Προεόρτια και παρελκόμενα της εισαγωγής της ακυρωτικής κουλτούρας στην Ελλάδα…


«Ποιες κουλτούρες; Δεν υπάρχουν πια. Ούτε οι χριστιανικές, ούτε οι μουσουλμανικές, ούτε οι σοσιαλιστικές, ούτε οι επιστημονίστικες. Μην μιλάτε πια για τους απόντες. Μια στιγμή να κοιτάξει κανείς κατάματα την αλήθεια και το προφανές βλέπει πως δεν υπάρχει πια παρά η παγκόσμια θεαματική, αμερικανοειδής υποβάθμιση κάθε πραγματικής κουλτούρας.»
Guy Debord, Πρόλογος σε “Notes sur la question des immigrés”, 1986

Της Ευγενίας Σαρηγιαννίδη *

Πως ερμηνεύονται αλήθεια κοινωνικά γεγονότα, όπως αυτό της όλης συζήτησης που ξεκίνησε γύρω από τον Καραγάτση με αφορμή το άρθρο κάποιας λογοτέχνιδας; Πως συγχέονται οι έννοιες woke και cancel; Τι επιδιώκει η γομολάστιχα cancel culture και η συμπληρωματική woke γραφίδα της; Πως επικριτές και θιασώτες της «woke» συμμετέχουν εξίσου στη δημιουργία ενός ψυχοδιανοητικού χάους; Τι θα μπορούσε άραγε να συμβεί αν λαμβάναμε σοβαρά υπόψη μας τη διάθεση κάποιων υποστηρικτών της ακυρωτικής κουλτούρας να καταργηθούν (;), να διαγραφούν (;), να απαγορευτούν (;) συγγραφείς της πρόσφατης ή και της αρχαίας ιστορίας μας; Αυτός που προτίθεται να απαγορεύσει, να καταστρέψει, ή να διαγράψει κάτι, λαμβάνει αλήθεια υπόψη του πως η άλλη μεριά θα μπορούσε να του απαντήσει με το ίδιο αντιδημοκρατικό νόμισμα απαγορεύοντας τον, ακυρώνοντας τον, διαγράφοντάς τον; Και αν οι πολέμιοι του παρελθόντος, «woke διαφωτιστές και ριζοσπάστες» είναι έτοιμοι για έναν τέτοιο συμβολικό πόλεμο, τον οποίο καλλιεργούν συστηματικά, πως ακριβώς θα διαχειριστούν τις αντιφάσεις, αλλά και τις συνέπειες του ιδεολογικού εμφυλιοπολεμικού, διχαστικού κλίματος που οι ίδιοι δημιουργούν μέσα στην κοινωνία;

Καταρχάς να υπενθυμίσουμε ότι η σκέψη είναι γλώσσα· η γλώσσα δομεί τη σκέψη· νέες λέξεις, νέα περιεχόμενα, νέες μόδες, νέες νοοτροπίες, άρα νέοι τρόποι σκέψης. Ο νέος δυτικός πολίτης καλείται να διαπαιδαγωγηθεί μεταλλασσόμενος σταδιακά σε μια πιο «προοδευτική» εκδοχή του εαυτού του. Τα δύο αμερικανόπνευστα ιδεολογικά εργαλεία, η woke κουλτούρα και η αδελφούλα της, η ακυρωτική ή cancel (που πολύ προσφάτως μπήκαν στη ζωή των Ελλήνων και σχετικά προσφάτως στη ζωή των ευρωπαίων πολιτών), ήρθαν για να εγχαράξουν τις νέες αξίες και να μας εκπαιδεύσουν στις νέες χρηστοήθειες.

Λίγες εξαιρετικά σύντομες διευκρινίσεις επί των εννοιών:

Η woke κουλτούρα οραματίζεται, όπως υποτίθεται, την αφύπνιση απέναντι σε κάθε αδικία. Επιδιώκει την αναστροφή της παραδοσιακής ιεραρχίας της κοινωνίας, αρνείται την υφιστάμενη πραγματικότητα και ονειρεύεται μια ηθική ιστορία που επιβάλλεται από την αστυνομία των συναισθημάτων. Προσχηματικά ηθικολογεί και διεκδικεί υποτίθεται έναν δικαιότερο κόσμο, ενοχοποιώντας την κοινή λογική και το χιούμορ του Νεότερου δυτικού «παλαιού» κόσμου. Επιδιώκει την αποδόμηση κάθε σταθερής αξίας ή αναφοράς, την αποκαθήλωση του ιερού των ηθών και των εθίμων των παραδοσιακών ιστορικών κοινωνιών, επιχειρεί να αποδομήσει τα πάντα πέραν από την ίδια την μεταμοντέρνα αποδόμηση, καθιστά κοινό τρόπο σκέψης την αμφισβήτηση και τον σχετικισμό επί των πάντων. Η woke κουλτούρα δεμένη με τον δικαιωματισμό και την εξατομίκευση της κοινωνίας, προάγει το άτομο έναντι της συλλογικότητας.

Από την πλευρά της, η ακυρωτική κουλτούρα μας προτείνει να ακυρώσουμε, να ξεχάσουμε ότι ξέραμε μέχρι σήμερα. Να αποδομήσουμε τον παλαιό κόσμο με τις αξίες, τις αρχές, τα ήθη και τα έθιμά του. Να ακυρώσουμε όλα τα παράγωγα του πολιτισμού μέχρι σήμερα και να τα «ξαναπιάσουμε όλα από την αρχή».

Συντομογραφικά θα σημειώναμε πως: η woke κουλτούρα ισχυρίζεται πως «όλα είναι κατασκευές» και κατά προέκταση, η ακυρωτική μας προτείνει «τότε ελάτε να τις γκρεμίσουμε για να τις ξαναχτίσουμε σύμφωνα με τα νέα μας γούστα, τη woke μόδα μας».

Ως εκ τούτου, μόνο στο πλαίσιο του συνδυασμού αυτών των δύο ιδεολογικών εργαλείων μπορούμε να κατανοήσουμε τα διάφορα κοινωνικά γεγονότα, όπως αυτό της κριτικής στον Καραγάτση (για τα ελληνικά δεδομένα, διότι αναφορικά με την Ευρώπη ή την Αμερική θα μπορούσαμε να απαριθμήσουμε λίστες περιστατικών περισσότερο ή λιγότερο σημαντικών, που καταδεικνύουν αυτήν τη νέα υπερολοκληρωτική τάση να τελειώνουμε με το βάρος της ιστορίας και του παρελθόντος μας, σε συλλογικό, αλλά και κατ’ επέκταση σε ατομικό επίπεδο).

Συνεπώς, η ακυρωτική κουλτούρα και η woke που την συμπληρώνει, μας διδάσκει πως ο σύγχρονος πολίτης οφείλει να «ξαναφτιάξει τον κόσμο» κατά βούληση. Να επανατοποθετήσει σε αυτόν τον φανταστικό κόσμο τις εξιδανικευμένες εικόνες του εαυτού του, χωρίς πλέον το βάρος όλων των φυσικών προκαθορισμών και των ιστορικών επικαθορισμών. Η αβάσταχτη ελαφρότητα της ύπαρξης καθίσταται απλώς μια επιλογή, μια ατομική ελευθερία αυτοπροσδιορισμού της εξατομικευμένης μονάδας που ο καθένας θα ορίζει ως «εαυτό» και η οποία θα είναι «ά-τοπη», «ά-χρονη», «α-στορική». Αυτό το είδος «εαυτού», ομφαλοσκοπικά ναρκισσευόμενο, θα ισχυρίζεται με θράσος, λαμβάνοντας τις επευφημίες των woke – cancel θιασωτών, πως ο κόσμος του καθενός ξεκινά από το ίδιο το άτομο και τα δικαιώματά του και τελειώνει μαζί του.

Γιατί λοιπόν ένας σύγχρονος λογοτέχνης ή λογοτεχνίζων τύπος να υποχρεούται για να αποκτήσει παιδεία, να διαβάσει «υποχρεωτικά» ελληνική και ξένη πεζογραφία και ποίηση; Γιατί να βομβαρδιστεί με όλους εκείνους τους «βάρβαρους» συγγραφείς του παρελθόντος που περιγράφουν βιαιότητες, πάθη, λάθη, και ιδίως τις αντιφάσεις και τις ακρότητες που περιβάλλουν την τραγικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης; Γιατί οι αναγνώστες να «λερώσουν την σκέψη τους» με αφηγήσεις όπως «Το πίστομα» του Θεοτόκη, τον «Γέρακα» του Καρκαβίτσα, τον Καζαντζάκη με το «διπλό σεξιστικό και ρατσιστικό έγκλημα» σε κάποιες σελίδες του «Καπετάν Μιχάλη», τον Όμηρο, τον Ησιόδο με τη γνωστή στάση του απέναντι στις γυναίκες, τον Ευριπίδη και τόσους άλλους που για λόγους συντομίας δεν αναφέρουμε; Γιατί το «αγνό» μυαλό ενός παιδιού ή ενός εφήβου να μην μένει ανεπηρέαστο «ώστε ελεύθερα και χωρίς κοινωνικές επιρροές» να συγγράψει τα δικά του κείμενα και να διαβάζει μόνο αυτά, γιατί αυτά του ταιριάζουν, αυτά κατασκεύασε «ως ελεύθερο» άτομο «αυθόρμητα»; Γιατί να μην προστατευτούν τα παιδιά από την κοινωνία που τα γέννησε και από την αιματοβαμμένη, «ρατσιστική», «σεξιστική» κλπ. συλλογική και οικογενειακή ιστορία της;

Μια πραγματικά σοβαρή woke – cancel πρόταση θα ήταν: Να κλείσουν τα μουσεία! Να καούν οι βιβλιοθήκες! Να σπάσουν τα αγάλματα! Η εκπαίδευση είναι ολοκληρωτική πρακτική! Οι δάσκαλοι είναι εν δυνάμει «φασίστες», γιατί σε μαθαίνουν «κανονιστικά» γράμματα… Κι άμα εσύ δηλαδή θέλεις να εκφράζεσαι ανορθόγραφα ή μόνο με εικόνες θα σου απαγορεύεται; Να κλείσουν λοιπόν και τα σχολεία! Εκπαίδευση από το διαδίκτυο με βάση τις προσωπικές αναζητήσεις του καθενός! Και για να μην θεωρήσουν οι αναγνώστες πως τα ανωτέρω είναι παραλήρημα της γράφουσας, να τους ενημερώσουμε πως παρόμοια κινήματα ακυρωτικής κουλτούρας, μικρής ή μεγάλης εμβέλειας, ενεργοποιούνται ήδη με ακτιβιστές, σε όλο το δυτικό κόσμο.

Οφείλουμε όμως να διευκρινίσουμε σε όλους όσους έμαθαν τον Καραγάτση (που ενδεχομένως, κάποτε σε κάποιο μάθημα τον είχαν μάλλον ακούσει στο σχολείο, αλλά δεν υπαγόταν στα εξεταζόμενα κείμενα και έτσι δεν χρειαζόταν να τον διαβάσουν), από μια σειρά ονόματι «Maestro», πως στα πλαίσια μιας γενικευμένης ημιμάθειας, έχει δημιουργηθεί ένα ψυχοδιανοητικό χάος, όπου έχουμε μπερδέψει τους ήρωες και τις διαχρονικές φιγούρες διηγημάτων της κλασσικής λογοτεχνίας, με τους ηθοποιούς διαφόρων σειρών, ή ακόμα χειρότερα με τα διάφορα λούμπεν νεόπλουτα (συνειδησιακά ή και οικονομικά) στοιχεία που στην σημερινή μεταμοντέρνα, διαλυμένη ηθικοπολιτισμικά Ελλάδα, βιαιοπραγούν ή δολοφονούν τις γυναίκες τους, αφού έχουν μάθει να αντιμετωπίζουν και τον εαυτό τους, αλλά και τους ανθρώπους που έχουν δίπλα τους, ως αντικείμενα που καταναλώνουν και καταναλώνονται με βάση την αγοραστική τους αξία, η οποία εκπορεύεται από την λίστα προσόντων του καθενός (εμφάνιση, τυπική «μόρφωση», χρήματα, πρόσβαση στην κατανάλωση, φήμη, διασυνδέσεις, δημόσιες σχέσεις κλπ.) Πώς ακριβώς άραγε, στα πλαίσια μιας ισοπεδωτικής οριζοντιοποίησης, εξισώνονται τα ιερά τέρατα της εγχώριας ή και της ξένης λογοτεχνίας με τα ανθρώπινα υποπροϊόντα του σύγχρονου μεταμοντέρνου πολιτισμού που μεταβαίνει ολοταχώς προς την σκουπιδοποίησή του (trans to trash), μετατρέποντας σταδιακά την κοινωνία μας σε κοινωνική χωματερή;

Και γιατί ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας, στοχοποιείται κατά προτεραιότητα η λογοτεχνική παραγωγή που εντάσσεται στην γενιά του ’30, εκείνη που, πρωτοτυπικά σχεδόν, κατάφερε την ώσμωση της λαϊκής με την υψηλή κουλτούρα; Μήπως ακριβώς γι’ αυτό;

Όμως, άραγε, τι είναι «κουλτούρα»;

Ανθρωπολογικά και πολιτισμικά είναι η σύνθεση αφενός μιας άρρητης, κοινής κουλτούρας, μιας μορφής πολιτισμικού ασυνειδήτου που ο καθένας κουβαλάει μέσα του και αφετέρου μιας υψηλής ρητής κουλτούρας (στα ελληνικά μιας παιδείας με την κυριολεκτική έννοια του όρου), το σύνολο της οποίας δημιουργεί έναν ορίζοντα νοήματος. Από αυτήν την άποψη, θα μπορούσε κανείς σήμερα να ισχυριστεί ότι δεν υπάρχει πλέον κουλτούρα. Διότι η έννοια έχει πλημμυρίσει από μια παγκόσμια κουλτούρα πολιτισμικών υποπροϊόντων (υποκουλτουρών) αποσυνδεδεμένων από το ιστορικό τους υπόβαθρο, από το οποίο βέβαια, διατηρούν ενίοτε κάποια φτωχά ταυτοτικά στοιχεία (για την ελληνική περίπτωση επί παραδείγματι: σουβλάκι, συρτάκι, φέτα, χωριάτικη σαλάτα κλπ.), που ακουμπάνε πάνω στην γραφική φετιχοποίηση ενός παρελθόντος ήδη συντετριμμένου από την παγκοσμιοποίηση. Αυτές οι υποκουλτούρες γίνανε ηγεμονικές, υποβαθμίζοντας τις μεγάλες πρώην κυρίαρχες κουλτούρες σε στερεότυπα.

Έτσι ώστε (στην Ελλάδα, όπως και αλλού), να μην έχουμε πουθενά σαν λαός, σαν συλλογικότητα, αλλά και σαν άτομα να «πατήσουμε γερά» για να εκτιναχθούμε αναλόγως. Αντίθετα, να βυθιστούμε στο κενό της ανθρωπολογικής και πολιτισμικής παρακμής μιας δύσης που «δύει» εδώ και δεκαετίες. Σε όσους λοιπόν οραματίζονται, ηδονίζονται ή συμμετέχουν εν αγνοία τους ή ως «χρήσιμοι ηλίθιοι», στη διατήρηση και διαιώνιση του παραπάνω «κενού», ας απαντήσουμε δανειζόμενοι τα λόγια του καθηγητή Π. Ήφαιστου(1): «Σε οριακές στιγμές οι Έλληνες έχουν το πλεονέκτημα πως μπορούν να ανατρέξουν στα αξιώματα της διαχρονίας του εθνικού τους πολιτισμού: πατρίδα, δημοκρατία, ελευθερία. Η διαχρονία, το παρόν και το μέλλον του ανθρώπου, των κρατών και του κόσμου είναι μια Οδύσσεια. […] Στα ερωτήματα «είναι ο προσανατολισμός η Ιθάκη;», «τι κουβανείς μέσα στην ψυχή σου;» και «τι είναι για τους πολίτες και την κοινωνία η Ιθάκη;», καλά κάνουν να διερωτηθούν γι’ αυτά όσοι συνειδητά ή ανεπίγνωστα σπρώχνουν προς τον μηδενιστικό βάλτο.»

Σημείωση: Απόσπασμα του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Κυριακάτικη Εφημερίδα «Εστία», 30/6/24

Παραπομπές

* Η Ευγενία Σαρηγιαννίδη εργάζεται ως Ψυχολόγος και είναι Επιστημονική Διευθύντρια του Δικτύου Psy-Counsellors. Η μεταπτυχιακή της εξειδίκευση είναι στην «Ψυχολογία και το Διαδίκτυο». Είναι συγγραφέας πολλών άρθρων σε θέματα ψυχολογίας, κοινωνίας και πολιτισμού. Πάνω στα ίδια αντικείμενα έχει πραγματοποιήσει πολλές παρεμβάσεις στην συμβατική και διαδικτυακή τηλεόραση και στο ραδιόφωνο.


Δρόμος ανοιχτός

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου