Έτσι εξαγοράζεται η συναίνεση της Ελλάδας στη σφαγή στη Γάζα: με εύκολο, γρήγορο χρήμα και τη φαντασίωση του δυτικού «ανήκειν».
Του Γιάννη - Ορέστη Παπαδημητρίου
Η προχθεσινή διαδήλωση κατά της σφαγής του παλαιστινιακού λαού στο Σύνταγμα ήταν αναμφίβολα πολυπληθής. Ήταν επίσης η πολλοστή, με τις προηγούμενες να συγκεντρώνουν μειοψηφικό ενδιαφέρον, μόνο εκείνων των λίγων που είχαν αποφασίσει εξαρχής να πράξουν κατά συνείδηση για τη φρικιαστική πραγματικότητα των τελευταίων δύο ή εβδομήντα επτά ετών, ανάλογα πώς το βλέπει κανείς.
Η αυξημένη συμμετοχή που επήλθε στη διαδήλωση της Τετάρτης ήταν αναμφίβολα αποτέλεσμα της δήλωσης του γ.γ. των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του ΟΗΕ ότι ο λιμός απειλεί τη ζωή 14.000 παιδιών μέσα στο επόμενο 48ωρο. Αυτό που δεν είναι σαφές είναι αν η δήλωση κόμιζε κάποια πληροφορία παντελώς άγνωστη στον κόσμο. Φαίνεται περισσότερο πιθανό να λειτούργησε ως μία ηθική έκκληση για δράση κόντρα στην αμηχανία, παρά ως πληροφορία που μας αλλάζει ριζικά την αντίληψη για την πολύτροπη σφαγή στην Παλαιστίνη.
Συνδυασμένη, δε, με την ντροπιαστική απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να καταψηφίσει ακόμα και την αδικαιολόγητα χλιαρή κοινή πρόταση των περισσότερων ευρωπαϊκών χωρών για την εξασφάλιση της ανθρωπιστικής βοήθειας προς τη Γάζα και την υπόνοια «αναθεώρησης των εμπορικών σχέσεων» (δεν λέμε «επιβολής κυρώσεων», αυτά είναι για άλλες χώρες), οδήγησε στον δρόμο τους ανθρώπους που είχαν ήδη την επίγνωση του σωστού και του λάθους, του εποικιστή και του εποικιζόμενου, του επιτιθέμενου και του αμυνόμενου – ασχέτως αν κάποια μυστήρια δύναμη τους κρατούσε από το να κατέβουν στις διαδηλώσεις που έχουν πληθύνει τα τελευταία δύο χρόνια.
Ο πιθανότερος λόγος αυτής της απραξίας είναι ότι όπως και σε οποιαδήποτε άλλη όψη της κοινωνικής δικαιοσύνης στη χώρα, κυριαρχεί ένα αίσθημα ματαιότητας που αδρανοποιεί τα αντανακλαστικά. Και ειδικά στην υπόθεση της Παλαιστίνης που διαχρονικά έχαιρε συμπάθειας και αλληλεγγύης στην ελληνική κοινή γνώμη, οι δημοσκοπήσεις που στην αρχή του τωρινού κύκλου σφαγής στη Γάζα έδειχναν μόνο ένα 30,9% να τάσσεται αναφανδόν υπέρ των Παλαιστινίων (MRB, Νοέμβριος 2023) υπήρξαν ενδεικτικές μιας μετατόπισης που έχει συντελεστεί και η οποία αυξάνει το αίσθημα απομόνωσης όσων θα ήθελαν τα πράγματα να πηγαίνουν αλλιώς.
Φυσικά, ακόμα κι αν βρίσκαμε το βήμα να εγκαλέσουμε τους κυβερνώντες για την ακραιφνώς φιλοϊσραηλινή τους στάση, το πιθανότερο είναι ότι οι εξηγήσεις που θα παίρναμε θα παρουσιάζονταν σαν συμπτώματα της εποχής: η θολή στρατηγική απομόνωσης του Ερντογάν στην Ανατολική Μεσόγειο, οι εμπορικές, στρατιωτικές και ενεργειακές σχέσεις που αναπτύσσονται με το Ισραήλ την τελευταία δεκαπενταετία (λές και αυτές είναι η αιτία και όχι το αποτέλεσμα πολιτικής), το μέγιστο όφελος για το «έθνος» (λες κι αυτό είναι κάτι μονοσήμαντο, χωρίς άλλες παραμέτρους).
Η πολιτική όμως της χώρας στη διεθνή σκακιέρα, μπορεί να παράγεται ψηλά, αλλά αναπαράγεται χαμηλά. Άλλωστε, η διελκυστίνδα ανάμεσα στη δυσπιστία για τη Δύση από τη μία πλευρά και την υποδούλωση σε αυτή από την άλλη είναι γηραιότερη του ίδιου του ελληνικού κράτους. Μπορεί σε κάθε περίσταση να εκδηλώνεται ως διαμάχη βενιζελικών και βασιλικών, κομμουνιστών και εθνικοφροσύνης ή αριστεράς και δεξιάς, αλλά διατρέχει όλη τη νεοελληνική Ιστορία και τις ιδεολογικές συγκρούσεις της, τόσο στους χώρους της πολιτικής, όσο και στην καθημερινότητα.
Φυσικά, η δεξιά της μεταπολίτευσης, τόσο η απροκάλυπτη, όσο κι αυτή που εμφωλεύει σε άλλους χώρους με «κεντροαριστερό» προσωπείο, ήταν μάλλον η πρώτη που βρήκε το εργαλείο να κάνει τον κόσμο να εσωτερικεύσει ως ενοχή την απόλυτη στράτευση στη γεωστρατηγική της Δύσης: κάθε διαφωνία που εκφραζόταν απέναντι στην ευρωατλαντική ατζέντα άρχισε να παρουσιάζεται ως σύμπτωμα «οπισθοδρόμησης», σαν το ανατολίτικο κατάλοιπο που πρέπει να εξαλειφθεί.
Και όσο οι πολίτες βασανίζονταν από αυτά τα νεοαποκτηθέντα ταυτοτικά τους απωθημένα, οι ευρωπαϊκοί κολοσσοί άρχισαν σιγά-σιγά να ιδιωτικοποιούν με προνομιακούς όρους τις ΔΕΚΟ, τα τέρατα της διεθνούς αμυντικής βιομηχανίας να εξασφαλίζουν προνομιακές συμβάσεις με το ελληνικό κράτος και η κάστα των εγχώριων ευνοούμενων του ευρωατλαντισμού να αυγατίζει τις καταθέσεις της στα υπερπόντια νησιά.
Μάλιστα, όταν η νεοφιλελεύθερη αφαίμαξη της χώρας έφτασε σε κρίση, ο κακός μας ανατολίτικος χαρακτήρας που φταίει για τα δεινά της οικονομίας αναβαθμίστηκε ως κατηγορία και η ενοχοποίηση εντάθηκε και διευρύνθηκε.
Όταν, δε, άρχισαν να κάνουν αισθητή την παρουσία τους τα νέα μεταναστευτικά ρεύματα και αργότερα οι πρόσφυγες, φέρνοντας την ενοχή δίπλα στην πόρτα μας, η ισλαμοφοβία έγινε mainstream: τάιζε τα μέσα ενημέρωσης, καβαλήθηκε ευκαιριακά από το μεγαλύτερο μέρος του πολιτικού συστήματος και έδωσε υπόσταση στη νέα ακροδεξιά και όλες τις μεταμορφώσεις της μέχρι σήμερα.
Κάπως έτσι, ο αραβικός κόσμος έγινε το μεγάλο ανάθεμα της ελληνικής πραγματικότητας. Για τον ελιτίστικο εκσυγχρονισμό ήταν η αντανάκλαση όλων των πολιτισμικών στοιχείων που όφειλε η χώρα να αποδιώξει, για τη δε «λαϊκή» ακροδεξιά ήταν ο «λαθροεισβολέας» με τον οποίον η εχθρότητα όφειλε να είναι προαιώνια και αδυσώπητη, να έχει βαθιά θεμέλια για να δικαιολογεί το μίσος και τη βία την οποία υφίσταται. Αμφότερες οι πλευρές διαπαιδαγώγησαν την κοινωνία και παγίδεψαν ιδεολογικά το μεγαλύτερο μέρος της, στον βαθμό που φτάσαμε η χώρα να γεμίζει κρατούμενους σε στρατόπεδα και αυτοί να είναι τοσο απανθρωποποιημένοι που κανένα ανθρωπιστικό αντανακλαστικό δεν συγκινείται.
Εσχάτως, δε, που τα ισραηλινά κεφάλαια εξαγοράζουν μαζικά τα ακίνητα σε πόλεις και περιφέρεια, με μεγαλεπήβολα επενδυτικά σχέδια που απειλούν να μεταμορφώσουν ολόκληρες περιοχές, χωριά και πόλεις, οι ελληνοϊσραηλινές σχέσεις άρχισαν να αποκτούν και πιο «γειωμένες» ροές χρήματος που μεταβάλλουν έτι περαιτέρω το κοινό αίσθημα. Ο ισραηλινός έρχεται ως «επενδυτής» και συν-εκπρόσωπος της Δύσης στην οποία θέλουμε να ανήκουμε· ο άραβας έρχεται ως μετανάστης και σύμβολο του τι δεν θέλουμε να είμαστε. Και είναι αυτή η σχέση, υλικότατη ως τα βάθη της, που διαμορφώνει τα γυαλιά με τα οποία κοιτάμε από την Ελλάδα αυτό που συμβαίνει στη Μέση Ανατολή, συναινώντας σιωπηλά (ή κάποιοι και φωναχτά) στον αποτροπιασμό.
Πόσο φρικιαστικό όμως ακούγεται αλήθεια, να καθορίζουν τα πολιτισμικά μας συμπλέγματα το πώς θα αντιμετωπίσουμε μία σφαγή.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου