Η Ελλάδα στη διεθνή πολιτική: Πλήρες, ιστορικό, επικίνδυνο αδιέξοδο


Πώς οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας κηλιδώνουν το τεράστιο ηθικό κεφάλαιο που απέκτησε, στο διάβα της παγκόσμιας Ιστορίας, ο ελληνικός λαός

Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου

Κάθε ανθρώπινο πλάσμα που αγαπάει την ελευθερία χρωστάει στον Κόκκινο Στρατό περισσότερα από όσα θα μπορούσε να προσφέρει σε όλη του τη ζωή»
Έρνεστ Χέμινγουεϊ, για τη σοβιετική συμβολή στην ήττα του Ναζισμού

«Οι Γάλλοι γνωρίζουν ότι η Σοβιετική Ρωσία έπαιξε τον κύριο ρόλο στην απελευθέρωσή τους»
Σαρλ Ντε Γκωλ, κατά την επίσημη επίσκεψή του στη Μόσχα, 1944

Εκθέσαμε στο προηγούμενο άρθρο μας μερικούς από τους λόγους για τους οποίους η καθολική, άμεση ή έμμεση, εξάρτηση όλων σχεδόν των ελληνικών πολιτικών δυνάμεων από τις ΗΠΑ και τη «συλλογική Δύση» και οι συνεπακόλουθες πολιτικές τους απέναντι στη Ρωσία, την Ουκρανία και τους εναλλακτικούς πόλους του διεθνούς συστήματος, από τη μια περιορίζουν ασφυκτικά τα περιθώρια οποιασδήποτε έστω και λίγο βελτιωμένης κοινωνικής πολιτικής, από την άλλη φέρνουν την Ελλάδα και την Κύπρο σε εξαιρετικά δυσμενή θέση απέναντι στις απειλές της Τουρκίας και τις πιέσεις της Δύσης.

Κάνουν όμως και κάτι άλλο. Κηλιδώνουν το τεράστιο ηθικό κεφάλαιο που απέκτησε, στο διάβα της παγκόσμιας Ιστορίας, ο ελληνικός λαός.

Η προειδοποίηση των Σέρβων

Μιλήσαμε στο προηγούμενο άρθρο μας για τα ελληνοτουρκικά, τα ελληνοαμερικανικά και τα ελληνορωσικά, συμβαίνουν όμως τα ίδια και στα βαλκανικά. Εδώ, θέλοντας ίσως να επιβεβαιώσει όσους τη χαρακτηρίζουν ως την πιο επικίνδυνη κυβέρνηση τουλάχιστο μετά το 1974, η κυβέρνηση Μητσοτάκη-Δένδια, ενεργώντας σε αντίθεση με την πολιτική όλων των ελληνικών κυβερνήσεων μετά το 1990 (*), απείχε προ ημερών από την κρίσιμη ψηφοφορία επί του αιτήματος ένταξης του Κοσόβου στο Συμβούλιο της Ευρώπης. Η ελληνική αποχή είχε μεγάλη σημασία, γιατί επέτρεψε τη συνέχιση της διαδικασίας εξέτασης του αιτήματος.

Αντιδρώντας στην απόφαση της Αθήνας ο αναπληρωτής πρωθυπουργός και υπουργός Εξωτερικών της Σερβίας Ίβιτσα Ντάτσιτς, έκανε την ακόλουθη, λιτή αλλά και πολύ περιεκτική δήλωση σε συνέντευξη του, αναφερόμενος στη στάση της Ελλάδας στην ψηφοφορία για την είσοδο του Κοσσυφοπεδίου στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο:

«Δεν είναι εύκολο να βγει κανείς και να πει, όπως έκανε ο πρόεδρος Βούτσιτς, όπως είπα και εγώ, ότι σεβόμαστε την εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας στη στεριά, τη θάλασσα και στον αέρα. Τι σημαίνει αυτό; Αυτό σημαίνει ευθεία αντιπαράθεση με την Τουρκία. Είμαστε αλληλέγγυοι με την Ελλάδα, αλλά για αυτό πιστεύουμε ότι θα ήταν σωστό, αν εμείς σεβόμαστε την εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας τότε και οι αποφάσεις της να ευθυγραμμίζονται με αυτή τη θέση».

Ο Σέρβος υπουργός Εξωτερικών αναρωτήθηκε αν η απόφαση να απέχει η Ελλάδα από την ψηφοφορία, χωρίς να καταψηφίσει, είναι του Μητσοτάκη ή πρόκειται για μία αυθαίρετη απόφαση του υπουργείου Εξωτερικών και του Δένδια. Πιασ’τ’ αυγό και κούρευ’το. Εμείς τουλάχιστο δεν μπορούμε να γίνουμε ντέτεκτιβ να εντοπίσουμε ποιος από τους Έλληνες πολιτικούς είναι ο πρωταθλητής στο εθνικό σπορ της υποτέλειας στους Αμερικανούς.

Όμως ο Σέρβος ήταν περισσότερο από σαφής. Δεν γίνεται, αδέρφια, να θέλετε την αλληλεγγύη μας στο θέμα της εδαφικής σας ακεραιότητας και να μη μας τη δείχνετε στο θέμα της δικής μας. Ποιος θα μπορούσε να φέρει αντίρρηση; Θυμίσαμε στο προηγούμενο άρθρο μας για το θέμα ότι η Σερβία είναι η μόνη χώρα της περιοχής μας με την οποία η Ελλάδα έχει στρατηγική συμπόρευση στον μακρό ιστορικό χρόνο και η μόνη χώρα με την οποία δεν πολεμήσαμε. Αντίθετα είμαστε μαζί με τους Σέρβους και κατά των Οθωμανών και κατά των Ναζί και των Φασιστών.

Όπου όμως και να κοιτάξουμε, το ίδιο πρόβλημα αναδύεται. Πώς θα στηριχτούμε αύριο στο Ιράν για να μην ψηφίσει υπέρ της αναγνώρισης του τουρκοκυπριακού ψευδοκράτους στον Οργανισμό Ισλαμικών Κρατών, όταν καταστρέφουμε τις σχέσεις μαζί του και αρπάζουμε τα τάνκερ του για λογαριασμό των ΗΠΑ;
Το τραγικό δίδαγμα από τους Αρμένιους

Βεβαίως, το μακράν σοβαρότερο όλων είναι άλλο. Πρακτικά, για πολλούς λόγους, μερικούς από τους οποίους εξηγήσαμε στο προηγούμενο άρθρο μας, η ταύτισή μας με το ΝΑΤΟ και την Ουάσιγκτον και η αποξένωσή μας από τη Ρωσία καθιστά εντελώς αμφίβολη τη δυνατότητά μας να αμυνθούμε από την Τουρκία και στέλνει κυριολεκτικά τη Μόσχα στην αγκαλιά της Άγκυρας, σε ό,τι αφορά τα ελληνοτουρκικά.

Μόνο ένας εντελώς ανόητος ή ένας προβοκάτορας μπορεί να ισχυρισθεί ότι δεν καταλαβαίνει τι σημαίνει ενδεχομένως αυτό για την ελληνική αμυντική δυνατότητα.

Εδώ και χρόνια επανέρχομαι στο τραγικό παράδειγμα των Αρμενίων, η ηγεσία των οποίων θεώρησε ότι μπορούσε να αγνοήσει κάθε μάθημα της γεωγραφίας και της ιστορίας, προσεγγίζοντας τους Αμερικανούς και τον Σόρος και στρεφόμενη κατά της Μόσχας. Το αποτέλεσμα; Η σφαγή και εκδίωξη των Αρμενίων από εδάφη που έγιναν τμήματα του Βασιλείου της Αρμενίας το 180 π.Χ.

Γιατί επανέρχομαι διαρκώς σε αυτό το θέμα; Όχι μόνο εξαιτίας συλλογισμών που κάνω. Αλλά γιατί, έχοντας ζήσει δέκα χρόνια στη Ρωσία, ως ανταποκριτής του ΑΠΕ και ελληνικών και γερμανικών μέσων ενημέρωσης, έχω αρκετούς φίλους εκεί και ένα κριτήριο που μου επιτρέπει να συλλάβω τα υπόγεια ρεύματα αγανάκτησης με την Ελλάδα και την Κύπρο που ογκούνται, ακόμα και όταν δεν εκφράζονται ανοιχτά, στο Κρεμλίνο και άλλους κύκλους των ρωσικών ελίτ. Το παράξενο δεν είναι ότι υπάρχουν, αλλά ότι έχουν αργήσει να αποκρυσταλλωθούν – και αυτό εξαιτίας της ιδιαίτερης θέσης που κατέχει ο ελληνικός χώρος στη ρωσική «ιδεολογία» και τις στρατηγικές αντιλήψεις. Αλλά, αργά ή γρήγορα, όλοι λένε ότι δεν μπορείς «αλλού να πίνεις, και αλλού να το δίνεις», και αυτό ισχύει κατ’ εξοχήν για την Κυπριακή Δημοκρατία, που δεν ξέρουμε αν θα υπήρχε σήμερα (μάλλον δεν θα υπήρχε) χωρίς τη διπλωματική, πολιτική και εξοπλιστική στήριξη της Μόσχας.

Ποτέ, ούτε στα χειρότερα σημεία του Ψυχρού Πολέμου, δεν υπήρξε τέτοια ιδεολογική και ψυχική αποξένωση, για να μη χρησιμοποιήσω άλλον όρο, μεταξύ του ελληνικού και του ρωσικού χώρου όσο αυτή που υπάρχει σήμερα. Και αυτό συνιστά μείζονα απειλή για την εθνική ασφάλεια, αλλά ακόμα και για τα περιθώρια της Αθήνας να ασκήσει μια κάπως καλύτερη οικονομική και κοινωνική πολιτική. Ελπίζω αυτή η κατάσταση να μην επιφέρει αποτελέσματα σε μια αυριανή κρίση, αλλά δεν το ξέρω. Εγκλήματα εις βάρος του έθνους έχουν διαπράξει στον τομέα αυτό και η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και, πολύ περισσότερο, η κυβέρνηση Μητσοτάκη – ενώ, δυστυχώς, ιδιαίτερα επικίνδυνες είναι και οι θέσεις της ελάσσονος αντιπολίτευσης, και του ΚΚΕ και του ΜέΡΑ25. Το «κάθε πέρυσι και καλύτερα» δεν είναι απλώς λαϊκό γνωμικό. Η ισχύς του στη σημερινή Ελλάδα αντανακλά την κύρια παραμένουσα τάση στον ελληνικό χώρο (Ελλάδα και Κύπρος) που είναι η επιταχυνόμενη αποσύνθεση του κοινωνικού και εθνικού σχηματισμού και των δύο ελληνικών (οριζόμενων από την πλειοψηφία του πληθυσμού τους) κρατών.

Λόγω της σημασίας αυτού του θέματος για την όλη εξωτερική και εσωτερική πολιτική, το διεθνές κύρος και την εικόνα της Ελλάδας, θα επανέλθω σε επόμενο άρθρο μου, εξετάζοντας αναλυτικά την πολιτική των ελληνικών κομμάτων απέναντι στη Ρωσία και την Ουκρανία, γιατί στον καθρέφτη του ουκρανικού μπορούμε κατ’ εξοχήν να αντιληφθούμε τον πραγματικό χαρακτήρα των πολιτικών δυνάμεων, όσο και αν προσπαθεί απεγνωσμένα να κρυφτεί πίσω από την αηδιαστική πολιτική της Απάτης, του Ψεύδους και της Δημαγωγίας που χαρακτηρίζει αυτές τις εκλογές, όσο ουδέποτε συνέβη στη νεότερη ελληνική ιστορία – μια κυριαρχία που ασφαλώς προοιωνίζεται νέες και σοβαρότερες καταστροφές.

Ουκρανία: μια σύγκρουση για το μέλλον και την επιβίωση του Γένους μας

Το θέμα της Ουκρανίας δεν επηρεάζει μόνο στενά και άμεσα την οικονομική μας κατάσταση ή τη δυνατότητά μας να αντιστεκόμαστε σε δυτικές πιέσεις και τουρκικές απειλές, να είμαστε δηλαδή με μια έννοια κάπως ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος. Η σύγκρουση στην Ουκρανία μεταξύ συλλογικής Δύσης και Ρωσίας, γενικότερα η σύγκρουση της συλλογικής Δύσης με την Κίνα, το Ιράν και ένα μεγάλο μέρος της ανερχόμενης υπόλοιπης ανθρωπότητας (Ινδία, Λατινική Αμερική, Αφρική) είναι το σημαντικότερο φαινόμενο της εποχής μας. Από την πορεία που θα πάρει και την έκβαση που θα έχει, θα κριθεί κατά τρόπο αποφασιστικό το μέλλον του πολιτισμού και της ίδιας της ανθρωπότητας, πιθανώς και η ίδια η επιβίωσή της.

Όπως έγραφε ο μεγάλος μαθητής του Μαρξ και του Κλαούζεβιτς, ένας από τους σημαντικότερους στρατιωτικούς θεωρητικούς του Εικοστού Αιώνα, ο Λέων Τρότσκι, στο κείμενό του «Η Τετάρτη Διεθνής και ο πόλεμος», «ο χαρακτήρας του πολέμου δεν μπορεί να καθοριστεί μόνο από ένα αρχικό επεισόδιο που λαμβάνεται υπόψιν («παραβίαση ουδετερότητας», «εισβολή» κλπ.), αλλά από το ποιες είναι οι κύριες κινητήριες δυνάμεις του πολέμου, από την όλη ανάπτυξή του και από τις συνέπειες στις οποίες τελικά οδηγεί».

Η σύγκρουση στην και για την Ουκρανία είναι σύγκρουση ανάμεσα στις δυνάμεις που επιδιώκουν να επιβάλλουν τον «μονοπολισμό», δηλαδή την παγκόσμια δικτατορία του Χρηματιστικού Κεφαλαίου και της Αμερικής και τις δυνάμεις που αντιστέκονται σε αυτήν, προπάντων τη Ρωσία και, εμμέσως πλην σαφώς, την Κίνα, το Ιράν και άλλες.

Είναι σύγκρουση ανάμεσα στον Ολοκληρωτισμό του μονοπολισμού και τον Πολυπολισμό, που μπορεί να μην ξέρουμε πώς ακριβώς θα εξελιχθεί, αλλά είναι κατ’ αρχήν ένα δημοκρατικό άνοιγμα προς μια κατάσταση που επιτρέπει τη διατήρηση και ανάπτυξη της ανθρώπινης ελευθερίας και του Πολιτισμού. Ο Ολοκληρωτισμός είναι το τέλος της Ελευθερίας, το τέλος του ανθρώπινου Πολιτισμού, αν όχι το τέλος του είδους μας.

Αυτό το έχει αντιληφθεί η μεγάλη πλειοψηφία της ανθρωπότητας, για αυτό και αρνείται να παρακολουθήσει την ολοκληρωτική και εγκληματική Δύση στην αντιρωσική εκστρατεία της.

Και είναι για αυτό που η τοποθέτηση κάθε πολιτικής δύναμης απέναντι στο Ουκρανικό είναι σήμερα και το πιο αποφασιστικό κριτήριο για τον πραγματικό χαρακτήρα της, όχι τα εύκολα και συνήθως ψεύτικα, δημαγωγικά και τόσο υποτιμητικά της νοημοσύνης και της αξιοπρέπειάς μας συνθήματα για το πώς θα μετατρέψουν την Ελλάδα σε παράδεισο.

Δεν μπορεί να είσαι πραγματικός (και όχι δήθεν) αριστερός, πραγματικός (και όχι δήθεν) Έλληνας πατριώτης, πραγματικός (και όχι δήθεν) δημοκράτης, δεν μπορείς να είσαι αξιοπρεπής άνθρωπος όταν καταπίνεις την «κάμηλο» των δυτικών εγκλημάτων σε όλο τον πλανήτη αλλά και εναντίον της ίδιας σου της χώρας, για να αναζητήσεις την α’ ή β’ δικαιολογία (τα «εγκλήματα του Πούτιν», τη δήθεν «δημοκρατία», το «δικαίωμα της αυτοδιάθεσης» και δεν ξέρω τι άλλο) είτε για να αποφύγεις να πάρεις θέση, είτε για να στηρίξεις την «κακή πλευρά» της ιστορίας, αυτή δηλαδή που επιδιώκει να επιβάλλει την παγκόσμια δικτατορία του μεγάλου Χρηματιστικού Κεφαλαίου και της Αμερικής.

Επί τριάντα και πλέον χρόνια, κανείς από αυτούς τους δήθεν φίλους των λαών δεν ενδιαφέρθηκε για την άνευ ιστορικού προηγουμένου κοινωνική καταστροφή που υπέστη ο ουκρανικός λαός εξαιτίας της παλινόρθωσης του καπιταλισμού στη χώρα του και του τρόπου που αυτή έγινε. Κανείς δεν ενδιαφέρθηκε να σταματήσει το πραξικόπημα της Νούλαντ, να σταματήσει την άνευ ορίων επέκταση του ΝΑΤΟ, να διαμαρτυρηθεί για την αποκήρυξη όλων των συνθηκών ελέγχου των εξοπλισμών από τις ΗΠΑ, να ζητήσει την εφαρμογή των Συμφωνιών του Μινσκ. Μόνο τώρα χύνουν κροκοδείλια δάκρυα, τάχα μου, για τα βάσανα των Ουκρανών, ενώ τους στέλνουν όλο και περισσότερα όπλα, τα οποία δεν μπορούν με να τους βοηθήσουν να νικήσουν τη Ρωσία, τους βοηθάνε όμως να συσσωρεύουν εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς (και Ρώσους και Ουκρανούς) και να καταστρέφουν την Ουκρανία.

Είναι απλώς ντροπή πολιτικοί στην Ελλάδα να μιλάνε για τα «εγκλήματα του Πούτιν», όταν δεν έχουν μιλήσει ποτέ για τα εγκλήματα του Κίσινγκερ στην Κύπρο, για τα εγκλήματα όσων επέβαλαν τη δικτατορία του 1967, όσων παρότρυναν την Τουρκία στο πογκρόμ των Ελλήνων της Πόλης, όσων επέμειναν, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, να πάμε σε εμφύλιο για να μη μείνει ούτε «κομμουνιστικό κουνούπι» στη χώρα, όσων ανάγκασαν τον Κωνσταντίνο Καραμανλή να διερωτηθεί «ποιος κυβερνάει αυτή τη χώρα», όσων ανέτρεψαν τον Γεώργιο Παπανδρέου, όσων έφτιαξαν στη Μακρόνησο και τα άλλα ξερονήσια τα πρώτα στρατόπεδα συγκέντρωσης που λειτούργησαν στην Ευρώπη μετά το 1945.

Το ότι επιβάλλουμε κυρώσεις κατά της Ρωσίας για αυτά που κάνει ή δεν κάνει στην Ουκρανία, αλλά δεν επιβάλλαμε ποτέ στην Τουρκία για ό,τι έκανε στην Κύπρο, αποδεικνύει πέραν αμφιβολίας ότι οι πολιτικοί μας είναι όντως πατριώτες. Όχι της Ελλάδας όμως, της Αμερικής.

Η λάμψη της Ελλάδας

Η Ελλάδα κατέχει μια εντελώς ιδιαίτερη, μοναδική θα λέγαμε και πολύ σημαντική θέση στην παγκόσμια ιστορία.

Εδώ κατασκευάστηκε η λέξη Δημοκρατία, εδώ εκφωνήθηκε ο Επιτάφιος του Περικλή και αυτού υπήρξε μέντορας ο μαθητής του Δημόκριτου από τα Άβδηρα, ο Πρωταγόρας, που δίδαξε, «πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος».

Το νεότερο ελληνικό εθνικό σχέδιο, όπως υπογράμμισε ο σπουδαίος και (κανονικός, όχι fake) μαρξιστής μας Νίκος Σβορώνος άρχισε να διαμορφώνεται μετά την πρώτη ‘Αλωση της Πόλης από τη… συλλογική Δύση της εποχής και είναι ένα σχέδιο του Όχι, της Αντίστασης. Είναι αυτό το σχέδιο που μας έδωσε τον Ρήγα και τον ανώνυμο συγγραφέα της Ελληνικής Νομαρχίας, τα πρώτα δημοκρατικά μας Συντάγματα, το ’21, το ’40-44, το ‘55-59. Είναι ένα «σχέδιο», ένα «όραμα» βαθιά δημοκρατικό και βαθιά αντιϊμπεριαλιστικό. Δεν μπορεί να έχει (και στην πράξη δεν είχε) ως συμμάχους παρά τους επαναστάτες Δημοκράτες της Ευρώπης και τη Ρωσία, στο μέτρο που αυτή αντιτάχθηκε στην οθωμανική απολυταρχία και στον δυτικό ιμπεριαλισμό. Στον Εικοστό Αιώνα, προσετέθησαν στην εξίσωση και όλα τα ξεσηκωμένα για τη λευτεριά τους έθνη της ανθρωπότητας.

Για αυτό και λάμπρυναν την ελληνική ιστορία άνθρωποι σαν τον Ανδρέα Παπανδρέου, που τόλμησε να αντιταχθεί στο ΝΑΤΟ και την Αμερική, μπλόκαρε την έκδοση απόφασης για την Πολωνία, δημιούργησε την Πρωτοβουλία των Έξι και έστειλε ελληνικά πλοία να πάρουν από τη Βηρυτό τον πολιορκημένο Αραφάτ και τους μαχητές του. Ή τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, ηγέτη μιας πολύ σημαντικής αντιαποικιακής επανάστασης, πρωταγωνιστή των Αδεσμεύτων, φίλο του Νάσερ και του Τίτο. Ή τον Μιχάλη Ράπτη (Pablo), η οργάνωση του οποίου υπήρξε για ένα ολόκληρο διάστημα το μόνο πρακτικό διεθνές στήριγμα της Αλγερινής Επανάστασης. Ή τον Βάσσο Λυσσαρίδη, επικεφαλής της AAPSO. Ή ακόμα και τον Γεώργιο Γρίβα, οι άνδρες του οποίου ανατίναξαν τα εγγλέζικα αεροπλάνα στην Κύπρο, όταν Αγγλογάλλοι και Ισραηλινοί επιτέθηκαν κατά της Αιγύπτου. Αυτή είναι η Ελλάδα του Μίκη που τα τραγούδια του συγκλόνισαν ολόκληρη τη μαχόμενη ανθρωπότητα.
Για αυτή την Ελλάδα ήρθαν να σκοτωθούν οι Φιλέλληνες, για αυτή την Ελλάδα ξεσηκώθηκαν οι Ρώσοι Δεκεμβριστές. Και για αυτό ακόμα και σήμερα δεν υπάρχει Άραβας που να μην πίνει νερό στο όνομα του Ανδρέα, για αυτό οι Αφρικάνοι βάφτιζαν τα παιδιά τους Μακάριους, για αυτό ο Σαλβαδόρ Αλιέντε εγχείρισε προσωπικά ένα χιλιάνικο διπλωματικό διαβατήριο στον Ράπτη να μπορεί να ταξιδεύει, για αυτό o Λυσσαρίδης ήταν ο μόνος ξένος που έγινε μέλος της PLO, για αυτό ο Νάσερ τον οδήγησε στις αποθήκες οπλισμού του αιγυπτιακού στρατού και τού’πε «πάρε ό,τι θες». Και όταν ο Τάσσος Παπαδόπουλος επισκέφτηκε το Πεκίνο, έμεινε κατάπληκτος όταν οι Κινέζοι τον υποδέχτηκαν με ιδιαίτερη λαμπρότητα εκφράζοντας την πολύ μεγάλη εκτίμησή τους στη λιλιπούτεια Κύπρο. Τι είχε συμβεί; Θυμόντουσαν ότι το 1971 ο Μακάριος, ερχόμενος σε άγρια σύγκρουση με τους Αμερικανούς, ψήφισε υπέρ της αναγνώρισης της Κίνας από τον ΟΗΕ.

Είναι έγκλημα, με πιθανότητα εξέλιξης σε τραγωδία, ότι τώρα, που έχει ξεσηκωθεί η μεγάλη πλειοψηφία της ανθρωπότητας απαιτώντας να σταματήσει η τραπεζική, αμερικανική και εν γένει δυτική δικτατορία στον πλανήτη, τώρα, που θα ήταν η ώρα ο Ελληνισμός να κάνει «ταμείο», διοικείται από αυτούς που διοικείται. Και ο ιστορικός μας αντίπαλος, η Τουρκία, υπό τον Ταγίπ Ερντογάν, κερδίζει σε όλους τους τομείς, μιμούμενη με τόση καθυστέρηση την πολιτική του Ανδρέα Παπανδρέου και του Μακάριου.

(*) Υπήρξαν είναι αλήθεια και μερικές εξαιρέσεις. Το 2009 η Ελλάδα με πρωθυπουργό τον Καραμανλή και υπουργό Εξωτερικών την Μπακογιάννη ψήφισε υπέρ της ένταξης του Κοσόβου στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ενώ, σε μια συνέντευξη του στην Gazeta Express τον Μάρτιο του 2012, ο επικεφαλής του ελληνικού γραφείου στην Πρίστινα, Δημήτρης Μοσχόπουλος, δήλωσε ότι η αναγνώριση της Ελλάδας θα γίνει βήμα με βήμα και θα είναι κάτι που θα έρθει φυσικά. Δήλωσε ότι η Ελλάδα υποστηρίζει την ένταξη όλων των κρατών των Δυτικών Βαλκανίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κάτι που περιλαμβάνει προφανώς και αναγνώριση του Κοσσυφοπεδίου. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ τήρησε πάντως, προς τιμήν της, καλή στάση στο θέμα, ενώ το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης καταδίκασε με δήλωσή του και την πρόσφατη αποχή της Ελλάδας από την ψηφοφορία του Συμβουλίου της Ευρώπης. Ελπίζουμε ότι όλα αυτά οφείλονται στην άποψη που ελπίζουμε να έχει στο θέμα της Σερβίας και του Κοσόβου και όχι στην τεράστια, καθοριστική επιρροή του Ισραήλ (Νετανιάχου και Τραμπ μέσω Νετανιάχου είχαν προνομιακή σχέση με τους Σέρβους) στην πολιτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, κυρίως, όχι όμως μόνο, δια του κ. Κοτζιά. Να προσθέσουμε ότι ούτε το ΚΚΕ, ούτε το ΜέΡΑ25 επέκριναν την απόφαση των Μητσοτάκη και Δένδια για αποχή. Συμφωνούν άραγε; Δεν θέλουν να κάνουν κριτική στον Μητσοτάκη, μπας και διευκολύνουν την ψήφο στον ΣΥΡΙΖΑ; Αγνοούμε και το τι σκέφτονται και το αν σκέφτονται και δεν έχουμε δυστυχώς και τρόπο να το πληροφορηθούμε.

Δρόμος ανοιχτός

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου