Η (διατεταγμένη) ελληνοτουρκική προσέγγιση

 

Του Δημήτρη Μηλάκα

Με εννιά υπουργούς που θα συνοδεύονται από δεκάδες παρατρεχάμενους και μια αποστολή (επιχειρηματίες, δημοσιογράφοι κ.λπ.) που θα ξεπερνά τα 300 άτομα ο Ταγίπ Ερντογάν ετοιμάζεται να αφιχθεί στις 7 Δεκέμβρη στην Αθήνα για τη Σύνοδο του Ανώτατου Ελληνοτουρκικού Συμβουλίου (δηλαδή την κοινή συνεδρίαση των Υπουργικών Συμβουλίων των δύο χωρών), που θα φιλοτεχνήσει / «πουλήσει» την εικόνα ότι οι σχέσεις Ελλάδας – Τουρκίας βαδίζουν προς την… ολοκλήρωση.

Οι νεότεροι ίσως «τσιμπήσουν» από τη μεγαλοπρέπεια της φιέστας και τις δεκάδες συμφωνίες που θα υπογραφούν, καθώς και από τις δηλώσεις για τη «δυναμική της ελληνοτουρκικής συνεργασίας» που «θα εδραιώσει την ειρήνη στην περιοχή». Οι παλαιότεροι, ωστόσο, θυμούνται πως η παράσταση έχει ανέβει περισσότερες από μια φορές στο (σχετικά πρόσφατο) παρελθόν.

Καθώς, όπως είπαμε, το έργο της ελληνοτουρκικής προσέγγισης έχει ξαναπαιχτεί, τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης έχουν υιοθετηθεί και υπογραφεί από το 1987 μέχρι και τώρα πάνω από 2-3 φορές και το κοινό ελληνοτουρκικό Υπουργικό Συμβούλιο έχει συνεδριάσει υπογράφοντας δεκάδες συμφωνίες, τα ερωτήματα που προκύπτουν είναι:

  • Ποια ήταν τα αποτελέσματα των προηγούμενων ελληνοτουρκικών «προσεγγίσεων»;
  • Πώς, παρά τα ΜΟΕ Παπούλια – Γιλμάζ το 1987 η Τουρκία προχώρησε στην απειλή πολέμου (casus belli) το 1995 και έναν χρόνο αργότερα στην κρίση των Ιμίων;
  • Πώς, παρά τη Συμφωνία της Μαδρίτης (νέα ΜΟΕ) του 1997 η Τουρκία προέκτεινε / επέκτεινε τις διεκδικήσεις της στην ανατολική Μεσόγειο προκαλώντας την κρίση του καλοκαιριού του 2020;
  • Τι ακριβώς έχει αλλάξει από τις τουρκικές διεκδικήσεις που να δικαιολογεί αυτήν την ατμόσφαιρα προσδοκιών που καλλιεργεί η ελληνική κυβέρνηση ενόψει της άφιξης του Ερντογάν και της κουστωδίας του στις 7 Δεκέμβρη;
Οι ψευδαισθήσεις

Παρά το (αυταπόδεικτο) γεγονός ότι οι τουρκικές αναθεωρητικές αξιώσεις παραμένουν αναλλοίωτες στον χρόνο, η ελληνική κυβέρνηση από τον περασμένο Μάρτη (που ξεκίνησε η «διπλωματία των σεισμών» και ενεργοποιήθηκαν οι μηχανισμοί προσέγγισης χωρίς καμιά ένδειξη μεταστροφής των τουρκικών θέσεων) καλλιεργεί συστηματικά και συνειδητά ψευδαισθήσεις:

  • Ο Μητσοτάκης δήλωσε ότι «έχουμε πείσει την Τουρκία να εγκαταλείψει την αναθεωρητική της πολιτική.
  • Ο (διορισμένος και όχι εκλεγμένος) ΥΠΕΞ Γιώργος Γεραπετρίτης θέλησε να υπογραμμίσει ότι «είναι πολύ σημαντικό ότι τους τελευταίους μήνες δεν έχουμε υπερπτήσεις»!
  • Η (διορισμένη επίσης) ΥΦΠΕΞ Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, προκειμένου να συντηρήσει τη διαδικασία της προσέγγισης, υποστήριξε / οικοδόμησε το επιχείρημα ότι το μπάχαλο στη Μέση Ανατολή όχι μόνο δεν εμποδίζει αλλά αντίθετα διευκολύνει την ελληνοτουρκική προσέγγιση
Σταθεροί στόχοι

Την ίδια στιγμή που ξεχειλίζει η ελληνική καλή διάθεση για διευθετήσεις με την Τουρκία, ο αναθεωρητικός πυρήνας των θέσεων της Άγκυρας παραμένει αναλλοίωτος:

  • Απειλή πολέμου για νόμιμη άσκηση του ελληνικού δικαιώματος επέκτασης των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια.
  • «Γκρίζες ζώνες» με την αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας επί νησιών (και κατοικημένων) βραχονησίδων και νησίδων.
  • Αμφισβήτηση εθνικού εναέριου χώρου μεταξύ 6 και 10 ν.μ.
  • Τριβές ως προς τις περιοχές ευθύνης έρευνας και διάσωσης (SAR).
  • Το ζήτημα των ορίων της επιχειρησιακής ευθύνης των δυο χωρών στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ.
  • Δεσμεύσεις περιοχών για πεδία βολής και διεξαγωγή ασκήσεων.
  • Αβλαβείς διελεύσεις και πλόες διέλευσης σε στενά διεθνούς ναυσιπλοΐας.
  • Απαιτήσεις για την αποστρατιωτικοποίηση νησιών Αιγαίου
Με δεδομένες αυτές τις τουρκικές θέσεις πέφτει στο κενό (ή καθιστά άνευ αντικειμένου) την όποια συζήτηση για τη μόνη διαφορά που η Αθήνα αναγνωρίζει ως μόνη ελληνοτουρκική διαφορά, δηλαδή την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και των Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών. Για την ακρίβεια, η όποια συζήτηση περί αυτής της μιας και μόνης διαφοράς που αποδέχεται η Αθήνα, προϋποθέτει απαντήσεις / συμφωνίες για τις γκρίζες ζώνες, τα δικαιώματα των νησιών σε υφαλοκρηπίδα κ.λπ.

Υπό αυτήν την έννοια, τα λογικά και διαρκώς αναπάντητα ερωτήματα που τίθενται είναι απλά:

  • Ποιο είναι το περιεχόμενο του ελληνοτουρκικού διαλόγου, ο οποίος μάλιστα καταλήγει στη φιέστα των Αθηνών στις 7 Δεκέμβρη;
  • Ποια από τις δύο πλευρές (Ελλάδα ή Τουρκία) έχει κάνει βήματα πίσω από τις πάγιες θέσεις της προκειμένου να εμφανίζεται με πανηγυρικό τρόπο η προοπτική της προσέγγισης;
Οι ΗΠΑ

Οι πόλεμοι στην Ουκρανία (εν μέσω του οποίου ξεκίνησε με αμερικανική εποπτεία και παρότρυνση η αναθέρμανση της ελληνοτουρκικής προσέγγισης) και τώρα στη Μέση Ανατολή καθιστούν κρίσιμο ζήτημα για την Ουάσιγκτον την εύρυθμη λειτουργία της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ.

Τα ελληνοτουρκικά από τη δεκαετία του ’50 και την ένταξη των δύο χωρών στο ΝΑΤΟ αποτελούσαν το «χαλίκι» στο παπούτσι της Ουάσιγκτον, καθώς κατά περιόδους δημιουργούσε προβλήματα «συνοχής» στη Συμμαχία το οποία επιλύονταν κατά κανόνα με τον κατευνασμό της (ισχυρότερης από την Ελλάδα) Τουρκίας. Το τίμημα του εν λόγω κατευνασμού κατέβαλλαν οι πρόθυμες ελληνικές κυβερνήσεις.

Τα τελευταία χρόνια που η πολιτική του Ερντογάν έχει πετύχει τη σχετική αυτονόμηση της Τουρκίας από τη «γραμμή» της Ουάσιγκτον και την εμφάνισή της στη σκακιέρα της περιοχής ως αυτοτελή περιφερειακή δύναμη, η ανάγκη της Ουάσιγκτον να διατηρήσει υπό συνοχή τη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ είναι ακόμη μεγαλύτερη και κρισιμότερη.

Υπό αυτήν την έννοια οι υπηρεσίες που προσφέρει η κυβέρνηση Μητσοτάκη κατευνάζοντας την Τουρκία, αποδεχόμενη μια διαδικασία συζητήσεων και προσέγγισης με τη χώρα που διατυπώνει ανοιχτή απειλή πολέμου και διεκδικεί ακόμη και (νησιωτικά) εδάφη, είναι ανεκτίμητες και ανάλογες των τιμών που επιφυλάχτηκαν στον πρωθυπουργό κατά την επίσκεψή του στην Ουάσιγκτον.

Δεν είναι, άλλωστε, μικρή προσφορά (στην αμερικανική αυτοκρατορία) μια κυβέρνηση (η ελληνική) να συναινεί στην προώθηση μέτρων και διαδικασιών που τελικά προωθούν τουλάχιστον καθεστώς συγκυριαρχίας στο Αιγαίο…



Δρόμος ανοιχτός

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου