Καλώς ήρθες ''Δημοκρατία'' και στην Ιταλία

 

Του Θέμη Τζήμα

Η Ιταλία ξύπνησε χθες με έναν καινούριο πρωθυπουργό: τον “σούπερ- Μάριο”, πρώην κεντρικό τραπεζίτη, Μάριο Ντράγκι.

Ο Μάριο Ντράγκι αποτελεί επιλογή των Βρυξελλών, της Γερμανίας στην πραγματικότητα, από τότε που έληξε η θητεία του στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Η ανάρρησή του στην ιταλική πρωθυπουργία προέκυψε ως αποτέλεσμα μιας στημένης πολιτικής κρίσης, την οποία πυροδότησε ο παλιός μας γνώριμος, ο αποτυχημένος πολιτικός, Ματέο Ρέντσι.

“Παιδί” μιας εξωνημένης ψευτό-σοσιαλδημοκρατίας ο ίδιος, διεκδικώντας έναν οποιοδήποτε ρόλο για τον εαυτό του, στοιχημάτισε υπέρ της πτώσης του πρωθυπουργού Τζουζέπε Κόντε και μαζί με άλλες δυνάμεις του ιταλικού πολιτικού σκηνικού αποτέλεσε καταλύτη για την υπόθεση Ντράγκι.

Έχει σημασία πέρα από το ίδιο το πρόσωπο του Ντράγκι, το οποίο δεν χρειάζεται πολλές συστάσεις άλλωστε, καθώς αποτέλεσε τον βασικό παράγοντα του ευρώ- πραξικοπήματος εις βάρος της πατρίδας μας το 2015 και όχι μόνο, να σταθεί κανείς στο τι σηματοδοτεί η υπόθεση.

Πρώτον, μας αποδεικνύει τι προκαλεί (μεταξύ άλλων) μια απίθανη πανσπερμία από κόμματα και κομματίδια, με παντελή απουσία σοσιαλιστικής ή κομμουνιστικής αριστεράς. Η διάλυση των ισχυρών κομμάτων του παρελθόντος της Ιταλίας εδώ και δεκαετίες και η συνολική μετατόπιση προς την δεξιά, με απομεινάρια μόνο του πάλαι ποτέ ιταλικού κομμουνιστικού κόμματος να επιβιώνουν και να εξελίσσονται σε σοσιαλδημοκρατικά ρετάλια, αποτέλεσε το έδαφος του πλήρους ελέγχου του ιταλικού πολιτικού συστήματος από την ολιγαρχία του πλούτου και φυσικά από το Βερολίνο – υποθέτουμε ότι η μαφία διατηρεί μάλλον και αυτή τις προνομιακές της σχέσεις.

Δεύτερον, η επιβολή Ντράγκι έρχεται ως απάντηση όχι της κατάρρευσης της δημοφιλίας Κόντε (για τέτοιες καταρρεύσεις πρέπει να κοιτάξουμε λίγο πιο πάνω, για παράδειγμα στην Γαλλία), αλλά του ακριβώς αντίθετου: της δημοφιλίας του παρά την τεράστια υγειονομική και οικονομική κρίση της Ιταλίας. Το Νοέμβριο του 2020, η αποδοχή του άγγιζε το 52% σύμφωνα με δημοσκοπήσεις. Μάλιστα, ο ίδιος ο Κόντε, πολύ απείχε από το να αποτελεί κάποιον ριζοσπάστη πολιτικό, έστω του κεντρώου χώρου. Απλώς, μπροστά στην πλήρη καταστροφή της ιταλικής οικονομίας είχε απαιτήσει κάποιες παραχωρήσεις από την Γερμανία.

Είναι προφανές ότι το Βερολίνο ούτε συγχωρεί, ούτε ρισκάρει. Τα λεφτά που θα πρέπει να μοιραστούν στην ιταλική οικονομία είναι πολλά αφενός και αφετέρου έρχεται η ώρα (σιγά-σιγά ομολογουμένως) κατά την οποία το Σύμφωνο Σταθερότητας θα επιπέσει εκ νέου στις ευρωπαϊκές οικονομίες. Ως προς το χρόνο υπάρχουν διαφωνίες αλλά ως προς την κατεύθυνση καμία: το χρήμα που δόθηκε από την Ε.Ε., θα πρέπει να διασφαλιστεί με διαφόρους τρόπους ότι θα γυρίσει πίσω. Αυτή θα είναι η γερμανική πολιτική και πρέπει το Βερολίνο να εξασφαλίσει ότι δεν θα υπάρξουν εκπλήξεις.

Έτσι, οι έρμοι οι Ιταλοί που είχαν ψηφίσει στις τελευταίες βουλευτικές τους εκλογές “λάθος”, βρέθηκαν με άλλον πρωθυπουργό και με άλλην πολιτική, χωρίς περιττές και επικίνδυνες διαδικασίες, όπως είναι οι νέες εκλογές.

Στην κατάσταση διαρκούς έκτακτης ανάγκης στην οποία βρισκόμαστε (με αυξανόμενη ομολογουμένως ένταση) την τελευταία δεκαετία, οι εκλογικές αναμετρήσεις μόνο με δυσθυμία γίνονται δεκτές και τα “λανθασμένα” αποτελέσματα ως προς τις κυβερνήσεις που σχηματίζονται απαντώνται με μικρά ή και όχι τόσο μικρά, πραξικοπήματα.

Τέλος, αξίζει να σταθούμε στην ενδεικτικότητα του γεγονότος της ανατροπής Κόντε: το 2015, η Ε.Ε. και το Βερολίνο δεν μπορούσαν να αποδεχτούν ούτε τον Αλέξη Τσίπρα, που ήταν ήδη έτοιμος για ολοκληρωτικούς συμβιβασμούς και απλώς ήθελε να αποφύγει τον εξευτελισμό – τον οποίο και υπέστη ακριβώς γιατί είχε ήδη αποφασίσει να συμβιβαστεί. 

Σήμερα δεν μπορούν να αποδεχτούν ούτε τον Κόντε. Αυτή η αδυναμία του κατεστημένου Βρυξελλών και Βερολίνου να συνυπάρξει με οτιδήποτε ξεφεύγει της απόλυτης υπαλληλοποίησης συνιστά σηματωρό της κρίσης της Ε.Ε.  


Δρόμος ανοιχτός

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου