(Φωτ. EPA / LUDOVIC MARIN) |
Του Πέτρου Παπακωνσταντίνου
Με τη διαρκή πίεσή του προς το Βερολίνο και τις Βρυξέλλες για μέτρα ενεργητικής ευρωπαϊκής αλληλεγγύης στη μετά κορωνοϊό εποχή και με την απερίφραστη καταδίκη της τουρκικής προκλητικότητας, ο Εμανουέλ Μακρόν έχει κερδίσει πολλές συμπάθειες στην Ελλάδα. Στην ίδια του τη χώρα δυσκολεύεται περισσότερο. Λίγο καιρό μετά την απώλεια της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, το προεδρικό κόμμα LREM υπέστη βαρύτατη ήττα στον δεύτερο γύρο των δημοτικών εκλογών, την περασμένη Κυριακή, ενισχύοντας εντός και εκτός Γαλλίας την αίσθηση ότι ο Μακρόν είναι ευάλωτος ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2022.
Για πρώτη φορά στα χρονικά της Πέμπτης Δημοκρατίας, το προεδρικό κόμμα δεν κατάφερε να κερδίσει ούτε μία μεγάλη πόλη. Ακόμη και η Λυών, το λίκνο του LREM, αλώθηκε από τους Πρασίνους. Στο Παρίσι, όπου η προερχόμενη από τους Σοσιαλιστές Αν Ινταλγκό επανεξελέγη, διαψεύδοντας τα προγνωστικά, το LREM ήρθε τρίτο και η επικεφαλής του ψηφοδελτίου του δεν κατάφερε να εκλεγεί ούτε καν δημοτική σύμβουλος. Εν ολίγοις, ο Μακρόν θα δώσει τη μάχη του 2022 με ένα κόμμα χωρίς ρίζες στις τοπικές κοινωνίες, χωρίς ηγετικά στελέχη περιωπής και χωρίς ιδεολογική ταυτότητα, βαθιά διχασμένο ανάμεσα στην αριστερή και στη δεξιά πτέρυγά του.
Θέλοντας να δείξει ότι ακούει τα μηνύματα της κοινωνίας κι ότι είναι αποφασισμένος να ανοίξει έναν «καινούργιο δρόμο», όπως είπε, ο Γάλλος πρόεδρος δρομολόγησε κυβερνητικό ανασχηματισμό την Παρασκευή. Απέπεμψε, μετά πολλών επαίνων, τον επί τρία χρόνια πρωθυπουργό Εντουάρ Φιλίπ, επιλέγοντας στη θέση του τον χαμηλού προφίλ τεχνοκράτη της δημόσιας διοίκησης Ζαν Καστέξ. Η σύνθεση του υπουργικού συμβουλίου αναμένεται να ανακοινωθεί τα προσεχή εικοσιτετράωρα.
Πρόκειται για κίνηση υψηλού πολιτικού ρίσκου. Προερχόμενος από την Κεντροδεξιά και χωρίς να έχει υπάρξει ποτέ μέλος του LREM, ο Φιλίπ ήταν ο μόνος υποψήφιος του κυβερνητικού στρατοπέδου που νίκησε την περασμένη Κυριακή σε μεγάλη πόλη, τη Χάβρη. Η δημοτικότητά του παρέμενε σε υψηλά επίπεδα, υψηλότερα του Μακρόν, παρότι διαχειρίστηκε μη δημοφιλείς μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, το συνταξιοδοτικό και τους σιδηροδρόμους, μένοντας πάντα πιστός στον πρόεδρο.
Οι φήμες για επικείμενη έξωση του Φιλίπ κυκλοφορούσαν από καιρό στο Παρίσι. Αν υποτεθεί όμως ότι επιδίωξη του προέδρου ήταν να δώσει ένα πιο «αριστερό» χρώμα στην κυβέρνησή του, το προφίλ του νέου πρωθυπουργού δεν βοηθάει και τόσο. Ο 55χρονος τεχνοκράτης, που έγινε γνωστός στους Γάλλους ως εκπρόσωπος της χώρας για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2024 αρχικά και γενικός συντονιστής στη διαχείριση της πανδημίας και την έξοδο από την καραντίνα στη συνέχεια, προέρχεται από την Κεντροδεξιά, με τη στήριξη της οποίας κατάφερε να εκλεγεί δήμαρχος μικρής κοινότητας των Πυρηναίων, ενώ χρημάτισε αναπληρωτής γραμματέας του Νικολά Σαρκοζί. Στο μεταξύ, αρκετοί πιστεύουν ότι ο Φιλίπ θα χρησιμοποιήσει τη δημαρχία της Χάβρης ως εφαλτήριο για να διεκδικήσει την προεδρία στις εκλογές του 2022 εναντίον του Μακρόν.
Το πράσινο κύμα
Ο μεγάλος κερδισμένος των δημοτικών εκλογών ήταν οι Πράσινοι. Εχοντας αναδειχθεί τρίτη δύναμη στις τελευταίες ευρωεκλογές, οι εκπρόσωποι της πολιτικής Οικολογίας τείνουν να εδραιωθούν ως ο ισχυρότερος πόλος της γαλλικής Αριστεράς, καθώς το Σοσιαλιστικό Κόμμα δυσκολεύεται να αναγεννηθεί από τις στάχτες του, ενώ η Ανυπότακτη Γαλλία του Ζαν-Λικ Μελανσόν βρίσκεται σε πτωτική τάση. Οσο για το πάλαι ποτέ κραταιό Κομμουνιστικό Κόμμα, η απώλεια του Σεν Ντενί, κόκκινου οχυρού στο βόρειο Παρίσι από το 1944, ήρθε να επισφραγίσει συμβολικά μια μακρά πορεία πολιτικής περιθωριοποίησης.
Σε αυτές τις εκλογές οι Πράσινοι κέρδισαν τη δεύτερη και την τρίτη μεγαλύτερη πόλη της Γαλλίας (Μασσαλία και Λυών), αλλά και το Μπορντό, το Στρασβούργο, την Τουρ, το Πουατιέ, την Μπεζανσόν και σειρά άλλων πόλεων. Καθοριστικός ήταν ο ρόλος τους στη νίκη της Ινταλγκό, στο Παρίσι, απέναντι στην Κεντροδεξιά. Για πολλούς αναλυτές, το πράσινο κύμα της Γαλλίας έχει γενικότερη, πανευρωπαϊκή σημασία, υποδηλώνοντας ότι η κρίση της COVID-19 ενίσχυσε την ευρύτερη επίδραση των ιδεών της πολιτικής Οικολογίας.
Υπό την πίεση του εκλογικού αποτελέσματος, ο Μακρόν βάλθηκε να «πρασινίσει» το προφίλ του, αναγγέλλοντας, από τη Δευτέρα κιόλας, όχι ένα, αλλά δύο δημοψηφίσματα εντός της ερχόμενης διετίας. Το πρώτο θα καλεί τους πολίτες να εγκρίνουν τροποποίηση του άρθρου 1 του συντάγματος με μια προσθήκη που θα λέει ότι «η (Γαλλική) Δημοκρατία εγγυάται την προστασία της βιοποικιλότητας, του περιβάλλοντος και της πάλης εναντίον της κλιματικής αλλαγής».
Στο δεύτερο δημοψήφισμα, οι πολίτες θα κληθούν να εγκρίνουν ένα πακέτο πράσινων νομοθετικών μέτρων, βασισμένων στις προτάσεις της περίφημης Συνέλευσης Πολιτών. Πρόκειται για ένα σώμα 150 πολιτών που επελέγησαν τυχαία, με πρωτοβουλία του ίδιου του Μακρόν, ύστερα από τη θύελλα των «Κίτρινων Γιλέκων», με αποστολή να εισηγηθούν κοινωνικά δίκαια μέτρα προστασίας του περιβάλλοντος. Ο Γάλλος πρόεδρος ανακοίνωσε τη Δευτέρα ότι δέχεται τη μεγάλη πλειονότητα των προτάσεών τους και ότι θα τις θέσει υπό την έγκριση των πολιτών.
Προφανώς, ο Μακρόν θεωρεί ότι οφείλει να ανανεώσει την κλονισμένη λαϊκή νομιμοποίησή του, ώστε να ισχυροποιηθεί τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και απέναντι στους Ευρωπαίους εταίρους του, σε μια φάση κρίσιμων διαβουλεύσεων για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ωστόσο, τα δημοψηφίσματα είναι πάντα υποθέσεις υψηλού ρίσκου, καθώς συχνά οι πολίτες δεν απαντούν στο ερώτημα που τους τέθηκε, αλλά σε εκείνους που τους το έθεσαν, όπως διαπίστωσαν ο Ντε Γκωλ το 1969 (στο δημοψήφισμα που σήμανε το τέλος της πολιτικής του καριέρας) και ο Σιράκ το 2005 (όταν οι Γάλλοι απέρριψαν το Ευρωσύνταγμα).
Οι «αντισυστημικοί»
Αλλωστε, το πνεύμα του dégagisme, της απόρριψης συλλήβδην των πολιτικών ελίτ, που τόσο έντονα εκδηλώθηκε με τις διαδηλώσεις των «Κίτρινων Γιλέκων», είχε αισθητή επίδραση και στην αναμέτρηση της περασμένης Κυριακής: Μέρος των «αντισυστημικών» ψηφοφόρων απλώς δεν πήγε να ψηφίσει, εκτοξεύοντας την αποχή στο ιστορικό ρεκόρ του 59% (περισσότερο κι από τον πρώτο γύρο, παρότι η πανδημία είχε εξασθενήσει στο μεταξύ), ενώ ένα άλλο μέρος τους κατευθύνθηκε προς τους Πρασίνους.
Βεβαίως, ο Γάλλος πρόεδρος θέλει να ελπίζει ότι οι τοπικές εκλογές δεν αλλάζουν τη μεγάλη εικόνα της προεδρικής αναμέτρησης, όπου υπολογίζει ότι θα βρεθεί ξανά αντιμέτωπος, στον δεύτερο γύρο, με τη Μαρίν Λεπέν και θα την κερδίσει. Ωστόσο, σε ένα γαλλικό πολιτικό τοπίο που αποσαθρώνεται και μεταμορφώνεται σαν τους αμμολόφους της ερήμου, τίποτα δεν μπορεί να θεωρηθεί δεδομένο. Τα δύο χρόνια μέχρι τις επόμενες προεδρικές εκλογές μοιάζουν σήμερα με το πρακτικό ισοδύναμο της αιωνιότητας.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου