Του Νικόλαου Λάου *
Η πρώτη μαζική εφαρμογή της ψυχολογίας ως ενός συνειδητά χρησιμοποιούμενου όπλου έλαβε χώρα στη ναζιστική Γερμανία, ιδίως σε συνάρτηση με την ευγονική, η οποία βασίστηκε στην υπεράσπιση και στη μαζική διάδοση αταβιστικών ρατσιστικών ψευδαισθήσεων περί της υποτιθέμενης υπεροχής της Άριας φυλής.
Ο Ρέιλ Στρους (Rael Strous), καθηγητής Ψυχιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Τελ Αβίβ, στο Ισραήλ, έχει ερευνήσει τον τρόπο με τον οποίο το ναζιστικό καθεστώς της Γερμανίας μεταχειρίστηκε την ψυχιατρική, και έχει επισημάνει, μεταξύ άλλων, τα εξής:
«Κατά τη διάρκεια της ναζιστικής εποχής, για πρώτη φορά στην ιστορία, ψυχίατροι επιδίωξαν συστηματικώς να εξοντώσουν τους ασθενείς τους. Έχει αναγνωριστεί ότι το ιατρικό επάγγελμα ενεπλάκη βαθέως σε εγκλήματα εναντίον της ανθρωπότητας κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου […] Ψυχίατροι ήταν εκείνοι οι οποίοι ανέφεραν τους ασθενείς τους στις Αρχές και συντόνιζαν τη μεταφορά τους από κάθε περιοχή της Γερμανίας σε θαλάμους αερίων που βρίσκονταν στις εγκαταστάσεις έξι ψυχιατρικών ιδρυμάτων: Brandenburg, Grafeneck, Hartheim, Sonnenstein, Bernburg, και Hadamar» (Rael D. Strous, “Psychiatry during the Nazi Era: Ethical Lessons for the Modern Professional,” Annals of General Psychiatry, vol. 6, 2007).
Έκτοτε, σε πολλές περιπτώσεις, η «επιστήμη του νοός» έχει μετατραπεί σε μια τέχνη χειραγώγησης και αποδόμησης νοών, καθώς η ψυχική θεραπεία έχει δώσει τη θέση της σε μια ψευδοεπιστήμη μεταβολής της συμπεριφοράς ως υποκατάστατο της ψυχικής θεραπείας.
Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος και ο ιδεολογικός πόλεμος μεταξύ αστών και κομμουνιστών διαδραμάτισαν αποφασιστικό ρόλο σε αυτόν τον εκφυλισμό της επιστήμης του νοός, καθώς έθεσαν την ψυχιατρική στην υπηρεσία πολεμικών και ιδεολογικών επιχειρήσεων. Το 1945, ο Βρετανός ψυχίατρος Τζον Ρόλινγκς Ρις (John Rawlings Rees) εξέδωσε το βιβλίο με τίτλο Η Διαμόρφωση της Ψυχιατρικής από τον Πόλεμο (The Shaping of Psychiatry by War), το οποίο αποτέλεσε τη βάση των ψυχολογικών επιχειρήσεων των βρετανικών Ενόπλων Δυνάμεων.
Ήδη το 1920, στο Λονδίνο, ο Ρις και ο ψυχίατρος Χίου Κράιτον-Μίλερ (Hugh Crichton Miller) ίδρυσαν την Κλινική Τάβιστοκ (Tavistock Clinic), η οποία εξελίχθηκε σε ένα από τα σημαντικότερα ψυχιατρικά κέντρα διεθνώς για τη διεξαγωγή μελετών και πειραμάτων στα πεδία της μαζικής «πλύσης εγκεφάλου» («brainwashing»), της «κοινωνικής μηχανικής» («social engineering») και του ψυχολογικού πολέμου.
Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, οι ψυχολογικές έρευνες και μελέτες του Ρις διαδραμάτισαν θεμελιώδη ρόλο στη διαμόρφωση των προγραμμάτων πλύσης εγκεφάλου και ψυχολογικού πολέμου που πραγματοποίησαν οι μυστικές υπηρεσίες των Η.Π.Α.
Ο Ρις υποστήριξε ότι πρέπει να δημιουργηθούν ψυχιατρικά «στρατεύματα σοκ» («shock troops»), ώστε να αναπτυχθούν και να εφαρμοστούν μέθοδοι πολιτικού ελέγχου βασισμένες στη τάση της πλειοψηφίας του πληθυσμού προς την ψύχωση διά μέσου προγραμματισμένης συμπεριφορικής μεταβολής.
Στην ψυχιατρική, ο όρος «ψύχωση» έχει ευρύ περιεχόμενο, και συνήθως χρησιμοποιείται για να περιγραφθούν τα εξής φαινόμενα: ανικανότητα κοινωνικής προσαρμογής, τη διαταραχή της λειτουργίας της επικοινωνίας, τη μη συνειδητοποίηση της νοσηρής κατάστασης, την απώλεια της επαφής με την πραγματικότητα, τον μη κατανοητό χαρακτήρα των διαταραχών και τις βαθιές αλλοιώσεις του εγώ.
Στην περίπτωση της νεύρωσης, το «εγώ» («ego»), υπακούοντας στις απαιτήσεις της πραγματικότητας και του «υπερεγώ» («superego»), απωθεί τις απαιτήσεις των ορμών, αλλά, στην περίπτωση της ψύχωσης, πραγματοποιείται μια ρήξη μεταξύ του «εγώ» και της πραγματικότητας, αφήνοντας το «εγώ» στην κυριαρχία του «εκείνο» («id»), και, στη συνέχεια, το «εγώ» του ψυχωσικού ανασκευάζει μια καινούργια πραγματικότητα η οποία υπακούει στις επιθυμίες του «εκείνο» (και, σε αυτή τη φάση, εκδηλώνεται παραλήρημα).
Για μια συστηματική μελέτη αυτών των ζητημάτων και των πολιτικών τους προεκτάσεων και συνεπειών, παραπέμπω στο βιβλίο μου με τίτλο Πιάνοντας τον Ταύρο από τα Κέρατα: Αιτίες, Συνέπειες και Προοπτικές στην Πολιτειολογία και στην Πολιτική Οικονομία (Αθήνα: Εκδόσεις ΚΨΜ, 2022).
Αυτός είναι ο τρόπος τον οποίο πρότεινε ο Ρις για την καθυπόταξη των μαζών στη μεταπολεμική τάξη πραγμάτων. Σύμφωνα με τον Ρις, η πραγματική ψυχική υγεία προϋποθέτει την πλήρη ορθολογική οργάνωση της κοινωνίας, δηλαδή, την απόλυτη επιβολή ενός ρασιοναλιστικού καθεστώτος, αλλά, όπως υποστηρίζει ο Ρις, πολλοί άνθρωποι δεν σκέπτονται με τον ίδιο τρόπο. Συγκεκριμένα, ο Ρις υποστηρίζει ότι πολλοί άνθρωποι, ιδίως μέλη της εργατικής τάξης, δεν πιστεύουν ότι η αρχή που κυβερνά την πραγματικότητα και τη διαδικασία της κοινωνικής επιλογής είναι η λογική, και νομίζουν ότι η διαδικασία της κοινωνικής επιλογής υπόκειται στις επιταγές του καπιταλιστικού συστήματος.
Στο πλαίσιο της κοσμοαντίληψης του Ρις, αυτοί οι απροσάρμοστοι άνθρωποι και όλοι εκείνοι οι οποίοι προβαίνουν σε απεργίες και σε κοινωνικοανατρεπτικές ενέργειες είναι νευρωσικοί και χρήζουν θεραπείας, αλλά είναι ανίκανοι να συνειδητοποιήσουν την ασθένειά τους. Γι’ αυτόν τον λόγο, αποφαίνεται ο Ρις, σε έναν κόσμο ανεπίγνωστων νευρωσικών, η ψυχιατρική αποτελεί τον μόνο διαιτητή της διανοητικής υγείας, και μπορεί να ασκηθεί μόνο από έναν κλειστό κύκλο ατόμων (cabal) σε κάθε χώρα, δηλαδή, από κλειστές ομάδες ψυχιάτρων συνδεδεμένες μεταξύ τους, οι οποίες θα χρησιμοποιήσουν όλα τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους για να διεισδύσουν στο πολιτικό και κυβερνητικό πεδίο.
Από την προοπτική του Ρις, μόνο μια «συνωμοσία ψυχιάτρων» θα μπορούσε να οικοδομήσει μια κοινωνία στην οποία είναι δυνατό οι άνθρωποι κάθε κοινωνικής ομάδας να λαμβάνουν θεραπεία όταν τη χρειάζονται, είτε το θέλουν είτε όχι, χωρίς να είναι αναγκαία η προσφυγή στην έννομη βία (βλ. Kathleen Taylor, Brainwashing: The Science of Thought Control, Oxford: Oxford University Press, 2004).
Στις 18 Ιουνίου 1940, ο Ρις, δίδοντας μια διάλεξη στην ετήσια συνάντηση του Εθνικού Συμβουλίου Ψυχικής Υγιεινής (National Council for Mental Hygiene), είπε, μεταξύ άλλων, τα εξής:
«Αν πρόκειται να διεισδύσουμε στις επαγγελματικές και κοινωνικές δραστηριότητες άλλων ανθρώπων νομίζω ότι πρέπει να μιμηθούμε τους Ολοκληρωτικούς και να οργανώσουμε ένα είδος δράσης πέμπτης φάλαγγας! […] Ας γίνουμε, συνεπώς, πολύ μυστικά «πεμπτοφαλαγγίτες». […] αισθάνομαι ότι χρειαζόμαστε ένα μακροπρόθεσμο σχέδιο προπαγάνδας. Έχει παρέλθει ο χρόνος κατά τον οποίο χρειαζόταν να είμαστε κατά κάποιον τρόπο απολογητικοί για το γεγονός ότι καθοδηγούσαμε το ενδιαφέρον των ανθρώπων σε ζητήματα ψυχικής υγείας. Πρακτικώς καθένας είναι έτοιμος για τέτοιες ιδέες. […] Η Βουλή, ο Τύπος και άλλες εκδόσεις αποτελούν τους πιο προφανείς τρόπους με τους οποίους η προπαγάνδα μας μπορεί να διαδοθεί, και χρειάζονται η σκέψη και η εργασία καθενός από εμάς για να πραγματοποιηθεί αυτό» (J. R. Rees, «Strategic Planning for Mental Health», Mental Health, vol. 1, 1940, σελ. 104–05).
Από την προοπτική του Ρις και της ομάδας επιστημόνων της Κλινικής Τάβιστοκ, οι μέθοδοι ολοκληρωτικού ελέγχου που επιχείρησαν να εφαρμόσουν το φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι στην Ιταλία και το ναζιστικό καθεστώς του Χίτλερ στη Γερμανία είναι αποτυχημένες, και πρέπει να αντικατασταθούν από ψυχολογικές επιχειρήσεις που επιτρέπουν τον ολοκληρωτικό κοινωνικό έλεγχο υπό τυπικές συνθήκες αστικής δημοκρατίας.
Σύμφωνα με τον Ρις και την ομάδα επιστημόνων της Κλινικής Τάβιστοκ, αυτή η νέα μορφή φασισμού, που θα μπορούσε να ονομαστεί φασισμός με δημοκρατικό πρόσωπο, είναι από τη φύση της βασισμένη στη συνωμοσία των ψυχιάτρων που οραματίζεται και προωθεί ο Ρις.
Μιμούμενος τον ρόλο και το ήθος της Ιερής Εξέτασης, που θεσμοθέτησε η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία όταν αλλοτριώθηκε από το πραγματικό πνεύμα του Χριστιανισμού, ο Ρις καθοδηγεί τους συν-συνωμότες του ψυχιάτρους στο πώς να λειτουργήσουν ως σύγχρονοι «ιεροεξεταστές» στην υπηρεσία και για λογαριασμό του ιδρυμένου αστικού συστήματος, προκειμένου η επιστήμη του ανθρώπινου νοός να αποτελέσει τη βάση της νέας μορφής φασισμού με δημοκρατικό πρόσωπο.
Συγκεκριμένα, οι εργασίες του Ρις και της ομάδας επιστημόνων της Κλινικής Τάβιστοκ οδηγούν στο συμπέρασμα ότι μπορεί να εγκαθιδρυθεί μια μορφή φασισμού, δηλαδή, ολοκληρωτικής διαχείρισης των μαζών, με δημοκρατικό πρόσωπο αν λάβουν χώρα οι κατάλληλες ενέργειες στα εξής πεδία:
Ψυχολογικές μελέτες τοπικών πληθυσμών: Κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, οι αγγλοαμερικανικές υπηρεσίες ψυχολογικού πολέμου συνέταξαν διάφορες μελέτες στις οποίες αναλύουν τον βαθμό στον οποίο και τον τρόπο με τον οποίο διαφορετικοί εθνικοί πολιτισμοί είναι επιρρεπείς στη νεύρωση.
Η πιο σημαντική από αυτές τις μελέτες είναι η λεγόμενη Έρευνα του Στρατηγικού Βομβαρδισμού (Strategic Bombing Survey), η οποία αποτέλεσε τη βάση για τον συντονισμό του συμμαχικού βομβαρδισμού της Γερμανίας σε συνδυασμό με την άσκηση προπαγάνδας και την πραγματοποίηση άλλων ψυχολογικών επιχειρήσεων με σκοπό να τρωθεί το ηθικό διαφόρων επιμέρους, καταλλήλως αναλυμένων κοινωνικών στρωμάτων της ναζιστικής Γερμανίας.
Με λίγα λόγια, η Έρευνα του Στρατηγικού Βομβαρδισμού περιλαμβάνει μια μέθοδο χαρτογράφησης των βέλτιστων τρόπων με τους οποίους μπορεί να καταστραφεί το ηθικό ενός πληθυσμού αμάχων με το μικρότερο δυνατό κόστος. Μάλιστα, αυτή ακριβώς η μελέτη αποτέλεσε τον προπομπό και τη βάση της «Επιχείρησης Φοίνιξ» («Operation Phoenix»), την οποία εφάρμοσε η CIA στο πλαίσιο του Πολέμου του Βιετνάμ για να πλήξει το ηθικό εκείνων των Βιετναμέζων που υποστήριζαν τους Βιετκόνγκ.
Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης (ΜΜΕ): Σε αυτό το πεδίο, η στρατηγική συνίσταται στον έλεγχο των κύριων ΜΜΕ και των κύριων επικοινωνιακών διαύλων προκειμένου να χρησιμοποιηθούν ως όργανα για την πρόκληση επιθυμητών μορφών μερικής παράνοιας στον πληθυσμό-στόχο.
Ελέγχοντας την πολιτική των διευθυντών και της αρχισυνταξίας των ΜΜΕ, τις κατευθύνσεις της ειδησεογραφίας που αφορά σε εθνικά και διεθνή θέματα, τα κύρια ειδησεογραφικά πρακτορεία και τα σημαντικότερα δίκτυα διακίνησης των πληροφοριών μέσω των ΜΜΕ, μπορεί κάποιος να προσδιορίζει αυτό που ο πληθυσμός-στόχος γνωρίζει και θεωρεί αξιόπιστο.
Η σκόπιμη και τακτική αλλοίωση πληροφοριών-ειδήσεων, η διατύπωση σκοπίμως ανακριβών αξιολογικών κρίσεων και αναλύσεων που, ανά περίπτωση, πλήττουν το ηθικό των μαζών ή κολακεύουν παράλογα τις μάζες, και η διάδοση φανταστικών ιστοριών και παραμυθολογικών αφηγήσεων που παρουσιάζονται σαν πραγματικές δίδουν τη δυνατότητα στα επιχειρησιακά στελέχη της αντίστοιχης ψυχολογικής επιχείρησης να αποπροσανατολίσουν διανοητικώς τις μάζες, να αποσταθεροποιήσουν και να εξασθενίσουν την επαφή των μαζών με την πραγματικότητα και να διεγείρουν συναισθήματα σύμφωνα με τους στόχους της αντίστοιχης ψυχολογικής επιχείρησης.
Έλεγχος τοπικών κοινοτήτων: Ο σκοπός της στρατηγικής του «ελέγχου τοπικών κοινοτήτων» είναι να διασπάσει τον πληθυσμό-στόχο σε όσο το δυνατό πιο πολλές και πιο κλειστές επιμέρους κοινωνικοπολιτικές ομάδες, με κριτήριο, λ.χ., τη φυλή, το φύλο, τη γλώσσα, την εθνότητα, την καταγωγή, τον τρόπο διασκέδασης, τις καταναλωτικές συνήθειες, το επαγγελματικό status, την ηλικία, την περιοχή κατοικίας, τη συμμετοχή σε αποκλειστικές λέσχες ή/και σέκτες, τις ποδοσφαιρικές ομάδες κ.ο.κ., και ύστερα να εμφυσήσει ανταγωνιστικά αισθήματα μεταξύ τους και να τις οδηγήσει σε σχέσεις αμοιβαίου ανταγωνισμού.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, αυτές οι επιμέρους ομάδες προκαλούν οι ίδιες πλύση εγκεφάλου στους εαυτούς τους και σταδιακώς μετατρέπονται σε ψευδο-οικογενειακές δομές οι οποίες τελικώς καθίστανται επιρρεπείς στην ψύχωση.
Καλλιέργεια ενός ακραίου κοινοτισμού: Η επιμέρους κοινότητα καθίσταται μια λειτουργικώς ημιψυχωσική και κλινικώς παρανοϊκή ομάδα, καθώς απορρίπτει τις ιδέες της «μεγάλης επιχείρησης», των μεγάλων τεχνολογικών εξελίξεων με καθολικό κοινωνικό αντίκτυπο και της διαμόρφωσης ευρύτερων κοινωνικών σχέσεων (πέρα και επάνω από τα όρια μιας επιμέρους κοινότητας), και αντιμετωπίζει καθετί που υπερβαίνει τη δεδομένη κοινότητα σαν μια μορφή καταδικαστέου ελιτισμού. Στον βαθμό που τα μέλη μιας επιμέρους κοινότητας περιορίζουν την κοινωνική τους ταυτότητα μέσα στα όρια της δεδομένης ομάδας, η προσπάθειά τους να προσαρμόσουν τη ζωή τους στα ιδεώδη και στις επιταγές της δεδομένης ομάδας λαμβάνει ψυχοπαθολογικές διαστάσεις.
Κοινωνική πολυδιάσπαση και όξυνση του ανταγωνισμού μεταξύ επιμέρους κοινωνικών ομάδων: καθώς όλο και μικρότερες υπο-ομάδες μέσα σε μια κοινότητα αναπτύσσουν εχθρικές σχέσεις μεταξύ τους, επιδεινώνεται η παράνοια και ενισχύεται η τάση προς ημιψυχωσικές καταστάσεις.
Η εφαρμογή τεχνικών πλύσης εγκεφάλου επικεντρωμένων στην πραγματοποίηση συγκεκριμένων εργασιών σε μικρές ακυβέρνητες ομάδες: Σε αυτή την περίπτωση, οι επιμέρους ομάδες λειτουργούν σύμφωνα με τις διάχυτες επιταγές ενός συγκεκριμένου κοινωνικού περιβάλλοντος.
Για παράδειγμα, σε συνθήκες οικονομικής λιτότητας και κρίσης, η πλύση εγκεφάλου συνίσταται στο να πειστούν οι εργαζόμενοι να προσπαθήσουν να καλύψουν ένα μέρος της απώλειας του εισοδήματός τους με το να εργαστούν εντατικότερα και όχι, λ.χ., με το να επιδιώξουν να επιφέρουν συστημικές αλλαγές.
Τα μέλη τέτοιων ακυβέρνητων ομάδων εργαζομένων, που προκαλούν πλύση εγκεφάλου στους εαυτούς τους, πάσχουν από το σύνδρομο του «αλόγου κούρσας», οδηγούμενα υστερικά σε έναν αυτοκαταστροφικό τρόπο εργασίας.
* Ο δρ. Νικόλαος Λάος είναι κοινωνικός διανοούμενος με σπουδές στα μαθηματικά, στη φιλοσοφία, στην πολιτική οικονομία και στη νοοπολιτική (Noopolitik).
** Σύνθεση εικόνας άρθρου από 'Δρόμος ανοιχτός'
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου