Ο Τραμπ δεν μπορεί να «φτιάξει» τις ΗΠΑ ακόμα και αν υποθέσουμε ότι γνωρίζει τι εννοεί ή ότι θέλει όντως να πετύχει κάτι τέτοιο.
Του Θέμη Τζήμα
Το σύνθημα μετά την εκλογή Τραμπ (η οποία αποδείχτηκε ότι δεν ήταν καθόλου θρίλερ παρά τις περί αντιθέτου προβλέψεις πολλών συστημικών ΜΜΕ) ήταν να «φτιάξει» τις ΗΠΑ. Πέρα από τα συνήθη οικογενειακά μελό και τις ευχαριστίες, η επινίκια ομιλία του βασίστηκε σε αυτήν ακριβώς την υπόσχεση ενώ φυσικά περιείχε και διάφορες άλλες, όπως ότι θα τελειώσει τους πολέμους και ότι θα φέρει μια «χρυσή εποχή». Όπως σωστά έγραψε ο Κώστας Ράπτης στο Capital, ο Τραμπ εκλέχτηκε την πρώτη φορά επικαλούμενος και διακηρύσσοντας την παρακμή των ΗΠΑ. Τότε (υποτίθεται ότι) τον σταμάτησαν από την πολιτική του που θα έκανε πάλι σπουδαίες τις ΗΠΑ, το βαθύ κράτος, οι Δημοκρατικοί, το βελούδινο πραξικόπημα των ενόπλων δυνάμεων και η νοθεία. Τώρα επέστρεψε για να «φτιάξει» ό,τι πρόλαβε να «χαλάσει» ο Μπάιντεν μετά την πρώτη θητεία Τραμπ.
Οι υποσχέσεις στη μάχιμη πολιτική πρέπει όντως να είναι όσο το δυνατόν μεστές και απλές. Ακόμα και απλοϊκές συχνά. Υπό αυτήν την έννοια, η πολιτική μοιάζει παρεμπιπτόντως λίγο με το ποδόσφαιρο, στο οποίο ως γνωστόν ο προπονητής πρέπει να δίνει απλές εντολές στους ποδοσφαιριστές του και σίγουρα, ποτέ ιδιαιτέρως σύνθετες. Το ότι οι υποσχέσεις είναι απλές ωστόσο (όπως και οι εντολές στους παίκτες που βρίσκονται μέσα στο γήπεδο) δε σημαίνει ότι μπορούν να τηρηθούν πάντα. Εν προκειμένω, ο Ντόναλντ Τραμπ δεν μπορεί να «φτιάξει» τις ΗΠΑ, ακόμα και αν υποθέσουμε ότι γνωρίζει τι εννοεί με αυτήν τη φράση ή ότι θέλει όντως να πετύχει κάτι τέτοιο.
Μπορεί να βρει κανείς πολλούς λόγους να εξηγήσει το γιατί αλλά εν τέλει όλοι καταλήγουν σε έναν βασικό πυρήνα: πρώτον κανένα σύστημα (και μάλιστα τόσο ισχυρό) δεν «επιδιορθώθηκε» χάρη στη βούληση ενός και μόνο προσώπου. Αυτή η θεμελιώδης ιστορική αλήθεια δεν πουλάει ώστε να την αφηγείται το Χόλιγουντ και οι τωρινές παραφυάδες του αλλά ισχύει απολύτως. Με το παραπάνω δεν εννοούμε ότι τα πρόσωπα είναι αδιάφορα. Αντιθέτως. Απλώς δεν «φτιάχνουν» οι χώρες από την ορμή του βολονταρισμού ενός και μόνο προσώπου. Δεύτερον, ένα σύστημα για να μπορεί να «φτιαχτεί» προϋποτίθεται ότι είναι δομικώς και στρατηγικώς ορθώς συγκροτημένο, οπότε χρειάζεται απλώς μερικές μεγαλύτερες ή μικρότερες διορθωτικές κινήσεις. Δεν είναι αυτή η περίπτωση των ΗΠΑ εδώ και πολύ καιρό ωστόσο. Αν έτσι είχαν τα πράγματα, πιθανόταταο Τραμπ δε θα εκλεγόταν πρόεδρος ποτέ.
Οι ΗΠΑ «υποφέρουν» από στρατηγικού, θεμελιώδους χαρακτήρα αντιφάσεις. Από τη μια, μπορούν να είναι ισχυρές μέσα από τη διαρκή γιγάντωσή τους ως μια ιμπεριαλιστική, νεοαποικιακή δύναμη. Αυτό όμως δεν μπορούν πλέον να το κάνουν ή τουλάχιστον όχι χωρίς ένα τεράστιο κόστος και διακινδυνεύοντας πυρηνική σύγκρουση. Ο Τραμπ υποσχόμενος ταυτοχρόνως ειρήνη, απομονωτισμό (έστω εν μέρει) και ισχύ για τις ΗΠΑ, εντοπίζει ορθώς ορισμένα κομβικά ζητήματα αλλά υποπίπτει σε θεμελιώδη αντίφαση. Ή οι ΗΠΑ θα γίνουν η ισχυρή χώρα που φαντάζεται ή θα είναι ειρηνικές.Επιπλέον, οι ΗΠΑ δεν υποφέρουν από κάποιους «κακούς», άπληστους ανθρώπους στην Ουάσιγκτον αλλά από τη δομική διαφθορά του εταιρειοκρατικού, ολιγαρχικού μοντέλου του πολύ μεγάλου πλούτου, του οποίου προϊόν είναι και ο ίδιος ο Τραμπ. Για να «φτιάξουν» οι ΗΠΑ πρέπει να αλλάξουν οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό μοντέλο. Αλλά ο Τραμπ σε καμία περίπτωση δεν επιδιώκει κάτι τέτοιο.
Ο Τραμπ στην πραγματικότητα έχει ένα άθροισμα πολύ βασικών ιδεών στο μυαλό του. Πολλές από αυτές δεν είναι παράλογες (τουλάχιστον όχι για έναν πολιτικό του δικού του προσανατολισμού και στο πλαίσιο του συστήματος των ΗΠΑ) αλλά δεν έχουν βάθος, συνοχή και στρατηγικό προσανατολισμό. Για παράδειγμα, οι ΗΠΑ πράγματι μπορούν να χρησιμοποιήσουν δασμούς για να ενισχύσουν τη δική τους παραγωγή και στην πραγματικότητα το κάνουν σε κυμαινόμενο βαθμό διαχρονικώς, όπως κάθε μία καπιταλιστική μητρόπολη ανεξαιρέτως. Ωστόσο, οι δασμοί δεν μπορούν να αναιρέσουν τις εκτεταμένες, αλληλεξαρτώμενες σε παγκόσμια κλίμακα, αλυσίδες παραγωγής και εμπορίου, ούτε να διορθώσουν το πρόβλημα της ασθμαίνουσας παραγωγικότητας της εργασίας στον αναπτυγμένο κόσμο, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ. Επιπλέον, στην προηγούμενη θητεία του ήταν ο ίδιος ο Τραμπ που αναγκάστηκε να προσφύγει στην Κίνα εν μέσω πανδημίας, όταν είδε ότι η παραγωγική ικανότητα της χώρας του απλώς δεν αρκούσε μέσα σε συνθήκες κρίσης προκειμένου να ανταποκριθεί στις αυξημένες ανάγκες υγειονομικού υλικού.
Σε ό,τι αφορά δε, την ενίσχυση των μεσαίων και χαμηλότερων εισοδημάτων, η κύρια έμφαση του προγράμματος Τραμπ συνίσταται στις φοροαπαλλαγές. Βεβαίως, η αλήθεια είναι ότι η ανισότητα στις ΗΠΑ, τα τρία πρώτα χρόνια της πρώτης θητείας Τραμπ μειώθηκε έστω οριακώς, πριν η πανδημία ανοίξει εκ νέου την ψαλίδα. Ωστόσο, παρότι οι Ρεπουμπλικανοί αρέσκονται να μιλούν για το χρέος επί θητείας Μπάιντεν, ξεχνούν ότι επί ημερών Τραμπ, το δημόσιο χρέος κυριολεκτικώς «εξερράγη» πριν ακόμα μάλιστα την πανδημία. Και φοροαπαλλαγές και μείωση του χρέους (χωρίς σημαντικές αλλαγές σε άλλους συντελεστές της οικονομίας) δεν συνδυάζονται εύκολα.
Επίσης, ο Τραμπ ορθώς αντιλαμβάνεται τη δύναμη του δολαρίου σε συνδυασμό μάλιστα με τη στρατιωτική ισχύ των ΗΠΑ. Το πρόβλημα στη σύλληψή του είναι ότι το ζήτημα με την πολιτικοποίηση και επομένως τον κίνδυνο από την παγκόσμια ισχύ του δολαρίου είναι στρατηγικό. Ακόμα λοιπόν και αν η Ρωσία, η Κίνα ή ο οποιοσδήποτε άλλος επρόκειτο να παραδοθούν στην όποια «προσωπική γοητεία» του Τραμπ, θα γνώριζαν ότι πίσω, πάνω και πέρα από τον Τραμπ υπάρχει το βαθύ κράτος των ΗΠΑ, με τη δική του ατζέντα. Κάθε ένδειξη εμπιστοσύνης, προς οποιονδήποτε πρόεδρο των ΗΠΑ από πλευράς ανταγωνιστών τους, έχει ανταμειφθεί με βόμβες, αγχόνες, ξιφολόγχες και κυρώσεις. Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πώς οι Ρώσοι, οι Κινέζοι ή οι Ιρανοί θα επιτρέψουν στους εαυτούς τους να πιαστούν κορόιδα ξανά.
Επιπλέον, ο Τραμπ κατανοεί πολύ σωστά ότι τα δύο μέτωπα (Ουκρανίας και Μέσης Ανατολής) πρέπει να κλείσουν. Μάλιστα φαίνεται ότι τον κολακεύει περισσότερο ο τίτλος του προέδρου-ειρηνοποιού (παρότι ούτε ήταν στην πραγματικότητα, ούτε πρόκειται να γίνει) από εκείνον του «commander- in-chief». Δεν εμπιστεύεται άλλωστε τους ανωτάτους στρατιωτικούς και τα γεράκια-συμβούλους Εθνικής Ασφαλείας. Οι διεθνείς σχέσεις για τον Τραμπ είναι προτιμότερο να συνίστανται στο να πουλά προστασία και όπλα στον πλανήτη, παρά να πολεμά. Οι πόλεμοι όμως δεν τελειώνουν χάρη στην «γοητεία» οποιουδήποτε προέδρου, ούτε ξεκινούν μόνο ή κυρίως εξαιτίας της πολεμοχαρούς διάθεσης του όποιου συμβούλου ή υπουργού. Για τις δομικές αιτίες, το ρόλο του στρατιωτικού- βιομηχανικού συμπλέγματος, την προσφυγή στον πόλεμο ως μέσο υπεράσπισης των διεθνοποιημένων κεφαλαίων των ΗΠΑ, ο Τραμπ πέρα από σκόρπιες ατάκες δεν έχει πολλά να πει. Ακόμα και ο λαλίστατος για αυτά τα ζητήματα Ρόμπερτ Κένεντι Τζούνιορ, όταν πρόκειται για το Ισραήλ μετατρέπεται σε «γεράκι», οπότε είναι δύσκολο να δει κανείς πώς θα αλλάξει ουσιαστικώς η πολιτική των ΗΠΑ, τουλάχιστον βάσει σχεδίου.
Βεβαίως υπάρχει και μια άλλη διάσταση στα πράγματα: η εκλογή Τραμπ θα προκαλέσει συνέπειες πέρα από τις προθέσεις του ιδίου, στον δρόμο προς το Λευκό Οίκο και εφόσον φυσικά κατορθώσει να ορκιστεί. Η επίδραση στην Ουκρανία είναι η πιο άμεση και προφανής. Με το μέτωπο να υποχωρεί αν όχι ραγδαία, τουλάχιστον έντονα για τους Ουκρανούς και με την ψυχολογία στο Κίεβο να είναι «σκοτεινή», καθίσταται ολοένα πιθανότερο η εκλογή Τραμπ να επισπεύσει μια οδυνηρή για το ΝΑΤΟ συνθηκολόγηση της Ουκρανίας, χωρίς κανένα σχετικό σχέδιο από πλευράς Τραμπ.
Στη Μέση Ανατολή επίσης, η εκλογή Τραμπ είναι αρκετά πιθανό να ωθήσει το Ιράν να δράσει πιο δυναμικά, πιο γρήγορα. Οι ελπίδες δε του «Μπίμπι», είναι αρκετά πιθανό να διαψευστούν όχι γιατί δεν θα θέλει (τουλάχιστον αρχικώς) ο Τραμπ να τον ευνοήσει αλλά επειδή τα σχέδια του Τραμπ δεν είχαν μέχρι τώρα ούτε το βάθος, ούτε τη διάρκεια ώστε να διεκπεραιώσουν επιτυχώς μια σύγκρουση τέτοιου μεγέθους. Όσο θα εκτοξεύει απειλές κατά του Ιράν, θα προσπαθεί να αναδειχτεί στον «μεγάλο ειρηνοποιό» με τον Αλί Χαμενεΐ όπως είχε αποπειραθεί να κάνει με τον Κιμ Γιονγκ Ουν. Διόλου περιέργως, εκείνοι που θα «πληρώσουν το μάρμαρο» θα είναι οι Ευρωπαίοι. Το μίσος του Τραμπ για συγκεκριμένες ηγεσίες κρατών-μελών της Ε.Ε. δεν κρύβεται. Πίσω από τις φανφάρες του Μακρόν, η αγωνία στις Βρυξέλλες και σε άλλες πρωτεύουσες της Ε.Ε. καθίσταται παραπάνω από σαφής. Η νέα θητεία Τραμπ ίσως αποδειχτεί καταλύτης για την ύπαρξη της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ και όχι μάλιστα απαραιτήτως βάσει σχεδίου ή έστω επιθυμίας του ίδιου του Τραμπ.
Εν κατακλείδι, ο Τραμπ δεν μπορεί να «φτιάξει» τις ΗΠΑ. Αλλά μπορεί να τις ξεχαρβαλώσει λίγο παραπάνω αναδεικνύοντας τα αδιέξοδα και τις αντιφάσεις του μοντέλου τους. Δεν πρόκειται για μικρή υπηρεσία σε βάθος χρόνου.
Πηγή: ΚΟΣΜΟΔΡΟΜΙΟ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου