«Η απόφαση του Μπάιντεν να σαμποτάρει τους αγωγούς ήρθε μετά από τουλάχιστον εννέα μήνες άκρως απόρρητων συζητήσεων μέσα στις υπηρεσίες εθνικής ασφάλειας της Ουάσιγκτον …».
Το Κέντρο Καταδύσεων και Διάσωσης του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ βρίσκεται σε μια τοποθεσία τόσο σκοτεινή όσο και το όνομά του. Είναι σε έναν περιφερειακό δρόμο της κωμόπολης Panama City, που τώρα έχει εξελιχθεί σε αναπτυσσόμενη πόλη-θέρετρο στο νοτιοδυτικό panhandle της Φλόριντα, 70 μίλια νότια των συνόρων της Αλαμπάμα. Το κτιριακό συγκρότημα του κέντρου είναι τόσο απροσδιόριστο όσο και η τοποθεσία του: μια μονότονη τσιμεντένια μεταπολεμική κατασκευή που θυμίζει επαγγελματικό λύκειο στη δυτική πλευρά του Σικάγο. Ένα πλυντήριο που λειτουργεί με κέρματα και μια σχολή χορού βρίσκονται απέναντι από αυτό που τώρα είναι ένας δρόμος τεσσάρων λωρίδων.
Το κέντρο εκπαιδεύει εδώ και δεκαετίες ειδικευμένους δύτες σε μεγάλο βάθος υδάτων, οι οποίοι κάποτε υπηρετούσαν σε αμερικανικές στρατιωτικές μονάδες σε όλο τον κόσμο και είναι ικανοί για απαιτητικές καταδύσεις για καλούς σκοπούς. Χρησιμοποιώντας για παράδειγμα εκρηκτικά C4 μπορούν να καθαρίσουν λιμάνια και παραλίες από συντρίμμια και πυρομαχικά που δεν έχουν εκραγεί. Μπορούν όμως να δράσουν και για κακό, όπως π.χ. για να ανατινάξουν ξένες πετρελαιοπηγές, να προκαλέσουν βλάβη σε βαλβίδες υποθαλάσσιων σταθμών παραγωγής ενέργειας, να καταστρέψουν κλειδαριές σε κρίσιμες διώρυγες.
Το κέντρο του Πάναμα Σίτι, που διαθέτει τη δεύτερη μεγαλύτερη πισίνα σε κλειστό χώρο στην Αμερική, ήταν επομένως το ιδανικό μέρος για να στρατολογήσει τους καλύτερους και πιο λιγομίλητους αποφοίτους της σχολής καταδύσεων, που έκαναν με επιτυχία το περασμένο καλοκαίρι αυτό που διατάχθηκαν να κάνουν 79.2 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της Βαλτικής Θάλασσας.
Τον περασμένο Ιούνιο, οι δύτες του Πολεμικού Ναυτικού, που επιχειρούσαν υπό την πρόσχημα της ΝΑΤΟϊκής άσκησης στα μέσα του καλοκαιριού, που είναι γνωστή με την ονομασία BALTOPS 22, τοποθέτησαν τα εκρηκτικά που πυροδοτήθηκαν εξ αποστάσεως και, τρεις μήνες αργότερα, κατέστρεψαν τρεις από τους τέσσερις αγωγούς Nord Stream, σύμφωνα με πηγή που έχει από πρώτο χέρι γνώση του επιχειρησιακού σχεδιασμού.
Δύο από τους αγωγούς, οι οποίοι είναι γνωστοί ως Nord Stream 1, παρείχαν στη Γερμανία και σε μεγάλο μέρος της Δυτικής Ευρώπης φθηνό ρωσικό φυσικό αέριο για περισσότερο από μια δεκαετία. Ένα δεύτερο ζεύγος αγωγών, με την ονομασία Nord Stream 2, είχε κατασκευαστεί αλλά δεν ήταν ακόμη σε λειτουργία. Τώρα, με τα ρωσικά στρατεύματα να συγκεντρώνονται στα ουκρανικά σύνορα και τον πιο αιματηρό πόλεμο στην Ευρώπη από το 1945 να πλησιάζει, ο πρόεδρος Τζόζεφ Μπάιντεν είδε τους αγωγούς ως όχημα για τον Βλαντίμιρ Πούτιν να χρησιμοποιήσει το φυσικό αέριο ως όπλο για τις πολιτικές και εδαφικές του φιλοδοξίες.
Όταν η Αντριέν Γουάτσον, εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, κλήθηκε να σχολιάσει τις πληροφορίες αυτές δήλωσε σε ηλεκτρονικό μήνυμα: «Αυτό είναι ψευδές και εντελώς φανταστικό».
Η Τάμι Θορπ, εκπρόσωπος της CIA, έγραψε επίσης το ίδιο: «Αυτός ο ισχυρισμός είναι εντελώς και απολύτως ψευδής».
Η απόφαση του Μπάιντεν να σαμποτάρει τους αγωγούς ήρθε μετά από περισσότερους από εννέα μήνες άκρως απόρρητων συζητήσεων μεταξύ μελών των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών για το πώς θα επιτευχθεί καλύτερα αυτός ο στόχος. Τον περισσότερο καιρό, οι συζητήσεις δεν αναλώθηκαν στο αν θα γίνει η αποστολή, αλλά πώς θα γίνει χωρίς να φανεί ποιος ήταν υπεύθυνος.
Υπήρχε ένας ζωτικός γραφειοκρατικός λόγος για να βασιστεί κανείς στους αποφοίτους αυτής της απαιτητικής σχολής καταδύσεων του Πάναμα Σίτι. Οι δύτες αυτοί ήταν μόνο μέλη του Πολεμικού Ναυτικού και όχι μέλη της Διοίκησης Ειδικών Επιχειρήσεων των ΗΠΑ, οι μυστικές επιχειρήσεις της οποίας πρέπει να αναφέρονται στο Κογκρέσο και να ενημερώνονται εκ των προτέρων τα ηγετικά στελέχη της Γερουσίας και της Βουλής των Αντιπροσώπων, όπως είναι τα μέλη της λεγόμενης «Ομάδας των Οκτώ». Κοντολογίς, η κυβέρνηση Μπάιντεν έκανε τα πάντα για να αποφύγει τις διαρροές, καθώς ο σχεδιασμός γινόταν στα τέλη του 2021 και τους πρώτους μήνες του 2022.
Η απευθείας διαδρομή, που παρέκαμψε κάθε ανάγκη διέλευσης από την Ουκρανία, ήταν ευλογία για τη γερμανική οικονομία, η οποία απολάμβανε άφθονο και φθηνό ρωσικό φυσικό αέριο – αρκετό για να λειτουργήσουν τα εργοστάσιά της και να θερμάνουν τα σπίτια της, ενώ επέτρεπε στους Γερμανούς διανομείς να πωλούν το πλεόνασμα αερίου, με κέρδος, σε όλη τη Δυτική Ευρώπη. Η δράση που θα μπορούσε να αποδοθεί στην κυβέρνηση θα παραβίαζε τις υποσχέσεις των ΗΠΑ για ελαχιστοποίηση της άμεσης σύγκρουσης με τη Ρωσία. Η μυστικότητα ήταν απαραίτητη.
Από τις πρώτες κιόλας μέρες του, ο Nord Stream 1 θεωρήθηκε από την Ουάσινγκτον και τους αντιρωσικούς εταίρους της στο ΝΑΤΟ ως απειλή για τη δυτική κυριαρχία. Η εταιρεία χαρτοφυλακίου που βρίσκεται πίσω από αυτό, η Nord Stream AG, ιδρύθηκε στην Ελβετία το 2005 σε συνεργασία με την Gazprom, μια δημόσια εισηγμένη ρωσική εταιρεία που παράγει τεράστια κέρδη για τους μετόχους της και στην οποία κυριαρχούν ολιγάρχες που είναι γνωστό ότι βρίσκονται υπό τον έλεγχο του Πούτιν. Η Gazprom ήλεγχε το 51% της εταιρείας, ενώ τέσσερις ευρωπαϊκές ενεργειακές εταιρείες -μία στη Γαλλία, μία στην Ολλανδία και δύο στη Γερμανία- μοιράζονταν το υπόλοιπο 49% των μετοχών και είχαν το δικαίωμα να ελέγχουν τις μεταγενέστερες πωλήσεις του φθηνού φυσικού αερίου σε τοπικούς διανομείς στη Γερμανία και τη Δυτική Ευρώπη. Τα κέρδη της Gazprom μοιράζονταν με τη ρωσική κυβέρνηση, και τα κρατικά έσοδα από το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο υπολογίζονταν σε ορισμένα έτη ότι ανέρχονταν στο 45% του ετήσιου προϋπολογισμού της Ρωσίας.
Οι πολιτικοί φόβοι της Αμερικής ήταν υπαρκτοί: Ο Πούτιν θα είχε τώρα μια πρόσθετη και πολύ αναγκαία σημαντική πηγή εσόδων, και η Γερμανία και η υπόλοιπη Δυτική Ευρώπη θα εθίζονταν στο χαμηλού κόστους φυσικό αέριο που θα προμηθεύονταν από τη Ρωσία -μειώνοντας παράλληλα την ευρωπαϊκή εξάρτηση από την Αμερική. Στην πραγματικότητα, αυτό ακριβώς συνέβη. Πολλοί Γερμανοί είδαν τον Nord Stream 1 ως μέρος της απελευθέρωσης της περίφημης θεωρίας Ostpolitik του πρώην καγκελάριου Βίλι Μπραντ, η οποία θα επέτρεπε στη μεταπολεμική Γερμανία να αποκαταστήσει τον εαυτό της και άλλα ευρωπαϊκά έθνη που καταστράφηκαν στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μεταξύ άλλων πρωτοβουλιών, χρησιμοποιώντας το φθηνό ρωσικό φυσικό αέριο για να τροφοδοτήσει μια ευημερούσα δυτικοευρωπαϊκή αγορά και εμπορική οικονομία.
Ο Nord Stream 1 ήταν αρκετά επικίνδυνος, κατά την άποψη του ΝΑΤΟ και της Ουάσινγκτον, αλλά ο Nord Stream 2, η κατασκευή του οποίου ολοκληρώθηκε τον Σεπτέμβριο του 2021, θα διπλασίαζε, εάν εγκρινόταν από τις γερμανικές ρυθμιστικές αρχές, την ποσότητα φθηνού φυσικού αερίου που θα ήταν διαθέσιμη στη Γερμανία και τη Δυτική Ευρώπη. Ο δεύτερος αγωγός θα παρείχε επίσης αρκετό φυσικό αέριο για περισσότερο από το 50 τοις εκατό της ετήσιας κατανάλωσης της Γερμανίας. Οι εντάσεις κλιμακώνονταν συνεχώς μεταξύ της Ρωσίας και του ΝΑΤΟ, υποστηριζόμενες από την επιθετική εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης Μπάιντεν.
Η αντίθεση στον Nord Stream 2 φούντωσε τις παραμονές της ορκωμοσίας του Μπάιντεν τον Ιανουάριο του 2021, όταν οι Ρεπουμπλικάνοι της Γερουσίας, με επικεφαλής τον Τεντ Κρουζ από το Τέξας, έθεσαν επανειλημμένα την πολιτική απειλή του φθηνού ρωσικού φυσικού αερίου κατά τη διάρκεια της ακρόασης για την επικύρωση διορισμού του Μπλίνκεν ως υπουργού Εξωτερικών. Μέχρι τότε μια ενωμένη Γερουσία είχε περάσει με επιτυχία έναν νόμο που, όπως είπε ο Κρουζ στον Μπλίνκεν, «σταμάτησε [τον αγωγό] στην πορεία του». Θα υπήρχε τεράστια πολιτική και οικονομική πίεση από τη γερμανική κυβέρνηση, με επικεφαλής τότε την Άνγκελα Μέρκελ, για να τεθεί σε λειτουργία ο δεύτερος αγωγός.
Θα μπορούσε ο Μπάιντεν να σταθεί απέναντι στους Γερμανούς; Ο Μπλίνκεν είπε ναι, αλλά πρόσθεσε ότι δεν είχε συζητήσει τις λεπτομέρειες των απόψεων του επερχόμενου προέδρου. «Γνωρίζω την ισχυρή πεποίθησή του ότι πρόκειται για κακή ιδέα, ο Nord Stream» είπε. «Γνωρίζω ότι θα ήθελε να χρησιμοποιήσουμε κάθε πειστικό εργαλείο που διαθέτουμε για να πείσουμε τους φίλους και τους εταίρους μας, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας, να μην προχωρήσουν σε αυτό».
Λίγους μήνες αργότερα, καθώς η κατασκευή του δεύτερου αγωγού πλησίαζε στην ολοκλήρωσή της, ο Μπάιντεν ανοιγόκλεισε τα μάτια. Εκείνο τον Μάιο, σε μια εκπληκτική στροφή, η κυβέρνηση παραιτήθηκε από τις κυρώσεις κατά της Nord Stream AG, με έναν αξιωματούχο του Στέιτ Ντιπάρτμεντ να παραδέχεται ότι η προσπάθεια να σταματήσει ο αγωγός μέσω κυρώσεων και διπλωματίας ήταν «πάντα ένας δύσκολα επιτεύξιμος στόχος». Στο παρασκήνιο, κυβερνητικοί αξιωματούχοι φέρονται να προέτρεψαν τον Ουκρανό πρόεδρο, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ο οποίος μέχρι τότε αντιμετώπιζε την απειλή ρωσικής εισβολής, να μην επικρίνει την κίνηση.
Υπήρξαν άμεσες συνέπειες. Οι Ρεπουμπλικάνοι της Γερουσίας, με επικεφαλής τον Κρουζ, ανακοίνωσαν άμεσο αποκλεισμό όλων των υποψηφίων του Μπάιντεν για την εξωτερική πολιτική και καθυστέρησαν την ψήφιση του ετήσιου αμυντικού νομοσχεδίου για μήνες, βαθιά μέσα στο φθινόπωρο. Το Politico περιέγραψε αργότερα τη στροφή του Μπάιντεν στο θέμα του δεύτερου ρωσικού αγωγού ως «τη μοναδική απόφαση, αναμφισβήτητα περισσότερο από τη χαοτική στρατιωτική απόσυρση από το Αφγανιστάν, που έθεσε σε κίνδυνο την ατζέντα του Μπάιντεν».
Η κυβέρνηση παραπαίει, παρά το γεγονός ότι πήρε μια ανάσα για την κρίση στα μέσα Νοεμβρίου, όταν οι ρυθμιστικές αρχές ενέργειας της Γερμανίας ανέστειλαν την έγκριση τουδεύτερου αγωγού Nord Stream. Οι τιμές του φυσικού αερίου εκτινάχθηκαν κατά 8% μέσα σε λίγες ημέρες, εν μέσω αυξανόμενων φόβων στη Γερμανία και την Ευρώπη ότι η αναστολή του αγωγού και η αυξανόμενη πιθανότητα ενός πολέμου μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας θα οδηγούσαν σε έναν πολύ ανεπιθύμητο κρύο χειμώνα. Στην Ουάσιγκτον δεν ήταν σαφές πού ακριβώς βρισκόταν ο Όλαφ Σολτς, ο νεοδιορισθείς καγκελάριος της Γερμανίας. Μήνες νωρίτερα, μετά την πτώση του Αφγανιστάν, ο Σολτς είχε υποστηρίξει δημοσίως την έκκληση του Γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν για μια πιο αυτόνομη ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική σε ομιλία του στην Πράγα – υποδηλώνοντας σαφώς λιγότερη εξάρτηση από την Ουάσιγκτον και τις αλλοπρόσαλλες ενέργειές της.
Καθόλη τη διάρκεια όλων αυτών, τα ρωσικά στρατεύματα είχαν σταθερά και απειλητικά συγκεντρωθεί στα σύνορα της Ουκρανίας και μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου περισσότεροι από 100.000 στρατιώτες ήταν σε θέση να χτυπήσουν από τη Λευκορωσία και την Κριμαία. Ο συναγερμός αυξανόταν στην Ουάσιγκτον, συμπεριλαμβανομένης μιας εκτίμησης του Μπλίνκεν ότι ο αριθμός αυτών των στρατευμάτων θα μπορούσε «να διπλασιαστεί σε σύντομο χρονικό διάστημα».
Η προσοχή της κυβέρνησης επικεντρώθηκε και πάλι στον Nord Stream. Όσο η Ευρώπη παρέμενε εξαρτημένη από τους αγωγούς για φθηνό φυσικό αέριο, η Ουάσινγκτον φοβόταν ότι χώρες όπως η Γερμανία θα δίσταζαν να προμηθεύσουν την Ουκρανία με τα χρήματα και τα όπλα που χρειαζόταν για να νικήσει τη Ρωσία.
Σε αυτή την ταραγμένη στιγμή ο Μπάιντεν εξουσιοδότησε τον Τζέικ Σάλιβαν να συγκεντρώσει μια διυπηρεσιακή ομάδα για να καταλήξει σε ένα σχέδιο.
Όλες οι επιλογές έπρεπε να τεθούν στο τραπέζι. Αλλά μόνο μία θα προχωρούσε.
ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ
Τον Δεκέμβριο του 2021, δύο μήνες προτού τα πρώτα ρωσικά τανκς εισέλθουν στην Ουκρανία, ο Τζέικ Σάλιβαν συγκάλεσε συνάντηση της νεοσυσταθείσας ομάδας εργασίας (ανδρών και γυναικών) από το Γενικό Επιτελείο Στρατού, τη CIA και τα υπουργεία Εξωτερικών και Οικονομικών και ζήτησε συστάσεις για το πώς να απαντήσει στην επικείμενη εισβολή του Πούτιν.
Θα ήταν η πρώτη από μια σειρά άκρως απόρρητων συναντήσεων, σε ένα ασφαλές δωμάτιο σε έναν από τους τελευταίους ορόφους του του κυβερνητικού κτιρίου που είναι δίπλα στον Λευκό Οίκο, όπου στεγαζόταν επίσης ο Συμβουλευτικός Φορέας για τις Ξένες Μυστικές Υπηρεσίες του Προέδρου (γνωστός ως PFIAB). Έγινε επίσης συζήτηση με τις γνωστές παλινδρομήσεις που κατέληξε τελικά στην ακόλουθη κρίσιμη ερώτηση: Θα ήταν αναστρέψιμη η πρόταση που προώθησε η ομάδα στον Πρόεδρο, όπως μία ακόμη δέσμη κυρώσεων και νομισματικών περιορισμών, ή μη αναστρέψιμη, όπως κάποιες «απτές ενέργειες» επί του πεδίου που δεν θα μπορούσαν να ανακληθούν;
Αυτό που κατέστη σαφές στους συμμετέχοντες, σύμφωνα με την πηγή που έχει άμεση γνώση της διαδικασίας, είναι ότι ο Σάλιβαν σκόπευε η ομάδα να καταλήξει σε ένα σχέδιο για την καταστροφή των δύο αγωγών NordStream – και ότι εκτελούσε τις επιθυμίες του Προέδρου.
ΟΙ ΠΑΙΚΤΕΣ: Από αριστερά προς τα δεξιά: Βικτόρια Νούλαντ, Άντονι Μπλίνκεν, Τζέικ Σάλιβαν
Κατά τη διάρκεια των επόμενων συναντήσεων, οι συμμετέχοντες συζήτησαν τις επιλογές για μια επίθεση. Το Πολεμικό Ναυτικό πρότεινε τη χρήση ενός νέου υποβρυχίου για να επιτεθεί απευθείας στον αγωγό. Η Πολεμική Αεροπορία πρότεινε τη ρίψη βομβών με βραδυφλεγή φυτίλια που θα μπορούσαν να πυροδοτηθούν εξ αποστάσεως. Η CIA υποστήριξε ότι ό,τι κι αν γινόταν, θα έπρεπε να είναι μυστικό. Όλοι οι εμπλεκόμενοι κατανοούσαν το διακύβευμα. «Δεν πρόκειται για παιχνίδια» είπε η πηγή. Αν η επίθεση μπορούσε να εντοπιστεί και να καταλάβουν κάποιοι πως εξαπολύθηκε από τις ΗΠΑ «αυτό θα ήταν πράξη πολέμου».
Εκείνη την εποχή, η CIA διοικούνταν από τον Γουίλιαμ Μπερνς, έναν ήπιων τόνων πρώην πρέσβη στη Ρωσία, ο οποίος είχε διατελέσει αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση Ομπάμα. Ο Μπερνς εξουσιοδότησε γρήγορα μια ομάδα εργασίας της Υπηρεσίας, στα adhoc μέλη της οποίας περιλαμβανόταν -κατά τύχη- κάποιος που γνώριζε τις δυνατότητες των δυτών βαθιάς κατάδυσης του Πολεμικού Ναυτικού στο Πάναμα Σίτι. Τις επόμενες εβδομάδες, τα μέλη της ομάδας εργασίας της CIA άρχισαν να καταστρώνουν ένα σχέδιο για μια μυστική επιχείρηση που θα χρησιμοποιούσε δύτες βαθιάς κατάδυσης για να προκαλέσει έκρηξη κατά μήκος του αγωγού.
Κάτι τέτοιο είχε ξαναγίνει στο παρελθόν. Το 1971, οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών έμαθαν από πηγές που δεν είχαν ακόμη αποκαλυφθεί ότι δύο σημαντικές μονάδες του ρωσικού ναυτικού επικοινωνούσαν μέσω ενός υποθαλάσσιου καλωδίου που ήταν θαμμένο στο βυθό της Θάλασσας του Οχότσκ, στις ακτές της Άπω Ανατολής της Ρωσίας. Το καλώδιο συνέδεε μια περιφερειακή διοίκηση του Πολεμικού Ναυτικού με το αρχηγείο της ηπειρωτικής χώρας στο Βλαδιβοστόκ.
Μια επιλεγμένη ομάδα από πράκτορες της CIA και της NSA συγκεντρώθηκε μυστικά κάπου στην περιοχή της Ουάσιγκτον, και επεξεργάστηκε ένα σχέδιο, χρησιμοποιώντας δύτες του Πολεμικού Ναυτικού, ειδικά υποβρύχια και ένα υποβρύχιο όχημα διάσωσης μεγάλου βάθους, που οποίο πέτυχε, μετά από πολλές δοκιμές και λάθη, τον εντοπισμό του ρωσικού καλωδίου. Οι δύτες τοποθέτησαν στο καλώδιο μια εξελιγμένη συσκευή ακρόασης που υπέκλεψε με επιτυχία τη ρωσική κίνηση και την κατέγραψε σε ένα σύστημα μαγνητοφώνησης.
Η NSA έμαθε ότι ανώτεροι αξιωματικοί του ρωσικού ναυτικού, πεπεισμένοι για την ασφάλεια της επικοινωνιακής τους σύνδεσης, συνομιλούσαν με τους ομολόγους τους χωρίς κρυπτογράφηση. Η συσκευή καταγραφής και η κασέτα της έπρεπε να αντικαθίστανται κάθε μήνα και το έργο κυλούσε χαρούμενα για μια δεκαετία, ώσπου διακυβεύτηκε από έναν σαραντατετράχρονο πολιτικό τεχνικό της NSA ονόματι Ρόναλντ Πέλτον, ο οποίος μιλούσε άπταιστα ρωσικά. Ο Πέλτον προδόθηκε από έναν Ρώσο αποστάτη το 1985 και καταδικάστηκε σε φυλάκιση. Πληρώθηκε μόλις 5.000 δολάρια από τους Ρώσους για τις αποκαλύψεις του σχετικά με την επιχείρηση, μαζί με 35.000 δολάρια για άλλα ρωσικά επιχειρησιακά δεδομένα που παρείχε και τα οποία δεν δόθηκαν ποτέ στη δημοσιότητα.
Αυτή η υποβρύχια επιτυχία, με την κωδική ονομασία IvyBells, ήταν καινοτόμος και ριψοκίνδυνη και παρήγαγε ανεκτίμητες πληροφορίες σχετικά με τις προθέσεις και τον σχεδιασμό του ρωσικού ναυτικού.
Παρόλα αυτά, η διυπηρεσιακή ομάδα ήταν αρχικά επιφυλακτική απέναντι στον ενθουσιασμό της CIA για μια μυστική επίθεση σε βαθιά θάλασσα. Υπήρχαν πάρα πολλά αναπάντητα ερωτήματα. Στα νερά της Βαλτικής Θάλασσας έκαναν περιπολίες κυρίως δυνάμεις του ρωσικού πολεμικού ναυτικού και δεν υπήρχαν πετρελαιοπηγές που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως κάλυψη για μια καταδυτική επιχείρηση. Θα έπρεπε επομένως οι δύτες να πάνε στην Εσθονία, ακριβώς απέναντι από τις αποβάθρες φόρτωσης φυσικού αερίου της Ρωσίας, για να εκπαιδευτούν για την αποστολή «Ειδάλλως θα κατέληγε σε φιάσκο» είπαν στην CIA.
Κατά τη διάρκεια της “ραδιουργίας”, είπε η πηγή, «κάποιοι που δούλευαν στη CIA και στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ έλεγαν: «Μην το κάνετε αυτό. Είναι ηλίθιο και θα εξελιχθεί σε πολιτικό εφιάλτη αν αποκαλυφθεί».
Παρόλα αυτά, στις αρχές του 2022, η ομάδα εργασίας της CIA υπέβαλε έκθεση στη διυπηρεσιακή ομάδα του Sullivan υποστηρίζοντας: «Έχουμε τρόπο να ανατινάξουμε τους αγωγούς».
Αυτό που ακολούθησε ήταν εκπληκτικό. Στις 7 Φεβρουαρίου, λιγότερο από τρεις εβδομάδες πριν από τη φαινομενικά αναπόφευκτη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ο Μπάιντεν συναντήθηκε στο γραφείο του στον Λευκό Οίκο με τον Γερμανό καγκελάριο Όλαφ Σολτς, ο οποίος, μετά από κάποιες ταλαντεύσεις, μπήκε σταθερά στην αμερικανική ομάδα. Στην συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε, ο Μπάιντεν δήλωσε προκλητικά: «Αν η Ρωσία εισβάλει … δεν θα υπάρξει πλέον NordStream 2. Θα βάλουμε ένα τέλος σε αυτό».
Είκοσι ημέρες νωρίτερα, η υφυπουργός Εξωτερικών Νούλαντ είχε μεταφέρει ουσιαστικά το ίδιο μήνυμα σε ενημέρωση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, που έτυχε περιορισμένης κάλυψης από τον Τύπο. «Θέλω να είμαι πολύ σαφής μαζί σας σήμερα» είπε απαντώντας σε ερώτηση. «Εάν η Ρωσία εισβάλει στην Ουκρανία, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο ο Nord Stream 2 δεν θα προχωρήσει».
Αρκετοί από εκείνους που συμμετείχαν στον σχεδιασμό της αποστολής του αγωγού ήταν θορυβημένοι από αυτό που θεώρησαν ως έμμεσες αναφορές στην επίθεση.
«Ήταν σαν να βάζουμε μια ατομική βόμβα στο έδαφος του Τόκιο και να λέμε στους Ιάπωνες ότι θα την πυροδοτήσουμε» δήλωσε η πηγή. «Το σχέδιο προέβλεπε ότι οι επιλογές θα εκτελούνταν μετά την εισβολή και δεν θα διαφημίζονταν δημοσίως. Ο Μπάιντεν απλά δεν το κατάλαβε ή το αγνόησε».
Η αδιακρισία του Μπάιντεν και της Νούλαντ, αν μπορεί να την χαρακτηρίσει κάποιος έτσι, μπορεί να απογοήτευσε κάποιους από τους σχεδιαστές της επιχείρησης. Αλλά δημιούργησε επίσης μια ευκαιρία. Σύμφωνα με την πηγή, ορισμένοι από τους ανώτερους αξιωματούχους της CIA αποφάσισαν ότι η ανατίναξη του αγωγού «δεν μπορούσε πλέον να θεωρηθεί ως μυστική επιλογή, επειδή ο Πρόεδρος μόλις ανακοίνωσε ότι ξέραμε πώς να το κάνουμε».
Το σχέδιο για την ανατίναξη των Nord Stream 1 και 2 υποβαθμίστηκε ξαφνικά από μια μυστική επιχείρηση που απαιτούσε την ενημέρωση του Κογκρέσου σε μια επιχείρηση που θεωρήθηκε ως άκρως απόρρητη επιχείρηση πληροφοριών με στρατιωτική υποστήριξη από τις ΗΠΑ. Σύμφωνα με το νόμο, εξήγησε η πηγή, «δεν υπήρχε πλέον νομική απαίτηση να αναφερθεί η επιχείρηση στο Κογκρέσο. Το μόνο που έπρεπε πλέον να κάνουν ήταν απλώς να την κάνουν – αλλά εξακολουθούσε να είναι μυστική. Οι Ρώσοι έχουν υπεροχή στην επιτήρηση της Βαλτικής Θάλασσας».
Τα μέλη της ομάδας εργασίας της CIA δεν είχαν άμεση επαφή με τον Λευκό Οίκο και ανυπομονούσαν να μάθουν αν ο Πρόεδρος εννοούσε αυτό που είχε πει -δηλαδή αν είχε δοθεί πράσινο φως για την αποστολή. Η πηγή θυμήθηκε πως «ο Μπιλ Μπερνς επέστρεψε και είπε: «Κάντε το».
Το νορβηγικό ναυτικό βρήκε γρήγορα το κατάλληλο σημείο, στα ρηχά νερά λίγα μίλια έξω από το νησί Bornholm της Δανίας
Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ
Η Νορβηγία ήταν το τέλειο μέρος για τη βάση της αποστολής.
Τα τελευταία χρόνια της κρίσης μεταξύ Ανατολής-Δύσης, ο αμερικανικός στρατός έχει επεκτείνει σημαντικά την παρουσία του στο εσωτερικό της Νορβηγίας, τα δυτικά σύνορα της οποίας διατρέχουν 1.400 μίλια κατά μήκος του βόρειου Ατλαντικού Ωκεανού και ενώνονται πάνω από τον Αρκτικό Κύκλο με τη Ρωσία. Το Πεντάγωνο δημιούργησε υψηλόμισθες θέσεις εργασίας και συμβόλαια, εν μέσω κάποιων τοπικών αντιπαραθέσεων, επενδύοντας
εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια για την αναβάθμιση και την επέκταση των εγκαταστάσεων του αμερικανικού ναυτικού και της πολεμικής αεροπορίας στη Νορβηγία.
Τα νέα έργα περιλάμβαναν, το σημαντικότερο, ένα προηγμένο ραντάρ συνθετικού ανοίγματος πολύ ψηλά στον βορρά, το οποίο ήταν ικανό να διεισδύσει βαθιά στη Ρωσία και τέθηκε σε λειτουργία ακριβώς όταν η αμερικανική κοινότητα πληροφοριών έχασε την πρόσβαση σε μια σειρά από τοποθεσίες ακρόασης μεγάλης εμβέλειας μέσα στην Κίνα.
Μια πρόσφατα ανακαινισμένη αμερικανική βάση υποβρυχίων, η οποία βρισκόταν υπό κατασκευή εδώ και χρόνια, είχε τεθεί σε λειτουργία και περισσότερα αμερικανικά υποβρύχια ήταν πλέον σε θέση να συνεργάζονται στενά με τους Νορβηγούς συναδέλφους τους για να παρακολουθούν και να κατασκοπεύουν ένα σημαντικό ρωσικό πυρηνικό οχυρό 402 χιλιόμετρα ανατολικότερα, στη χερσόνησο Κόλα. Η Αμερική έχει επίσης επεκτείνει σε μεγάλο βαθμό μια νορβηγική αεροπορική βάση στο βορρά και παρέδωσε στη νορβηγική πολεμική αεροπορία έναν στόλο αεροσκαφών περιπολίας τύπου P8 Poseidon, κατασκευασμένων από την Boeing, για να ενισχύσει την κατασκοπεία μεγάλων αποστάσεων για όλα τα πράγματα που αφορούν τη Ρωσία.
Σε αντάλλαγμα, η νορβηγική κυβέρνηση εξόργισε τους φιλελεύθερους και ορισμένους μετριοπαθείς στο κοινοβούλιο της τον περασμένο Νοέμβριο, ψηφίζοντας τη «Συμπληρωματική Συμφωνία Αμυντικής Συνεργασίας» (SDCA). Σύμφωνα με τη νέα συμφωνία, το αμερικανικό νομικό σύστημα θα έχει δικαιοδοσία σε ορισμένες «συμφωνημένες περιοχές» του Βορρά για τους Αμερικανούς στρατιώτες που κατηγορούνται για εγκλήματα εκτός βάσης, καθώς και για εκείνους τους Νορβηγούς πολίτες που κατηγορούνται ή είναι ύποπτοι ότι παρεμβαίνουν στις εργασίες της βάσης.
Η Νορβηγία ήταν από τις πρώτες χώρες που υπέγραψε τη Συνθήκη του ΝΑΤΟ το 1949, στις αρχές του Ψυχρού Πολέμου. Σήμερα, ανώτατος διοικητής του ΝΑΤΟ είναι ο Γενς Στόλτενμπεργκ, ένας αφοσιωμένος αντικομμουνιστής, ο οποίος διετέλεσε πρωθυπουργός της Νορβηγίας για οκτώ χρόνια πριν μετακινηθεί στο υψηλό αξίωμα του ΝΑΤΟ, με αμερικανική υποστήριξη, το 2014. Ήταν ένας σκληροπυρηνικός για όλα τα πράγματα που αφορούν τον Πούτιν και τη Ρωσία, ο οποίος είχε συνεργαστεί με τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες από τον πόλεμο του Βιετνάμ. Έκτοτε τον εμπιστεύονται απόλυτα. «Είναι σαν το γάντι που ταιριάζει στο αμερικανικό χέρι» δήλωσε η πηγή.
Πίσω στην Ουάσιγκτον, οι σχεδιαστές ήξεραν ότι έπρεπε να πάνε στη Νορβηγία. «Μισούσαν τους Ρώσους, και το νορβηγικό ναυτικό ήταν γεμάτο από εξαιρετικούς ναύτες και δύτες που είχαν εμπειρία γενεών στην εξαιρετικά κερδοφόρα εξερεύνηση πετρελαίου και φυσικού αερίου σε μεγάλα βάθη της θάλασσας» είπε η πηγή. Θα μπορούσαν επίσης να τους εμπιστευτούν ότι θα κρατούσαν μυστική την αποστολή. (Οι Νορβηγοί μπορεί να είχαν και άλλα συμφέροντα. Η καταστροφή του Nord Stream -αν οι Αμερικανοί μπορούσαν να το καταφέρουν- θα επέτρεπε στη Νορβηγία να πουλήσει πολύ περισσότερο από το δικό της φυσικό αέριο στην Ευρώπη).
Κάποια στιγμή τον Μάρτιο, μερικά μέλη της ομάδας πέταξαν στη Νορβηγία για να συναντηθούν με τις νορβηγικές μυστικές υπηρεσίες και το Πολεμικό Ναυτικό. Ένα από τα βασικά ερωτήματα ήταν πού ακριβώς στη Βαλτική Θάλασσα ήταν το καλύτερο μέρος για να τοποθετηθούν τα εκρηκτικά. Οι Nord Stream 1 και 2, ο καθένας με δύο σειρές αγωγών, διαχωρίζονταν σε μεγάλο μέρος της διαδρομής τους από λίγο περισσότερο από ένα μίλι, καθώς έκαναν την πορεία τους προς το λιμάνι του Γκρέιφσβαλντ στο βορειοανατολικότερο άκρο της Γερμανίας.
Το νορβηγικό ναυτικό βρήκε γρήγορα το κατάλληλο σημείο, στα ρηχά νερά της Βαλτικής Θάλασσας, λίγα μίλια έξω από το νησί Bornholm της Δανίας. Οι αγωγοί διέρχονταν σε απόσταση μεγαλύτερη από ένα μίλι μεταξύ τους κατά μήκος ενός πυθμένα που είχε βάθος μόλις 79 μέτρα. Αυτό θα βρισκόταν εντός της εμβέλειας των δυτών, οι οποίοι, επιχειρώντας από ένα νορβηγικό ναρκαλιευτικό σκάφος κλάσης Alta, θα καταδύονταν με ένα μείγμα οξυγόνου, αζώτου και ήλιου να ρέει από τις δεξαμενές τους και θα τοποθετούσαν βόμβες με εκρηκτικά C4 στους τέσσερις αγωγούς με τσιμεντένια προστατευτικά καλύμματα. Θα ήταν μια κουραστική, χρονοβόρα και επικίνδυνη εργασία, αλλά τα νερά ανοιχτά του Bornholm είχαν ένα ακόμη πλεονέκτημα: δεν υπήρχαν μεγάλα παλιρροϊκά ρεύματα, τα οποία θα έκαναν το έργο της κατάδυσης πολύ πιο δύσκολο.
Μετά από μία μικρή έρευνα, οι Αμερικανοί συμφώνησαν.
Σε αυτό το σημείο, η σκοτεινή ομάδα βαθιάς κατάδυσης του Πολεμικού Ναυτικού στο Πάναμα Σϊιτ μπήκε και πάλι στο «παιχνίδι». Οι σχολές βαθιάς κατάδυσης του PanamaCity, οι εκπαιδευόμενοι των οποίων συμμετείχαν στην ψυχροπολεμική επιχείρηση κατά της ΕΣΣΔ «Ivy Bells», θεωρούνται ανεπιθύμητοι από τους επίλεκτους αποφοίτους της Ναυτικής Ακαδημίας στην Ανάπολη, οι οποίοι συνήθως παίρνουν τη δόξα αναλαμβάνοντας επιχειρήσεις ως κομάντο Seal, ως πιλότοι μαχητικών αεροσκαφών ή υποβρυχίων. Αν κάποιος πρέπει να γίνει «μαύρο πρόβατο» (δηλαδή μέλος της λιγότερο ελκυστικής διοίκησης σκαφών επιφανείας) υπάρχει πάντα η υπηρεσία σε αντιτορπιλικό, καταδρομικό ή αμφίβιο πλοίο. Το λιγότερο ελκυστικό από όλα αυτά είναι ο πόλεμος με νάρκες. Οι δύτες τέτοιων επιχειρήσεων δεν εμφανίζονται ποτέ σε ταινίες του Χόλιγουντ ή στα εξώφυλλα δημοφιλών περιοδικών.
«Οι καλύτεροι δύτες με προσόντα βαθιάς κατάδυσης αποτελούν μια μικρή κλειστή κοινότητα, και μόνο οι καλύτεροι από αυτούς στρατολογούνται για την επιχείρηση. Τους καλούν να είναι έτοιμοι όταν να κληθούν από τη CIA στην Ουάσιγκτον» είπε η πηγή.
Οι Νορβηγοί και οι Αμερικανοί διέθεταν το μέρος και τους πράκτορες, αλλά τους ανησυχούσε κάτι άλλο: οποιαδήποτε ασυνήθιστη υποβρύχια δραστηριότητα στα νερά ανοικτά της νήσου Bornholm θα μπορούσε να τραβήξει την προσοχή του σουηδικού ή του δανέζικου ναυτικού, που θα μπορούσαν να την αναφέρουν.
Η Δανία ήταν επίσης μία από τις πρώτες χώρες που εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ και ήταν γνωστή στην κοινότητα των μυστικών υπηρεσιών για τις ιδιαίτερες σχέσεις με το Ηνωμένο Βασίλειο. Η Σουηδία είχε υποβάλει αίτηση για ένταξη στο ΝΑΤΟ και είχε αποδείξει τη μεγάλη ικανότητά της στη διαχείριση των υποβρύχιων ηχητικών και μαγνητικών συστημάτων αισθητήρων της, τα οποία εντόπιζαν με επιτυχία τα ρωσικά υποβρύχια που κατά καιρούς εμφανίζονταν σε απομακρυσμένα ύδατα του σουηδικού αρχιπελάγους και αναγκάζονταν να βγουν στην επιφάνεια.
Οι Νορβηγοί ενώθηκαν με τους Αμερικανούς επιμένοντας ότι κάποιοι ανώτεροι αξιωματούχοι στη Δανία και τη Σουηδία έπρεπε να ενημερωθούν σε γενικές γραμμές για πιθανή καταδυτική δραστηριότητα στην περιοχή. Με αυτόν τον τρόπο, κάποιος ανώτερος
θα μπορούσε να παρέμβει και να κρατήσει μια αναφορά μακριά από την αλυσίδα διοίκησης, απομονώνοντας έτσι την επιχείρηση του αγωγού. «Αυτό που τους είπαν και αυτό που γνώριζαν ήταν σκόπιμα διαφορετικό» μου είπε η πηγή. (Η νορβηγική πρεσβεία, στην οποία ζητήθηκε να σχολιάσει αυτή την ιστορία, δεν απάντησε).
Οι Νορβηγοί ήταν το κλειδί για την επίλυση άλλων εμποδίων. Το ρωσικό ναυτικό ήταν γνωστό ότι διέθετε τεχνολογία επιτήρησης ικανή να εντοπίζει και να ενεργοποιεί υποβρύχιες νάρκες. Οι αμερικανικοί εκρηκτικοί μηχανισμοί έπρεπε να καμουφλαριστούν με τρόπο που θα τους έκανε να φαίνονται στο ρωσικό σύστημα ως μέρος του φυσικού υποβάθρου -κάτι που απαιτούσε προσαρμογή στη συγκεκριμένη πυκνότητα αλατιού στα ύδατα της περιοχής. Οι Νορβηγοί είχαν μια λύση.
Οι Νορβηγοί είχαν επίσης μια λύση στο κρίσιμο ζήτημα του πότε θα έπρεπε να πραγματοποιηθεί η επιχείρηση. Κάθε Ιούνιο, τα τελευταία 21 χρόνια, ο αμερικανικός έκτος στόλος, η ναυαρχίδα του οποίου εδρεύει στη Γκαέτα της Ιταλίας, νότια της Ρώμης, χρηματοδοτεί μια μεγάλη άσκηση του ΝΑΤΟ στη Βαλτική Θάλασσα, στην οποία συμμετέχουν δεκάδες συμμαχικά πλοία σε όλη την περιοχή. Η τρέχουσα άσκηση, που θα διεξαχθεί τον Ιούνιο, θα είναι γνωστή ως Baltic Operations 22 ή BALTOPS 22. Οι Νορβηγοί πρότειναν ότι αυτή θα ήταν η ιδανική κάλυψη για να τοποθετηθούν οι νάρκες.
Οι Αμερικανοί προσέφεραν ένα κρίσιμο επιχειρησιακό στοιχείο: έπεισαν τους σχεδιαστές ασκήσεων του έκτου στόλου να προσθέσουν στο πρόγραμμα μια άσκηση έρευνας και ανάπτυξης. Η άσκηση, όπως δημοσιοποιήθηκε από το Ναυτικό, αφορούσε τον Έκτο Στόλο σε συνεργασία με τα «κέντρα έρευνας και πολέμου» του Ναυτικού. Η εκδήλωση στη θάλασσα θα διεξαγόταν στα ανοικτά των ακτών της νήσου Bornholm και θα περιελάμβανε ομάδες δυτών του ΝΑΤΟ που θα τοποθετούσαν νάρκες, με τις ανταγωνιζόμενες ομάδες να χρησιμοποιούν την τελευταία υποβρύχια τεχνολογία για να τις εντοπίσουν και να τις καταστρέψουν.
Ήταν τόσο μια χρήσιμη άσκηση όσο και μια έξυπνη κάλυψη. Τα παιδιά από το Πάναμα Σίτι θα έκαναν τα δικά κόλπα και θα τοποθετούσαν τα εκρηκτικά C4 πριν το τέλος του BALTOPS22, ώσπου θα τα πυροδοτούσαν με ένα χρονοδιακόπτη 48 ωρών. Ως τότε, όλοι οι Αμερικανοί και οι Νορβηγοί θα είχαν εξαφανιστεί πριν καν την πρώτη έκρηξη.
Οι μέρες μετρούσαν αντίστροφα. «Η ώρα περνούσε και πλησιάζαμε στην ολοκλήρωση της αποστολής» είπε η πηγή.
Και μετά..: Η Ουάσιγκτον το ξανασκέφτηκε. Οι βόμβες θα εξακολουθούσαν να τοποθετούνται κατά τη διάρκεια της BALTOPS, αλλά ο Λευκός Οίκος ανησυχούσε ότι ένα παράθυρο δύο ημερών για την έκρηξή τους θα ήταν πολύ κοντά στο τέλος της άσκησης και θα ήταν προφανές ότι η Αμερική είχε εμπλακεί.
Αντ’ αυτού, ο Λευκός Οίκος είχε ένα νέο αίτημα: «Μπορούν τα παιδιά στο πεδίο να βρουν κάποιον τρόπο να ανατινάξουν τους αγωγούς αργότερα με εντολή;»
Ορισμένα μέλη της ομάδας σχεδιασμού εξοργίστηκαν και απογοητεύτηκαν από τη εμφανή αναποφασιστικότητα του Προέδρου. Οι δύτες του Πάναμα Σίτι είχαν επανειλημμένα εξασκηθεί στο να τοποθετούν τα εκρηκτικά C4 στους αγωγούς, όπως θα έκαναν κατά τη διάρκεια του BALTOPS, αλλά τώρα η ομάδα στη Νορβηγία έπρεπε να βρει έναν τρόπο να δώσει στον Μπάιντεν αυτό που ήθελε: τη δυνατότητα να εκδώσει μια επιτυχημένη εντολή εκτέλεσης σε χρόνο της επιλογής του.
Η ανάθεση μιας αυθαίρετης αλλαγής της τελευταίας στιγμής ήταν κάτι που η CIA είχε συνηθίσει να διαχειρίζεται. Αλλά αναζωπύρωσε επίσης τις ανησυχίες που μοιράζονταν ορισμένοι σχετικά με την αναγκαιότητα και τη νομιμότητα της όλης επιχείρησης.
Οι μυστικές εντολές του Προέδρου θύμισαν επίσης το δίλημμα της CIA τις ημέρες του πολέμου του Βιετνάμ, όταν ο Πρόεδρος Τζόνσον, αντιμέτωπος με το αυξανόμενο αντι-βιετναμέζικο πολεμικό συναίσθημα, διέταξε την CIA να παραβιάσει το καταστατικό της, που της απαγόρευε ρητά να λειτουργεί επί αμερικανικού εδάφους, κατασκοπεύοντας ηγετικά στελέχη του αντιπολεμικού κινήματος για να διαπιστώσει αν ελέγχονταν από την κομμουνιστική Ρωσία.
Η CIA τελικά συναίνεσε και κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970 έγινε σαφές πόσο μακριά ήταν διατεθειμένη να φτάσει. Ακολούθησαν αποκαλύψεις εφημερίδων στον απόηχο των σκανδάλων Watergate σχετικά με την κατασκοπεία της Υπηρεσίας σε βάρος Αμερικανών πολιτών, τη συμμετοχή της στη δολοφονία ξένων ηγετών και την υπονόμευση της σοσιαλιστικής κυβέρνησης του Σαλβαδόρ Αλιέντε.
Οι αποκαλύψεις αυτές οδήγησαν σε μια δραματική σειρά ακροάσεων στα μέσα της δεκαετίας του 1970 στη Γερουσία, με επικεφαλής τον Φρανκ Τσερτς από το Αϊντάχο, που κατέστησαν σαφές ότι ο Ρίτσαρντ Χελμς, ο τότε διευθυντής της CIA, αποδέχθηκε ότι είχε την υποχρέωση να κάνει ό,τι ήθελε ο Πρόεδρος, ακόμη και αν αυτό σήμαινε παραβίαση του νόμου.
Σε αδημοσίευτη, κεκλεισμένων των θυρών κατάθεση, ο Χελμς εξήγησε με λύπη ότι μοιάζει με την Άχραντη Σύλληψη το να κάνεις κάτι υπό τις μυστικές εντολές του Προέδρου. «Είτε είναι σωστό, είτε λάθος, το κάνεις, [η CIA] λειτουργεί με άλλους κανόνες και κριτήρια από οποιοδήποτε άλλο τμήμα της κυβέρνησης».
Ουσιαστικά δηλαδή έλεγε στους γερουσιαστές ότι ο ίδιος, ως επικεφαλής της CIA, καταλάβαινε ότι εργαζόταν για το Στέμμα και όχι για το Σύνταγμα.
Οι Αμερικανοί που εργάζονταν στη Νορβηγία λειτουργούσαν υπό την ίδια δυναμική και άρχισαν να εργάζονται υπάκουα πάνω στο νέο πρόβλημα – πώς να πυροδοτήσουν εξ αποστάσεως τα εκρηκτικά C4 κατόπιν εντολής του Μπάιντεν. Ήταν μια πολύ πιο απαιτητική αποστολή από ό,τι καταλάβαιναν όσοι βρίσκονταν στην Ουάσιγκτον. Η ομάδα στη Νορβηγία δεν μπορούσε με κανέναν τρόπο να γνωρίζει πότε ο Πρόεδρος θα μπορούσε να πατήσει το κουμπί. Θα γινόταν σε λίγες εβδομάδες, σε πολλούς μήνες ή σε μισό χρόνο ή και περισσότερο;
Το C4 που ήταν προσαρτημένο στους αγωγούς θα ενεργοποιούνταν από μια σημαδούρα σόναρ που θα έριχνε ένα αεροπλάνο σε σύντομο χρονικό διάστημα, αλλά η διαδικασία απαιτούσε την πιο προηγμένη τεχνολογία επεξεργασίας σήματος. Μόλις τοποθετηθούν, οι συσκευές καθυστερημένου χρονισμού που είναι προσαρτημένες σε οποιονδήποτε από τους τέσσερις αγωγούς θα μπορούσαν να ενεργοποιηθούν τυχαία από το σύνθετο μείγμα των θορύβων του ωκεάνιου υποβάθρου σε όλη την πολυσύχναστη Βαλτική Θάλασσα – από κοντινά και μακρινά πλοία, υποβρύχιες γεωτρήσεις, σεισμικά γεγονότα, κύματα, ακόμη και θαλάσσια πλάσματα. Για να αποφευχθεί αυτό, η σημαδούρα σόναρ, μόλις τοποθετηθεί στη θέση της, θα εκπέμπει μια ακολουθία μοναδικών τονικών ήχων χαμηλής συχνότητας – όπως
αυτοί που εκπέμπονται από ένα φλάουτο ή ένα πιάνο – οι οποίοι θα αναγνωρίζονται από τη συσκευή χρονομέτρησης και, μετά από μια προκαθορισμένη ωριαία καθυστέρηση, θα ενεργοποιούν τα εκρηκτικά. («Θέλετε ένα σήμα που να είναι αρκετά ισχυρό ώστε κανένα άλλο σήμα να μην μπορεί να στείλει κατά λάθος έναν παλμό που θα πυροδοτούσε τα εκρηκτικά» μου είπε ο δρ Theodore Postol, ομότιμος καθηγητής επιστήμης, τεχνολογίας και πολιτικής εθνικής ασφάλειας στο ΜΙΤ. Ο Postol, ο οποίος έχει διατελέσει επιστημονικός σύμβουλος του Αρχηγού Ναυτικών Επιχειρήσεων του Πενταγώνου, δήλωσε ότι το ζήτημα που αντιμετωπίζει η ομάδα στη Νορβηγία λόγω της καθυστέρησης απόφασης του Biden είναι ένα θέμα τύχης: «Όσο περισσότερο χρόνο παραμένουν τα εκρηκτικά στο νερό, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος να υπάρξει ένα τυχαίο σήμα που θα πυροδοτήσει τις βόμβες»).
Στις 26 Σεπτεμβρίου 2022, ένα αεροπλάνο επιτήρησης P8 του νορβηγικού Ναυτικού πραγματοποίησε μια φαινομενικά συνηθισμένη πτήση και έριξε μια σημαδούρα σόναρ. Το σήμα εξαπλώθηκε υποβρυχίως, αρχικά στο Nord Stream 2 και στη συνέχεια στο Nord Stream 1. Λίγες ώρες αργότερα, τα υψηλής ισχύος εκρηκτικά C4 ενεργοποιήθηκαν και τρεις από τους τέσσερις αγωγούς τέθηκαν εκτός λειτουργίας. Μέσα σε λίγα λεπτά, οι λίμνες αερίου μεθανίου που παρέμεναν στους κλειστούς αγωγούς φαίνονταν να εξαπλώνονται στην επιφάνεια του νερού και ο κόσμος έμαθε ότι είχε συμβεί κάτι μη αναστρέψιμο.
ΤΟΥΣ ΖΥΓΟΥΣ ΛΥΣΑΤΕ
Αμέσως μετά τον βομβαρδισμό του αγωγού, τα αμερικανικά Μέσα Ενημέρωσης το αντιμετώπισαν σαν ένα άλυτο μυστήριο. Η Ρωσία αναφέρθηκε επανειλημμένα ως πιθανός ένοχος, παρακινούμενη από τις υπολογισμένες διαρροές από τον Λευκό Οίκο – χωρίς όμως ποτέ να καθοριστεί ένα σαφές κίνητρο για μια τέτοια πράξη αυτοσαμποτάζ, πέρα από την απλή εκδίκηση. Λίγους μήνες αργότερα, όταν αποκαλύφθηκε ότι οι ρωσικές αρχές είχαν λάβει αθόρυβα εκτιμήσεις για το κόστος επισκευής των αγωγών, οι New York Times αναφέρθηκαν στην είδηση σαν «περίπλοκες θεωρίες για το ποιος βρισκόταν πίσω από την επίθεση». Καμία μεγάλη αμερικανική εφημερίδα δεν ερεύνησε τις προηγούμενες απειλές κατά των αγωγών που είχαν διατυπωθεί από τον Μπάιντεν και την υφυπουργό Εξωτερικών Νούλαντ.
Αν και δεν έγινε ποτέ σαφές γιατί η Ρωσία θα προσπαθούσε να καταστρέψει τον δικό της επικερδή αγωγό, μια πιο αποκαλυπτική αιτιολογία για την ενέργεια του Προέδρου ήρθε από τον υπουργό Εξωτερικών Μπλίνκεν.
Ερωτηθείς σε συνέντευξη Τύπου τον περασμένο Σεπτέμβριο σχετικά με τις συνέπειες της επιδεινούμενης ενεργειακής κρίσης στη Δυτική Ευρώπη, ο Μπλίνκεν περιέγραψε τη στιγμήως δυνητικά καλή:
«Είναι μια τεράστια ευκαιρία να σταματήσουμε για πάντα την εξάρτηση από τη ρωσική ενέργεια και έτσι να αφαιρέσουμε από τον Βλαντιμίρ Πούτιν την μετατροπή της ενέργειας σε «όπλο» και σε μέσο προώθησης των αυτοκρατορικών του σχεδίων. Αυτό είναι πολύ σημαντικό και προσφέρει τεράστια στρατηγική ευκαιρία για τα επόμενα χρόνια, αλλά εν τω μεταξύ είμαστε αποφασισμένοι να κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν για να διασφαλίσουμε ότι οι συνέπειες όλων αυτών δεν θα βαρύνουν τους πολίτες των χωρών μας ή, εν προκειμένω, όλου του κόσμου».Πιο πρόσφατα, η Βικτόρια Νούλαντ εξέφρασε την ικανοποίησή της για την κατάρρευση του αγωγού Νord Stream 2. Καταθέτοντας σε ακρόαση της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας στα τέλη Ιανουαρίου, είπε στον γερουσιαστή Τεντ Κρουζ: «Όπως και εσείς, είμαι, και νομίζω ότι η κυβέρνηση είναι, πολύ ικανοποιημένη που ξέρω ότι ο Nord Stream 2 είναι τώρα, όπως σας αρέσει να λέτε, ένα κομμάτι μέταλλο στο βυθό της θάλασσας».
Η πηγή είχε μια περιγραφή πολύ περισσότερο «του δρόμου» για την απόφαση του Μπάιντεν να σαμποτάρει τα περισσότερα από 1500 μίλια του αγωγού της Gazprom καθώς πλησίαζε ο χειμώνας. «Λοιπόν», είπε μιλώντας για τον Πρόεδρο, «πρέπει να παραδεχτώ ότι ο τύπος έχει @ρχίδι@. Είπε ότι θα το κάνει και το έκανε».
Ερωτηθείς γιατί πιστεύει ότι οι Ρώσοι απέτυχαν να αντιδράσουν, είπε κυνικά: «Ίσως θέλουν να κάνουν τα ίδια πράγματα που έκαναν οι ΗΠΑ».
«Ήταν μια όμορφη ιστορία συγκάλυψης» συνέχισε. «Πίσω από αυτή, έγινε μια μυστική επιχείρηση που έβαλε τους πλέον ειδικούς και τον απαιτούμενο εξοπλισμό τούς ώστε να δράσουν με μυστικό σήμα.
«Το μόνο ψεγάδι ήταν η απόφαση να το κάνουμε».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου