Η απροσδόκητη εκλογική αντοχή του Ερντογάν εξηγείται από το γεγονός ότι κατάφερε να συσπειρώσει γύρω του τη μισή –τη «μαύρη»– Τουρκία, με ένα αμάλγαμα σουνιτικού Ισλάμ, επιθετικού εθνικισμού και κοινωνικού συντηρητισμού
Του Πέτρου Παπακωνσταντίνου
Είτε συμπαθεί κανείς είτε απορρίπτει τον Ταγίπ Ερντογάν, οφείλει να αναγνωρίσει ότι συνιστά ιδιάζον πολιτικό φαινόμενο. Κυρίαρχος της τουρκικής πολιτικής ζωής επί 21 συναπτά έτη, κατάφερε να επικρατήσει στην εκλογική δοκιμασία της 21ης Μαΐου υπό συνθήκες (ακατάσχετος πληθωρισμός, δεκάδες χιλιάδες νεκροί από τον πρόσφατο σεισμό) που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ιδεώδεις για την αντιπολίτευση. Ο αυταρχισμός και ο ασφυκτικός έλεγχος των περισσοτέρων μέσων ενημέρωσης από την κυβέρνησή του δεν αναιρούν το γεγονός ότι εκπροσωπεί τη μοναδική, στον 21ο αιώνα, περίπτωση πολιτικού ηγέτη που καταφέρνει να κερδίζει διαρκώς σε ελεύθερες εκλογές, με τη μισή τουρκική κοινωνία να συσπειρώνεται σταθερά γύρω του – και σχεδόν την άλλη μισή, για να είμαστε δίκαιοι, να τον απεχθάνεται.
Πώς να εξηγήσει κανείς τις αντοχές τού σχεδόν ανοξείδωτου Ερντογάν απέναντι στα δύο απόλυτα διαβρωτικά, τον χρόνο και την εξουσία; Ενα, σε πρώτη ματιά, έλασσον περιστατικό μπορεί να είναι διαφωτιστικό. Την Πρωτοχρονιά του 2022 ένα κοριτσάκι τραυματίστηκε σοβαρά από σκυλί πίτμπουλ στην πόλη Γκαζιαντέπ. Το συμβάν έλαβε μεγάλη δημοσιότητα και ο Τούρκος πρόεδρος έσπευσε να παρέμβει. «Εϊ, εσείς, λευκοί Τούρκοι, βάλτε χαλινάρι στα σκυλιά σας», αναφώνησε, χύνοντας χολή εναντίον των δυτικότροπων, προνομιούχων ελίτ που έχουν πολιτογραφηθεί στη γειτονική χώρα ως «λευκοί Τούρκοι».
Ο πρώην αρχισυντάκτης της τουρκικής Cumhuriyet, Τζαν Νουντάρ, που ζει τα τελευταία χρόνια στη Γερμανία, θεώρησε το γεγονός ως ενδεικτικό του «πολέμου πολιτισμών» στους οποίους αρέσκεται ο Ερντογάν για να επιβεβαιώνει την ιδεολογική του ηγεμονία. Σε άρθρο του στη γερμανική Die Zeit έγραφε: «Στην Τουρκία δεν υπάρχει ζήτημα που να μην προκαλεί πολύωρες συζητήσεις και οξεία πόλωση, οδηγώντας τελικά σε μια σύγκρουση πολιτισμών. Είτε πρόκειται για την κατανάλωση αλκοόλ σε τηλεοπτικές σειρές είτε για τη χρήση της μαντίλας σε σχολεία και πανεπιστήμια, την επιλογή τραγουδιού στη Γιουροβίζιον ή τον εορταστικό στολισμό των δρόμων, όλα οδηγούν ένα κομμάτι της χώρας στην αγκαλιά της Ευρώπης και ένα άλλο στην Ασία, για να πυροδοτήσουν κάθε τόσο μια σύγκρουση μεταξύ διαφορετικών, ηπειρωτικών πολιτισμών. Τις τελευταίες εβδομάδες του χρόνου, η αντιπαράθεση είχε αναζωπυρωθεί με αφορμή τα χριστουγεννιάτικα δένδρα και τους Αγιοβασίληδες στα εμπορικά κέντρα, οι οποίοι δέχθηκαν επιθέσεις από ακραιφνείς συντηρητικούς, που εχθρεύονταν τις χριστιανικές αξίες. Αυτή τη χρονιά, όμως, η σύγκρουση ξεκίνησε από ένα πίτμπουλ».
Δοκιμασμένη συνταγή
Το φαινόμενο αυτό, βέβαια, δεν αποτελεί μοναδικότητα της Τουρκίας και του ηγέτη της. Τηρουμένων των αναλογιών, παρόμοιες τάσεις εκδηλώθηκαν στην Αμερική του Τραμπ, στην Ινδία του Μόντι, στην Ουγγαρία του Ορμπαν, στη Βραζιλία του Μπολσονάρο και σε σειρά άλλων χωρών με αυταρχικούς, υπερφιλόδοξους ηγέτες, στον αστερισμό της Εναλλακτικής Δεξιάς. Κοινός παρονομαστής η επένδυση σε «πολιτιστικούς πολέμους», ώστε να κερδηθούν λαϊκά στρώματα με την πολιτική δημαγωγία εναντίον των ελίτ, την πλειοδοσία στον εθνικισμό, στη θρησκευτική πίστη, στις παραδοσιακές αξίες της πατριαρχίας και τον στιγματισμό των κάθε είδους μειονοτήτων. Ολα αυτά οδηγούν τελικά στην ταύτιση του «υγιούς» έθνους και της πλειοψηφούσας θρησκείας με τον Ηγέτη, ως φορέα ενός ένδοξου ιστορικού πεπρωμένου.
Η αποστολή
Αφού προώθησε στην πρώτη του δεκαετία αρκετά μέτρα εκδημοκρατισμού, ο Ταγίπ Ερντογάν όχι απλά προσχώρησε –ύστερα από τις θυελλώδεις διαδηλώσεις του Γκεζί Παρκ το 2013 και το αποτυχημένο πραξικόπημα το 2016– σε αυτό το ρεύμα, αλλά και υπερφαλάγγισε όλους τους άλλους αστέρες της Εναλλακτικής Δεξιάς σε επινοητικότητα, ριζοσπαστισμό και αποτελεσματικότητα. Αυτός, ο «μαύρος Τούρκος», που ως μικρό παιδί πούλαγε λεμονάδες και κουλούρια στους δρόμους της Κωνσταντινούπολης, εμφανίστηκε ως η Νέμεση των εκφυλισμένων ελίτ και της κεμαλικής στρατοκρατίας, που απαγόρευαν σε όσες γυναίκες φορούσαν μαντίλα να σπουδάσουν στο πανεπιστήμιο ή να διοριστούν στο δημόσιο.
Η μάχη για την ψυχή της χώρας κερδήθηκε από την Ασία και όχι από την Ευρώπη και το ρεύμα του ακροδεξιού εθνικισμού, που διαχέεται και στα δύο αντιμαχόμενα στρατόπεδα, αναδείχθηκε ο μεγάλος κερδισμένος της κάλπης.
Νεοοθωμανισμός
Ο έντονος λαϊκισμός συνδυαζόταν με τον νεοοθωμανικό εθνικισμό. Η κοσμική, δυτικότροπη δημοκρατία του Ατατούρκ εμφανίστηκε ως «εκατονταετής παρένθεση», που τελειώνει κάπου εδώ με τη «Νέα Τουρκία» του Ερντογάν. Κράτησε όμως από την «παλιά» Τουρκία, που γεννήθηκε μέσα από τον απελευθερωτικό πόλεμο κατά της αγγλογαλλικής Αντάντ, την καχυποψία απέναντι στην «ιμπεριαλιστική Δύση» και ανανέωσε τον επιθετικό εθνικισμό της, ιδιαίτερα απέναντι στους Κούρδους.
Πλάι σε αυτά, προστέθηκε ο τρίτος πυλώνας του ερντογανικού ιδεολογήματος, ο κοινωνικός συντηρητισμός: οι ΛΟΑΤΚΙ είναι «διεστραμμένοι», είπε στην τελευταία προεκλογική περίοδο, οι αμβλώσεις είναι αμαρτία και κάθε γυναίκα οφείλει να κάνει τουλάχιστον τρία παιδιά. Δικό του και το απόφθεγμα: το ένα παιδί είναι μοναξιά, τα δύο ανταγωνισμός, τα τρία ισορροπία, τα τέσσερα ευτυχία, από εκεί και πέρα, ό,τι θέλει ο Θεός.
Αυτό το τριφασικό ιδεολογικό ρεύμα ήρθε να εκφράσει η Λαϊκή Συμμαχία του ερντογανικού ΑΚΡ, του εθνικιστικού ΜΗΡ (Γκρίζοι Λύκοι) και του ριζοσπαστικά ισλαμικού YRP, που κέρδισε το 49% των ψήφων στις βουλευτικές εκλογές και το 49,5% στις προεδρικές, κυριαρχώντας συντριπτικά στην τουρκική, σουνιτική ενδοχώρα. Βέβαια η οικονομική κρίση και οι σεισμοί προκάλεσαν φθορά τριών μονάδων (σε σύγκριση με το 2018) στον Ερντογάν και επτά μονάδων στο κόμμα του. Αλλά τα σύνορα μεταξύ των τριών χώρων ήταν ιδιαίτερα πορώδη, με αποτέλεσμα η φθορά του ΑΚΡ να εξισορροπείται εν μέρει από τους άλλους εταίρους. Αντίθετα, το κεμαλικό CHP του Κιλιτσντάρογλου παρέμεινε το κόμμα των μορφωμένων, δυτικότροπων μεσοστρωμάτων, κατά κύριο λόγο στα δυτικά και νότια παράκτια της Τουρκίας, με αρχηγό έναν Αλεβίτη, δηλαδή εκπρόσωπο θρησκευτικής μειονότητας και μάλιστα κουρδικής καταγωγής, που υποστηρίχθηκε προεκλογικά από το κουρδικό κόμμα HDP, για να αποξενωθεί από σημαντικό κομμάτι της ισχυρής, εθνικιστικής βάσης.
Η επόμενη μέρα
Αν δεν πέσει κάποιος μεγάλος μετεωρίτης στη Γη μέχρι την Κυριακή, ο δεύτερος γύρος θα φέρει μια άνετη νίκη του Ερντογάν, ενώ η εξακομματική αντιπολίτευση –ένας άκρως ετερογενής συνασπισμός μιας χρήσεως, με μόνη συγκολλητική ουσία τον εξοστρακισμό του σουλτάνου– θα μπει σε τροχιά διάλυσης. Βέβαια, ο ισχυρός άνδρας της Τουρκίας θα έχει να αντιμετωπίσει από τις πρώτες ημέρες της τελευταίας θητείας του μια δεινότατη οικονομική πραγματικότητα. Η βοήθεια της Ρωσίας με τη μετάθεση πληρωμών του φυσικού αερίου για το 2024 και η ενίσχυση των αποθεμάτων της Κεντρικής Τράπεζας από ενέσεις πετροδολαρίων του Κατάρ, της Σαουδικής Αραβίας και των Εμιράτων (ποιος ξέρει με τι ανταλλάγματα) ήταν πολύτιμες ανάσες στην προεκλογική περίοδο, αλλά δεν αναιρούν την ανάγκη γρήγορων, αντιδημοφιλών μέτρων σταθεροποίησης της οικονομίας και αποκατάστασης καλύτερων σχέσεων με τη Δύση.
Ωστόσο, οι γείτονες και οι δυτικοί σύμμαχοι της Τουρκίας οφείλουν να συμβιβαστούν με τα δύο βασικά συμπεράσματα αυτών των εκλογών: ότι η μάχη για την ψυχή αυτής της χώρας κερδήθηκε από την Ασία και όχι από την Ευρώπη και ότι το ρεύμα του ακροδεξιού εθνικισμού, που διαχέεται και στα δύο αντιμαχόμενα στρατόπεδα, αναδείχθηκε ο μεγάλος κερδισμένος της κάλπης, εκφράζοντας σχεδόν έναν στους τέσσερις πολίτες. Με αυτή την Τουρκία καλούμαστε να συμβιώσουμε από αύριο.
Πηγή: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου