διδασκαλίας για τα στελέχη των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων και του υπουργείου Εξωτερικών.

Από τότε, μετά την κρίση των Ιμίων δηλαδή, μέχρι και σήμερα τα στελέχη της τουρκικής διπλωματικής και στρατιωτικής διοίκησης εργάζονται με γνώμονα τις κατευθύνσεις αυτών των εγχειριδίων τα οποία οικοδόμησαν θεωρητικά τη σημερινή τουρκική αναθεωρητική πολιτική, η οποία έχει φτάσει στο απόγειό της.

Πριν παραθέσουμε αποσπάσματα αυτών των βιβλίων σχετικά με τις τουρκικές θέσεις για την αποστρατιωτικοποίηση και την αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας επί των νησιών δύο επιγραμματικές παρατηρήσεις:

  • Κανείς στην Αθήνα (κατά κύριο λόγο αυτοί που κυβέρνησαν και κυβερνούν) δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι έπεσε από τα σύννεφα από τις δηλώσεις Τσαβούσογλου, καθώς τα εν λόγω τουρκικά εγχειρίδια είναι γνωστά και μεταφρασμένα στα ελληνικά από το ελληνικό υπουργείο Άμυνας από το 2004 τουλάχιστον. Επιπροσθέτως τμήματα των εν λόγω εγχειριδίων / εγγράφων περιέχονται στο βιβλίο «Η απόρρητη Ιστορία του Αιγαίου» που εκδόθηκε το 2012 από το Ποντίκι.
  • Με δεδομένες τις τουρκικές θέσεις και προθέσεις προκύπτει το ερώτημα τι ακριβώς συζητούσαν όλα αυτά τα χρόνια οι ελληνικές κυβερνήσεις με την Τουρκία;
Ο εξοπλισμός των νησιών

Ας δούμε λοιπόν την τουρκική επιχειρηματολογία μέσα από τα βιβλία που διδάχθηκαν όσοι Τούρκοι σήμερα υπηρετούν στο διπλωματικό σώμα και τις ένοπλες δυνάμεις καθώς και τα ανώτερα στελέχη της δημόσιας διοίκησης της χώρας. Τα αποσπάσματα που ακολουθούν είναι από το βιβλίο «Το θεμελιώδες πρόβλημα του Αιγαίου» και η τουρκική θέση για την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών περιγράφεται με κάθε σαφήνεια:

«Η Ελλάδα από το 1964 εξοπλίζει τα νησιά τα οποία έχουν μεταβιβαστεί σε αυτή με τον όρο να είναι αποστρατιωτικοποιημένα. Η πρακτική αυτή συνιστά ανοιχτή παραβίαση της απόφασης της 13ης Φεβρουαρίου 1914 στην οποία αναφέρεται η Συνθήκη της Λωζάννης καθώς και των άρθρων 12 και 13 της Συνθήκης, όπως και του 14ου άρθρου της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων του 1947. Αυτές οι διεθνείς συνθήκες περιλαμβάνουν – ανάλογα με το στρατιωτικό τους καθεστώς – σε ξεχωριστές ομάδες τα νησιά του Αιγαίου και εν τω μεταξύ κρατούν εντελώς έξω από τους περιορισμούς την Κρήτη, τις Βόρειες Σποράδες και τις Κυκλάδες. Με άλλα λόγια οι ευθύνες για τον στρατιωτικό περιορισμό ισχύουν κυρίως για τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου και στις διεθνείς συνθήκες σχετικά με αυτά τα νησιά υπάρχουν κάποιες διαφορετικές ρήτρες όσον αφορά την αποστρατιωτικοποίηση. Από αυτή την άποψη τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες:

α. Νησιά μπροστά στα στενά

Το βασικό έγγραφο που καθορίζει το σημερινό καθεστώς των νησιών του ανατολικού Αιγαίου είναι το 12ο άρθρο της Συνθήκης της Λωζάννης και η απόφαση των 6 Μεγάλων Δυνάμεων η οποία είναι αναπόσπαστο τμήμα αυτού του άρθρου.

Σύμφωνα με αυτό η ελληνική κυριαρχία επί των νησιών που αναφέρονται ονομαστικά, Σαμοθράκη, Λήμνος, Μυτιλήνη, Χίος, Σάμος και Ικαρία και των νησιών τα οποία ήταν στις 13 Φεβρουαρίου του 1914 υπό ελληνική κατοχή, Θάσος, Άγιος Ευστράτιος και Ψαρά, έχει γίνει αποδεκτή από την Τουρκία, υπό τον όρο τα νησιά αυτά να μην οχυρωθούν και να μη χρησιμοποιηθούν για στρατιωτικούς σκοπούς.

Το καθεστώς του 12ου άρθρου της Συνθήκης της Λωζάννης, ενώ φέρνει έναν περιορισμό στην εδαφική κυριαρχία της Ελλάδας, δίνει στην Τουρκία ένα δικαίωμα ως αντάλλαγμα της μεταβίβασης της κυριαρχίας. Γι’ αυτό η αλλαγή ή ο τερματισμός του αποστρατιωτικοποιημένου καθεστώτος που έχει θεσπιστεί για τα νησιά Σαμοθράκη, Λήμνος και Άγιος Ευστράτιος, μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με τη σύμφωνη γνώμη των χωρών που έχουν υπογράψει τη Συνθήκη της Λωζάννης. Τα συμβαλλόμενα κράτη δεν έχουν εκφράσει μια τέτοια γνώμη μέχρι σήμερα.

Στο 12ο άρθρο της Συνθήκης της Λωζάννης δεν υπάρχει κάποιος περιορισμός της κυριαρχίας για τα νησιά Ίμβρος, Τένεδος και Μαυριά. Ήδη το να ειπωθεί ότι ένας περιορισμός ο οποίος έχει θεσπιστεί για την Ελλάδα έχοντας υπόψη την ασφάλεια της Τουρκίας περιλαμβάνει και τα νησιά τα οποία είναι υπό τουρκική κυριαρχία δεν ταιριάζει με τον λόγο και το πνεύμα του 12ου άρθρου. Η Σύμβαση των Στενών του Μοντρέ, ενώ τερματίζει το αποστρατιωτικοποιημένο καθεστώς των τουρκικών νησιών Ίμβρου, Τενέδου και Μαυριάς, δεν έχει αλλάξει το καθεστώς της Λήμνου και της Σαμοθράκης που ενυπάρχει στο 12ο άρθρο της Λωζάννης.

β. Ανατολικές Σποράδες

Από αυτά τα νησιά τα οποία έχουν αφεθεί στην Ελλάδα σύμφωνα με το 12ο άρθρο της Συνθήκης της Λωζάννης, το στρατιωτικό καθεστώς της Μυτιλήνης, Χίου, Σάμου και Ικαρίας, ρυθμίζεται από το 13ο άρθρο της εν λόγω συνθήκης. Σύμφωνα με αυτό, στα κατοικημένα νησιά δεν θα κατασκευαστεί καμία ναυτική βάση και κανένα οχυρωματικό έργο. Με το σκεπτικό της εσωτερικής ασφάλειας μια περιορισμένη δύναμη αστυνομίας έχει εξαιρεθεί από το στρατιωτικοποιημένο καθεστώς.

γ. Δωδεκάνησα

Τα 13 νησιά που βρίσκονται σε αυτή την περιοχή και αναφέρονται ονομαστικά, η νήσος Μεγίστη καθώς και οι παρακείμενες σε αυτά βραχονησίδες, σύμφωνα με το άρθρο 14/2 της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων και της Παραγράφου του ΧΙΙΙ Παραρτήματος της εν λόγω συνθήκης, έχουν πλήρως αποστρατιωτικοποιηθεί.

Αν και η Τουρκία δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος στη Συνθήκη του 1947, η αποστρατιωτικοποίηση που υπάρχει στη Συνθήκη έχει γίνει αποδεκτή, έχοντας υπόψη την ασφάλεια της Τουρκίας. Από αυτή την αφετηρία η Τουρκία μπορεί να επικαλεστεί την καταπάτηση της ρήτρας της αποστρατιωτικοποίησης, επειδή έχει έννομο συμφέρον από μια ρήτρα η οποία έχει γίνει αποδεκτή προς όφελός της».

Επιβολή διά της ισχύος

Επειδή διατυπώνεται η άποψη ότι η Ελλάδα εκτός από ισχυρούς συμμάχους έχει και το Διεθνές Δίκαιο με το μέρος της, αξίζει τον κόπο τελειώνοντας να διαβάσουμε από το «έγγραφο Ατές» πώς η τουρκική ηγεσία και διοίκηση αντιλαμβάνονται αυτό το Δίκαιο:

«Καμία νομική αντίληψη και κανόνας δεν μπορεί να δικαιολογήσει τον αποκλεισμό της Τουρκίας στα χωρικά της ύδατα και την απομόνωσή της από τη θάλασσα που επί εκατοντάδες χρόνια χρησιμοποιούσε μόνη της και με την οποία έχει άρρηκτους δεσμούς γεωγραφικής, ιστορικής, οικονομικής, κοινωνικής υφής, και δεσμούς ασφάλειας.

Το γεγονός ότι στο Αιγαίο, που είναι μια ημίκλειστη θάλασσα με πολλά νησιά, νησίδες και βραχονησίδες που ανήκουν στην Ελλάδα να βρίσκονται πολύ κοντά στην ηπειρωτική Τουρκία και ότι πολλά νησιά βρίσκονται σε καθεστώς “διαφιλονικούμενης νήσου” έχουν μετατρέψει το πρόβλημα του Αιγαίου σε μια από τις πιο σημαντικές τρέχουσες πιθανές εστίες σύγκρουσης στις θάλασσες του κόσμου.

Επειδή στο πλαίσιο των διατάξεων της Σύμβασης Διεθνούς Δικαίου των Ηνωμένων Εθνών τα κατοικημένα και ακατοίκητα νησιά, νησίδες και βραχονησίδες έχουν χωρικά ύδατα και τα κατοικημένα νησιά τα οποία έχουν δική τους οικονομική δραστηριότητα έχουν υφαλοκρηπίδα και ιδιαίτερες οικονομικές περιοχές (ΑΟΖ), η υπάρχουσα διαφωνία καθίσταται ακόμη πιο ζωτική».

ΥΓ.: Αλήθεια, τι τελικά συζητούν μετά την κρίση των Ιμίων οι ελληνικές κυβερνήσεις;


Δρόμος ανοιχτός

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου