Αρκετά προβλήματα έχουμε. Ας μην ξεχαρβαλώσουμε και ότι λειτουργεί κάπως καλά!


Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου

Δεν γνωρίζω τι επέβαλε την συνταγματική αναθεώρηση σε μια χώρα που βρίσκεται στο γνωστό χάλι, γίνεται σταδιακά από τμήμα της Ευρώπης τμήμα της Μέσης Ανατολής (με το προσφυγικό – μεταναστευτικό, αλλά και όλες τις ξένες βάσεις που εγκαθιστούμε), που θα αντιμετωπίσει πιθανώς το φάσμα μιας διεθνούς οικονομικής κρίσης που όλοι φοβούνται και από πίσω την σοβαρότατη οικολογική που έρχεται.

Μόνο θλίψη εξάλλου μπορεί να προκαλέσει το επίπεδο της συζήτησης στη Βουλή, που αντανακλά άλλωστε την όλη κατάσταση της χώρας και του δημόσιου βίου της. Φτάσαμε να συζητάμε σοβαροφανώς να εκλέγεται με 130 βουλευτές ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, χωρίς να γίνεται καμιά συζήτηση για το υπόβαθρο όλων αυτών των αλλαγών και τι τις καθιστά αναγκαίες, αφήνοντας τις πολιτικές δυνάμεις έκθετες στην άποψη ότι το μόνο που τις ενδιαφέρει είναι η εξυπηρέτηση του μικροκομματικού τους συμφέροντος, αλλά και το ότι έχουν μάλλον πολύ περιορισμένη συνείδηση της πραγματικής κατάστασης της χώρας.

Ίσως βέβαια δεν θα μπορούσε να είναι και διαφορετικά. ‘Όταν δεν μπορείς να ζήσεις όπως σκέφτεσαι, καταλήγεις να σκέφτεσαι όπως ζεις. Μια χώρα στην οποία έχουμε μια σοβαρότατη και διαρκή παραβίαση της συνταγματικής τάξης εδώ και εννιάμισυ χρόνια, δεν θα μπορούσε μάλλον να οργανώσει και μια καλύτερη συζήτηση για την συνταγματική αναθεώρηση. Θα επανέλθουμε σε αυτό το ζήτημα στο τέλος του άρθρου μας.

Εθνική ανάγκη η θέσπιση δημοψηφισμάτων

Ο μόνος πραγματικά δημοκρατικός τρόπος για να αναθεωρηθεί το Σύνταγμα, ιδίως υπό τις παρούσες συνθήκες, θα ήταν να γίνει δημοψήφισμα και στη συνέχεια να πάνε όλα τα κόμματα να ψηφίσουν τις αλλαγές που εγκρίνει ο ελληνικός λαός. Αλλά φυσικά τα κόμματά μας δεν έχουν την παραμικρή διάθεση να επιτρέψουν στους θεωρούμενους «ανήλικους» πολίτες της χώρας να μπουν στη Βουλή των «ενηλίκων». Εκεί δηλαδή που επιβεβαιώνεται κάθε τόσο η καθοριστική και καταθλιπτική ισχύς των Προστατών, είτε πρόκειται για τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους, είτε πρόκειται για τους Δανειστές, καθιστώντας μάλλον φρικτή ειρωνεία τον προετοιμαζόμενο εορτασμό του 1821.

Λυπούμαστε που τα γράφουμε αυτά, αλλά, τουλάχιστον, μας πήρανε τη χώρα, να μην μας πάρουνε το μυαλό και την ψυχή μας.

Όλη η ιστορία με την αναθεώρηση του Συντάγματος δεν ξεκίνησε από αληθινά προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας, ούτε εκφράζει τις πραγματικές ανάγκες της. Το Σύνταγμα άλλωστε που έχουμε είναι από τα καλύτερα στην Ευρώπη. Το κυρίως πρόβλημα είναι ότι δεν εφαρμόζεται, όχι αυτά που προβλέπει.

Το μόνο που όντως χρειάζεται να προστεθεί είναι το υποχρεωτικό δημοψήφισμα με λαϊκή πρωτοβουλία και η άρση της ασυλίας των πολιτικών για εγκληματικές δραστηριότητες.

Αν υπάρχει κάτι που εξοργίζει τους Έλληνες είναι ακριβώς αυτό, το ακαταδίωκτο δηλαδή των πολιτικών τους. Κι αν κάτι έχει πραγματικά ανάγκη ο ελληνικός λαός είναι να κάνει κουμάντο στο κράτος του, με τις έννοιες της λαϊκής κυριαρχίας και της εθνικής ανεξαρτησίας να κοντεύουν να γίνουν ανέκδοτο στην πατρίδα της δημοκρατίας.

Και ασφαλώς θα ήταν πολύ σημαντικό να εισαχθεί ο θεσμός του υποχρεωτικού δημοψηφίσματος με πρωτοβουλία των πολιτών, που θα αποτελούσε ένα ελάχιστο μοχλό ελέγχου της πολιτικής εξουσίας. Εφαρμόζεται στην Ελβετία και στην Ιταλία και αποτελεί το κύριο αίτημα του πρωτοφανούς σε ένταση και διάρκεια ξεσηκωμού του γαλλικού λαού, με τα Κίτρινα Γιλέκα. Αίτημα που υποστηρίζει το 80%-90% των Γάλλων πολιτών σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις.

Οι Γάλλοι κατέληξαν σε αυτό το αίτημα ως μόνη λύση από την εμπειρία διαδοχικών εκλογών όπου άλλα προγράμματα ψηφίζουν και άλλα συμβαίνουν μετά τις εκλογές. Στην Ελλάδα δεν το ξέρουμε, αλλά η δική μας περιπέτεια του 2015, η αποκήρυξη του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου και η μεταμόρφωση του ΣΥΡΙΖΑ είχαν καθοριστική επιρροή σε όλη την Ευρώπη, ήταν η «σταγόνα» που ξεχείλισε το ποτήρι της αγανάκτησης των ευρωπαϊκών λαών για τον τρόπο που τους κυβερνάνε.

Αλλά η θέσπιση δημοψηφισμάτων δίνει και μια δυνατότητα στις κυβερνήσεις να διαπραγματεύονται από μια θέση σχετικής ισχύος με τους ξένους.

Η εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας και η ψήφος των Αποδήμων

Όσο για την λαϊκή κυριαρχία και τον έλεγχο των κυβερνώντων από τους κυβερνώμενους, τα πράγματα θα χειροτερέψουν και θα εξελιχθούν επί το ολιγαρχικότερο, με τη διάταξη για την εκλογή του Προέδρου Δημοκρατίας.

Όσο για την ψήφο των αποδήμων, μακάρι να πέφτουμε έξω, αλλά η εντύπωσή μας είναι ότι η υπόθεση αυτή δεν αποσκοπεί τόσο στην ενδυνάμωση των σχέσεων με τον εκτός Ελλάδας ελληνισμό (που αφήνει διαχρονικά παγερά αδιάφορη την ελλαδική ελίτ), όσο στη δημιουργία ενός «αμερικανικού κόμματος», που θα χρησιμοποιεί τις οργανώσεις των ομογενών για να αποκτήσει η Ουάσιγκτων ακόμα μεγαλύτερη επιρροή στην ήδη τεράστια που διαθέτει σήμερα. Μακάρι, το ξαναλέμε, να μην έχουν έτσι τα πράγματα (1)

Όλη η ιστορία με την αλλαγή του τρόπου εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας δεν φαίνεται να έχει να κάνει παρά με την επιθυμία των λεγόμενων κομμάτων εξουσίας, περιλαμβανομένης της πολύ περίεργης «Αριστεράς» που συνοδεύει την εθνική και κοινωνική παρακμή μας, να υποβάλλονται όσο το δυνατό λιγότερο στη «βάσανο» των εκλογών.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, που έκανε ο ίδιος χρήση των προώρων εκλογών, λόγω αδυναμίας εκλογής Προέδρου, είχε την αφέλεια να πιστέψει ότι θα κέρδιζε και τις εκλογές του 2019 και ήθελε να κυβερνά απερίσπαστος για τέσσερα χρόνια. ‘Εσκαβε τον λάκκο της ΝΔ, έπεσε όμως τελικά ο ίδιος μέσα, θύμα μιας πολιτικής όχι αρχών, αλλά πολιτικά αβαθών κόλπων και τεχνασμάτων. ‘Οσο για τη ΝΔ, δεν θεώρησε ότι έχει λόγο να αρνηθεί το «δώρο» που της έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ, κατά την έκφραση του κ. Κοττάκη.

Την υποχρέωση να ψηφίζεται ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας από 180 βουλευτές δεν την εισήγαγε το… ΕΚΚΕ, αλλά η Νέα Δημοκρατία του Κωνσταντίνου Καραμανλή και του Κωνσταντίνου Τσάτσου, στη δεκαετία του 1970. Αποσκοπούσε στο να περιβάλλει με μείζον κύρος τον θεσμό εξισορροπώντας τρόπον τινά την πολιτική ισχύ που παρείχε η λαϊκή εντολή στην όποια κυβέρνηση. Αποσκοπούσε επίσης να δημιουργήσει ένα πλαίσιο συνεννόησης για ορισμένα τουλάχιστο μεγάλα θέματα.

Αν τα κόμματα πολιτεύονταν με τρόπο που να τα εξασφαλίζει αυτά, και όχι με βάση τα στενά κομματικά τους συμφέροντα, δεν θα υπήρχε ανάγκη προσφυγής σε πρόωρες εκλογές, όπως δεν χρειάστηκε να πάμε σε πρόωρες εκλογές κατά την εκλογή Στεφανόπουλου και Παπούλια. Τώρα έρχονται οι υπεύθυνοι αυτής της κατάστασης και διαμαρτύρονται για τα αποτελέσματα της δικής τους πολιτείας. Δηλαδή για το ότι δεν μπορούν να συνεννοηθούν σε τίποτα και ότι πάνε σε πρόωρες εκλογές που τις θεωρούν «ανωμαλία».

Στην πραγματικότητα είναι η ίδια η ιδέα της λαϊκής κυριαρχίας που τους είναι αντιπαθής και αν μπορούσαν θα καταργούσαν εντελώς τις εκλογές, εφόσον έβρισκαν βέβαια έναν τρόπο να είναι μονίμως το δικό τους κόμμα στα πράγματα. Οι εκλογές, αν και σε μεγάλο βαθμό στερημένες από πραγματικό περιεχόμενο, ενοχλούν πολύ κόσμο στις μέρες μας και διεθνώς. Από τον άξιο συνεχιστή του Γερμανικού Ράιχ Δρ. Σόιμπλε έως τους τραπεζίτες που κυβερνάνε τον κόσμο και την Ελλάδα. Το 2002 μάλιστα, ο άλλος σπουδαίος δημοκράτης και αστήρ του εκσυγχρονισμού, Κώστας Σημίτης, είχε προσπαθήσει να εφαρμόσει αυτή τη μέθοδο στην Κύπρο. ‘Ηθελε να παραταθεί η θητεία Κληρίδη, να περάσει το σχέδιο Ανάν και μετά να κληθούν στις κάλπες οι πολίτες, όταν δηλαδή η ψήφος τους δεν θα είχε καμιά σημασία!

Από το σύνταγμα του 1975 στη σημερινή κοπτοραπτική

Άλλοι συμφώνησαν και άλλοι διαφώνησαν με το Σύνταγμα του 1975. Κανείς όμως δεν αμφισβήτησε ότι πίσω του υπήρχε μια συγκροτημένη άποψη για το πολίτευμα της χώρας.

Συγκροτημένη άποψη είχε και το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου όταν επέκρινε ως αντιδημοκρατικές και κατήργησε εν τέλει τις «υπερεξουσίες» του Προέδρου που προέβλεπε το σύνταγμα του 1975. Δεν αφήρεσε όμως την υποχρέωση ο Πρόεδρος να εκλέγεται με 180 ψήφους τουλάχιστο, γεγονός που σημαίνει ότι Βουλή που δεν μπορεί να εκλέξει με 180 ψήφους Πρόεδρο διαλύεται και η επομένη χρειάζεται μόνο 150.

Αυτό δίνει και μια έμμεση πλην σαφή, ύστατη ελεγκτική δυνατότητα στον Πρόεδρο. Αν μια κυβερνητική πλειοψηφία γίνει παντελώς αυθαίρετη και δρα κατά εμφανή παραβίαση της αρχής της λαϊκής κυριαρχίας, έχει τη δυνατότητα να οδηγήσει σε εκλογές παραιτούμενος.

Προκαλούν λέει αναστάτωση οι πρόωρες εκλογές. Ψεύδος αυταπόδεικτο και αποκαλυπτικό αντιδημοκρατικής νοοτροπίας. Αν προκαλούν αναστάτωση οι πρόωρες εκλογές γιατί προσφεύγουν σε αυτές κατά σύστημα, για λόγους προφανώς αναληθείς, τα κυβερνητικά κόμματα, όταν κρίνουν ότι τους συμφέρουν εκλογικά;

Οι πρόωρες εκλογές εξ αυτού του λόγου, οσάκις έγιναν, διόρθωσαν μια βαριά δυσαρμονία μεταξύ της λαϊκής βούλησης και της ασκούμενης κυβερνητικής πολιτικής. Αυτό ήθελε να γίνει ο ελληνικός λαός και αυτό έγινε τον Ιανουάριο του 2015. Το αν τον απογοήτευσε στη συνέχεια και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – Αν.Ελλ. δεν έφταιγε φυσικά ο ίδιος. Ούτε θα γλυτώναμε τίποτα από όσα ακολούθησαν αν είχαν καθυστερήσει οι εκλογές εκείνες. Η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία δεν έγινε βέβαια λόγω της διάταξης του Συντάγματος, αλλά γιατί προηγήθηκε η χρεωκοπία των αστικών κομμάτων, που εφήρμοσαν μια πολιτική που οδήγησε σε πρωτοφανή για τα δεδομένα του δυτικού καπιταλισμού οικονομική και κοινωνική καταστροφή της Ελλάδας, με πτώση μόνο του ΑΕΠ κατά 27%.

Εν πάσει περιπτώσει, αρμόδιος να παίρνει τις σχετικές αποφάσεις, είναι ο ίδιος ο λαός.

Το δημοκρατικό πολίτευμα πάσχει σοβαρά στην Ελλάδα γιατί στην πραγματικότητα έχουν καταλυθεί βασικότατες, κεντρικές πρόνοιες του συντάγματος με τη σύναψη των Μνημονίων και Δανειακών, με την ανάληψη υποχρέωσης αποπληρωμής ενός «εξαιρετικά μη βιώσιμου χρέους» (ΔΝΤ), με την νομοθέτηση από τη Βουλή κειμένων που συνέταξαν ξένοι και δεν είχε κανείς βουλευτής τον χρόνο να διαβάσει, με την περιφρόνηση της ευθείας έκφρασης της λαϊκής βούλησης στο δημοψήφισμα του 2015, χωρίς να μεσολαβήσει καινούριο που να το ανατρέπει κλπ.κλπ.

Η Ελλάδα παραμένει «αποικία χρέους», γεγονός που εξακολουθεί, είτε μας αρέσει, είτε όχι να επικρέμαται ως Δαμόκλειος Σπάθη πάνω από το μέλλον του ελληνικού λαού και του κράτους του. Αν δεν μπορούμε άμεσα να θεραπεύσουμε αυτή την κατάσταση, ή δεν έχουμε πολιτικά ή κοινωνικά υποκείμενα να ηγηθούν μιας τέτοιας προσπάθειας, καλό θα είναι να μην ξεχαρβαλώνουμε και ότι λειτουργεί κάπως ικανοποιητικά, εν αναμονή καλύτερων καιρών.

Στο κάτω-κάτω της γραφής, έχουμε ως χώρα πάρα πολλά προβλήματα στην αντιμετώπιση των οποίων μπορούν να επιδείξουν οι πολιτικοί μας τον μεταρρυθμιστικό τους οίστρο.

Πηγή: ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΑΚΟΠΟΥΛΟΣ


Δρόμος ανοιχτός

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου