Η ΕΚΤ, ο Πληθωρισμός και ο Σοσιαλισμός των Τραπεζιτών

 

Οι πλούσιοι όχι μόνο γλιτώνουν τη χρεωκοπία, αλλά μοιράζονται και τα κέρδη. Τις ζημιές των πλούσιων τις φορτώνονται οι φτωχοί.

Του Δημήτρη Λένη
 
Το μεγάλο θέμα συζήτησης στα κυρίαρχα μέσα είναι η παγκόσμια έκρηξη του πληθωρισμού και οι καταστροφές που αυτός φέρνει. Και στα πλαίσια της κυρίαρχης θεωρίας για αυτά τα ζητήματα, οι κεντρικές τράπεζες των αναπτυγμένων οικονομιών (με την εξαίρεση, για την ώρα, της Ιαπωνίας) αυξάνουν τα επιτόκια. Στο παρόν σημείωμα θα δούμε τι σημαίνει αυτό.

Το πρόβλημα είναι μεν περίπλοκο, αλλά όπως λέει και το γνωμικό, κάθε περίπλοκο πρόβλημα έχει μια λύση που είναι απλή, κατανοητή και λανθασμένη. Η βασική ιδέα έχει να κάνει με την θεμελιωδώς απλοϊκή ιδέα ότι όταν η κυβέρνηση αυξάνει την ποσότητα του χρήματος που κυκλοφορεί, τότε έχουμε πληθωρισμό. Αν ένα ματσάκι μαϊντανός κάνει 50 λεπτά, τότε αν ξάφνου όλοι μας αποκτήσουμε διπλά λεφτά (π.χ. αν διπλασιαστούν οι μισθοί, που μακάρι, αλλά μην το δέσετε κιόλας) τότε το ματσάκι, λόγω προσφοράς και ζήτησης, «ποσοτικής θεωρίας του χρήματος» και άλλων τέτοιων μαγικών, θα αρχίσει να πωλείται για ένα ευρώ. Αυτή η αύξηση των τιμών των αγαθών είναι ισοδύναμα μείωση της τιμής του χρήματος, αφού το ίδιο ποσό με πριν αγοράζει τα μισά αγαθά με πριν και προκαλεί αλυσιδωτές αντιδράσεις. Για παράδειγμα, τα συνδικάτα, αυτή η μάστιγα μιας ευνομούμενης και ευημερούσας κοινωνίας, θα αρχίσουν να φωνάζουν, να απεργούν και γενικώς να ασχημονούν για αυξήσεις, τις οποίες τα καημένα τα αφεντικά θα αναγκαστούν να τις δώσουν. Αυτό όμως με τη σειρά του σημαίνει περαιτέρω αύξηση της ποσότητας του χρήματος που κυκλοφορεί, άρα επιδείνωση του πληθωρισμού, και άλλες φωνές από τους εργατοπατέρες – και πριν το καταλάβουμε θα πέσουμε σε υπερπληθωρισμό, θα γίνει κατακλυσμός και σεισμοί και καταποντισμοί και θα πεθάνουμε όλοι.

Από όλα όσα αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, το μόνο επιστημονικά βέβαιο ότι θα συμβεί κάποια στιγμή είναι το τελευταίο: όλα τα υπόλοιπα είναι φληναφήματα του κυρίαρχου λόγου που στόχο έχουν όχι τον πληθωρισμό αλλά φυσικά τις δυνάμεις της εργασίας.

Για την ΕΚΤ…

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στις 21 Ιουλίου ανακοίνωσε ότι ακολουθώντας τα βήματα της αμερικανικής FED, αυξάνει τα επιτόκια του ευρώ κατά πενήντα μονάδες βάσης (δηλ. 0,5%), προκειμένου να καταπολεμήσει τον πληθωρισμό. Αλλά το έκανε με την ταυτόχρονη εξαγγελία ενός προγράμματος αγοράς κρατικών ομολόγων στην δευτερογενή αγορά, το οποίο το ονόμασε, σε άψογα και ακατανόητα ευρω-γραφειοκρατικά “Transmission Protection Instrument”, TPI (ήτοι Όργανο Προστασίας Μετάδοσης).

Η αύξηση των επιτοκίων είναι εντός του κυρίαρχου λόγου και αναμενόμενη. Ο νεοφιλελευθερισμός θεωρεί ότι το πρώτο και κύριο όπλο για ζητήματα πληθωρισμού είναι τα επιτόκια. Η ευρωζώνη τόσα χρόνια που βασανιζόταν από απο-πληθωρισμό ακολούθησε βασικά την πολιτική μείωσης των επιτοκίων για να τον αντιμετωπίσει. Τα κατάφερε; Εμφατικά όχι. Για χρόνια, παρά τα αρνητικά επιτόκια, ο πληθωρισμός έμεινε πάντα κάτω από τον στόχο του 2%. Βέβαια, και αυτός ο στόχος θεωρείται γενικώς το «ορθό» επίπεδο πληθωρισμού, αν και για αδιευκρίνιστους λόγους, αφού δεν υπάρχει κανένας θεωρητικός λόγος, καμία αιτιολόγηση γιατί ο «σωστός» πληθωρισμός να είναι 2% και όχι 1% ή 3%. Όπως κι αν έχει πάντως, ο στόχος αυτός ουδέποτε επετεύχθη. Ύστερα από αυτήν την χρόνια αποτυχία είχαμε κάποια παραίτηση στελέχους της τράπεζας; Προφανώς και όχι. Όσοι έχουν καβατζώσει μια θέσούλα τραπεζίτη στην Φραγκφούρτη (όπου και η έδρα της ΕΚΤ), με μισθό σκανδαλωδώς υψηλό ακόμα και για τα βορειοευρωπαϊκά δεδομένα, μάλλον θα πιστεύουν ότι οι καιροί ου μενετοί και καλά θα κάνουν να την κρατήσουν.

Αυτά συνέβηκαν με αποπληθωρισμό, άρα τώρα που έχουμε την αντίθετη κατάσταση, πληθωρισμό, θα πρέπει να εφαρμόσουμε το ίδιο εργαλείο, αλλά ανάποδα. Μείωση τότε, αύξηση τώρα. Θα δουλέψει; Όσο δούλεψε και στην προηγούμενη περίπτωση, δηλαδή καθόλου. Αλλά ισχύει επίσης ότι δεν είναι ο πληθωρισμός ο στόχος. Αυτό φαίνεται από το ότι η αύξηση συνοδεύτηκε και από το TPI. Το πρόγραμμα αυτό είναι αντίστοιχο αυτού που είχε πει και ο (αλήστου μνήμης) Μάριο Ντράγκι όταν ήταν κυβερνήτης της ΕΚΤ: «θα κάνουμε» είχε πει, «ό,τι κι αν χρειαστεί » [whatever it takes] προκειμένου να αποσοβηθεί η κρίση στην ευρωζώνη, ακόμα και αν αυτό δεν είναι εντελώς συμβατό με τις «αλάνθαστες» νεοφιλελεύθερες αρχές μας. Στην περίπτωσή μας, αυτό σημαίνει ότι η ΕΚΤ όταν βλέπει ότι τα spread στις τρέχουσες αποδόσεις των ομολόγων μιας χώρας-μέλους υπερβαίνουν κάποιο όριο, τότε θα επεμβαίνει και θα αγοράζει αυτή το ομόλογο.

Spread, θυμίζουμε, είναι η διαφορά της απόδοσης ενός ομολόγου από τις αποδόσεις του θεωρούμενου ως πιο σταθερού, του γερμανικού Bund που έχει την χαμηλότερη απόδοση (ισχύει ότι όσο καλύτερο το ομόλογο, τόσο χαμηλότερη η απόδοσή του). Τώρα, όταν μια χώρα είναι κοντά σε κρίση ή αν για διάφορους λόγους τα οικονομικά της είναι οριακά και κινδυνεύει να μην μπορεί να αποπληρώσει χρέος κλπ., τότε έχουμε πανικό στις «ορθολογικές» αγορές. Οι επενδυτές που έχουν στην κατοχή τους ομόλογα αυτής της χώρας τρέχουν να τα ξεφορτωθούν όσο όσο στις «δευτερογενείς» αγορές. (Πρωτογενής είναι η αγορά που η χώρα πουλάει το ομόλογο σε επενδυτές, δευτερογενής η αγορά που οι επενδυτές εμπορεύονται τα ομόλογα μεταξύ τους). «Όσο όσο» σημαίνει ότι τα ομόλογα πωλούνται με πολύ αυξημένες αποδόσεις, άρα και σπρεντ. Αυτό όμως συνεπάγεται για τεχνικούς λόγους την καταστροφική αύξηση του κόστους αποπληρωμής του χρέους αυτής της χώρας. Είναι σαν ξαφνικά η τράπεζα από την οποία έχετε πάρει δάνειο να σας λέει ότι αυξήθηκε το επιτόκιο και οι δόσεις τριπλασιάζονται. Ακόμα και αν περιμένετε τον μισθό σας στο τέλος του άλλου μήνα, και ακόμα και αν αυτός είναι αρκετός για να πληρώσετε, αυτή τη στιγμή δεν έχετε αρκετά λεφτά για την αυξημένη δόση. Αυτό αποκαλείται κρίση ρευστότητας.

Αν η διαδικασία αφεθεί στη μοίρα της, σύντομα η χώρα δεν θα έχει μετρητά για να δώσει, δεν θα έχει τα απαραίτητα ευρώ για να ξεπληρώσει το χρέος, άρα θα χρεοκοπήσει, ακόμα και αν δεν έχει υποκείμενες κρισιακές δυναμικές. Τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα φυσικά αν εκτός από την κρίση ρευστότητας υπάρχουν και βαθύτερες αιτίες κρίσης, που σημαίνει λ.χ. ότι όχι μόνο δεν έχετε τώρα αρκετό ρευστό για τη δόση, αλλά και ο μισθός σας στο τέλος του μήνα, ούτε καν αυτός θα θα είναι αρκετός για την δόση. Αυτό είχε συμβεί και στην Ελλάδα, για αυτό και μπήκαμε σε μνημόνια. Το χρέος μας το ανέλαβε για μερικά χρόνια η τρόικα, δηλαδή εν μέρει και η ΕΚΤ, αλλά εμείς σε αντάλλαγμα αναλάβαμε την υποχρέωση των «μεταρρυθμίσεων».

Η ΕΚΤ λοιπόν, με το ΤΡΙ, είπε ότι θα κάνει από δω και πέρα αυτόματα κάτι αντίστοιχο, όταν μια χώρα έχει μεγάλα σπρεντ. Ας πούμε λοιπόν ότι λόγω κρίσης ή άλλων λόγων, το σπρεντ στο ομόλογο μιας χώρας μέλους έχει εκτοξευτεί τόσο πολύ που κινδυνεύει να ξεφύγει εκτός ελέγχου. Σε αυτή την περίπτωση η ΕΚΤ βγαίνει στο μεϊντάνι, εκεί που κυκλοφορούν τα μεγαλοκαθάρματα (μόνο που δεν τα λέμε μεγαλοκαθάρματα, τα λέμε «μεγαλοεπενδυτές», θεσμικούς, too big to fail τράπεζες κλπ) που εμπορεύονται χρέος και τους λέει: «Τα ομόλογα αυτά, με τα σπρεντ που έχουν, εσύ θες να τα ξεφορτωθείς, αλλά δεν βρίσκεις κορόιδα, άρα κινδυνεύεις να χάσεις τα λεφτά σου. Φέρτα όλα και στα πληρώνω μετρητοίς εγώ αλλά με ένα μικρό σκόντο, σε λίγο χαμηλότερη τιμή». (Το σκόντο είναι το λεγόμενο «κούρεμα» του χρέους που άλλοτε γίνεται, άλλοτε όχι). Η ΕΚΤ μαζεύει έτσι τα ομόλογα από την πιάτσα, άρα ελέγχει και τις δόσεις. Μπορεί να τις καθυστερήσει, να τις μικρύνει, από τεχνική σκοπιά, αν θέλει μπορεί ακόμα και να σβήσει το χρέος ολόκληρο – αν και αυτό το τελευταίο αποκλείεται να το κάνει. Σε κάθε περίπτωση η επείγουσα κρίση ρευστότητας ξεθυμαίνει και, αν δεν υπάρχουν βαθύτερες κρισιακές δυναμικές, όλοι ξεφυσούν ανακουφισμένοι. Βέβαια, το μυστικό είναι ότι πάντα υπάρχουν βαθύτερες κρισιακές δυναμικές…

Προκύπτει εδώ ένα ζήτημα. Η χρεωμένη χώρα δεν μπορεί να αποπληρώσει τους τόκους για τα ομόλογα με αυξημένο σπρεντ, όχι επειδή δεν θέλει, αλλά επειδή δεν μπορεί. Τεχνικά μιλώντας, δεν έχει αρκετά μετρητά (π.χ. από φόρους, τέλη κλπ.) και δεν υπάρχει λεφτόδεντρο να πάει να κόψει μερικά. Η ΕΚΤ όμως αγοράζει χρέος χωρίς πλαφόν, μοιράζει χρήμα χωρίς να ανησυχεί αν θα τελειώσει. Πού το βρήκε; Λοιπόν, όσο και αν ακούγεται περίεργο, το χρήμα το έκοψε από το (ηλεκτρονικό) λεφτόδεντρο. Οι κεντρικές τράπεζες έχουν το προνόμιο να εκδίδουν το νόμισμα, να είναι δηλαδή οι αποκλειστικοί κάτοχοι λεφτόδεντρων. Δεν υπάρχει τεχνικός περιορισμός (όπως υπάρχει για τις χώρες μέλη) στα ποσά που μπορούν να διαθέσουν οι κεντρικές τράπεζες. Οι περιορισμοί που έχουν είναι άλλου είδους (συμβατικοί, πολιτικοί κλπ.) και όχι τεχνικοί. Όταν η ΕΚΤ αγοράζει ομόλογα στην δευτερογενή αγορά, απλώς ανοίγει έναν λογαριασμό στην τράπεζα του κατόχου των ομολόγων και αυτόν τον λογαριασμό, με το πάτημα ενός πλήκτρου στον υπολογιστή, τον πιστώνει με το συμφωνημένο ποσό όσο μεγάλο και αν είναι και αυτό είναι όλο. Δεν φεύγουν φορτηγά με χαρτονομίσματα, δεν αδειάζουν πορτοφόλια, δεν παίρνουν μπροστά οι πρέσες στο νομισματοκοπείο, απλώς ένα ψηφιακό αρχείο καταγράφει εκ του μηδενός ένα ποσόν. Μάλιστα δεν υπάρχει όριο, τεχνικά μπορεί να πιστώσει ό,τι ποσό θέλει. Και όχι μόνο αυτό. Η κεντρική τράπεζα, αντίθετα με τα κράτη μέλη της ευρωζώνης, τεχνικά δεν μπορεί να χρεοκοπήσει σε ευρώ (θα μπορούσε να χρεοκοπήσει αν είχε χρέος σε ξένα νομίσματα, αλλά αυτό το χρέος είναι μηδαμινό).

Ωραία, αν είναι τόσο εύκολο όσο τα λέμε εδώ, τότε γιατί κάθε τρεις και λίγο έχουμε προβλήματα με χρέος και λιτότητα και κρίση και μνημόνια; Γιατί δεν κάνουν συνέχεια αυτή τη δουλειά οι κεντρικές τράπεζες να αγοράζουν χρέος; Γιατί όλο αυτό το χρήμα που μπαίνει στην κυκλοφορία για αγορά ομολόγων δεν είναι πληθωριστικό; Δεν είπαμε ότι τα επιτόκια τα αυξάνουμε λόγω πληθωρισμού; Από τη μια αυξάνουμε τα επιτόκια και από την άλλη ρίχνουμε χρήμα στην πιάτσα με τη σέσουλα;

Πρώτον, ναι, σύμφωνα με την κυρίαρχη θεωρία η αγορά ομολόγων από την ΕΚΤ είναι πληθωριστική, αφού αυξάνει την ποσότητα χρήματος στην αγορά. Η κυρίαρχη θεωρία όμως είναι πέρα για πέρα λάθος και το ξέρουν και οι ίδιοι οι ιθύνοντες εμπειρικά, για αυτό και εφαρμόζουν τέτοια μέτρα χωρίς δεύτερη σκέψη.
Και το ξέρουν εμπειρικά, επειδή, δεύτερον, η αγορά χρέους από την ΕΚΤ δεν εφαρμόζεται τώρα για πρώτη φορά, είναι ενεργή εδώ και χρόνια. Επί της ουσίας, το ίδιο πράγμα είναι και η λεγόμενη «ποσοτική χαλάρωση» που εφάρμοζε από το 2012 και μετά η ΕΚΤ (και πιο πριν η Ιαπωνία). Τώρα το ονόμασαν TPI, αλλά η ουσία παραμένει η ίδια. Δίνουμε τζάμπα λεφτά στα μεγαλοκαθάρματα (συγγνώμη, στους θεσμικούς) ζητώντας ανταλλάγματα λιτότητας και «μεταρρυθμίσεων» όχι από αυτούς, αλλά από τα κράτη-μέλη. Είναι μια διαδικασία που επαναλαμβάνεται με μικρές παραλλαγές εδώ και χρόνια, με διαφορετικές κάθε φορά προφάσεις. Αν δεν το πιστεύετε, βάλτε (αν τολμάτε) στο ψαχτήρι σας τα διάφορα αρχικά που έχουν κατά καιρούς χρησιμοποιηθεί από τους ευφάνταστους γραφειοκράτες της Φραγκφούρτης για αυτόν τον σκοπό, όπως SMP, APP, PSPP και PEPP. Τίποτε από αυτά όλα δεν είχε οποιαδήποτε επίδραση στον πληθωρισμό.

Και τρίτον, ναι η λογική αυτή είναι φαινομενικά αντιφατική ή και παράλογη, αν την πάρει κανείς τοις μετρητοίς. Αλλά ο πρωτεύων στόχος αυτών των πολιτικών ουδέποτε ήταν ο πληθωρισμός. Ο στόχος των μέτρων αυτών είναι η… επίτευξη του σοσιαλισμού.

… και τον Σοσιαλισμό

Είπαμε παραπάνω ότι ο πληθωρισμός δεν οφείλεται στις μεγάλες ποσότητες χρήματος που αφήνει η κεντρική τράπεζα στην κυκλοφορία. Η ποσότητα του χρήματος οριακά μόνο μπορεί να επηρεάσει τις τιμές. Ο πληθωρισμός οφείλεται πάντα σε (διαφορετικές κάθε φορά) αιτίες που έχουν να κάνουν με τον πραγματικό κόσμο, την παραγωγή – την ταξική πάλη, που λέμε εμείς οι θολοκουλτουριάρηδες παλαιο-αριστερισταί. Στην τρέχουσα συγκυρία οι αιτίες, αν και παροδικές στην ουσία τους, είναι όμως αρκετά μεγάλες και ήρθαν όλες μαζεμένες, για αυτό και το τρέχον κύμα κρατάει τόσο πολύ.

Ο γράφων περίμενε πέρσι, πριν την εισβολή στην Ουκρανία, ότι οι πληθωριστικές τάσεις θα άρχιζαν σύντομα να εκτονώνονται. Λάθος. Η επιδημία είχε διακόψει τις εφοδιαστικές αλυσίδες και είχε αυξήσει τις αβεβαιότητες. Οι δημοσιονομικές ελαφρύνσεις που δόθηκαν από τις δυτικές κυβερνήσεις (τα διάφορα PASS, Power Pass, fuel pass κλπ. που λέμε στα Ελληνικά και που αντίστοιχα υπάρχουν παντού) δεν ήταν συστηματικές, δεν ήταν ομοιόμορφες για όλες τις χώρες και έτσι χειροτέρεψαν την κατάσταση. Η Κίνα έκλεισε το μαγαζί λόγω λοκντάουν, με αποτέλεσμα να γίνει χαμός στις αγορές βιομηχανικών προϊόντων διεθνώς. Και επάνω που πήγε να ομαλοποιηθεί κάπως η κατάσταση με την επιδημία, ήρθε και το πλήγμα της Ουκρανίας, με αποτέλεσμα την περαιτέρω διεθνή εκτόξευση των τιμών σε τρόφιμα και ενέργεια. Οι μεγάλοι όμιλοι δεν έχασαν την ευκαιρία και, με πρόσχημα την κρίση, αύξησαν και οι ίδιοι τις τιμές, τάχα μου λόγω των εφοδιαστικών αλυσίδων και του Πούτιν, αλλά στην πραγματικότητα επειδή στην αναμπουμπούλα δεν γίνονταν έλεγχοι και μπορούσαν να αυθαιρετούν. Η περίπτωση της αισχροκέρδειας με πρόσχημα την ρήτρα αναπροσαρμογής δεν είναι αποκλειστικά δικό μας φαινόμενο.

Αλλά ας πάρουμε το παράδειγμα των τιμών των δημητριακών. Οι τιμές του σιταριού εκτοξεύτηκαν με την εισβολή στα τέλη Φεβρουαρίου και σχεδόν διπλασιάστηκαν. Την περασμένη εβδομάδα όμως είχαμε τη συμφωνία της Κωνσταντινούπολης για τις εξαγωγές δημητριακών από την Οδησσό, συμφωνία που, όπως λένε οι New York Times «θα απελευθερώσει πάνω από 20 εκατ. μετρικούς τόνους δημητριακών που έχουν κολλήσει στο αποκλεισμένο λιμάνι της Ουκρανίας στην Μαύρη Θάλασσα, μια συμφωνία που θα ρίξει τις δυσθεώρητες τιμές και θα μετριάσει την ογκούμενη διεθνή κρίση πείνας». Σωστά; Όχι, λάθος. Όπως σίγουρα έχουν ήδη μουρμουρίσει οι πάντα καχύποπτοι αναγνώστες του «Κοσμοδρομίου», «αν το λέει αυτή η κιτρινοφυλλάδα, οι New York Times, τότε μάλλον είναι ψέμματα.»

Όπως φαίνεται στο διάγραμμα της εξέλιξης τιμής του σταριού (πηγή), από τα τέλη Μαίου βλέπουμε μια γρήγορη μείωση στις διεθνείς τιμές, οι οποίες έχουν ήδη φτάσει στα επίπεδα πριν την εισβολή. Και αυτό επειδή φέτος, όπως ξέραμε ήδη από τον Ιούνιο, πριν τη συμφωνία, η Ουκρανία θα τελειώσει τη χρονιά εξάγοντας γύρω στα 63 εκατ. τόνους, όταν το 2021 είχε εξαγάγει 45 εκατ. τόνους, δηλαδή φέτος θα εξαγάγει τουλάχιστον 16 εκ τόνους περισσότερα δημητριακά από πέρσι. Οι ΝΥΤ βλέπουν 20 εκατ. τόνους «κολλημένους» σε λιμάνια, τη στιγμή που η Ουκρανία έχει αυξήσει φέτος τις εξαγωγές της, ενώ είναι η Ρωσία αυτή που τις έχει μειώσει, αλλά μόνο προς τις χώρες της Δύσης λόγω των κυρώσεων. Οι ρωσικές εξαγωγές προς χώρες του υπόλοιπου κόσμου έχουν αυξηθεί. Το αποτέλεσμα φαίνεται στο διάγραμμα τιμών και την γρήγορη μείωση που αυτές είχαν. Παρά την πληθωριστική τρομοκρατία (η οποία σε αυτό το σημείο εντάσσεται στον πόλεμο προπαγάνδας για το Ουκρανικό), οι τιμές του σιταριού είναι ήδη στα προ της εισβολής επίπεδα και θα πέσουν σύντομα πιο χαμηλά, κάτι που πιθανόν θα ενταθεί μετά και την πολύ πιο σημαντική συμφωνία του ΟΗΕ που προβλέπει τη συνέχιση εξαγωγών λιπασμάτων από την Ρωσία.

Αντίστοιχα είναι και τα θέματα των τιμών ενέργειας. Η Ρωσία έχει για την ώρα εξαγάγει φέτος περισσότερο πετρέλαιο από πέρσι, παρά την φοβερή κορύφωση στις τιμές, η οποία οφειλόταν στην «αβεβαιότητα», δηλαδή στην αβεβαιότητα των πετρελαιάδων που τσέπωσαν τα σχετικά κέρδη. Οι τιμές στην ενέργεια δεν έχουν ακόμα πέσει σε αντίστοιχο βαθμό με τα δημητριακά, αλλά έχουν πάντως ήδη πέσει. Κάτω από στοιχειωδώς λογικές προϋποθέσεις, ότι δηλαδή το γερμανικό βιομηχανικό κεφάλαιο θα καταφέρει να ξεπεράσει την απόλυτη πρόσδεσή του στους Αμερικάνους και θα βάλει μπροστά τον Nord Stream 2, ο «εφιαλτικός χειμώνας» που βρίσκεται μπροστά μας θα αποδειχτεί πιθανότατα ιδιαίτερα βλαπτικός για το φαινόμενο θερμοκηπίου.

Σε ένα κάπως πιο μακροπρόθεσμο ορίζοντα, η οικονομική αναγκαιότητα είναι πάντα πιο σημαντική από τις ιδεολογικές μεγάλες δηλώσεις. Ο λόγος των κυρώσεων κατά της Ρωσίας δεν είναι φυσικά το ενδιαφέρον για το δράμα του ουκρανικού λαού ή οι αρχές της Δημοκρατίας, της Ελευθερίας και των Ανθρώπινων Δικαιωμάτων, αλλά η εν πολλοίς λανθασμένη εκτίμηση που διαμορφώθηκε στην Ουάσινγκτον ότι οι αυστηρές κυρώσεις μαζί με την πολεμική προσπάθεια των Ουκρανών θα είχαν ως αποτέλεσμα την κατάρρευση της Ρωσίας και την αλλαγή καθεστώτος, με αποτέλεσμα το χορταστικό πλιάτσικο του πλούτου της χώρας, όπως εξάλλου είχε ξαναγίνει επί Γιέλτσιν. Το σχέδιο αυτό ήταν εμφανώς βλακώδες. Αυτός που καταρρέει δεν είναι ο Πούτιν, αλλά μάλλον οι ασταθείς κυβερνήσεις των ευρωπαϊκών χωρών που αρχίζουν να υφίστανται τις συνέπειες των κυρώσεων που οι ίδιες θέσπισαν. Τα μεγάλα λόγια είναι πάντα χρήσιμα για τους κυβερνήτες μας, όταν με τη βοήθειά τους μπορούν να ζητούν συγκινημένοι θυσίες από τους λαούς μας, αλλά όλα τα πράγματα έχουν ένα όριο. Τους λαούς τους να τους θυσιάσουμε ευχαρίστως αν είναι για την Ελευθερία, αλλά δεν μπορούμε να φτάσουμε στο σημείο να θυσιάσουμε όλες τις κυβερνήσεις μας, καθώς και την βιομηχανία μας, το στήριγμα αυτό του έθνους. Εδώ το ζήτημα είναι η συνέχιση της προμήθειας πετρελαίου, αερίου, αλουμινίου, τιτανίου, αέριου νέου για την κατασκευή ηλεκτρονικών, λιπασμάτων, διαφόρων μετάλλων και άλλων πρώτων υλών που έρχονται από τη Ρωσία. Δεν είχαμε λογαριάσει (τι ατυχής αβλεψία κι αυτή!) ότι όλα αυτά θα σταματούσαν να έρχονται όταν κλείναμε τα σύνορά μας με τις κυρώσεις. Μόλις όμως ο τελευταίος Ουκρανός στρατιώτης πέσει ηρωικά μαχόμενος, τα σύνορα για όλα αυτά τα καλούδια θα ξανανοίξουν. Η πληθωριστική πίεση λόγω κυρώσεων έχει ημερομηνία λήξης.

Παρενθετικά, έχουμε εδώ ένα βαθύτερο διαρθρωτικό πρόβλημα. Ο γερμανόφωνος καπιταλισμός έχει καταφέρει τα τελευταία λίγα χρόνια μια εκπληκτική συγκέντρωση. Οι οικονομικές σχέσεις της Γερμανίας με Ολλανδία, Αυστρία, Ελβετία μαζί με Τσεχία, Σλοβακία, Ουγγαρία, Πολωνία και Σλοβενία είναι σημαντικότερες από τις σχέσεις με την υπόλοιπη Ευρωζώνη. Η βιομηχανική αυτή συγκεντροποίηση είχε ως στόχο την ολοκλήρωση με την αγορά της Κίνας, ολοκλήρωση στην οποία σημαντικότατο ρόλο θα έπαιζε η Ρωσία ως ενδιάμεσος μεταφορέας και πάροχος πρώτων υλών και ενέργειας. Στην τρέχουσα συγκυρία, οι Γερμανοί είναι παγιδευμένοι, αφού η στρατηγική συμμαχία με τις ΗΠΑ απαγορεύει το βάθεμα των σχέσεων με Ρωσία και Κίνα, άρα καταστρέφει την ουσία αυτού του σχεδίου. Ταυτόχρονα, η καθυστέρηση της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας ως προς την ηλεκτροκίνηση, δυσκολεύει ταυτόχρονα και την αναπλήρωση των απωλειών από την διείσδυση στην αμερικανική αγορά. Πρόκειται για ένα loose loose συνδυασμό. Στο ευρύτερο αυτό πλαίσιο είχε ενταχθεί μάλιστα και ο Πειραιάς, εξ ου και η COSCO: ο Πειραιάς είναι μια καλή ενδιάμεση λύση για την επικοινωνία Κίνας και ανατολικοευρωπαϊκών χωρών υπό την επιρροή της Γερμανίας. Αν όμως τελικά το σχέδιο καταρρεύσει, χάνει και το λιμάνι την αξία του.

Όπως και αν έχει, η ΕΚΤ λέει ότι (σελ. 7) «η οικονομική δραστηριότητα επιβραδύνεται. Η αδικαιολόγητη ρωσική επίθεση στην Ουκρανία θα συνεχίσει να έχει αρνητικά αποτελέσματα στην ανάπτυξη. Οι επιχειρήσεις συνεχίζουν να έχουν υψηλότερα κόστη […] αν και υπάρχουν διστακτικά σημάδια ότι μερικά από τις συμφορήσεις των εφοδιαστικών αλυσίδων μετριάζονται. Όλοι αυτοί οι παράγοντες μαζί σημαίνουν νέφη στον ορίζοντα του 2022 αλλά και μετά.»

Επομένως, η ΕΚΤ βλέπει από τη μία μεριά ελάφρυνση των πληθωριστικών πιέσεων, αλλά από την άλλη μεριά μειωμένη ανάπτυξη, άρα και αύξηση της ανεργίας – και όμως κόβει τα επιτόκια, για να μειώσει υποτίθεται τον πληθωρισμό, όταν αυτά όπως είδαμε μικρή μόνο επίδραση έχουν. Η αύξηση των επιτοκίων είναι ως γνωστόν κίνηση λιτότητας, είναι μια πολιτική που μειώνει το προϊόν και αυξάνει την ανεργία και την πίεση στα λαϊκά στρώματα, σε μια στιγμή που η ίδια η ΕΚΤ λέει ότι η ανάπτυξη θα μειωθεί, άρα η ανεργία θα αυξηθεί. Επειδή η λιτότητα αυτή θα σήμαινε από μόνη της την αλυσιδωτή χρεωκοπία όλων των νότιων χωρών με πρώτη την Ιταλία, για αυτόν τον λόγο γίνεται ταυτόχρονα και το ΤΡΙ, ώστε να καλυφθεί ακριβώς αυτό το χρέος που δεν θα μπορεί να πληρωθεί λόγω της αύξησης των επιτοκίων (και των μεταρρυθμίσεων). Αυξήστε την πίεση στα λαικά στρώματα, κρατώντας (για όσο ακόμα είναι δυνατό) την ευρωζώνη ολόκληρη.

Αλλά, σαν να μην έφτανε αυτό, η ΕΚΤ ψωνίζει ομόλογα στην δευτερογενή αγορά, τη στιγμή που θα ήταν φτηνότερο και αποτελεσματικότερο απλώς να δώσει χρήμα απευθείας στις κυβερνήσεις, να τις δανείσει αυτή με επιτόκιο που μπορεί να καθορίζει η ίδια. Αυτό δεν γίνεται. Αφ’ ενός για ιδεολογικούς λόγους, επειδή δηλαδή οι κυβερνήσεις είναι κακές και σπάταλες. Αφ’ ετέρου για συμβατικούς λόγους, επειδή οι ευρω-συνθήκες το απαγορεύουν ρητά, καθότι «πληθωριστικό». Βέβαια, η αγορά ομολόγων δευτερογενώς είναι ακριβώς το ίδιο τελικά, δανεισμός της κυβέρνησης, άρα με την ίδια συλλογιστική δεν έπρεπε να συμβαίνει, αλλά η καζουιστική υποκρισία είναι μακρά ευρωπαϊκή παράδοση. Και από τρίτου, υπάρχουν και σοβαροί οικονομικοί λόγοι. Τα ομόλογα στη δευτερογενή τα έχουν ιδιώτες, τραπεζίτες, θεσμικοί, και λοιπά μεγαλοκαθάρματα, τα οποία θα έχαναν αν το χρέος αφηνόταν να σκάσει. Οι δομικές μεταρρυθμίσεις, μέσω λιτότητας και φορομπηξίας, θα μεταφέρουν (ξανά) το χρήμα από τους φτωχότερους στους πλουσιότερους, που θα το μοιραστούν μεταξύ τους. Με τις επενδύσεις να μειώνονται διαρκώς, επειδή δεν κερδοφορούν επαρκώς και με μια ύφεση (ή ίσως κρίση;) να έρχεται ολοταχώς, όποιος έχει λεφτά, πολλά λεφτά, χρειάζεται να τα τοποθετήσει σε ασφαλείς καταθέσεις. Και πού μπορούν να τοποθετήσουν με ασφάλεια τα λεφτά τους οι τράπεζες; Στην ΕΚΤ, αυτός είναι ο λόγος που λέγεται «κεντρική» τράπεζα, είναι η τράπεζα των τραπεζών. Τα αυξημένα επιτόκια είναι ένα δωράκι των κεντρικών τραπεζιτών στους υπόλοιπους τραπεζίτες, ένα δωράκι που έρχεται με κόστος για εμάς τους υπόλοιπους. Όπως το έθεσε ο διοικητής του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, Ngozi Okonjo-Iweala, «ο πόλεμος στην Ουκρανία δημιούργησε τεράστιο ανθρώπινο δράμα, αλλά επίσης ζημίωσε και την διεθνή οικονομία σε μια κρίσιμη συγκυρία. Η επίδρασή του γίνεται αισθητή σε όλον τον κόσμο, αλλά ειδικά στις χώρες χαμηλού εισοδήματος, εκεί που τα τρόφιμα είναι ένα μεγάλο τμήμα του οικογενειακού εισοδήματος […] Μικρότερα αποθέματα και υψηλότερες τιμές σημαίνουν ότι οι φτωχοί του κόσμου θα αναγκαστούν να μείνουν χωρίς τρόφιμα».

Οι πλούσιοι όχι μόνο γλιτώνουν τη χρεωκοπία, αλλά μοιράζονται και τα κέρδη. Τις ζημιές των πλούσιων τις φορτώνονται οι φτωχοί. Σοσιαλισμός για τους λίγους, καπιταλισμός για τους πολλούς.

Άνθρωποι και Ανθρωπάκια

Ο «σούπερ» Μάριο Ντράγκι παραιτήθηκε από την πρωθυπουργία της Ιταλίας (αφήνοντας πίσω του τα συντρίμμια μιας μεγάλης χώρας) την ίδια μέρα που ανακοινώθηκε το TPI. Ωστόσο, όπως λένε κάπως χαιρέκακα οι Φαινάνσιαλ Τάιμς, «σύμφωνα με τον Ντράγκι, η Ιταλία μέχρι το τέλος του έτους, πρέπει να εκπληρώσει 55 πολιτικές δράσεις για να συμμορφωθεί με τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει στα πλαίσια του χρηματοδοτούμενου από την Ε.Ε. σχέδιου ανάκαμψης, το οποίο η ΕΚΤ έχει θέσει ως προϋπόθεση για την επιλεξιμότητα του TPI. Αυτό θα βαρύνει και στους ώμους όποιου αναλάβει τα ηνία στη Ρώμη τους επόμενους μήνες και στους ώμους εκείνων στις Βρυξέλλες που πρέπει να αξιολογήσουν τη συμμόρφωσή των Ιταλών». Δεν έχει σημασία ποια είναι η κυβέρνηση, δεν έχει σημασία καν αν υπάρχει κυβέρνηση, κουμάντο κάνει πάντα η τράπεζα. Τα τελευταία κουρέλια λαϊκής κυριαρχίας που υποτίθεται ότι είναι οι εκλογές έχουν και αυτά πλέον πεταχτεί στον κάλαθο.

Η Ε.Ε. βρίσκεται σε μια διαρκή κρίση εδώ και χρόνια. Η κρίση εκδηλώνεται στο πολιτικό με τις αποστειρωμένες από οποιαδήποτε επαφή με τις μάζες, προκλητικά ανίκανες, στα όρια της ηλιθιότητας «τεχνοκρατικές» ηγεσίες των κρατών-μελών που τις χειροκροτεί συνεχώς η σκιά αυτού που κάποτε το λέγανε «τέταρτη εξουσία» (το «Κοσμοδρόμιο» και οι πάντα αντιεξουσιαστές αναγνώστες του είναι η προφανής εξαίρεση). Δεν υπάρχουν αυτή τη στιγμή ορατά μεγάλα σχέδια των αστικών τάξεων που να βγάζουν τις χώρες μέλη από τον μακροπρόθεσμο βάλτο που τις έχει ρουφήξει, επομένως και οι πολιτικές ηγεσίες, μη έχοντας στρατηγική, είναι υποχρεωμένες να πελαγοδρομούν κάνοντας ό,τι τους φωτίζει κάθε φορά ο καλός Θεός, τυχαίες ασυντόνιστες και ασχεδίαστες κινήσεις που μόνη κατεύθυνσή τους είναι το βραχυπρόθεσμο συμφέρον του κεφαλαίου. Οι σημερινές ηγεσίες, αντίθετα με τις ηγεσίες προηγούμενων, πιο ευνοϊκών για αυτές εποχών, εμφανίζονται έτσι χωρίς τα φωτοστέφανα των ευφυών στρατηγικών εγκεφάλων που έχουν ένα «σχέδιο», σε όλη την γύμνια της αρπαχτικής τους αβελτηρίας.

Τι μεγαλύτερο τεκμήριο χρειάζεται από το να δει κανείς την απίστευτη γελοιότητα του τρίο στούτζες που προεδρεύει αυτή τη στιγμή στην Ε.Ε., του Σαρλ Μισέλ, της Ούρσουλα φον ντερ Λέγιεν και της Ρομπέρτα Μετσόλα, ανθρώπων δηλαδή του ευρωκομματικού σωλήνα, που δεν θα τους εμπιστευόσουν ούτε στο περίπτερο να πάνε, για να πάρουν τσιχλόφουσκες. Την πολιτική άρχουσα τάξη συλλήβδην, μαζί με τους διάφορους παρατρεχάμενους και κολαούζους της, την αποτελούν αυτή τη στιγμή, για να χρησιμοποιήσουμε έναν όρο που ήρθε ξαφνικά στη μόδα, διάφορα αναξιοπρεπή ανθρωπάκια.

Αν οι σημαντικές εσωτερικές αντιφάσεις της Κίνας πρώτα και της Ρωσίας μετά δεν φτάσουν σύντομα σε εκρηκτική κατάσταση (κάτι που αυτή τη στιγμή τουλάχιστον δεν φαίνεται πιθανό ενδεχόμενο), η τρέχουσα μείωση ισχύος της Δύσης θα συνεχιστεί. Και αυτό σημαίνει ότι η ΕΚΤ θα μπορεί να κρατάει το καπάκι πάνω στις αντιθέσεις της Ε.Ε. με μέτρα όπως το ΤΡΙ μόνο για ένα περιορισμένο χρονικό διάστημα. Δεν μπορούμε να ξέρουμε πότε θα σκάσει η επόμενη κρίση (αν και τα σημάδια είναι ότι αυτό θα γίνει μάλλον σύντομα). Μπορούμε όμως να προβλέψουμε με ασφάλεια ότι τουλάχιστον αυτή θα μας απαλλάξει από αυτά τα συγκεκριμένα ανθρωπάκια που μας κυβερνούν, έχοντας πίσω τους τη δύναμη του χρήματος. Θα έχουμε άλλα στη θέση τους; Μένει να το δούμε…


Δρόμος ανοιχτός

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου