Μνημόνιο Σουηδίας-Φινλανδίας-Τουρκίας: Mια ωραία νατοϊκή μέρα

 

Πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η Ελλάδα χθες «δικαιώθηκε». Η κυβέρνηση κατήγαγε μια «περιφανή νίκη». Άλλωστε, τι άλλο επιδιώκαμε;

Του Θέμη Τζήμα

Πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η Ελλάδα χθες «δικαιώθηκε». Η κυβέρνηση κατήγαγε μια «περιφανή νίκη». Και για να είμαστε ειλικρινείς, όχι μόνο η δική μας κυβέρνηση, αλλά και πολλές άλλες.

Άλλωστε, τι επιδιώκαμε εμείς, δηλαδή η κυβέρνησή μας και το μεγαλύτερο μέρος του πολιτικού μας συστήματος; Να μεγαλώσει το ΝΑΤΟ, προκειμένου όλοι μαζί κατόπιν, να δώσουμε τον «καλό» αγώνα εναντίον της Ρωσίας. Αποστολή επετεύχθη, λοιπόν. Η Σουηδία και η Φινλανδία, αφού βίωσαν την «παρακμή» και την «υπανάπτυξη» λόγω της ουδετερότητάς τους, εισέρχονται πλέον στο ΝΑΤΟ.

Βεβαίως, η Σουηδία και η Φινλανδία απέκτησαν ήδη μια εμπειρία, ως προς το τι σημαίνει ένταξη στο ΝΑΤΟ: θέλουν να αποφύγουν υποτίθεται την πιθανότητα αντιπαράθεσης με τη Ρωσία (την οποία δεν έχουν βιώσει εδώ και τουλάχιστον δύο αιώνες η πρώτη και 80 χρόνια η δεύτερη) και πέτυχαν να βάλουν ήδη «δερβέναγα» στις εσωτερικές τους πολιτικές τον Ταγίπ Ερντογάν.

Θα πει κανείς ότι το μνημόνιο το οποίο υπεγράφη αποτελεί μια υπόσχεση, η οποία μπορεί κάλλιστα να παραβιαστεί αργότερα από τα δύο κράτη. Πράγματι έτσι είναι. Τούτο όμως δεν αναιρεί ότι τα δύο κράτη αναγκάστηκαν να καθίσουν στο τραπέζι, προκειμένου να συζητήσουν ζητήματα της εσωτερικής τους πολιτικής, με ένα τρίτο κράτος. Η ταπείνωση και κυρίως η συρρίκνωση κυριαρχίας της Σουηδίας και της Φινλανδίας είναι προφανείς ήδη. Κυρίως όμως, καθίσταται σαφές ότι η συμμετοχή όλων μας στο ΝΑΤΟ, εν μέσω σπονδυλωτού παγκοσμίου πολέμου μάλιστα, σημαίνει πλήρη και βίαιο επαναπροσανατολισμό όλων των εσωτερικών πολιτικών, προς την κατεύθυνση της εξυπηρέτησης των συμφερόντων των ΗΠΑ.

Επιπλέον, μπορεί (και θα το κάνει) η Τουρκία να συνεχίσει να εγείρει ζητήματα και ενστάσεις σε θέματα τα οποία καίνε το ΝΑΤΟ, ούτως ώστε να πετυχαίνει αποτελέσματα, είτε επικοινωνιακού χαρακτήρα, είτε και στο πεδίο.

Και εδώ, ερχόμαστε στα καθ’ ημάς. Αφού οι «παπαγάλοι» της αμερικανοκρατίας ανέδειξαν σε μείζον ζήτημα, τη μη συνάντηση Μπάιντεν- Ερντογάν, τώρα είτε έχουν καταπιεί τη γλώσσα τους, είτε περίπου μας λένε ότι δεν έγινε και τίποτα που θα συναντηθούν οι δύο ηγέτες.

Η πραγματικότητα είναι ότι όπως πριν, τα σχετικά με τη συνάντηση είχαν ένα συμβολικό χαρακτήρα κατά βάση, διότι οι δίαυλοι επαφής ΗΠΑ-Τουρκίας ήταν ορθάνοιχτοι και η σχέση των δύο κρατών παρέμενε στρατηγική. Έτσι και τώρα, το κλείσιμο της συνάντησης επίσης διαθέτει έναν ισχυρό συμβολισμό.

Ο συμβολισμός δε, της συνάντησης, συνάδει με το γεγονός ότι η Τουρκία είναι απολύτως κρίσιμη για την πολεμική και τον πόλεμο εναντίον της Ρωσίας. Δεν πρόκειται μόνο για την επιθυμία των ΗΠΑ να προσχωρήσει η Τουρκία στις κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Πρόκειται επιπλέον για τον έλεγχο των Στενών, για το γεγονός ότι πέρα από τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, η Τουρκία διαθέτει απολύτως αναγκαίες στρατιωτικές δυνάμεις για την αντιρωσική προσπάθεια και για το ότι η γειτονική χώρα είναι κομβική στο άνοιγμα δευτερευόντων μετώπων εναντίον είτε εμμέσως, είτε άμεσα, κατά της Ρωσίας.

Όλοι ενδιαφέρονται να ανιχνεύσουν τον τουρκικό ρόλο. Εξ ου για παράδειγμα και βλέπουμε, από τη μια το Ιράν να έχει ενεργό ρόλο στην απόκρουση μιας πιθανής τουρκικής εισβολής στη Συρία και από την άλλη να εκφράζει κάποια μορφή κατανόησης σε μια τέτοια προοπτική. Όλοι περιμένουν το ξέσπασμα ενός νέου πολέμου στη Μέση Ανατολή και ως εκ τούτου επαναπροσανατολίζονται διαρκώς ως προς την Τουρκία αλλά αδιαφορούν πλήρως για τη δεδομένη Ελλάδα.

Σε αυτό το πλαίσιο, η Ελλάδα αποτελεί τμήμα του διαπραγματευτικού πιάτου. Δεν έχει τόσο μεγάλη σημασία αν η Τουρκία θα θέσει ζήτημα αποστρατιωτικοποίησης, δηλαδή αφοπλισμού των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, στη σύνοδο του ΝΑΤΟ. Το πράττει ήδη στις συνομιλίες της με τις ΗΠΑ και κυρίως στο πεδίο.

Είναι βέβαιο δε, ότι οι τελευταίες θα συνεχίσουν να ζητούν από εμάς κινήσεις προς αυτήν την κατεύθυνση, δηλαδή απόσυρση μέρους των οπλικών συστημάτων που έχουμε στα νησιά μας. Είναι προφανώς δύσκολο ακόμα και για τόσο ξενόδουλες κυβερνήσεις, όσο οι δικές μας να ομολογήσουν την προσχώρησή τους σε τέτοιου είδους συμφωνίες.

Διαθέτουν όμως και οι ΗΠΑ και εμείς, εμπειρία από μικρότερες ή μεγαλύτερες εσωτερικές εκτροπές, οι οποίες μεθοδεύουν παραχωρήσεις έως και προδοσίες στα «εθνικά θέματα». Οι καλές νατοϊκές μέρες σε κάθε περίπτωση, φέρνουν πιο κοντά τις μαύρες μέρες για την πατρίδα μας. Ίδωμεν. 


Δρόμος ανοιχτός

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου