Του Γιώργου Μαργαρίτη
Οι μεγάλοι πόλεμοι μοιάζουν σε τούτο με τους μεγάλους σεισμούς: είναι πολύ δύσκολο να προβλέψει κανείς τον χρόνο στον οποίο θα συμβούν. Δεν υπάρχει πρόβλεψη για τέτοιου είδους γεγονότα, άσχετα αν το ένα το γεννούν οι δυνάμεις της φύσης και το άλλο οι δυνάμεις των ανθρώπινων κοινωνιών. Οι φιλοδοξίες όμως των ανθρώπων, των επιστημόνων ειδικά, στρέφονταν πάντοτε προς το ακατόρθωτο: να προβλέψουν τα επερχόμενα.
Για να υπηρετήσουν τον στόχο αυτό μελετούν επίμονα τα όσα προηγούνται ενός σεισμού ή ενός πολέμου. Πρόκειται για τις πρόδρομες ενδείξεις, τα “σημεία” όπως έλεγαν σε χρόνους λιγότερο επιστημονικούς, όλα όσα γεννούν υποψίες ότι κάτι το μεγάλο και σημαντικό επέρχεται. Άλλοτε κατέβαιναν στον Άδη, διέσχιζαν τα κοσμικά επίπεδα, τον άνω και τον κάτω κόσμο για να βρουν τις ενδείξεις αυτές. Σήμερα, εποχές όπου ο θρησκευτικός άνθρωπος έχει υποκατασταθεί από τον επιστημονικό αντίστοιχο, οι πολυπόθητες ενδείξεις αναζητούνται στο μοναδικό εργαστήριο όπου μπορούν να εξεταστούν τα προσερχόμενα: το εργαστήριο της Ιστορίας. Μέσα σε αυτό, τα προσερχόμενα του χθες μπορούν, ίσως, να παραβληθούν με τα αντίστοιχα του σήμερα.
Πότε “απασφάλισαν” –ερευνούν πολλοί– οι διεργασίες που οδήγησαν στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο; Οι τολμηροί προσδιορίζουν ετούτη την τομή στα 1905, στον κλονισμό της Ρωσικής Αυτοκρατορίας από την ήττα στον πόλεμο με την Ιαπωνία και την Επανάσταση. Άλλοι στην κρίση του Μαρόκου. Οι περισσότεροι, όμως, την τοποθετούν στα 1908 όταν το Κίνημα “Ένωση και Πρόοδος”, οι Νεότουρκοι, έφεραν την αστάθεια στην αχανή Οθωμανική Αυτοκρατορία, την μία από τις τρεις εύθραυστες αυτοκρατορικές οντότητες (μαζί η Αυστρο-ουγγαρία και η Ρωσία) που συντηρούσαν αφύσικα την σταθερότητα του ευρωπαϊκού κόσμου.
Την οθωμανική περίπτωση την προτιμούν οι ιστορικοί καθότι είχε αλυσιδωτές συνέπειες και συνέχεια. Η δημιουργία “ευρωπαϊκών” πολιτικών και στρατιωτικών δομών από τους Νεότουρκους (Κοινοβούλιο, εκλογές και στρατιωτική θητεία) έφερε στο προσκήνιο τις εθνικές συνιστώσες του οθωμανικού κόσμου και αυτές με τη σειρά τους, οδήγησαν σε εσωτερικές εντάσεις και αδιέξοδα. Στα 1911 ήρθε και ο πόλεμος. Η σταθερά δυσαρεστημένη Ιταλία εισέβαλε στη Λιβύη. Στα ίχνη αυτού του πρώτου πολέμου ακολούθησαν άλλοι πόλεμοι. Στα 1912 ξέσπασε ο πρώτος Βαλκανικός, στα 1913 ο δεύτερος.
Οι πόλεμοι που δεν τελειώνουν
Κανείς από τους πολέμους αυτούς δεν έφερε το επιθυμητό αποτέλεσμα για τον καθένα που πήρε μέρος. Όλοι αισθάνθηκαν ότι στη νέα τάξη που δημιουργήθηκε όφειλαν να πάρουν κάτι περισσότερο – σε βάρος των γειτόνων τους φυσικά. Μόλις τελείωσε ο δεύτερος πόλεμος άρχισαν να προετοιμάζονται για τον τρίτο. Χώρες του ευρωπαϊκού περιθωρίου οι βαλκανικές, αισθάνονταν περισσότερη σιγουριά και ισχύ στις διεκδικήσεις τους όταν κατάφερναν να συνασπιστούν με μια ισχυρή δύναμη της Δύσης.
Γι’ αυτό και αναζήτησαν προστάτες και αρωγούς στις μητροπόλεις της δυτικής πλευράς, κι αυτές προθυμοποιήθηκαν να συμπράξουν. Έτσι οι βαλκανικές αντιθέσεις μετατράπηκαν σε ευρωπαϊκές και από ευρωπαϊκές –καθότι εκείνο τον καιρό η Ευρώπη ήταν ο κυρίαρχος του κόσμου– σε παγκόσμιες. Μέσα σε λίγους μήνες ξεκίνησε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος της ιστορίας.
Εάν, κατά κάποιο τρόπο, θεωρητικοποιήσουμε το προηγούμενο παράδειγμα, θα ξεπηδούσε ένα πρώτο συμπέρασμα: να φοβάται κανείς τους πολέμους που δεν μπορούν να τελειώσουν. Όταν οι πόλεμοι, αντί να επιλύσουν υπαρκτά προβλήματα, αντιθέσεις και αδιέξοδα, απλά τα ανακυκλώνουν, τότε τα μεταφέρουν σε ένα επόμενο επίπεδο, ολοένα και πιο σημαντικό.
Οι πόλεμοι γίνονται για να επιλυθούν πολιτικές διαφορές. Όταν η έκβαση των πολέμων επιλύει αυτές τις διαφορές τότε οι νέες ισορροπίες ηρεμούν το τοπίο, ακολουθεί μια περίοδος ειρήνης μέχρι να δημιουργηθούν νέες εντάσεις, ανισορροπίες και αδιέξοδα. Όταν η έκβαση των πολέμων δεν επιλύσει αυτές τις διαφορές, τότε οι πόλεμοι αυτοί αποτελούν τον προθάλαμο νέων, μεγαλύτερων πολέμων – συνήθως με συμμετοχή περισσότερων και ισχυρότερων αυτήν την φορά.
Ο πόλεμος μετά τον πόλεμο
Πήγαμε πολύ μακριά στην ιστορία πριν επιστρέψουμε στο σήμερα και στον τρέχοντα πόλεμο της Ουκρανίας. Τι μπορεί να επιλύσει η όποια έκβαση αυτού του πολέμου; Τυχόν νίκη της Ρωσίας δεν θα ακυρώσει την διακηρυγμένη στρατηγική πρόθεση της Δύσης (των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ) για περίσφιξη της Ρωσίας και κυρίως της Κίνας. Τυχόν νίκη της Ουκρανίας θα βελτιώσει απλά τους όρους της περίσφιξης, είναι μάλλον απίθανο να διαλυθεί και να εξαφανιστεί η Ρωσία ή να υποταχθεί και να υποκύψει στις επιθυμίες των δυτικών η Κίνα. Τυχόν ισοπαλία θα είναι απλά ένα διάλειμμα πριν την επανάληψη του πολέμου, με ευρύτερη προετοιμασία –άρα και συμμετοχή ίσως– αυτή τη φορά.
Έχουμε μπροστά μας τον ορισμό ενός πολέμου που δεν μπορεί να τελειώσει. Καμία συνάντηση Ζελένσκι και Πούτιν, καμία Συνθήκη του Βουκουρεστίου (1913) δεν μπορεί να απαντήσει στα προβλήματα που εκπορεύονται από τις βαθιές τομές του σημερινού κόσμου. Τα προβλήματα είναι θεμελιακά και οικουμενικά. Δεν επιλύονται με συμφωνίες ανάμεσα σε δευτερεύοντες παράγοντες, ανάμεσα σε χώρες που πολεμούν σε ένα “πόλεμο δια αντιπροσώπων”. Το μεγάλο διακύβευμα είναι η ανάδειξη μιας νέας μητρόπολης που θα δεσπόζει στο καπιταλιστικό σύστημα. Δεν αφορά ούτε το Κίεβο, ούτε τη Μόσχα.
Γνωρίζουμε όμως, επίσης, ότι ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος έδωσε την Επανάσταση του 20ου αιώνα, την Ρωσική Επανάσταση, που σφράγισε ανεξίτηλα την ιστορία της ανθρωπότητας στη μεγαλύτερη διάρκεια του εικοστού αιώνα. Για να φτάσει, όμως, η Ιστορία σε αυτή, οι λαοί χρειάστηκε να πιούν το ποτήρι της φρίκης μέχρι την τελευταία του σταγόνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου