Νομοσχέδιο επίθεσης στην εργασία και στα δικαιώματα

 

Του Δημήτρη Πλιακογιάννη *

«Το νέο εργασιακό νομοσχέδιο, που πλέον βρίσκεται σε δημόσια διαβούλευση, επιβεβαιώνει τις αρχικές μας δεσμεύσεις να πετύχουμε τον εξής διπλό στόχο: από τη μία την αύξηση της απασχόλησης και των δίκαια αμειβόμενων θέσεων εργασίας και από την άλλη την εφαρμογή νέων προστατευτικών κανόνων για τους εργαζόμενους, που αφορούν τόσο την καταπολέμηση της αδήλωτης και υποδηλωμένης εργασίας όσο και την προάσπιση του δικαιώματος στην εργασία».

Ας σταχυολογήσουμε τις νέες μορφές απασχόλησης που εισάγεται το νομοσχέδιο:

1. Πολλαπλή απασχόληση: Εργασία εως και 13 ώρες ημερησίως!

Μετά τα 10ωρα του Χατζηδάκη, πλέον ο εργαζόμενος θα μπορεί να εργάζεται και μετά το πλήρες ωράριο του, με μία σύμβαση πλήρους απασχόλησης και μία μερικής απασχόλησης. Μέχρι τώρα, επιτρέπονταν νομικά μόνο η πολλαπλή απασχόληση με δύο συμβάσεις μερικής απασχόλησης, οι οποίες σωρευτικά δεν επιτρέπονταν να υπερβαίνουν το 8ωρο.

Πλέον, θα επιτρέπεται η εργασία και πέραν του πλήρους ωραρίου, μέχρι το όριο των 13 ωρών απασχόλησης, με μοναδικό φραγμό τις διατάξεις για τον ελάχιστο χρόνο ανάπαυσης. Μοναδικό όριο, πλέον, είναι η φυσική εξάντληση: αυτό πλέον αποτυπώνεται στο χαρτί του νόμου. Προστασία του εργαζόμενου: «η τακτική και έγκαιρη ενημέρωση του εργαζόμενου για κάθε αλλαγή των όρων εργασίας»…

2. 6ημερη εργασία στις βιομηχανίες

Με στόχο δήθεν να παταχθεί η μαύρη εργασία και οι μαύρες υπερωρίες, η παραβατικότητα της υπέρβασης της 5ημερης εργασίας… νομιμοποιείται. Έτσι, κάνοντας νόμιμο το παράνομο, τελειώσαμε με το πρόβλημα. Αντί να ελεχθεί η παραβατική συμπεριφορά των εργοδοτών, να δημιουργηθούν και να ενισχυθούν δομές ελέγχου της παραβατικότητας στην εργασία, απλώς ό,τι χθες γίνονταν στο σκοτάδι, σήμερα γίνεται στο φως, με την βούλα του νόμου. Εργασία την 6η ημέρα, με αύξηση 40% του ημερομισθίου.

Εδώ υπογραμμίζεται εξίσου καθαρά το μοντέλο απασχόλησης που επιθυμεί η κυβέρνηση: ελαστική, που «τραβιέται» και μία μέρα ακόμα, ώστε με το ίδιο προσωπικό, να καλύπτεται ένα ακόμα μεγαλύτερο μερίδιο της εργασίας. Με αυτόν τον τρόπο, όμως, όπως και με την πολλαπλή απασχόληση, ασκείται πόλεμος ενάντια στην απασχόληση, καθώς με την κατανομή όλο και περισσότερης εργασίας στους ίδιους εργαζόμενους, που θα οδηγούνται στην εξάντληση, δεν θα προσλαμβάνεται νέο προσωπικό. Αντί να δουλεύουν περισσότεροι, όλο και λιγότερο, θα δουλεύουν όλο και λιγότεροι, περισσότερο, και σε συνθήκες απόλυτης ανασφάλειας, άγχους, πίεσης και εργασιακού στρες.

3. Συμβάσεις μηδενικών ωρών/Κατά παραγγελία απασχόληση

Στην περίπτωση των συμβάσεων «μηδενικών ωρών» (0-hour contract, όπως έγιναν γνωστές στο Ηνωμένο Βασίλειο), το Υπουργείο στρέφεται ευθέως ενάντια σε επιταγή της Οδηγίας. Στο προοίμιο της, η Οδηγία καταδικάζει την ενδεχόμενη αξιοποίηση της ενσωμάτωσης της στα εθνικά δίκαια ως αφορμή για την εισαγωγή των συμβάσεων μηδενικών ωρών.

Η απασχόληση «κατά παραγγελία» αποτελεί παραλλαγή της ίδιας κατάστασης: συμφωνείται με τον εργοδότη εργασία, όχι με σταθερό ωράριο, αλλά εντός προκαθορισμένων ωρών και ημερών αναφοράς. Ένα pool διαθέσιμης εργασίας, αναφέρει το υπουργείο, που ενεργοποιείται όταν σε καλέσει ο εργοδότης να δουλέψεις. Έτσι, θεωρητικά θα αντιμετωπιστεί το φαινόμενο των «εξτρατζίδων», γύρω από το οποίο το ίδιο το Υπουργείο αναγνωρίζει ευρύ πεδίο καταχρήσεων. Ενδιαφέρον έχει και η χαρτογράφηση των χώρων που θα ευεργετηθούν: μεταφορές προϊόντων, εστίαση, catering, εκδηλώσεις πολιτιστικού ενδιαφέροντος, φορτοεκφορτώσεις στο λιμάνι, επισκευαστικές εργασίες, χώροι απασχόλησης της «βαρειάς βιομηχανίας» του τουριστικού και εφοπλιστικού κεφαλαίου.

Η προστασία του εργαζόμενου βρίσκεται πάλι στην «πληροφοριακή του διαφάνεια»: πρέπει να συμφωνηθούν από τα πριν οι ελάχιστες ώρες με τον εργοδότη και να ενημερωθή 24 ώρες πριν την ανάληψη της εργασίας. Πώς λύνεται το φαινόμενο των εξτρατζίδων που καλύπτουν πάγιες ανάγκες: με το να κάνεις νόμιμη την διαρκή διάθεση της εργασιακής ετοιμότητας, με ό,τι αυτό σημαίνει για την οργάνωση της ζωής του μισθωτού, στα χέρια του εργοδότη.

Κατά τα άλλα, το νομοσχέδιο επαναλαμβάνει κούφια λόγια, χωρίς να προσθέτει τίποτα, κατά την προσφιλή συνήθεια όλων των πρόσφατων εργασιακών νομοσχεδίων: απαγορεύεται η δυσμενής διάκριση του εργαζομένου, που (δικαιολογημένα) θα αρνηθεί την εκτέλεση εργασίας. Σε ένα περιβάλλον απελευθερωμένων απολύσεων για «οικονομοτεχνικούς λόγους» και ενόψει της συντριπτικής ανισομετρίας οικονομικής υποστήριξης ενός δικαστικού αγώνα ανάμεσα σε εργαζόμενους και εργοδότες, αυτές οι φράσεις δεν έχουν κανένα νόημα.

Σε κάθε περίπτωση, τα δικαιώματα αυτά έτσι και αλλιώς θα τα είχε ο εργαζόμενος, όπως και όλα τα «δικαιώματα» που προβλέπει το νομοσχέδιο, στα πλαίσια του προστατευτικού εργατικού δικαίου και της ρήτρας της καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος του εργοδότη. Το νομοσχέδιο αυτό, όπως ο ν. Χατζηδάκη, επαναλαμβάνουν ως καινοτομίες δικαιώματα που ήδη εν πολλοίς υφίστανται ούτως ή άλλως, για να δείξουν ότι η τεράστια αποδόμηση που φέρνουν συνοδεύεται, πάντως, με κάποια προστασία, πολύ καινοτόμα.

Το ενιαίο δικαίωμα σε μισθό κατατεμαχίζεται σε όσες ώρες εργαστεί ο εργαζόμενος, κατά την… ατομική του σύνεση και ευθύνη, για την συμφωνία που θα κάνει. Δεν μπορεί να διαπραγματευτεί όρους, δεν μπορεί μετά να διεκδικήσει. Το μόνο μηδενικό στις συμβάσεις αυτές δεν είναι οι ώρες εργασίας, οι οποίες, ενόψει της διαρκούς ετοιμότητας, τείνουν στο άπειρο και ακόμα παραπέρα, αλλά τα δικαιώματα του εργαζομένου, κάτι που η ίδια η Οδηγία αναγνωρίζει!

4. Δοκιμαστική περίοδος εργαζομένων: Πλέον, και στην σύμβαση ορισμένου χρόνου!

Στην περίπτωση αυτή, η Ευρωπαϊκή Οδηγία «τα βρίσκει» με το μνημονιακό σκοτάδι του ελληνικού σχηματισμού. Η κληρονομιά του Μνημονίου 2 προέβλεπε δοκιμαστική περίοδο για τους εργαζόμενους με συμβάσεις αορίστου χρόνου, για διάρκεια 12 μηνών. Φαινομενικά, το 6μηνο που προβλέπει ο νέος νόμος είναι ευεργέτημα, σε μία κατεύθυνση μείωσης. Το νομοσχέδιο γρήγορα διέλυσε αυτές τις ανοησίες, προβλέποντας απλώς ότι στο 12μηνο θα συνυπολογίζεται το 6μηνο που έχει διανυθεί (υπογραμμίζοντας, επομένως, ότι το ένα δεν καταργεί το άλλο…).

Η μεταφορά της δοκιμαστικής περιόδου και στους εργαζόμενους με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, κάτι που επίσης αποτελούσε ευσεβή πόθο των εργοδοτών στον τουρισμό, όπου αυτές ευδοκιμούν, αποτελεί καταστροφική εξέλιξη για την προστασία των εργαζομένων. Μία τέτοια μεταφορά στις συμβάσεις ορισμένου χρόνου, που αν καταγγελθούν χωρίς σπουδαίο λόγο δικαιούσαι αποζημίωση, σιωπηλά αφαιρεί τα δικαιώματα αποζημίωσης των εργαζομένων. Πλέον, μετά το δοκιμαστικό εξάμηνο, αν δεν σου «κάνει» ο εργαζόμενος, πας στον επόμενο, χωρίς καμία κοινωνική υποχρέωση απέναντι στον άνθρωπο που ξεζούμισες, χωρίς καν να τον απολύεις. Έτσι, ο μισθωτός έχει διπλό φόβο: τόσο για την διάρκεια της σχέσης ορισμένου χρόνου όσο και για το δοκιμαστικό εξάμηνο, που καθίσταται πλέον ο «πρώτος κόφτης».

Το δικαίωμα αποζημίωσης αποτελεί το τελικό, ατομικό σαφώς, όπλο του εργαζομένου, με κάποιο σημαντικό διαπραγματευτικό βάρος. Η διαρκής σχετικοποίηση του, ως και τελικά η σχεδόν εξαφάνιση του, ενισχύει την πλήρη κυριαρχία του εργοδότη στον χώρο δουλειάς, ανοίγοντας δρόμο σε κάθε πιθανή ασυδοσία, χωρίς κόστος.

5. Δικαίωμα στην εργασία = Πόλεμος απέναντι στην εργασία;

Στο άρθρο 31 του νομοσχεδίου, με τον πανηγυρικό τίτλο «Προστασία του δικαιώματος στην εργασία» ποινικοποιείται η δράση όποιου « α) εμποδίζει την ελεύθερη και ανεμπόδιστη προσέλευση ή αποχώρηση από την εργασία ή την παροχή της εργασίας από εργαζομένους οι οποίοι δεν συμμετέχουν σε απεργία και επιθυμούν να εργαστούν ή ασκεί σωματική ή ψυχολογική βία σε βάρος τους ή β) συμμετέχει σε κατάληψη χώρων εργασίας ή εισόδων τους κατά τη διάρκεια απεργίας». Πρακτικά, το μέτρο στρέφεται κατά των απεργών, οι οποίοι εμποδίζουν τους απεργοσπάστες να εργαστούν στο χώρο εργασίας.

Το συνταγματικό δικαίωμα της απεργίας κατοχυρώνεται ως δικαίωμα προσβολής και βλάβης κάποτε συμφερόντων τρίτων, προς τον σκοπό ακριβώς της υπεράσπισης της εργασίας και των συλλογικών εργατικών δικαιωμάτων των απεργών. Το Σύνταγμα επιτάσσει την διασφάλιση της αποτελεσματικής άσκησης του δικαιώματος, ως δουλειά του νομοθέτη και του δικαστή. Στο ίδιο πλαίσιο τίθεται και η νομοθετική απαγόρευση της πρόσληψης απεργοσπαστών στον συνδικαλιστικό νόμο. Το συγκεκριμένο, δε, άρθρο δεν παραπέμπει σε άρθρο της Οδηγίας, δεν σχετίζεται με την Οδηγία και αποτελεί απλώς εκπλήρωση των ευσεβών πόθων της κυβέρνησης.

Προφανές είναι, ότι ο πόλεμος απέναντι στην απεργία είναι πόλεμος απέναντι στην διεκδίκηση των εργαζομένων. Είναι πόλεμος απέναντι στην ίδια την εργασία. Ακόμα και αν το δικαστικό σύστημα έχει κατακρεουργήσει στην πράξη το δικαίωμα, χαρακτηρίζοντας καταχρηστικές το 95% των απεργιών, συνεχίζουν να το φοβούνται. Η Ελλάδα 2.0 δεν πρέπει να έχει ούτε την υποψία κάποιου φραγμού στην «μεταρρυθμιστική επιτάχυνση».

Ακόμα περισσότερο, όμως, θέλουν και πάλι να επενδύσουν ιδεολογικά. Το ατομικό δικαίωμα της εργασίας απέναντι στο συλλογικό δικαίωμα της διεκδίκησης. Η ατομική ευθύνη και η συλλογική υπευθυνότητα. Ο απεργός και ο απεργοσπάστης. Ο κίνδυνος για την εργασία είναι ο διπλανός εργαζόμενος. Εχθρός της «απελευθερωμένης» εργασίας 13 ωρών, 6 ημερών, σε δοκιμαστικό 6μηνο, με σύμβαση μηδενικής απασχόλησης, είναι οι εργαζόμενοι που διεκδικούν την βελτίωση της εργασίας! Η αντιστροφή είναι πλήρης!

Στην πραγματικότητα, όμως, ο πόλεμος απέναντι στην απεργία είναι πόλεμος απέναντι στην εργασία. Ο κίνδυνος δεν βρίσκεται στον εργαζόμενο απεργό, αλλά στο κράτος που η μοναδική του νομοθετική δραστηριότητα είναι η νομιμοποίηση της παρανομίας στους χώρους δουλειάς. Εχθρός της εργασίας δεν είναι η απεργίας αλλά το Υπουργείο, ο Άδωνις, ο καπιταλισμός. Η προστασία της εργασίας δεν έρχεται με τις ποινές στους απεργούς, αλλά με την οργάνωση, τον αγώνα, την διεκδίκηση, την αλληλεγγύη και ό,τι άλλο ευγενές συνοψίζεται στην λέξη απεργία.

Συνοψίζοντας,

α) Το νομοσχέδιο ισχυρίζεται ότι ενσωματώνει μια Ευρωπαϊκή Οδηγία, αλλά, στην πράξη, χρησιμοποιεί αυτήν την οδηγία για να συνεχίσει τις πολιτικές των μνημονίων. Μάλιστα, παραβιάζει αυτήν την ίδια την οδηγία που ισχυρίζεται ότι ενσωματώνει, η οποία ευθέως αποδοκιμάζει την χρήση της για την εισαγωγή συμβάσεων μηδενικών ωρών στις έννομες τάξεις.

β) Το νομοσχέδιο παρουσιάζει τυπικά νέα δικαιώματα για τους εργαζόμενους, αλλά, στην πραγματικότητα, δεν προσφέρει κανένα δικαιώμα που να μην παρέχονταν ήδη στα πλαίσια του προστατευτικού εργατικού δικαίου. Απλώς, έτσι θέλουν ηθικά να εξισορροπήσουν ηθικά την καταστροφή.

γ) Η ίδια η Οδηγία, άρα και το, νομοσχέδιο επεκτείνει την υποχρέωση πληροφόρησης των εργαζομένων για τους όρους εργασίας τους ως μορφή προστασίας τους, όμως δεν αλλάζει στον ελάχιστο βαθμό τους πραγματικούς όρους της εκμετάλλευσης σε τομείς όπως η εστίαση και ο τουρισμός. Όλες οι παρανομίες απλώς επενδύονται με ένα κοστούμι νομιμοφάνειας και γίνονται «διαφανείς». Απλώς, κατοχυρώνεται ότι ο εργαζόμενος ενημερώθηκε, άρα στα χέρια του βρίσκεται και η ευθύνη της «επιλογής» του, και για αυτό τον λόγο είναι ποτισμένη με το νεοφιλελεύθερο minimum απαιτήσεων προστασίας.

δ) Το νομοσχέδιο επιτίθεται ευθέως στο δικαίωμα απεργίας, προβάλλοντας τους απεργούς ως εχθρούς της εργασίας . Πέρα από το κατάφωρα αντισυνταγματικό μίας τέτοιας διάταξης, η οποία καταργεί το δικαίωμα απεργίας, είναι φανερή η στοχοποίηση ως εχθρού της εργασίας της… ίδιας της εργασίας, των εργαζομένων, των συλλογικών τους δικαιωμάτων ως εχθρό στον ατομικό τους δρόμο. Η επίθεση στην απεργία, όπως πάντα, είναι βαθιά ιδεολογική.

* Ο Δημήτρης Πλιακογιάννης είναι δικηγόρος, ζει και εργάζεται στη Θεσσαλονίκη.

Πηγή: antapocrisis.gr

Δρόμος ανοιχτός

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου