Του Κώστα Λουλουδάκη (Ιουλιανός)
Όλα αρχίζουν με την Σταύρωση!
Ο πολιτισμός που αναπτύχθηκε στην Δύση, ξεκίνησε όταν ο αίρων τας αμαρτίας του κόσμου και υπό το βάρος του ικριώματος που κουβαλούσε ως το Γολγοθά, κατέρχεται, αργοπεθαίνοντας, με ή χωρίς την βοήθεια του Χάρωντα πορθμέα του Άδη, στο βασίλειο του θανάτου…Και ο θάνατος στους Χριστιανούς βιώνεται ως χαρά, γιατί οδηγεί στη δόξα της αιωνιότητας και στην Ανάσταση, εφόσον έχουν ζήσει μια ζωή με νηστεία, προσευχή, φόβο, τιμωρίες…
Ο χριστιανισμός για τον γράφοντα είναι, όπως κάθε μύθος, μια παραποίηση της πραγματικότητας και αυτός που κυρίως τον διέδωσε, μυστηριακά και αποκαλυπτικά, ήταν ο Απόστολος Παύλος. Βέβαια, στο πέρασμα των αιώνων, η εκκλησία πρόσθεσε το λούστρο που βόλευε την εξουσία, όμως το πρόσωπο του Ιησού τόσο από την ιστορική όσο και από την πνευματική του διάσταση αποτέλεσε το μοναδικό θεμέλιο λίθο της θρησκείας που κατέκτησε τον Δυτικό κόσμο.
Αλλά καθώς ζούμε σε μια εποχή που το έδαφος γλιστράει κάτω από τις πεποιθήσεις μας, εσύ αναγνώστη, πέρα από την θρησκευτική λαϊκή παράδοση και την πίστη σου στην έλευση του χαρισματικού, ένιωσες ποτέ την ανάγκη να απαντήσεις στην ερώτηση: Ποιος ήταν αυτός που απορρίφτηκε, εκδιώχθηκε, βασανίστηκε, σταυρώθηκε και…αναστήθηκε;
Ήταν ένας απλός ταραχοποιός των όχλων που αυτοανακηρύθηκε βασιλιάς για να ρίξει τον Ηρώδη από τον θρόνο του; Μήπως ήταν ο Σωτήρας, ο Μεσσίας , ο αναμενόμενος από τους Ιουδαίους πολιτικός και θρησκευτικός ηγέτης ο οποίος θα έδιωχνε τους Ρωμαίους από την Παλαιστίνη; Ή μήπως ήταν ο Υιός του θεού που με τον μαρτυρικό θάνατο του, στο βωμό της Ιερουσαλήμ, θα εκπληρωνόταν το θέλημα του Πατέρα του το οποίο ήταν, μετά τα μαρτύρια και τους φρικαλέους θανάτους των οπαδών του, η εκκλησία του να εξαπλωθεί στα πέρατα του κόσμου; Μήπως όμως δεν ήταν τίποτα παραπάνω από ένας ηθικολόγος φιλόσοφος και επαναστάτης πολιτικός ο οποίος ενανθρώπησε τον θεό κόντρα στο ιερατείο και προσέφερε µια νέα µατιά και µια νέα ερµηνεία του κόσµου φέρνοντας τον άνθρωπο στο κέντρο;
Τα πολυάριθμα ερωτήματα που προκύπτουν ίσως δεν μπορούν να απαντηθούν με επιστημονικά τεκμήρια, ωστόσο, σίγουρα και με βεβαιότητα, οι πηγές της αντίληψης μας για το παρελθόν δεν πρέπει να στηρίζονται σε θρησκευτικούς ύμνους, ευαγγέλια, βιβλικά κείμενα, λαϊκές δοξασίες ή σε εξωραϊσμένες θρησκευτικές παραδόσεις.
Τότε;
Τότε τίποτε…
Οι περισσότεροι έχουμε μια παγιωμένη εικόνα και βαθιά ριζωµένες αντιλήψεις που ομοιάζουν όχι με τα γραπτά των τεσσάρων ευαγγελιστών Μάρκου, Ματθαίου, Λουκά, Ιωάννη, μα με την μυσταγωγική τηλεοπτική παραγωγή του Φράνκο Τζεφιρέλι ο «Ιησούς από τη Ναζαρέτ» που κυκλοφόρησε το 1977. Θέλω να πω πως το τι πιστεύουμε για τον άνθρωπο που ξέρουμε ως Ιησού παίζει ελάχιστο ρόλο.
Περισσότερο πρέπει να μας απασχολεί το τι γνωρίζουμε.
Ο Ιησούς εμφανίστηκε μια ταραγμένη εποχή και σε μια περιοχή που συγκλονιζόταν από πολέμους και ταραχές. Η φυσιογνωμία του διασώζεται, σαν θραύσματα σπασμένου καθρέπτη, μέσα από τα τέσσερα, αποδεκτά από την Εκκλησία, Ευαγγέλια. Τα Ευαγγέλια αυτά γράφτηκαν από ανθρώπους που δεν υπήρξαν μάρτυρες των τελευταίων ημερών ή του θανάτου του Ιησού, παρά άνθρωποι που διηγήθηκαν ξανά αυτά που τους διηγήθηκαν άλλοι, εν είδει προφορικών μαρτυριών, ύμνων και παραβολών διαποτισμένων από το πνεύμα της εποχής.
Ο Μάρκος ο πρώτος ευαγγελιστής ήταν μαθητής του αποστόλου Πέτρου, ποτέ δεν γνώρισε τον Ιησού. Ο Ματθαίος, Εβραίος χριστιανός, ενώ είναι γενικά αποδεκτό πως ήταν ένας από τους 12 αποστόλους, για να γράψει το ευαγγέλιο του χρησιμοποίησε ως πηγή και το κατά Μάρκον. Ωστόσο ο Ματθαίος μιας και απευθύνεται σε Εβραίους χριστιανούς προσθέτει και δημιουργεί μια εικόνα του Ιησού ανάλογη με εκείνη του Μωησή, καθώς ακολουθεί το γενεαλογικό δέντρο του Ιωσήφ που φτάνει ως τον Αβραάμ, χωρίς όμως να αναφέρει τον Ιωσήφ ως πατέρα του Ιησού.
Το ευαγγέλιό του γράφτηκε δεύτερο, αλλά μπήκε πρώτο στην Καινή Διαθήκη, επειδή αρχίζει να διηγείται την ιστορία του Ιησού από τη γέννησή του, αλλά και γιατί παραθέτει κατάλογο των προγόνων του. Για τους χριστιανούς Εβραίους ήταν απαραίτητο ο Ιησούς να καταγόταν από το σπέρμα του Αβραάμ και του Δαβίδ.
Ο Λουκάς, γιατρός και συνεργάτης του αποστόλου Παύλου, είναι ο ευαγγελιστής που δίνει τα περισσότερα στοιχεία για τον ευαγγελισμό της Μαριάμ, και τέλος ο Ιωάννης, άλλος ένας από τους 12 αποστόλους ο μικρότερος σε ηλικία, και όπως γράφει ο ίδιος ο Ιωάννης για τον εαυτό του, ο «αγαπημένος μαθητής» του Ιησού. Ο Ιωάννης παρουσιάζει τον Ιησού ως «Μονογενή Υιό» του Θεού και χαρακτηρίζει την ύπαρξή του προαιώνια πάντα κοντά στο θεό Πατέρα. Από αυτόν μόνο έχουμε την πληροφορία για την επιγραφή: Ιησούς Ναζωραίος Βασιλεύς των Ιουδαίων, γραμμένη σε τρεις γλώσσες.
Οι Ευαγγελιστές έχουν τόσο χτυπητές αντιφάσεις και αβλεψίες στα γραπτά τους που δεν είναι δυνατό να θεωρηθούν ασήμαντες ή τυχαίες. Έκοβαν λίγο από κει, προσθέτανε κάτι λίγο παραπέρα άλλαζαν λιγάκι την ιστορία άμα χρειάζονταν επειγόντως απαντήσεις. Οι Ευαγγελιστές δηλαδή δούλεψαν τις ίδιες δοξασίες και τις ίδιες παραδόσεις τις όποιες τροποποίησαν κατά συνείδηση και κατά την κρίση τους. Μάλιστα ο Λουκάς στον πρόλογο του Ευαγγελίου του αναφέρει πως και άλλοι πολλοί πριν απ’αυτόν έχουν συντάξει διηγήσεις για τον Ιησού. Αλλά πάλι ποιος μας υποχρεώνει σώνει και καλά να πιστέψουμε αναξιόπιστες, από μεταγενέστερους αντιγραφείς, αντιγραφές των αντιγράφων; Γιατί μην αμελούμε πως το 4ο αιώνα μ.χ επιλέχθηκαν σαν ιερά βιβλία του χριστιανικού δόγματος τα τέσσερα Ευαγγέλια, από τα περίπου 70 που κυκλοφορούσαν σχετικά με την ζωή και τον θάνατο του Ιησού.
Δηλαδή τα τέσσερα επίσημα Ευαγγέλια τα έπλασαν και τα διύλισαν οι μεταγενέστεροι: τμήματα διορθώθηκαν, ή αφαιρέθηκαν, παράγραφοι άλλαξαν, με αποτέλεσμα τα Ευαγγέλια που χρησιμοποιεί σήμερα η χριστιανική πίστη να εξυπηρετούν τις ανάγκες της εποχής τους. Ουσιαστικά η χριστιανική γραμματεία προσπάθησε να παρουσιάσει με τρόπο ελκυστικό τον Ιησού ως κύριο των ανθρώπων και της Ιστορίας τους. Ο δε αυτοκράτορας θεωρούταν σε αυτά τα κείμενα ταυτόχρονα τόσο η κεφαλή της Αυτοκρατορίας όσο και ο επί γης τοποτηρητής του Θεού. Παρόλα αυτά και οι τέσσερεις Ευαγγελιστές την εποχή που έγραψαν προτίμησαν να σιωπήσουν για την παιδική ηλικία του Ιησού γιατί ήταν ένα πεδίο όπου υπήρχε κίνδυνος να υποβαθμιστεί η θεϊκή του φύση…
Kαι όμως…
Ωστόσο τα παλαιότερα, επίσημα, χριστιανικά κείμενα που γνωρίζουμε, έστω και «σουλουπωμένα» από τους μεταγενεστέρους αντιγραφείς, είναι οι επιστολές του Απόστολου Παύλου. Μπορούμε με σχετική σιγουριά να πούμε πως ο Παύλος είναι αυτός που απογυμνώνει τον Ιησού από την ζεστασιά της απλής ανθρώπινης διδασκαλίας του και το κήρυγμα της αγάπης. Ο Ιησούς δεν σκόρπιζε τον φόβο του θεού ούτε απειλούσε με τιμωρίες, λιμούς και καταποντισμούς τους οπαδούς του. Αντίθετα, άνοιξε τον δρόμο ανάμεσα στον άνθρωπο και το θείο: δίδαξε καλοσύνη και την αγάπη προς τον πλησίον με κέντρο την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, πράγματα που εκείνο τον καιρό δεν ήταν αυτονόητα, ούτε υπήρχαν!
Εν τούτοις, οι πρώτοι ακόλουθοι του Ιησού, συμπεριλαμβανομένων των μαθητών του ομολογούσαν πίστη στον Ιησού ως τον Μεσσία-Υιό του ανθρώπου και ως τον εκλεκτό απεσταλμένο του θεού που θα επέστρεφε να κρίνει τους ανθρώπους, αλλά δεν τον λάτρευαν ως τον Υιό του θεού.
Είναι ο Παύλος, που είχε σπουδάσει στην διάσημη τότε φιλοσοφική σχολή της Ταρσού, που τον μεταμορφώνει σε μια θεϊκή μορφή, σχεδόν μυθολογική, που δίδασκε αφηρημένες θρησκευτικές διαστάσεις. Αυτός, ο διώκτης των πρώτων μυημένων οπαδών του Ναζωραίου μεταμορφώθηκε σε ευαγγελικό στρατηλάτη της νέας πίστης, και καθόρισε αποφασιστικά, ενώνοντας τις κυρίαρχες παραδόσεις της εποχής ,τον ελληνισμό και τον Ιουδαϊσμό μέσα στον καμβά της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, τις τύχες ουσιαστικά της ανθρωπότητας!
Και είναι ο Παύλος, ο πρώτος μετά τον «Ένα», που αν και δεν είχε γνωρίσει ποτέ του τον Ιησού, αφενός δημιουργεί μια νέα εκκλησιαστική/ευχαριστιακή κοινότητα μέσα στην οποία (προσοχή: μόνο μέσα σε αυτήν μιας και κηρύττει υπακοή στην κοσμική εξουσία) όλοι οι άνθρωποι πάσης τάξης, φυλής, παράδοσης και γλώσσας, είναι ίσοι υποστηρίζοντας μάλιστα πως δεν όφειλαν πρώτα να περιτµηθούν και µετά να γίνουν πλήρη µέλη της κοινότητας, αφετέρου ρίχνει όλο το βάρος της διδαχής στην Σταύρωση, μα κυρίως στην Ανάσταση του. Η εκ νεκρών έγερση του Ιησού είναι που ενίσχυσε την πίστη της εκκολαπτόμενης νέας θρησκείας, καθώς τον καθιστά κύριο της ζωής και του θανάτου, ζώντα και παρόντα εσαεί μέσα στην ανθρωπότητα. Αυτή η έγερση που νικά τον ακατανόητο και ακατάληπτο, τον φοβερό και τρομακτικό, θάνατο προσφέρει στον άνθρωπο μία άλλη προοπτική στην εν τω συνόλω ζωή του!
Η πίστη στην Ανάσταση (Ο Χριστός δεν ήταν ο μοναδικός παρθενογέννητος. Είχε προηγηθεί ο Ζαρατούστρα, ο Ρα, ο Αττις, ο Μίθρας, ο Ηρακλής κ.α) ήταν απαράβατος όρος, μια αναγκαιότητα γιατί χωρίς αυτήν ουσιαστικά δεν θα υπήρχε η χριστιανική θρησκεία. Γίνεται λοιπόν σαφές πως η Εκκλησία δεν ενδιαφέρονταν ούτε νοιάζονταν να παρουσιάσει ιστορικά και χρονολογικά την ζωή, την διδασκαλία ή τον θάνατο του Ιησού με επαρκή συνεκτικότητα. Ο μοναδικός στόχος ήταν να ενισχύσει την πίστη στην μεσσιανική ιδιότητα ενός θαυματοποιού Ιησού, υιό του θεού που Αναστήθηκε.
Και είναι γεγονός πως αν εξαιρέσει κανείς τον ιεροφανειακό χαρακτήρα της Ανάστασης αυτό που απομένει είναι συμπαραθέσεις ετερόκλητων στοιχείων, σκόρπιες διηγήσεις, ασαφή θραύσματα πληροφοριών και εσχατολογία τα οποία δεν αρκούν, ως θρησκευτικό πρόταγμα, για να κινητοποιήσουν την συνείδηση των ανθρώπων.
Που καταλήγουμε λοιπόν;
Ξέρουμε αν Υπήρξε αυτός ο Άνθρωπος;
Δεν χρειάζεται σαφή απάντηση το ερώτημα αυτό!
Άλλωστε η ύπαρξη του δεν μπορεί να αποδειχτεί επί τη βάσει των αιτημάτων της θρησκευόμενης συνείδησης σας μα ούτε να φυλακιστεί στις λέξεις αυτού του κειμένου. Και βέβαια ούτε ο άλογος μύθος ούτε η «ιστορική» ύπαρξη του Ιησού ανήκει στην ιδιοκτησία κανενός παπά, καμιάς εκκλησίας και καμιάς θρησκευτικής έκστασης.
Κάποια πράγματα είναι μεγαλύτερα από όσο φανταζόμαστε, αν ωστόσο ακόμα θέλουμε να δώσουμε μια απάντηση ας αρκέσουμε στην σκέψη πως θα ήταν ακατανόητος ο κόσμος μας αν δεχτούμε την απόλυτη κατάφαση του κοσμικού και αρνηθούμε πως… ο Ιησούς της Ναζαρέτ υπήρξε!
…μέλλει να πραγματοποιηθεί το πλήρωμα του.
Πηγή: ημεροδρόμος
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου