Η Ευρώπη στην εποχή του διπόλου Μακρόν – Σολτς

 
Μόλις δύο ημέρες μετά την ορκωμοσία του, ο Γερμανός καγκελάριος Ολαφ Σολτς ταξίδεψε στο Παρίσι για να συναντήσει τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, σε μια εμφατική υπογράμμιση των προτεραιοτήτων της εξωτερικής του πολιτικής. (REUTERS / Sarah Meyssonnier)

Νέα δυναμική για μεταρρύθμιση της Ε.Ε.

Του Πέτρου Παπακωνσταντίνου

«Να υποκλίνεστε πρώτα στη γαλλική σημαία και ύστερα στη γερμανική». Αυτή ήταν η ταπεινή συμβουλή του Κόνραντ Αντενάουερ, καγκελαρίου μιας διχοτομημένης Γερμανίας, που είχε ακόμη νωπή την ταπείνωση του ναζισμού, προς τους επίδοξους διαδόχους του. Στις τρεις δεκαετίες που κύλησαν μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, πολλά έχουν αλλάξει στον τρόπο που βλέπει η Γερμανία τον εαυτό της και τον κόσμο, αλλά η στενή σχέση ανάμεσα στις δύο πλευρές του Ρήνου παραμένει ο βασικός κινητήρας της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ο νέος, σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος της Γερμανίας δεν αποτέλεσε εξαίρεση: μόλις δύο ημέρες μετά την ορκωμοσία του, ταξίδεψε προχθές στο Παρίσι για να συναντήσει τον Εμανουέλ Μακρόν, σε μια εμφατική υπογράμμιση των προτεραιοτήτων της εξωτερικής του πολιτικής.

Μία ημέρα νωρίτερα, ο Γάλλος πρόεδρος είχε ανακοινώσει τους κεντρικούς άξονες της ευρωπαϊκής του ατζέντας για το πρώτο εξάμηνο του 2022, κατά το οποίο η χώρα του θα ασκεί την προεδρία της Ε.Ε. Η αντιπολίτευση έσπευσε να τον κατηγορήσει ότι εννοεί να χρησιμοποιήσει την προεδρία της Ενωσης ως όπλο της εκστρατείας για την επανεκλογή του στην προεδρική αναμέτρηση του Απριλίου, εντάσσοντας σε αυτό το πλαίσιο τις εξαγγελίες του για την αντιμετώπιση της πανδημίας, της κλιματικής αλλαγής και της μετανάστευσης. Γεγονός παραμένει ότι από την πρώτη στιγμή μετά την εκλογή του, το 2017, ο Εμανουέλ Μακρόν έθεσε ως κεντρική επιδίωξη της προεδρίας του τη ριζική μεταρρύθμιση της Ενωσης, θεωρώντας ότι ύστερα από τα σοκ της παρ’ ολίγον διάλυσης της Ευρωζώνης και του Brexit, κάτι τέτοιο αποτελεί όρο για την ίδια την επιβίωσή της. Οι ομιλίες του στην Πνύκα και τη Σορβόννη έδωσαν το περίγραμμα των προχωρημένων φιλοδοξιών του, οι οποίες προσέκρουσαν, ωστόσο, στην απογοητευτική αδράνεια της Αγκελα Μέρκελ.

Η νέα γερμανική κυβέρνηση Σοσιαλδημοκρατών – Πρασίνων – Φιλελευθέρων αναπτέρωσε, τουλάχιστον σε πρώτο χρόνο, τις γαλλικές ελπίδες. Το κοινό πρόγραμμα των τριών κομμάτων, που δημοσιοποιήθηκε στις 24 Νοεμβρίου, υιοθετεί το προσφιλές σύνθημα του Μακρόν για «στρατηγική αυτονομία» της Ευρώπης έναντι των άλλων μεγάλων, διεθνών δυνάμεων, ενώ δεν διστάζει να ταχθεί υπέρ της σταδιακής συγκρότησης ευρωπαϊκού «ομοσπονδιακού κράτους». Για το άμεσο μέλλον προτείνει τη δημιουργία πραγματικού υπουργείου Εξωτερικών της Ενωσης και την κατάργηση της ομοφωνίας στα θέματα εξωτερικής πολιτικής, όπου οι αποφάσεις θα μπορούν να λαμβάνονται στο εξής με ενισχυμένες πλειοψηφίες – κάτι που σημαίνει ότι δεν θα μπορεί μια ομάδα ακραιφνώς φιλοαμερικανικών χωρών της Ανατολικής Ευρώπης να μπλοκάρει τις αποφάσεις.

Θα ήταν, βέβαια, αφελές να προσδοκά κανείς ότι οι διαφορές ανάμεσα στο Παρίσι και το Βερολίνο, βαθιά ριζωμένες στην Ιστορία και στα συμφέροντα των δύο πλευρών, θα εκλείψουν ως διά μαγείας από τη μια μέρα στην άλλη. Αίφνης, αν για τον Εμανουέλ Μακρόν η «στρατηγική αυτονομία» σημαίνει πρωτίστως αυτοτελή στρατιωτική δράση της Ενωσης στον διεθνή στίβο, για την περισσότερο επιφυλακτική σε πολεμικές εμπλοκές Γερμανία η αυτονομία αφορά κυρίως τα πεδία της οικονομίας, της υγείας και των νέων τεχνολογιών. Αλλά η λυδία λίθος της γαλλογερμανικής συνεργασίας βρίσκεται στη μεγάλη εκκρεμότητα της Ενωσης: την αλλαγή του Συμφώνου Σταθερότητας.

Ο νέος καγκελάριος υιοθετεί τη θέση του Γάλλου προέδρου για στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης, αλλά η κρίσιμη δοκιμασία θα είναι η αλλαγή του Συμφώνου Σταθερότητας.

Η πανδημία της COVID-19, με τα lockdowns, τη μεγάλη συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας και τις απειλητικές φυγόκεντρες δυνάμεις που δημιούργησε, ανάγκασε την Αγκελα Μέρκελ να ξεπεράσει τα γερμανικά ταμπού της δημοσιονομικής πειθαρχίας, επιτρέποντας στην Ενωση να αναστείλει τους δρακόντειους περιορισμούς του Συμφώνου Σταθερότητας για το χρέος και το έλλειμμα. Οι πιο ευάλωτες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου φοβούνται ότι, με τον φιλελεύθερο Κρίστιαν Λίντνερ στο υπουργείο Οικονομικών, έναν κέρβερο της δημοσιονομικής πειθαρχίας, πιο σκληρό έναντι της Ελλάδας και από τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στην κρίση του 2010-2015, η Γερμανία θα ηγηθεί και πάλι της βόρειας «ομάδας των φειδωλών» που θα πιέζουν για την ταχύτερη δυνατή επιστροφή στην πεπατημένη της λιτότητας.

Δείγματα ευελιξίας

Κάτι τέτοιο δεν είναι, όμως, ούτε βέβαιο ούτε εύκολο να συμβεί. Κατ’ αρχάς, οι Φιλελεύθεροι ήταν το τέταρτο κόμμα στις γερμανικές εκλογές, επομένως το διαπραγματευτικό βάρος τους είναι περιορισμένο. Επειτα, ο νέος καγκελάριος Ολαφ Σολτς, ως υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση Μέρκελ, ήταν ο άνθρωπος που ανέβασε το γερμανικό χρέος κατά 400 δισ. ευρώ στη διάρκεια της πανδημίας, δίνοντας δείγματα μεγάλης ευελιξίας. Το κυριότερο, αυτή τη φορά η Γερμανία δεν έχει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της μικρής Ελλάδας, αλλά πολλών χωρών που υπέστησαν μια εξωγενή κρίση λόγω κορωνοϊού και στις οποίες περιλαμβάνεται η τρίτη οικονομία της Ευρωζώνης, η Ιταλία. Ρήξη με την Ιταλία θα σήμαινε αυτομάτως διάλυση του ευρώ. Αυτό είχε υπόψη του, προφανώς, ο Εμανουέλ Μακρόν όταν πήγε στη Ρώμη για να υπογράψει με τον Μάριο Ντράγκι τη Συμφωνία του Κυρηναλίου, διαμορφώνοντας ένα ισχυρό μέτωπο του Νότου ενόψει της μεγάλης διαπραγμάτευσης με τον Σολτς.

Στο πεδίο της κοινωνικής πολιτικής, ο Εμανουέλ Μακρόν μπορεί βάσιμα να ελπίζει ότι ο Ολαφ Σολτς θα είναι πιο θετικός απέναντι σε βασικές προτάσεις του, όπως η καθιέρωση ευρωπαϊκού κατώτατου μισθού ώστε να μπει ένα φρένο στο φαινόμενο του κοινωνικού ντάμπινγκ, και η φορολόγηση των πολυεθνικών προς όφελος κοινωνικών και περιβαλλοντικών προγραμμάτων. Ωστόσο, οι εγγενείς ανισότητες στους κόλπους της Ενωσης θέτουν προφανή διλήμματα. Οταν ο σημερινός κατώτατος μισθός κυμαίνεται από τα 311 ευρώ της Ρουμανίας στα 2.141 ευρώ του Λουξεμβούργου, αντιλαμβάνεται κανείς ότι ο δρόμος της σύγκλισης μετριέται σε έτη φωτός.

Αποκλίσεις και επιφυλάξεις

«Η ωμή πραγματικότητα είναι ότι ούτε ο Γερμανός καγκελάριος ούτε η γαλλική κυβέρνηση μπορούν να ηγηθούν της Ευρώπης. Οι συμβιβασμοί μεταξύ των προκατόχων τους δεν ισχύουν πλέον. Απουσία ηγεσίας, το μέλλον της Ευρώπης συνοψίζεται σε μία λέξη: στασιμότητα». Σε αυτό το απαισιόδοξο συμπέρασμα κατέληγε ανάλυση της Ελεν Τόμσον στους New York Times. Η αρθρογράφος υποστηρίζει ότι ο Μακρόν θέλει την Ευρώπη ανεξάρτητη υπερδύναμη, ενώ ο Σολτς θα συνεχίσει, εν πολλοίς, τη στρατηγική Μέρκελ για στενή οικονομική διαπλοκή με την Κίνα και αμυντική στήριξη στις ΗΠΑ. Ακρως επιφυλακτική για το δίδυμο Μακρόν – Σολτς ήταν και η σύνταξη της γαλλικής Le Figaro, η οποία προειδοποιούσε πρόσφατα ότι, δεδομένης της οικονομικής υπεροχής της Γερμανίας έναντι της Γαλλίας, «η πιο ευρωπαϊκή Γερμανία (του Σολτς) θα οδηγήσει σε πιο γερμανική Ευρώπη». Γεγονός είναι ότι, ύστερα από χρόνια ακινησίας, η Ε.Ε. θα οδηγηθεί ούτως ή άλλως σε μια άκρως ενδιαφέρουσα περίοδο, όπου οι συσσωρευμένοι ανοιχτοί λογαριασμοί (Σύμφωνο Σταθερότητας, τραπεζική ένωση, ψηφιακή και περιβαλλοντική πολιτική, Σένγκεν και άσυλο) θα πρέπει να κλείσουν.


Δρόμος ανοιχτός

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου